Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Δευτέρα, 07 Οκτωβρίου 2013 08:43

Σημαντικές αλλαγές στις θερμοκηπιακές καλλιέργειες

Γράφτηκε από τον
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)

 

Από καιρό σε αυτήν εδώ τη στήλη είχαμε επισημάνει τις μεγάλες αλλαγές οι οποίες δρομολογούνται στη γεωργική παραγωγή και ειδικότερα στον τομέα των θερμοκηπιακών καλλιεργειών, στον οποίο πλέον δραστηριοποιούνται μεγάλες επιχειρήσεις εκμεταλλευόμενες φθηνή δημόσια γη, νερό και γεωθερμία.

 

Ως εκ τούτου δεν μπορεί να προκαλεί καμία έκπληξη το γεγονός ότι η Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης προορίζεται να χαρακτηρισθεί ως "θερμοκηπιακή ζώνη" σύμφωνα με πρόσφατα δημοσιεύματα.

Πριν από λίγες ημέρες ο υπουργός Αθανάσιος Τσαυτάρης σηματοδότησε με την παρουσία του την κυβερνητική επιλογή στο χώρο της γεωργίας, με την επίσκεψη στην περιοχή όπου έχει ξεκινήσει η υλοποίηση του σχεδίου. Το ρεπορτάζ έχει ενδιαφέρον: 

«Φρέσκα κηπευτικά και συγκεκριμένα ντομάτα, αγγουράκι και πιπεριές, θα παράγουν τα νέα σύγχρονα υδροπονικά θερμοκήπια που κατασκευάζουν στην περιοχή του γεωθερμικού πεδίου Ερασμίου, στο Νομό Ξάνθης, οι εταιρείες "Θερμοκήπια Θράκης" και "Αγρόκτημα Θράκης" των ομίλων "Πλαστικά Θράκης" και "Ελαστρον", αξιοποιώντας την αλλαγή του νομικού πλαισίου για την εκμετάλλευση της γεωθερμίας.

Η πρώτη φάση της επένδυσης, την οποία επισκέφθηκε το μεσημέρι της Δευτέρας 30 Σεπτεμβρίου ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, αναπτύσσεται σε έκταση 40 στρεμμάτων, έχει προϋπολογισμό δαπάνης 4 εκατ. ευρώ και ήδη βρίσκεται στο στάδιο ολοκλήρωσης των κατασκευαστικών εργασιών, με προοπτική να τεθεί σε λειτουργία στην αρχή του επόμενου έτους και να κόψει την πρώτη παραγωγή στο πρώτο τρίμηνο του 2014.

Η καλλιέργεια θα γίνεται με την υδροπονική μέθοδο και χρήση του γεωθερμικού ρευστού της περιοχής, που φθάνει σε θερμοκρασία τους 60 βαθμούς Κελσίου, ενώ στη συνέχεια το νερό θα επιστρέφει στο υπέδαφος.

Στόχος των επιχειρηματιών είναι το εγχείρημα να αποτελέσει την πρώτη επένδυση αυτού του είδους που όχι μόνο θα τονώσει την απασχόληση στην περιοχή, αλλά θα ανοίξει το δρόμο και για άλλες επιχειρήσεις από όλη τη χώρα που θα θελήσουν να επενδύσουν στον αγροτικό τομέα και δη στη θερμοκηπιακή καλλιέργεια κηπευτικών.

Είναι ενδεικτικό ότι μόνο στο στάδιο της πρώτης φάσης της επένδυσης, θα απασχολούνται στα θερμοκήπια συνολικά περί τα 40-45 άτομα. Οσον αφορά, εξάλλου, τη διοχέτευση της προσδοκώμενης παραγωγής, εκτός από την εγχώρια αγορά, εμπορικά θα αξιοποιηθούν και οι δυνατότητες που προσφέρονται μέσω εξαγωγών στην ευρύτερη βαλκανική περιοχή».

Πέρα από κάθε αμφιβολία τέτοιου είδους επενδύσεις αποτελούν σημαντική τομή και ανατρέπουν τα σημερινά δεδομένα στον ευαίσθητο τομέα των θερμοκηπιακών καλλιεργειών. Πρόκειται για ένα χώρο στον οποίο δραστηριοποιούνται πολλοί νέοι (κατά κανόνα) μικροί και μεσαίοι αγρότες, έχουν επενδυθεί σημαντικά ποσά τα προηγούμενα χρόνια και έχουν εξειδικευτεί ολόκληρες περιοχές στην παραγωγή τέτοιων προϊόντων. Ειδικότερα στην Τριφυλία έχει γίνει εξαιρετική επιστημονική πρόοδος, έχουν βελτιωθεί οι μέθοδοι καλλιέργειας και προστασίας της, ενώ γενικώς θεωρείται ως ένα "επιστημονικό θερμοκήπιο" που προσελκύει πολλούς επιστήμονες.

Η διείσδυση επιχειρήσεων στον αγροτικό τομέα δεν είναι κάτι το καινοφανές, σύμφυτο του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής είναι, και σε άλλες χώρες εμφανίζει ευρεία έκταση όπως δείχνουν οι στατιστικές. Και είναι προφανές ότι μεμονωμένοι αγρότες δεν είναι εύκολο να αντέξουν στον ανταγωνισμό, τόσο από την άποψη του κόστους παραγωγής όσο και από την άποψη των δικτύων διανομής των παραγόμενων προϊόντων. Πολύ περισσότερο όταν οι επιχειρήσεις που προαναφέρθηκαν δεν είναι οι μοναδικές που ενδιαφέρονται, καθώς ενδιαφέρον έχουν εκδηλώσει και ξένοι επενδυτές.

Το ζήτημα που τίθεται στην προοπτική είναι πώς θα αντιμετωπιστούν αυτές οι εξελίξεις από την πλευρά των μικρών και μεσαίων παραγωγών και αν υπάρχει τρόπος να σταθούν στον ανταγωνισμό. Φυσικά είναι ένα πρόβλημα που αφορά τους ίδιους αφού αυτοί γνωρίζουν καλύτερα από τον καθένα το πρόβλημα της παραγωγής, τους συντελεστές κόστους και τη λειτουργία των δικτύων στην αγορά. Σε κάθε περίπτωση δύο είναι οι παράγοντες που θα παίξουν καθοριστικό ρόλο:

- Από τη μια πλευρά η συνένωση δυνάμεων με όποια νομική μορφή κρίνουν συμφερότερη και πλέον αποτελεσματική όσοι αποφασίσουν να το κάνουν.

- Και από την άλλη μια πολιτική ενίσχυσης των μικρών και μεσαίων παραγωγών προκειμένου να αντιμετωπίσουν τα ζητήματα του υψηλού κόστους παραγωγής.

Μην γελιόμαστε, η κυβερνητική πολιτική ενισχύει τη θέση των καπιταλιστικών επιχειρήσεων με σειρά κινήτρων και επιδοτήσεων την ώρα που οι παραγωγοί εισπράττουν ως απάντηση τους περιορισμούς της κρίσης. Ας σκεφθούμε μόνον την… τσάμπα γεωθερμία στις επιχειρήσεις και το ολοένα και αυξανόμενο κόστος του πυρηνόξυλου (και άλλων πρώτων υλών παραγωγής ενέργειας) για τους μεμονωμένους αγρότες.

 

 

Ηλίας Μπιτσάνης