Πέμπτη, 08 Δεκεμβρίου 2016 12:47

Morgan Stanley για ελληνική οικονομία: Ανάπτυξη 0,1% το 2016 και 1,8% το 2017

Γράφτηκε από την
Morgan Stanley για ελληνική οικονομία: Ανάπτυξη 0,1% το 2016 και 1,8% το 2017

Η Ελλάδα βγαίνει από το τούνελ αναφέρει η Morgan Stanley στην έκθεσή της για την ελληνική οικονομία το 2017, διότι όπως σημειώνει η ελληνική οικονομία σταθεροποιείται, ενώ ο χρόνος για την ένταξη στο πρόγραμμα αγοράς τίτλων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας μετρά αντίστροφα.

Αναλυτικότερα για το 2016 η Morgan Stanley εκτιμά ότι η ελληνική οικονομία θα παρουσιάσει ανάπτυξη της τάξεως του 0,1%, ενώ για το 2017 εκτιμά πως η οικονομία θα αναπτυχθεί με ρυθμό 1,8%.

Μέχρι τώρα η αγορά ομολόγων έχει αντιδράσει αρκετά καλά στην ομαλοποίηση της μακροοικονομικής κατάστασης, με την απόδοση του 10ετούς να έχει ήδη μειωθεί κατά 150 μονάδες βάσης - έχει διαμορφωθεί σε περίπου 7,4%.

Ο διεθνής οργανισμός εκτιμά πως η οικονομία έχει αρχίσει να αφήνει πίσω της την ύφεση και το ΑΕΠ, επί της ουσίας θα παραμείνει στάσιμο σε γενικές γραμμές το τρέχον έτος, διαψεύδοντας τις προηγούμενες προβλέψεις για συρρίκνωση 1%. Παρ’ όλα αυτά η λιτότητα, αν και σταδιακά όλο και λιγότερη, και η πολιτική αστάθεια εξακολουθούν να επιβαρύνουν την οικονομία και να ανακόπτουν τη διαρκή ανάπτυξη, ή οποιοδήποτε αξιοπρεπή ρυθμό ανάπτυξης. Και όπως εκτιμά στο πλαίσιο της λιτότητας, θα χρειαστεί χρόνος πριν υπάρξει μια «αληθινή» εξομάλυνση. Πάντως, σύμφωνα με τους αναλυτές, η ελληνική οικονομία είχε ξαναβρεθεί στο ίδιο σημείο νωρίτερα, όταν και επέστρεψε στην έκδοση κρατικών ομολόγων.

Το κλειδί για την ανάπτυξη βραχυπρόθεσμα είναι πως οι πρώτες 10 ποσοστιαίες μονάδες αύξησης του ΑΕΠ θα προέλθουν από την άρση των περιορισμών, όπως οι έλεγχοι στην κίνηση κεφαλαίων, η λιτότητα, η έλλειψη χρηματοδότησης, η πολιτική αβεβαιότητα.

Αλλά η Ελλάδα θα πρέπει να περιμένει, πιθανώς μέχρι τις γερμανικές εκλογές του επόμενου έτους, για να ληφθούν σημαντικά μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους της (σ.σ. η ανάλυση της Morgan Stanley είναι πριν από το τελευταίο Eurogroup).

Ο ρόλος του ΔΝΤ πιθανότατα θα παραμείνει αβέβαιος και, το σπουδαιότερο, η τροχιά του χρέους μπορεί να μην είναι βιώσιμη, διακινδυνεύοντας έτσι την αναβολή της επιλεξιμότητας των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου στο QE της ΕΚΤ μέχρι το τέλος του 2017 ή ακόμη και στο τέλος του προγράμματος διάσωσης το 2018.

Η Ευρώπη πρέπει να δείξει μεγαλύτερη αποφασιστικότητα για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, αναφέρει το Bloomberg 

Είναι προς το συμφέρον των Ευρωπαίων πιστωτών της Ελλάδας να δείξουν μεγαλύτερη αποφασιστικότητα για την ελάφρυνση χρέους της, τονίζει το Bloomberg σε άρθρο γνώμης του με τίτλο: «Η Ευρώπη διστάζει ακόμη για την Ελλάδα», ενώ σε άρθρο του Σάιμον Νίξον στην Wall Street Journal τονίζεται ότι η Ελλάδα και όχι η Ιταλία αποτελεί την πιο επείγουσα δοκιμασία της δυνατότητας της Ευρωζώνης να λαμβάνει αποφάσεις.

