Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Τετάρτη, 27 Ιανουαρίου 2021 14:04

Επί Τάπητος: 200 χρόνια... πολεοδομικής ιστορίας

Γράφτηκε από τον
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)


Στοιχείο της ιστορίας της πόλης είναι και η πολεοδομική της εξέλιξη. Και αυτή της Καλαμάτας έχει οπωσδήποτε ενδιαφέρον, που μπορεί να γίνει αντιληπτό και από εκείνους που δεν έχουν καμία σχέση με την ειδικότητα του μηχανικού.

Μια εξαιρετική παρουσίαση έχει κάνει ο αρχιτέκτονας Ιωάννης Σταμπολτζής σε σύσκεψη μελών του Τεχνικού Επιμελητηρίου που πραγματοποιήθηκε στη μεσσηνιακή πρωτεύουσα στις αρχές του 1952.
Ο Σταμπολτζής, “διαβάζοντας” το πρώτο τοπογραφικό διάγραμμα του 1837, προσδιορίζει τα όρια και χαρακτηριστικά της πόλης τα πρώτα χρόνια από την απελευθέρωση: “Το πρώτο γνωστόν τοπογραφικόν διάγραμμα κατηρτισμένον με τας συγχρόνους αντιλήψεις, είναι το σχέδιον που συνέταξε το 1837 η Γαλλική Αποστολή, προφανώς το εκστρατευτικόν σώμα του Μαιζόν. Παρουσιάζει τα τότε υπάρχοντα άθικτα ή κατεστραμμένα οικοδομήματα και όλην την πόλιν, η οποία τότε ήτο ανεπτυγμένη εις τας σημερινάς συνοικίας Υπαπαντής και Αγίου Ιωάννου. Ο Νέδων, ατείχιστος, ώριζε την δυτικήν πλευράν, ενώ αι παρυφαί της πόλεως έφθαναν προς τα νοτιοανατολικά εις το σημερινόν οίκημα του Β’ Δημοτικού Σχολείου (σ.σ. Βύρωνος και Δημακοπούλου) και προς νότον μέχρι του Ορφανοτροφείου (σ.σ. λίγο ανατολικότερα από την “Ηλέκτρα”) όπου ο αργιλικός γήλοφος εσχημάτιζε την φυσικήν όχθην του ποταμού. Το σχέδιον αυτό δεν έχει ακόμη ούτε δημοσιευθή, ούτε μελετηθή, παρουσιάζει όμως μεγάλο ενδιαφέρον. Ολα τα οικοδομικά του τετράγωνα υπάρχουν αυτούσια εις την σημερινήν πόλιν, η πλατεία 23ης Μαρτίου φαίνεται εν τω γενέσθαι, η Φραγκόλιμνα είναι πράγματι όρυγμα. Η κύρια αρτηρία της πόλεως είναι ο δρόμος ο οποίος οδηγεί από την πύλην του Φρουρίου διά του ιερού της Υπαπαντής εις τους Αγίους Αποστόλους. Η σημερινή πλατεία Υπαπαντής και η άνω πλατεία δεν υπάρχουν, διότι προέκυψαν από την κατεδάφισιν ολόκληρων τετραγώνων πραγματοποιηθείσαν κατά το πλείστον μετά το 1900”.
