Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Δευτέρα, 07 Δεκεμβρίου 2015 17:02

Οι εχθροί της δημοκρατίας ως κομματικές εφεδρείες 

Γράφτηκε από τον
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(4 ψήφοι)

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ είναι πιο επικίνδυνη ή εξίσου επικίνδυνη με τις προηγούμενες; Στο ερώτημα αυτό, που πλανάται πια στα χείλη μεγάλης μερίδας κόσμου, επιχειρούν να απαντήσουν τον τελευταίο καιρό και πολλοί πολιτικοί αναλυτές, πριν απαντήσει οριστικά η Ιστορία. 

Εννοείται πως οι περισσότεροι δεξιοί αναλυτές υποστηρίζουν, με την ίδια θέρμη που επιχειρηματολογούσαν και τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1980 κατά των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ, ότι η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα είναι η πιο επικίνδυνη κυβέρνηση της μεταπολίτευσης. Εννοείται επίσης ότι οι περισσότεροι αριστεροί αναλυτές υποστηρίζουν πως δεν υπάρχει πιο επικίνδυνη προοπτική από την παλινόρθωση του πολιτικού κατεστημένου που χρεοκόπησε την ελληνική οικονομία. Στην πραγματικότητα όμως, δεν θα μάθουμε ποτέ αν πιο επικίνδυνη είναι η αλαζονική απειρία της σημερινής κυβέρνησης ή η αλαζονική πείρα μιας κυβέρνησης με πυρήνα τη Νέα Δημοκρατία. Ακόμα κι αν βιώσουμε μια εθνική τραγωδία, ύστερα θα μαλώνουμε για το ποιος ευθύνεται περισσότερο - όπως και μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. 

Το μόνο σίγουρο είναι ότι τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα πορεύεται σε επικίνδυνα και αχαρτογράφητα μέρη, χωρίς σχέδιο και πρόγραμμα. Τόσο τα αυτοπροσδιοριζόμενα ως δεξιά όσο και τα αυτοπροσδιοριζόμενα ως αριστερά κόμματα προσπαθούν εντέχνως ή άτεχνα, στα κρυφά ή στα φανερά, αφενός να προστατέψουν το πελατειακό κράτος και αφετέρου να συγκρουστούν όσο τον δυνατόν λιγότερο με τα συμφέροντα των συντεχνιών και των κρατικοδίαιτων επιχειρήσεων. Στην απέναντι όχθη όμως, δεν βρίσκονται προοδευτικές δυνάμεις με ένα εναλλακτικό σχέδιο της οικονομίας. Βρίσκονται κυρίως αντικαθεστωτικές δυνάμεις που θέλουν να ανατρέψουν τη δημοκρατία και να εγκαθιδρύσουν ένα άλλο καθεστώς. 

Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου οι αντικαθεστωτικές δυνάμεις της Χρυσής Αυγής, του ΚΚΕ, της Λαϊκής Ενότητας και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ απέσπασαν το 16,25% των ψήφων. Αν σε αυτούς προστεθούν οι εθνικιστές και οι αναρχικοί που σαμποτάρουν τις εκλογές, αλλά και οι αντικαθεστωτικοί που λειτουργούν ως πέμπτη φάλαγγα στα υπόλοιπα κόμματα, γίνεται κατανοητό ότι περίπου ένας στους 5 πολίτες πιστεύει ότι η σημερινό πολίτευμα δεν τον αντιπροσωπεύει και θέλει να το ανατρέψει. 

Βεβαίως οι αντικαθεστωτικές αυτές δυνάμεις είναι αδύνατον να συνεργαστούν μεταξύ τους για την ανατροπή του πολιτεύματος, αλλά η δράση τους πριονίζει από κοινού το δέντρο της δημοκρατίας, ανεξάρτητα από το αν γίνεται στο όνομα του υπαρκτού σοσιαλισμού, του εθνικοσοσιαλισμού ή του εθνικισμού. Πιο επικίνδυνο όμως κι από τη δράση τους, ειδικά σε περιόδους οικονομικής ύφεσης όπως η σημερινή, είναι το φλερτ τους με τα κόμματα της εξουσίας. 

