Παρασκευή, 07 Οκτωβρίου 2016 22:03

Πρόεδροι ανωτάτων δικαστηρίων: "Δικαιούμαστε και υποχρεούμαστε να ασχολούμαστε με τα μισθολογικά"

Γράφτηκε από την

Μετά τη συνάντηση του πρωθυπουργού με τους προέδρους των ανωτάτων δικαστηρίων της χώρας, την Πέμπτη, η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων εκφράζει την πεποίθησή της ότι ο πρωθυπουργός θα κάνει δεκτό το αίτημα των δικαστικών ενώσεων για πραγματοποίηση συνάντησης, το οποίο και έχει υποβληθεί από τον Απρίλιο του 2016. Οι δικαστικές ενώσεις είναι κατά το Σύνταγμα οι μόνες αρμόδιες να εκφράζουν αυθεντικά τη βούληση και τις θέσεις των συναδέλφων τους.

Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων επισημαίνει ότι σύμφωνα με αμετάκλητες αποφάσεις του Ειδικού Δικαστηρίου του άρθρου 88 του Συντάγματος, το οποίο αποτελείται κατά πλειοψηφία 2/3 από μη δικαστές, έχουν κριθεί τόσο τα ουσιαστικά όσο και τα τυπικά θέματα διάρθρωσης του δικαστικού μισθολογίου. Συνεπώς κάθε προσπάθεια δήθεν «εξορθολογισμού» του, η οποία θα έρχεται σε αντίθεση προς τις ανωτέρω αποφάσεις, θα επιφέρει ρήγμα στο ισότιμο και ισόκυρο των εξουσιών και τελικά θα πλήξει βάναυσα τη λειτουργία του κράτους δικαίου.

Τονίζουμε ότι έννοιες όπως «προσωπική διαφορά», «μισθολογικό κλιμάκιο», «ειδικό επίδομα θέσης ευθύνης» στην κορυφή της πυραμίδας της Δικαιοσύνης, που δεν υπήρξαν ποτέ αιτήματα των δικαστικών ενώσεων, θα δημιουργήσουν ανεπίτρεπτα δικαστές δύο κατηγοριών. Οι έννοιες αυτές είναι εντελώς ξένες προς τη φύση του δικαστικού λειτουργήματος, τη συνταγματικά κατοχυρωμένη λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία του δικαστικού λειτουργού και έρχονται σε ευθεία αντίθεση προς βασικές συνταγματικές αρχές. Κάθε δικαστής ανεξάρτητα από το βαθμό που κατέχει χειρίζεται «πολύ κρίσιμα ζητήματα» που αφορούν τη συνταγματική νομιμότητα, την ελευθερία, την τιμή και την περιουσία των πολιτών.

Η απάντηση των προέδρων των Ανωτάτων Δικαστηρίων

Οι πρόεδροι των τριών ανωτάτων δικαστηρίων της χώρας, Νικόλαος Σακελλαρίου, Βασιλική Θάνου και Ανδρονίκη Θεοτοκάτου, σε κοινή ανακοίνωσή τους αναφέρουν, ότι «δικαιούνται και υποχρεούνται» να ασχολούνται με τα μισθολογικά των δικαστών, ενώ χαρακτηρίζουν απαράδεκτη την προσπάθεια ορισμένων πολιτικών κομμάτων να εμπλέξουν τα θεσμικά όργανα της Δικαιοσύνης σε κομματικά παιχνίδια και «πρέπει, επιτέλους, αυτό να σταματήσει».

Το πλήρες κείμενο της ανακοίνωση των τριών προέδρων, έχει ως εξής:

«Πρώτιστο καθήκον των επικεφαλής των Ανωτάτων Δικαστηρίων είναι η διαφύλαξη του κύρους και της ανεξαρτησίας των Δικαστικών Λειτουργών, συνάρτηση της οποίας, ως θεσμικό και όχι ως οικονομικό ζήτημα, αποτελεί και το ύψος του μισθολογίου τους, ώστε να εξασφαλίζεται η αξιοπρεπής διαβίωσή τους, όπως προβλέπεται από το Σύνταγμα (άρθρ. 88). Συνεπώς, δικαιούνται και υποχρεούνται να εκδηλώνουν ενδιαφέρον και για το εν λόγω θέμα, το οποίο, μαζί με άλλα θεσμικά θέματα που χρήζουν άμεσης επίλυσης για την βελτίωση της ποιότητας και της ταχύτητας στην απονομή της Δικαιοσύνης (αύξηση οργανικών θέσεων, μηχανοργάνωση Δικαστηρίων, συμμόρφωση της Διοίκησης προς τις δικαστικές αποφάσεις) καθώς και θέματα Δικαιοσύνης, που σχετίζονται με την υπό σχεδιασμό αναθεώρηση του Συντάγματος, συζητήθηκαν στην χθεσινή συνάντηση με τον Πρωθυπουργό, μετά από αίτημα των Προέδρων, επ’ ευκαιρία της έναρξης του νέου δικαστικού έτους και επ’ ευκαιρία της επικείμενης συνταγματικής αναθεώρησης.