Αναζητώντας τα πρώτα σχέδια και τους σχεδιασμούς για την πόλη καταλήγει στα εξής συμπεράσματα: “Τα πρώτα ρυμοτομικά σχέδια πόλεων εις την νεωτέραν Ελλάδα συνετάγησαν επί Οθωνος. Θα ήτο περίεργον να μη υπάρχη και σχέδιον των Καλαμών, αν και τα κτήρια της εποχής εκείνης πολλά των οποίων διασώζονται εγκατεσπαρμένα κυρίως παρά τον Αγιον Νικόλαον και την παλαιάν πόλιν δεν φαίνεται να εφαρμόζουν κάποιο προδιαγεγραμμένον σχέδιον ρυμοτομίας. Ισως η Πολιτεία να επεδίωκε τότε την ανάπτυξιν της Παραλίας και την εκεί μετατόπισιν της Καλαμάτας δεδομένου ότι υπάρχει ένα σχέδιον του εν τη Παραλία Καλαμών συνοικισμού εγκριθέν την 24 Νοεμβρίου 1860. Εις το σχέδιον αυτό προβλέπεται κρηπιδότοιχος προκυμαίας εν εκσκαφή ως προς την τότε ακτήν και η δημιουργία 40 οικοδομικών τετραγώνων 70 Χ 80 μέτρων ορθογωνίων με 3 μεγάλας πλατείας και χώρους διά δημόσια καταστήματα. Ουδεμία ένδειξις συνδέσεως του Συνοικισμού με την πόλιν υπάρχει. Διά του από 6 Σεπτεμβρίου 1868 Βασιλικού Διατάγματος ενεκρίθη μια τροποποίησις του σχεδίου της Παραλίας μεταθέτουσα προς την θάλασσαν τον κρηπιδότοιχον και σχηματίζουσα μιαν νέα σειράν οικοδομικών τετραγώνων νοτίως των προηγουμένων. Πρόκειται κατά πάσα πιθανότητα περί προσαρμογής του σχεδίου εις την πραγματικήν τότε θέσιν του αιγιαλού. Τι έγινε διά την πόλιν κατά το χρονικόν διάστημα μέχρι της εγκρίσεως του σημερινού σχεδίου δεν γνωρίζω. Υπάρχει ένα σχέδιον, του οποίου αι γραμμαί έφθαναν τουλάχιστον μέχρι των ανεγειρομένων Αγ. Ταξιαρχών χαραχθέν προς της κατασκευής της σιδηροδρομικής γραμμής και ένα μεταγενέστερον της χαράξεως της γραμμής του σιδηροδρόμου αφού τροποποιεί το προηγούμενον και δημιουργεί χάριν του σταθμού το τρίγωνον μεταξύ Πλατείας Γεωργίου, Νέδοντος και σιδηροδρόμου”.
Ενδιαφέρον έχει η “αφήγηση” για τον τρόπο με τον οποίο το σχέδιο του 1905 (όπως το αποκαλούν σήμερα) “κούμπωσε” αυτό της πόλης με εκείνο της Παραλίας: “Το σήμερον ισχύον σχέδιον πόλεως έχει συνταχθεί το 1904 μετά την κατασκευήν του λιμένος και παρουσιάζει ενοποιημένην την πόλιν με την Παραλίαν. Δεν δύναμαι να σας βεβαιώσω αν το σχέδιον του Συνοικισμού Παραλίας του 1860 έχη ενσωματωθή ή όχι εις το νέον αυτό σχέδιον, ούτε αν η σημερινή προκυμαία διετήρησε κάτι από την προβλεπομένην εις τα σχέδια του 1860 ή του 1868 [...] Φαίνεται όμως σαφώς ότι το ορθογώνιον σύστημα της Παραλίας διετηρήθη με δρόμους παραλλήλους ή καθέτους με την διεύθυνσιν της προκυμαίας και η συνάντησις των καθέτων οδών με την γενικήν κατεύθυνσιν του σχεδίου της άνω πόλεως, ήτις έτεινε λοξώς προς τα νοτιοδυτικά, εξηγεί την καμπήν της οδού Φαρών εις το ύψος του Κήπου της Εδέμ [...] Το σχέδιον του 1904 το και σήμερον εν ισχύ, υπέστη πάρα πολλάς επί μέρους τροποποιήσεις και επεκτάσεις [...] Ολα τα σχέδια και αι αποτυπώσεις τα οποία ανεφέραμεν έχουν εν βασικόν κοινόν σημείον, παρακολουθούν και προσπαθούν να ρυθμίσουν την προς θάλασσαν εξάπλωσιν της πόλεως. Είναι δυνατόν ακόμη να διαπιστώσωμεν ότι διά μεν την παλαιάν πόλιν το σχέδιον ηκολούθη την εξέλιξίν της, ενώ διά την Παραλίαν την ερρύθμιζεν εξ αρχής. Ανάλογος παρατήρησις ισχύει και διά τον πέραν του Νέδοντος τομέα: η παρά τας όχθας του χειμάρρου περιοχή του σχεδίου εχαράχθη επί παρθένου σχεδόν εδάφους, ενώ οι απώτερον, επί των πρανών των λόφων συνοικισμοί έμειναν εκτός σχεδίου”.
