Πέμπτη, 31 Μαϊος 2018 08:43

Η Ιταλία ακόμη σε αναζήτηση λύσης στην πολιτική κρίση

Γράφτηκε από την

Η ιταλική πολιτική κρίση συνεχίζει να επιφυλάσσει συνεχείς, σχεδόν αμέτρητες εκπλήξεις. Χθες, κανονικά, θα έπρεπε να ορκισθεί η κυβέρνηση του τεχνοκράτη Κάρλο Κοταρέλι, αλλά αποφασίσθηκε μια ακόμη αναβολή.

Η τελευταία προσπάθεια που βρίσκεται σε εξέλιξη, οφείλεται σε μια κίνηση του αρχηγού του Κινήματος Πέντε Αστέρων, Λουίτζι Ντι Μάιο: ο επικεφαλής των «πεντάστερων» πρότεινε να ξαναρχίσει η προσπάθεια σχηματισμού κυβέρνησης του κινήματός του με την Λέγκα. Όσο για την αιτία που προκάλεσε την ρήξη της περασμένης Κυριακής, ο Ντι Μάιο ζήτησε από τον γραμματέα της Λέγκα, Ματέο Σαλβίνι, να κάνει μια κίνηση καλής θέλησης -- να συναινέσει, δηλαδή, στο να μην τοποθετηθεί ο οικονομολόγος Πάολο Σαβόνα, ο οποίος θεωρείται ότι εναντιώνεται στο ευρώ, στο υπουργείο οικονομικών, αλλά να ηγηθεί κάποιου άλλου υπουργείου, ώστε να ξεπερασθεί η ρήξη με την προεδρία της Δημοκρατίας.

Ο Σαλβίνι απάντησε ότι «η πρόταση είναι περίεργη», αλλά «θα συζητήσει το θέμα με τον ίδιο τον Σαβόνα», διότι «δεν θέλει να κλείσει την πόρτα στον διάλογο».

Σήμερα αναμένονται --πιθανόν-- καθοριστικές εξελίξεις.

Σε περίπτωση που η προσπάθεια αυτή αποτύχει, η εναλλακτική θα είναι προφανώς η σύνθεση της κυβέρνησης τεχνοκρατών του Κάρλο Κοταρέλι.

Μένει να διαπιστωθεί αν τα διάφορα κόμματα θα συνεχίσουν να αρνούνται να στηρίξουν στη Βουλή και στην Γερουσία την κυβέρνηση Κοταρέλι. Σε τέτοια περίπτωση, οι εξουσίες της θα ήταν σχεδόν μηδενικές.

Αν η σύνθεση μιας πολιτικής κυβέρνησης του Κινήματος Πέντε Αστέρων με την Λέγκα μείνει μόνον στο υποθετικό επίπεδο, η χώρα θα οδηγηθεί σε πρόωρες εκλογές.

Αρχικά, γινόταν αναφορά στον Σεπτέμβριο ή τον Οκτώβριο. Αλλά τις δυο τελευταίες ημέρες, τόσο η κεντροαριστερά, όσο και η Λέγκα και τα Πέντε Αστέρια, άφησαν να διαρρεύσει ότι θα προτιμούσαν να γίνει μια προσπάθεια για να στηθούν κάλπες στις 29 Ιουλίου.

Θα ήταν η πρώτη φορά που οι ιταλοί θα πήγαιναν να ψηφίσουν μέσα στο κατακαλόκαιρο. Με προβλήματα για όσους έχουν ήδη προγραμματίσει τις διακοπές τους, αλλά και για τους ηλικιωμένους. Και ένας από τους πρωταγωνιστές της πολιτικής κρίσης --o Ματέο Σαλβίνι-- φαίνεται πως φοβάται ότι μια τέτοια επιλογή μπορεί να τον ζημιώσει. Διότι μεγάλο μέρος των επιχειρηματιών του ιταλικού βορρά, δεν συνηθίζει να ακυρώνει τόσο εύκολα τις θερινές διακοπές του...