Ειδικότερα το Bloomberg στο άρθρο του αναφέρει: «Αυτή την εβδομάδα, οι υπουργοί Οικονομικών της ΕΕ προχώρησαν σε κάποια νέα ελάφρυνση του ελληνικού χρέους. Τα νέα "βραχυπρόθεσμα μέτρα" είναι καλύτερα από το τίποτε, αλλά είναι λιγότερο από μία πειστική λύση σε ένα πρόβλημα, το οποίο σέρνεται για πάρα πολύ μεγάλο διάστημα. Η συμφωνία, που σκιαγραφήθηκε ουσιαστικά νωρίτερα φέτος, αναμένεται ότι θα βοηθήσει την ελληνική κυβέρνηση να πείσει τους ψηφοφόρους να συνεχίσουν να αποδέχονται τις πολύ αναγκαίες εγχώριες μεταρρυθμίσεις. Αυτό είναι καλό. Δεν είναι, ωστόσο, αρκετό, για να θέσει το χρέος και τα δημοσιονομικά σχέδια της χώρας σε βιώσιμη πορεία. Αυτός είναι ο λόγος που το Διεθνές Νομισματικό Σύστημα, η στήριξη του οποίου θα είναι αναγκαία για την επίτευξη του ευρύτερου αυτού στόχου, δεν έχει ακόμη συμμετάσχει στο πρόγραμμα. Μετά από χρόνια «πασαλειμμάτων» το θέμα δεν έχει ακόμη λυθεί.

Αναφορικά με τις τελευταίες συζητήσεις, ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών, Μισέλ Σαπέν, αναγνώρισε ότι "η Ελλάδα έχει κάνει τεράστιες προσπάθειες. Αυτή είναι η πρώτη ελληνική κυβέρνηση εδώ και πολύ καιρό που έχει υλοποιήσει τις δεσμεύσεις της". Ο ίδιος δήλωσε ότι είναι ζωτικής σημασίας να ανταποκριθεί η Ευρώπη, αναγνωρίζοντας την υποχρέωσή της να βοηθήσει στην ελάφρυνση του βάρους του χρέους της χώρας, τόσο ως ανταμοιβή όσο και για να ενθαρρύνει την περαιτέρω βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος.

Όλα αυτά είναι αληθή. Η Ελλάδα δεν μπορεί να κατηγορηθεί ότι δεν κάνει κάτι για να βοηθηθεί. Το τραπεζικό σύστημα έχει σταθεροποιηθεί μετά από τρία κύματα ανακεφαλαιοποίησης και οι καταθέσεις επιστρέφουν, αν και με βραδύ ρυθμό. Η οικονομία αναπτύσσεται με συγκρατημένο ρυθμό. Η χώρα σημείωσε πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα το πρώτο 10μηνο του έτους. Οι πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων του κράτους προχωρούν αργά αλλά σταθερά.

Οι προσπάθειες αυτές δικαιολογούν την επέκταση των περιόδων αποπληρωμής και την ανταλλαγή κάποιων ομολόγων κυμαινόμενου επιτοκίου με ομόλογα σταθερού επιτοκίου, όπως ανακοινώθηκε. Η αναμενόμενη, όμως, μείωση του ελληνικού χρέους σε σχέση με το ΑΕΠ κατά 20 ποσοστιαίες μονάδες έως το 2060 είναι πάρα πολύ διστακτική, ενώ η άποψη ότι η Ελλάδα θα μπορεί να επιτυγχάνει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ την επόμενη δεκαετία αποτελεί φαντασίωση. Τα μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής που σχεδιάσθηκαν για να επαναφέρουν την Ελλάδα σε τροχιά - όπως μειώσεις των συντάξεων, διαθεσιμότητα στις δημόσιες υπηρεσίες, άλλες μειώσεις των δημόσιων δαπανών και αυξήσεις των φόρων - έχουν προκαλέσει ήδη πραγματική κακουχία. Η ανεργία ανέρχεται πάνω από το 23%. Νέες απεργίες και άλλες διαμαρτυρίες προγραμματίζονται. Το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται η ΕΕ είναι η επιδείνωση της σύγκρουσης στην Ελλάδα να προστεθεί στην αναταραχή στην Ιταλία.