Σχέδιο έγινε, ζώνη προστασίας υπήρχε γύρω από αυτό, αλλά τα αυθαίρετα φύτρωσαν σαν μανιτάρια καλύπτοντας στεγαστικές ανάγκες φτωχών λαϊκών στρωμάτων: “Λαμβάνεται φροντίς διά την διοχέτευσιν του οικοδομικού ρεύματος προς την περιοχήν του σχεδίου, ζώναι δε όπου δεν επιτρέπεται η οικοδόμησις, προβλεπόμεναι πέριξ των πόλεων, έχουν σκοπόν να εμποδίσουν την δημιουργίαν κατασκευών εκτός σχεδίου. Η παρ’ ημίν νομοθεσία και ο Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός, ισχύων από του 1926, προνοεί διά την δημιουργίαν ζωνών, προβλέπει κυρώσεις διά τους εκτός σχεδίου οικοδομούντας και απαγορεύει την παροχήν πάσης δημοτικής αντιλήψεως εις την εκτός σχεδίου περιοχήν. Εάν λοιπόν κατακρίνωμεν τους ιδιώτας, τους εκτός της πόλεως οικοδομούντας, δεν πρέπει να αγνοήσωμεν ότι όχι μόνον ουδεμία προσπάθεια ελήφθη εκ μέρους του Δήμου ή του κράτους διά να εμποδισθούν, αλλά και ότι εκ των υστέρων έτυχον πάσης περιποιήσεως, αφού έγιναν εις τους παρανόμους οικισμούς και δημοτικά έργα και παροχαί ρεύματος, ύδατος κλπ. Δυστυχώς δε και κατά την αποκατάστασιν των προσφύγων όλοι σχεδόν οι συνοικισμοί κατεσκευάσθησαν εις τας παρυφάς του σχεδίου, εντός της απαγορευμένης ζώνης. Ούτω μέγα ποσοστόν των κατοίκων της πόλεως διαμένουν εκτός σχεδίου. Μόνον εις το βορειοδυτικόν τμήμα εκείθεν του Νέδοντος υπάρχουν περί τας 450 οικοδομάς αποτελούσαι τας συνοικίας Ράχης, Φραγκοπήγαδου, Αβραμιού, Αγίας Τριάδας”.