Στρασβούργο: Δηλώσεις των Επικεφαλής των πολιτικών ομάδων για Ιταλία

«Όλοι οι δρώντες πρέπει να αναλάβουν τις ευθύνες τους, ωστόσο η ΕΕ δεν πρέπει να εμπλακεί στην εσωτερική πολιτική σκηνή της Ιταλίας και να μην εκφέρει απειλές» τόνισε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, στο πλαίσιο της τρέχουσας Συνόδου της Ολομέλειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η πρόεδρος της GUE/NGL, Γκαμπριέλε Τσίμερ, αναφερόμενη στην Ιταλία και σημείωσε ότι η κατάσταση είναι πολύ μπερδεμένη και με τις δύο εναλλακτικές και πως η GUE δεν βρίσκει κάτι θετικό.

Από την πλευρά του ο πρόεδρος της Ομάδας των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών (S&D), Ούντο Μπούλμαν, δήλωσε ότι θαυμάζει τον πρόεδρο Ματαρέλα που υπερασπίστηκε «την ιταλική κοινωνία, τους πολίτες και την ακεραιότητα τόσο της ιταλικής οικονομίας όσο και της Ευρώπης», καθώς αναφερόμενος στον Πάολο Σαβόνα, είπε ότι «πρόκειται για έναν υπουργό που θα έθετε σε κίνδυνο την ιταλική οικονομία με την άνοδο των spreads, αλλά και τη θέση της ίδιας της Ιταλίας στην Ευρώπη».

Ωστόσο συμπλήρωσε ότι δεν αρκεί το Βερολίνο και το Παρίσι για να εκσυγχρονιστεί η Ευρώπη. «Η Ιταλία έχει παραδοσιακά φιλοευρωπαϊκή πολιτική και είναι σύμμαχος του Βερολίνου και του Παρισιού», τόνισε.

Ο Φιλίπ Λαμπέρτ από τους Πράσινους σημείωσε ότι ο ιταλός πρόεδρος της Δημοκρατίας έκανε χρήση του Συντάγματος. Ωστόσο, είπε πως η αιτία της απόφασής του ήταν η αντίδραση των αγορών. «Πρότεινε στέλεχος από το ΔΝΤ, δίνοντας τροφή στους εθνικιστές και όσους υποστηρίζουν ότι η Ευρώπη δεν είναι δημοκρατική, καθώς ήταν διαφορετική η επιλογή του ιταλικού λαού», υπογράμμισε.

Συμπληρωματικά, ο Πρόεδρος του ALDE, Γκι Φερχόφστατ τόνισε ότι η Ιταλική κρίση ασκεί πίεση στην Ευρώπη και την ευρωζώνη, αναδεικνύοντας εκ νέου το συστημικό πρόβλημα της ευρωζώνης που δεν είναι παρά μία διακυβερνητική συμφωνία των κρατών μελών της.

«Το είδαμε με την Ελλάδα, την Ισπανία, την Πορτογαλία, την Ιρλανδία. Όταν υπάρχει πολιτική κρίση, ασκείται πίεση στο εσωτερικό της ευρωζώνης γιατί δεν είναι μία πραγματική ένωση, αλλά μία συμφωνία των κυβερνήσεων των κρατών μελών», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Κατά τη γνώμη του, είναι άκρως απαραίτητη η μεταρρύθμιση της ευρωζώνης σε ένα σύστημα με συνοχή που να μην επηρεάζεται από πολιτικές κρίσεις, καθώς το Σύμφωνο Σταθερότητας δεν είναι αρκετό για να εξασφαλίσει τη σταθερότητά της.

Τέλος, ο πρόεδρος του Λαϊκού Κόμματος (EPP) Μάνφρεντ Βέμπερ, ανέφερε αρχικά ότι οι επόμενες ευρωπαϊκές εκλογές θα αποφασίσουν τη μελλοντική κατεύθυνση της Ευρώπης. Για την Ιταλία ο Βέμπερ σημείωσε ότι υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα, ωστόσο εξέφρασε την πεποίθηση ότι τα ιταλικά θεσμικά όργανα θα βρουν μια καλή λύση. «Η Ιταλία είναι ιδρυτικό μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πάντα με φιλοευρωπαϊκή στάση κι αυτό ελπίζω να παραμείνει».

