Πάνω από 50.000 θεατές παρακολούθησαν την παράσταση το «σκληρό καλοκαίρι» του 2015 σε όλη την Ελλάδα. Για μια παράσταση «τίμια και σεβαστική στο είδος» έκανε λόγο ο Κώστας Γεωργουσόπουλος, ενώ η Στέλλα Χαραμή παρατήρησε την επικράτηση της «απόλυτης σιωπής», όχι απλώς στη θέαση της παράστασης αλλά «στο άκουσμα του σοφόκλειου λόγου». Παίζουν οι: Nικήτας Τσακίρογλου, Ιωάννα Παππά, Σταύρος Ζαλμάς, Νίκος Αρβανίτης, Ελένη Ζαραφίδου, Μαρούσκα Παναγιωτοπούλου, Κώστας Φαλελάκης, Κώστας Βελέτζας, Γιώργος Παπαπαύλου, Μάνος Καρατζογιάννης, Γιώργος Νούσης.
«Ο λόγος του Σοφοκλή λειτούργησε κατά τη γνώμη μου ως ένα πολιτικό αντανακλαστικό από την πλευρά του κόσμου στη συγκεκριμένη περίοδο που ανέβηκε η παράσταση», παρατηρεί ο σκηνοθέτης Θέμης Μουμουλίδης και συνεχίζει: «Θεατές από όλη την Ελλάδα μετά την παράσταση μας έλεγαν ότι ήταν αποκαλυπτικό γι’ αυτούς, το πόσο σημερινό ακουγόταν το μήνυμα του Σοφοκλή, όχι μόνο σε σχέση με την αλαζονεία της εξουσίας, ή με την αδήριτη ανάγκη να ζει κανείς σύμφωνα με τις αξίες του, αλλά και μια ακόμη διάσταση του έργου: Πόσο επιτακτική είναι η ανάγκη να μάθουμε να ακούμε ο ένας τον άλλον, αυτή την τόσο ουσιαστική λειτουργία και έννοια της δημοκρατίας. Αυτές τις εκκλήσεις του σοφού και ανθρωπολογικά διαχρονικού σοφόκλειου λόγου αγκάλιασε ο κόσμος και αυτό ήταν το μεγάλο κέρδος και η επιτυχία της προσπάθειάς μας» συμπληρώνει ο σκηνοθέτης.
Η παράσταση θα περιοδεύσει σε 30 πόλεις στην Ελλάδα και την Κύπρο, που στη πλειοψηφία τους δεν περιλαμβάνονταν στο περσινό πρόγραμμα των παραστάσεων. Κάποιες παραστάσεις επανέρχονται στις πόλεις που υπήρξε μεγάλη ζήτηση.
«Ο καθαρός λόγος, η σωστή άρθρωση, οι εξαιρετικές ερμηνείες, η κινηματογραφική σύγχρονη μουσική του Σταύρου Γασπαράτου, το μαύρο του πένθους και το γκρίζο του πολέμου στα κοστούμια και τα σκηνικά της Παναγιώτας Κοκκορού, η κίνηση, το στήσιμο των ηθοποιών, οι ρυθμοί, οι ποιητικές εικόνες και τα χορικά» είναι τα στοιχεία που απογείωσαν την παράσταση, συμπυκνώνουν οι κριτικές θεάτρου της χρονιάς που πέρασε.
Η μετάφραση είναι της Παναγιώτας Πανταζή, η μουσική του Σταύρου Γασπαράτου, τα σκηνικά - κοστούμια της Παναγιώτας Κοκκορού, ο ήχος του Γιάννη Λαμπρόπουλου.
Η ιστορία διαδραματίζεται στη Θήβα, όπου βασίλευε η οικογένεια των Λαβδακιδών και βρίσκεται σε κατάσταση δεινής πολιτικής κρίσης - συνέπεια εμφύλιας διαμάχης. Οι δυο γιοι του τελευταίου βασιλιά, του Οιδίποδα, που χάθηκε χτυπημένος από τη βαριά κατάρα που κατατρύχει τους Λαβδακίδες, συγκρούστηκαν για τη διαδοχή. Και, ενώ ο Ετεοκλής έμεινε να κυβερνά τη Θήβα, ο Πολυνείκης, εξόριστος, ξεσήκωσε στρατό από το Αργος για να επιτεθεί στην πόλη. Η επίθεση αποτυγχάνει, αλλά στη μάχη ο Ετεοκλής και ο Πολυνείκης αλληλοσκοτώνονται. Δεν απομένουν πλέον στη ζωή παρά οι δυο κόρες του Οιδίποδα, η Αντιγόνη και η Ισμήνη, τελευταίοι κρίκοι της αλυσίδας των Λαβδακιδών. Η τραγωδία ξεκινά την αυγή μετά τη νίκη των Θηβαίων. Ο Κρέοντας, που έχει αναλάβει τώρα την εξουσία ως στενότερος συγγενής των γιων του Οιδίποδα, διατάζει να μείνει άταφος ο Πολυνείκης, ως προδότης της πατρίδας του, και ορίζει ποινή θανάτου για όποιον παραβεί τη διαταγή του.
Η Αντιγόνη εξεγείρεται εναντίον της σκληρής προσταγής, που καταστρατηγεί τους άγραφους νόμους που προστατεύουν τους νεκρούς και προσβάλλει το ιερό αίσθημα της αδελφικής αγάπης και αψηφώντας τον κίνδυνο, επιχειρεί να θάψει τον αδελφό της. Αυτός ο αγώνας ανάμεσα στην Αντιγόνη και τον Κρέοντα για το νεκρό σώμα του Πολυνείκη, συμπυκνώνει όλες τις εγγενείς στην ανθρώπινη κατάσταση συγκρούσεις (δίκαιου και νόμιμου, αρσενικού και θηλυκού, παλαιού και νέου, ιδιωτικού και κοινωνικού, ύπαρξης και θνητότητας, ανθρώπινου και θείου). Η Αντιγόνη συλλαμβάνεται και καταδικάζεται από τον Κρέοντα σε θάνατο. Ωστόσο, από τη στιγμή που ξεστομίζει τη θανατική της καταδίκη, διαφαίνεται ο δρόμος που οδηγεί στην καταστροφή του.
Η προπώληση γίνεται στο Viva.gr.