Παρόμοια συνάντηση είχε πραγματοποιηθεί και επί Πρωθυπουργίας κ. Σαμαρά, με τους τότε Προέδρους των Ανωτάτων Δικαστηρίων.

Η προσπάθεια ορισμένων Πολιτικών κομμάτων να εμπλέξουν τα θεσμικά όργανα της Δικαιοσύνης σε κομματικά παιχνίδια είναι απαράδεκτη και πρέπει, επιτέλους, να σταματήσει. Οι Πρόεδροι των Ανωτάτων Δικαστηρίων και γενικότερα όλοι οι Δικαστικοί Λειτουργοί δεν χρειάζονται υποδείξεις από κανέναν για να εφαρμόσουν το Σύνταγμα και τους Νόμους, χωρίς, βεβαίως να βρίσκονται απομονωμένοι από την κοινωνία και τα προβλήματά της.

Ως εκ τούτου, η επικοινωνιακή διαχείριση της συνάντησης από ορισμένες πλευρές υπήρξε ατυχής και άστοχη».

ΔΣΑ: Η συνάντηση Τσίπρα - ανώτατων δικαστών «εγείρει εύλογες υπόνοιες»

Ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών (ΔΣΑ) σε ανακοίνωσή του σημειώνει ότι η χθεσινή συνάντηση του πρωθυπουργού με τους προέδρους των Ανωτάτων Δικαστηρίων «δεν έλαβε χώρα σε μια στιγμή πολιτικά και νομικά ανύποπτη».

Ειδικότερα, ο ΔΣΑ στην ανακοίνωση του αναφέρει:

«Είναι αυτονόητο ότι οι εκπρόσωποι των κρατικών λειτουργιών πρέπει να συνευρίσκονται και να συνομιλούν. Όμως, η χθεσινή συνάντηση του πρωθυπουργού με τους προέδρους των Ανωτάτων Δικαστηρίων δεν έλαβε χώρα σε μια στιγμή πολιτικά και νομικά ανύποπτη.

Προγραμματίστηκε πέντε μόλις ημέρες μετά την ματαίωση της διασκέψεως του Ανωτάτου Διοικητικού Δικαστηρίου στην υπόθεση όπου κρίνεται η νομιμότητα της διαγωνιστικής διαδικασίας για τις τηλεοπτικές άδειες.

Έγινε μια μόλις ημέρα μετά τις ηχηρές καταγγελίες Αντιπροέδρων του ιδίου Δικαστηρίου για εκτροπή της Δικαιοσύνης από το συνταγματικό της ρόλο και ανεπίτρεπτη αρνησιδικία, που συνοδεύτηκε από την παραίτησή τους από το ΔΣ της Ένωσης Δικαστών του ΣτΕ.

Έγινε υπό τη βαριά σκιά των δηλώσεων του πρωθυπουργού, που προεξοφλούσαν το περιεχόμενο της απόφασης του Συμβουλίου Επικρατείας.

Πραγματοποιήθηκε, τέλος, με σπουδή, που τελεί σε κραυγαλέα αντίθεση με την επί πεντάμηνο αδράνεια του πρωθυπουργού στο αίτημα για συνάντηση εκ μέρους της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, η οποία εκφράζει θεσμικά και συλλογικά το δικαστικό σώμα.

Υπό το κράτος των συμπτώσεων αυτών, η συνάντηση που έγινε έχει απωλέσει τα αμιγή θεσμικά της χαρακτηριστικά και εγείρει εύλογες υπόνοιες ότι απέβλεπε στην «λύση» εκκρεμών νομικών ζητημάτων.

Σε κάθε περίπτωση η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης είναι προεχόντως καθήκον των λειτουργών της».

ΑΠΕ-ΜΠΕ/in.gr