Η Ε.Κ.Τ. ενδέχεται να συγκαλέσει έκτακτη συνεδρίαση προκειμένου να συζητήσει για την Ιταλία 

«Ο Mάριο Ντράγκι προφανώς παρακολουθεί τις εξελίξεις και πιθανώς να συγκαλέσει έκτακτη συνεδρίαση άμεσα’», δήλωσε μια πηγή κοντά στο διοικητικό συμβούλιο της Ε.Κ.Τ., γράφει ο Guardian.

Η βρετανική εφημερίδα υποστηρίζει ότι η Ε.Ε. συνέβαλε στη δημιουργία της κρίσης της Ιταλίας. «Αν δεν μάθει, θα ακολουθήσουν χειρότερα. Η έλλειψη βοήθειας στη μεταναστευτική κρίση έστρεψε τους Ιταλούς προς τον αντιευρωπαϊκό λαϊκισμό και η Ε.Ε. έχει λίγους μήνες στη διάθεσή της να διορθώσει τη ζημιά. Για άλλη μια φορά η Ε.Ε. αντιμετωπίζει μια κρίσιμη απειλή από την ασταμάτητη άνοδο του λαϊκισμού και αναδύονται οι σκιές του σκοτεινότερου παρελθόντος της Ευρώπης. Οι ιταλικές εκλογές σχετίζονταν κυρίως από το μεταναστευτικό ζήτημα και τα αντιμεταναστευτικά συναισθήματα συνδυάστηκαν με τα αντιευρωπαϊκά. Όπως η Ελλάδα πρωτύτερα, η Ιταλία άλλαξε από μια πολύ φιλοευρωπαϊκή χώρα σε μια έντονα ευρωσκεπτικιστική εντός λίγων μηνών. Υπάρχουν πολλοί εσωτερικοί λόγοι για τα πολιτικά και τα κοινωνικά προβλήματα και στις δυο χώρες, αλλά η έλλειψη αλληλεγγύης της Ε.Ε. προς ένα ασθενέστερο μέλος που αναλαμβάνει το βάρος ενός ευρωπαϊκού προβλήματος, επιδείνωσε την κατάσταση» εκτιμά ο Guardian.

«Το Βερολίνο φοβάται ανασφάλεια στη Ρώμη»

Στο Βερολίνο υπάρχει διάχυτος φόβος για την κρίση στην Ιταλία γράφει η γερμανική εφημερίδα Die Welt και προσθέτει: «Πρώτα τα σχέδια – κατά τους Γερμανούς ακατανόητα – για ανάκληση των μεταρρυθμίσεων και στη συνέχεια, η αποτυχία σχηματισμού κυβέρνησης. Στον γερμανικό κυβερνητικό συνασπισμό ανησυχούν για το τι θα γίνει με την Ευρώπη, αν μετά τις επόμενες εκλογές στην Ιταλία αναλάβει την κυβέρνηση ένας παρόμοιος συνδυασμός κομμάτων με παρόμοιες ιδέες. Όπως λέγεται στο Βερολίνο, πρόκειται για ζήτημα που απασχολεί τους πάντες».

Στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση ωστόσο κανείς δεν θέλει να μιλάει γι’ αυτό. Υπάρχει έντονος φόβος ότι με καλώς εννοούμενες, ίσως και επικριτικές συμβουλές μπορεί να προκληθεί το αντίθετο ακριβώς αυτό που επιδιώκεται. Γι’ αυτό η Καγκελαρία και το Υπουργείο Οικονομικών προτιμούν να σιωπούν. Αποφεύγουν την κριτική και υπαινίσσονται ακόμα και προθυμία συνεργασίας.

Οι βουλευτές όμως μιλούν πιο ξεκάθαρα: «Η παρούσα εξέλιξη στην Ιταλία με γεμίζει ανησυχία», λέει ο χριστιανοδημοκράτης πολιτικός για οικονομικά θέματα Έκχαρντ Ρέμπεργκ. «Σε μια νομισματική ένωση τα όσα συμβαίνουν σε μία χώρα επηρεάζουν και όλες τις υπόλοιπες. Συνδεόμαστε στενά η μια χώρα με την άλλη μέσω της νομισματικής πολιτικής και των κοινών μηχανισμών σταθεροποίησης, όπως ο ΕΜΣ». Η πολιτική αστάθεια στην Ιταλία δημιουργεί μεγάλη ανασφάλεια για την περαιτέρω εξέλιξη της χώρας, ιδιαίτερα από οικονομικής απόψεως.