Ποιο είναι όμως πιο επικίνδυνο; Το φλερτ της Ακροδεξιάς με τη Δεξιά ή το φλερτ της Ακροαριστεράς με την Αριστερά; Το ερώτημα μπορεί να φαντάζει ανόητο αλλά είναι απολύτως... εντός τόπου και χρόνου - αφού ούτε η Δεξιά ούτε η Αριστερά έχουν κόψει τις γέφυρες με τα αντικαθεστωτικά τους άκρα. Από εκεί και πέρα, όσοι θεωρούν ότι ο φλερτ του Τάκη Μπαλτάκου με τη Χρυσή Αυγή ήταν πιο επικίνδυνο από τη συνεργασία του Αλέξη Τσίπρα με τον Παναγιώτη Λαφαζάνη, ή το αντίστροφο, έχουν βεβαίως κάθε δικαίωμα να πιστεύουν ό,τι θέλουν· αλλά στο μέλλον κινδυνεύουν να πέσουν άγαρμπα απ' τα σύννεφα, όπως ακριβώς έπεσαν κι από την «απρόβλεπτη» συνεργασία του αριστερού ΣΥΡΙΖΑ με τους δεξιούς Ανεξάρτητους Ελληνες. 

Ανοίγοντας εδώ μια παρένθεση, θα υπενθυμίσω πως η κυβέρνηση του Αντώνη Σαμαρά στράφηκε κατά της Χρυσής Αυγής μόνο όταν διαπίστωσε στην Πηγάδα του Μελιγαλά ότι κινδυνεύει να χάσει την ηγεμονία στο στρατόπεδο της Δεξιάς κι ότι η Νέα Δημοκρατία κινδυνεύει να πάθει ό,τι έπαθε το ΠΑΣΟΚ από τον ΣΥΡΙΖΑ. Νωρίτερα, η Χρυσή Αυγή κυνηγούσε ανενόχλητη μετανάστες και τσιγγάνους στα νοσοκομεία και τα πανηγύρια της εκλογικής περιφέρειας του Αντώνη Σαμαρά. Εκείνη την περίοδο στη Μεσσηνία ούτε ένας επώνυμος δεξιός δεν βγήκε να καταγγείλει τη δράση της - όπως έπειτα δε βγήκε ούτε ένας επώνυμος αριστερός να καταγγείλει τη δράση των οπαδών της δραχμής κατά το πρώτο εξάμηνο της διακυβέρνησης Τσίπρα. 

Ας ξαναθέσουμε λοιπόν με άλλα λόγια το αρχικό μας ερώτημα: Ποια είναι πιο πιθανή και άρα πιο επικίνδυνη; Μια ακροαριστερή ή μια ακροδεξιά στροφή; 

Η απάντηση είναι αυτονόητη: Είναι εξίσου επικίνδυνες, και δυστυχώς τα κόμματα της εξουσίας δεν κόβουν τις γέφυρες που τα συνδέουν με τις αντικαθεστωτικές δυνάμεις, “νομιμοποιώντας” με αυτόν τον τρόπο μελλοντικές εκτροπές. 

Σε κάθε περίπτωση, ο ασκός του Αιόλου δεν άνοιξε καν με την είσοδο του ακροδεξιού ΛΑΟΣ στην κυβέρνηση, όπως θεωρούν αρκετοί, αλλά είχε ανοίξει πολλά χρόνια πριν στους τηλεοπτικούς σταθμούς: Ανοιξε από τότε που οι δημοσιογράφοι, για λίγα νούμερα τηλεθέασης, αφήνουν στο απυρόβλητο τις αντικαθεστωτικές ανοησίες που στρέφονται κατά του πολιτεύματος. Σιγά σιγά λοιπόν ο πολίτης-τηλεθεατής συνήθισε τα ακραία νούμερα, και σήμερα πιστεύει ότι είναι απαραίτητα για τη δημοκρατία... Και την ίδια στιγμή, τα κραταιά κόμματα φοβούνται ή δεν θέλουν να συγκρουστούν ανοιχτά με όλους τους εχθρούς της δημοκρατίας - αλλά αντίθετα ψάχνουν εφεδρείες στα άκρα τους, ώστε να κατακτήσουν ή να διατηρήσουν την εξουσία. 

Ετσι δεν είναι; 

Θανάσης Λαγός

e-mail: lathanasis@yahoo.gr

Τελευταία τροποποίηση στις Δευτέρα, 07 Δεκεμβρίου 2015 17:20