Για το δικό τους συμφέρον, οι κυβερνήσεις των πιστωτών πρέπει να είναι πιο αποφασιστικές. Όσο το υπερβολικό χρέος της Ελλάδας δεν αντιμετωπίζεται, η χώρα θα μένει αποκλεισμένη από τις διεθνείς κεφαλαιαγορές, καταστρέφοντας τις προοπτικές της και αυξάνοντας το βάρος της στις κυβερνήσεις της ΕΕ. Αν αφεθεί η Ελλάδα να παραμένει ικέτιδα και μία πηγή πολιτικής αμηχανίας για άλλες χώρες, αυτό θα δημιουργεί μία πιθανή πηγή νέας αστάθειας.

Είναι ευρύτερα αποδεκτό, ότι τα χρέη της χώρας, ακόμη και μετά τα μέτρα αυτής της εβδομάδας, δεν θα αποπληρωθούν πλήρως. Αντιμετωπίζοντας το θέμα αυτό τώρα, με επαρκή ελάφρυνση για να καταστεί βιώσιμο το χρέος, θα βοηθούσε την υπόλοιπη ΕΕ όσο θα βοηθούσε και την Ελλάδα». Greece's Financial Odyssey

Από την πλευρά της η Wall Street Journal επισημαίνει ότι «Η Ελλάδα και όχι η Ιταλία εξακολουθεί να αποτελεί το μεγαλύτερο πρόβλημα της Ευρωζώνης», σύμφωνα με άρθρο του Σάιμον Νίξον. Το άρθρο, μεταξύ άλλων, αναφέρει τα εξής: «Η Ιταλία θα γίνει πρόβλημα της Ευρωζώνης, μόνο εάν αναγκασθεί να ζητήσει βοήθεια από την Ευρωζώνη, κάτι που φαίνεται απίθανο, καθώς η ΕΚΤ συνεχίζει να αγοράζει τα ομόλογά της. Ο κίνδυνος, όμως, μίας νέας ελληνικής κρίσης είναι πραγματικός, εάν η Ευρωζώνη δεν βρει έναν τρόπο για να σπάσει το από μακρού χρόνου αδιέξοδο μεταξύ της Ελλάδας, της Γερμανίας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου σχετικά με την επόμενη φάση του ελληνικού προγράμματος στήριξης.

Η Γερμανία έχει δηλώσει ότι δεν θα εκταμιεύσει νέα χρήματα χωρίς τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα. Το ΔΝΤ δεν θα συμμετάσχει στο πρόγραμμα πριν η Ευρωζώνη συμφωνήσει να θέσει σε βιώσιμη τροχιά το ελληνικό χρέος, αλλά η Ευρωζώνη δεν θα γνωρίζει πόση ελάφρυνση χρέους χρειάζεται η Ελλάδα, έως ότου η Αθήνα και οι πιστωτές της συμφωνήσουν για τους μακροπρόθεσμους δημοσιονομικούς στόχους της Ελλάδας και τις πολιτικές για την επίτευξή τους. Εάν δεν υπάρξει γρήγορα μία συμφωνία, πριν η Ευρωζώνη εισέλθει σε έναν εκτεταμένο κύκλο εθνικών εκλογικών αναμετρήσεων, η επόμενη ευκαιρία μπορεί να μην υπάρχει πριν από το καλοκαίρι, όταν η Ελλάδα είναι πιθανόν να αντιμετωπίσει και πάλι πιέσεις ρευστότητας, που θα υπονομεύσουν το τρέχον πρόγραμμα βοήθειας».

«Κανείς δεν θέλει ένα ακόμη αποτυχημένο ελληνικό πρόγραμμα, πολύ περισσότερο όταν αυξάνεται η γεωπολιτική σημασία της Ελλάδας. Ωστόσο, ορισμένοι αξιωματούχοι δυσκολεύονται να δουν πώς μπορεί να αντιμετωπισθεί η κατάσταση», σημειώνει το άρθρο. «Και αν η Ευρωζώνη δυσκολεύεται να λύσει τις διαφορές της με την Ελλάδα, τι σημαίνει αυτό για την ικανότητά της, εάν υπάρξει ανάγκη να βοηθήσει την Ιταλία;», καταλήγει.

ΑΠΕ-ΜΠΕ


NEWSLETTER