Είναι μια δύσκολη κατάσταση για την Ένωση (CDU/CSU) στην κυβέρνηση του μαυρο-κόκκινου συνασπισμού. Αφενός θέλει να κάνει τα επόμενα βήματα όσον αφορά τη νομισματική ένωση. Από την άλλη, πρέπει πάση θυσία να αποφύγει να δημιουργήσει την εντύπωση ότι θυσιάζει τα γερμανικά συμφέροντα για πιθανόν ασυνεπείς εταίρους της ΟΝΕ. Από τότε που είναι στη γερμανική Βουλή και το AfD και ούτε το FDP φείδεται κριτικής στην ευρωπαϊκή πολιτική, το CDU και το CSU δέχονται πιέσεις. «Χωρίς επιστροφή της Ιταλίας σε μια συνειδητά υπεύθυνη οικονομική πολιτική, η Κ.Ο. της Ένωσης στη Γερμανική Βουλή δεν πρόκειται να συμφωνήσει σε περαιτέρω εμβάθυνση της ΟΝΕ με ανάληψη περισσότερων ρίσκων από τη Γερμανία», απειλεί ο Ρέμπεργκ. «Αν ένας εταίρος δεν τηρεί τους κανόνες, δεν μπορεί να περιμένει ότι θα του δείξουν εμπιστοσύνη για την θέσπιση νέων κανόνων».

Ο σεβασμός των συμφωνηθέντων αποτελεί το επαναλαμβανόμενο σύνθημα της γερμανικής επιχειρηματολογίας μετά το ξέσπασμα της ελληνικής κρίσης. Έστω κι αν οι ίδιοι οι Γερμανοί δεν είναι πάντα πιστοί στα συμφωνηθέντα. «Δεν πρόκειται για το ότι η γερμανική κυβέρνηση θα θέσει όρους στην Ιταλία, αλλά το θέμα είναι η ίδια η Ιταλία να τηρήσει τις συνθήκες που συνυπέγραψε», λέει ο Ότο Φρισκε (FDP). Η τήρηση των συμφωνηθέντων αποτελεί βασική ευρωπαϊκή αξία.

Ωστόσο, επισημαίνοντας την πίστη στα συμφωνηθέντα και τη συνέπεια, το πιθανότερο είναι ότι δεν θα παρακινηθούν οι Ιταλοί να ακολουθήσουν μια – κατά τη γερμανική οπτική – συνετότερη πολιτική. Ο Τζερομιν Τσετελμαγιερ , Δ/ντής κάποτε του Ζίγκμαρ Γκάμπριελ στο ομοσπονδιακό Υπ. Οικονομίας, συμβουλεύει τους Ευρωπαίους να ανταποκριθούν τουλάχιστον σε ένα σημείο στα αιτήματα της Ιταλίας: την ευρωπαϊκή τραπεζική ένωση. «Η Ιταλία χρειάζεται ένα σαφές χρονοδιάγραμμα προς την κατεύθυνση της τραπεζικής ένωσης», δηλώνει ο Τσετελμάγιερ, ο οποίος τώρα εργάζεται στο διάσημο Peterson Institute της Ουάσιγκτον. Συνιστά ένα quidproquo. Οι ιταλικές τράπεζες θα μειώσουν ραγδαία την υψηλή συγκέντρωση δικών τους κρατικών ομολόγων στα χαρτοφυλάκιά τους και η υπόλοιπη Ευρώπη θα ανταποκριθεί με μια κοινή ασφάλιση των καταθέσεων.

Ο Τσετελμάγιερ, που ξέρει πόσο διαφιλονικούμενο είναι το ζήτημα αυτό στη Γερμανία, συνιστά κατ’ αυτόν τον τρόπο ισχυρότερη διάκριση του ιταλικού τραπεζικού τομέα από το ιταλικό κράτος. «Χρειαζόμαστε ένα πολιτικό μήνυμα», λέει. Οι Γερμανοί, και προπάντων η πολιτική τάξη της Γερμανίας πρέπει να αναρωτηθεί αν θέλει να κρατήσει την Ιταλία στη νομισματική ένωση». Είναι – λέει – ζήτημα πολιτικής βούλησης, και όχι του εφικτού.

ΑΠΕ-ΜΠΕ