Στην ιστορική αυτή αναδρομή εξηγείται ο τρόπος με τον οποίο γινόταν η καταστρατήγηση των διατάξεων στους... άγονους λόφους και το κριτήριο με το οποίο γινόταν η επιλογή του σημείου που έχτιζαν: “Εν τούτοις εις το μεταξύ της πόλεως και Παραλίας άκτιστον τμήμα υπάρχει αφθονία οικοπέδων και θα ήτο δυνατόν να στεγασθούν ανέτως τουλάχιστον 50.000 κατοίκων με τας συνήθεις εις την Καλαμάταν μονορόφους και διωρόφους οικοδομάς. Γεννάται όμως το εύλογον ερώτημα: διατί τόσον μέρος του πληθυσμού στρέφεται προς τας εκτός σχεδίου κατασκευάς. Η απάντησις δεν είναι νομίζομεν δύσκολος. Οι κάτοχοι εκτάσεως εις τας παρυφάς της πόλεως, κυρίως εις τα επί των λόφων άγονα σχετικώς εδάφη, έχουν κάθε συμφέρον να πωλήσουν τας ιδιοκτησίας των εις οικόπεδα. Τας κατατέμνουν λοιπόν εις μικρά τμήματα και τα πωλούν, καταστρατηγούντες τον νόμον, ως εκτάσεις με δήθεν ημιτελείς οικοδομάς, τας οποίας κατασκευάζει ο ίδιος ο αγοραστής. Πρόκειται συνήθως περί μικρών εργατικών κατοικιών, που οικοδομούνται εκ των ενόντων και συχνά εναντίον όλων των κανόνων της δομικής αλλά και δυστυχώς και της υγιεινής. Σημαντικόν ρόλον έχει και ο ψυχολογικός παράγων, λόγω του οποίου όλοι οι νέοι κάτοικοι επιδιώκουν να κατοικήσουν εις την πλευράν της πόλεως, η οποία επικοινωνεί αμεσώτερον με τον τόπον καταγωγής των. Το πρόβλημα όμως το οποίον παρουσιάζει η Καλαμάτα δεν περιορίζεται εις τους αυθαίρετους οικισμούς. Και εντός σχεδίου υπάρχουν τα ιδιωτικά συμφέροντα που αντικρούονται συχνά με το γενικόν συμφέρον της πόλεως. Σειρά ολόκληρος οικοπέδων κεντρικών, τα οποία φυσιολογικώς θα έπρεπε να οικοδομηθούν πριν η πόλις επεκταθεί περισσότερον, μένουν ακάλυπτα. Αλλαι πάλι εκτάσεις πωλούνται κατά τρόπον δημιουργούντα δευτερεύοντας ιδιωτικούς δρόμους, συνήθως στενούς και στρεβλούς και πολλάκις μη αντιστοιχούντας από τετραγώνου εις τετράγωνον”.
Και τα προβλήματα έρχονταν ως συνέπεια: “Ολα αυτά τείνουν εις την δυσανάλογον προς τον πληθυσμόν της επέκτασιν της πόλεως και καθιστούν πολύ δαπανηράν και πολλάς φοράς οικονομικώς ακατόρθωτον την διασκευήν και συντήρησιν των οδών, την κρασπέδωσιν, τους υπονόμους, επιμηκύνουν δυσαναλόγως τα δίκτυα ηλεκτρικής ενεργείας, υδρεύσεως και τηλεφώνων, δυσχεραίνουν την επίβλεψιν και ασφάλειαν. Μοιραίως ο κάθε κάτοικος καλείται να αναλάβη αμέσως ή εμμέσως την δαπάνην διά το αναλογούν εις αυτόν μέτρον μήκους των οδών και ο Δήμος ουδέποτε θα δυνηθή να αντεπεξέλθη οικονομικώς”.
Κάπως έτσι φθάσαμε στα μέσα της δεκαετίας 1980-1990, όταν η πόλη απέκτησε νέο σχέδιο πόλης με την νομιμοποίηση και ενσωμάτωση των αυθαιρέτων αλλά και νέες επεκτάσεις στην περιφέρεια του παλαιού σχεδίου. Για να ακολουθήσει η μετασεισμική προσαρμογή και διαδικασίες σε διάφορα σημεία που είναι σε εξέλιξη ακόμη και σήμερα. Αλλά και νέες επεκτάσεις με την προώθηση νέου Γενικού Πολεοδομικού. Η ζωή στην πόλη στα 200 χρόνια από την απελευθέρωση πέρασε από “χίλια κύματα”, το ίδιο και η πολεοδομική της εξέλιξη...

Τελευταία τροποποίηση στις Τετάρτη, 27 Ιανουαρίου 2021 10:15