Σήμερα κοιμητηριακός, ο ναός ήταν αρχικά το καθολικό του ομώνυμου βυζαντινού μοναστηριού, η λειτουργία του οποίου σταμάτησε την περίοδο της διακυβέρνησης του Ι. Καποδίστρια, προκειμένου η περιουσία του να εκποιηθεί με απόφαση των μοναχών και των κατοίκων του οικισμού για τη δημιουργία του πρώτου σχολείου της κοινότητας Λογκανίκου.
Τη σημασία του μπορεί εύκολα να την αντιληφθεί κανείς. Στην επιγραφή, εκτός από τα ονόματα των δωρητών (ο ιερέας και νομικός Βασίλειος Κουρτέσης και ο φρούραρχος του Βυζαντινού οχυρού Γεώργιος Πελεκάσης), γίνεται μνεία στους «ευσεβεστάτους και φιλοχρίστους βασιλείς» Ιωάννη Η΄ Παλαιολόγο και Ελένη, καθώς και στους «ευσεβείς δεσπότες» Μανουήλ Καντακουζηνό και Μαρία. Επίσης οι εξαιρετικές τοιχογραφίες που κοσμούν το εσωτερικό του φιλοτεχνήθηκαν από ζωγράφους του Μυστρά, όπως δείχνουν οι ομοιότητες με τον ζωγραφικό διάκοσμο των ναών του Αφεντικού και της Περιβλέπτου που ανήκουν στη γνωστή καστροπολιτεία.
Δεν είναι λοιπόν τυχαίο ότι η ζωγραφική του διακόσμηση, αλλά και ο ίδιος ο ναός αποτέλεσαν αντικείμενο μελέτης κορυφαίων βυζαντινολόγων του 20ού αιώνα, όπως του Σωκράτη Κουγέα (1932), του Αναστάσιου Ορλάνδου (1938), του Ανδρέα Ξυγγόπουλου (1957) και του Μανόλη Χατζηδάκη (1979), καθώς και θέμα διδακτορικής διατριβής, μαζί με τα υπόλοιπα κηρυγμένα βυζαντινά μνημεία του Λογκανίκου (οχυρό, Πυργόσπιτο, ναοί της Κοίμησης της Θεοτόκου του 15ου αι., των Αγ. Αποστόλων του 1380, της Ανάληψης και του Αγίου Δημητρίου του 15ου αι.), που εκπονήθηκε στο Παρίσι από την αρχαιολόγο Ολυμπία Χασούρα με τίτλο Les peintures murales byzantines des églises de Longanikos (Laconie).
Όμως, παρά τη μεγάλη σημασία του, ο μονόχωρος καμαροσκέπαστος ναός βρίσκεται σε πολύ κακή κατάσταση διατήρησης. Σε αυτό συνέβαλαν οι δύο πυρκαγιές που σημειώθηκαν τις δεκαετίες του 1930 και του 1960, που είχαν ως αποτέλεσμα να καταπέσει η καμάρα της στέγης αλλά και να δημιουργηθούν σοβαρά στατικά προβλήματα λόγω μετακίνησης του εδάφους που ανέκυψαν στη συνέχεια. Ο ναός σήμερα προστατεύεται από την πλήρη κατάρρευσή του λόγω των σωστικών μέτρων που πραγματοποίησαν μεταξύ των ετών 1935-1965 οι κάτοικοι, οι οποίοι κατασκεύασαν τη νέα δίρριχτη στέγη, τη μεταλλική περίδεση και αντηρίδες στο βόρειο και ανατολικό τμήμα του. Επίσης, μεταξύ των ετών 1978-1982, η Εφορεία Αρχαιοτήτων Λακωνίας προχώρησε σε εργασίες συντήρησης (μερικός καθαρισμός των τοιχογραφιών, μικρής έκτασης εργασίες στερέωσης και κλείσιμο των ρωγμών στην κόγχη του ιερού και στην κτητορική επιγραφή). Από το 2010 ο ναός δεν λειτουργεί για τους πιστούς και δεν χρησιμοποιείται για τις ανάγκες του κοιμητηρίου.
Το 2013, μετά από προγραμματική σύμβαση του Δήμου Σπάρτης με το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού και την Περιφέρεια Πελοποννήσου, εκπονήθηκε αρχιτεκτονική και ειδική αρχιτεκτονική μελέτη επισκευής και συντήρησης του βυζαντινού μνημείου. Επιπλέον, πολύ πρόσφατα, στις 23/12/16, η υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού Λυδία Κονιόρδου ενέκρινε την αρχιτεκτονική, στατική και γεωλογική μελέτη για την επισκευή και συντήρηση του ναού, η οποία λίγους μήνες πριν είχε πάρει το «πράσινο φως» από το ΚΑΣ (25/9/16).
Θα σωθεί λοιπόν ο σημαντικός αυτός ναός; Θα επαναλειτουργήσει για τις ανάγκες των πιστών, αλλά και του κοιμητηρίου; Τα ερωτηματικά ακόμα δεν έχουν απαντηθεί, καθώς λείπει μια πολύ σημαντική μελέτη, η στατική γεωτεχνική, που θεωρείται απαραίτητη για την αντιμετώπιση των προβλημάτων του ναού. Χωρίς αυτήν ο «φάκελος» του μνημείου, όσον αφορά την ένταξή του σε κάποιο επιχειρησιακό πρόγραμμα, δεν θεωρείται πλήρης. Κι αυτό καθυστερεί ανησυχητικά τα πράγματα.
Γιατί όμως απουσιάζει μια τόσο κρίσιμη μελέτη; Το θέμα συζητήθηκε πρόσφατα στη Βουλή, ύστερα από επερώτηση του βουλευτή της ΝΔ, Αθανάσιου Δαβάκη, την οποία απηύθυνε προς την υπουργό Πολιτισμού και Αθλητισμού. «Γιατί από το 2014 το ΥΠΠΟ δεν διέθεσε το απαιτούμενο κονδύλι για τη σύνταξη αυτής της μελέτης, από τα αποτελέσματα της οποίας θα προκύψουν οι απαιτούμενες επεμβάσεις για την επίλυση του εδαφοτεχνικού προβλήματος στο υπόβαθρο του θεμελίου του βυζαντινού μνημείου; Δεν πρέπει το υπουργείο να βοηθήσει στη σύνταξή της;», αναρωτήθηκε, μεταξύ άλλων, ο κ. Δαβάκης, που ζήτησε μια δέσμευση από την υπουργό, δεδομένου, όπως είπε, ότι πρόκειται για μελέτη που δεν ξεπερνά τα 8-10.000 ευρώ. Χρήματα που, όπως τόνισε ο ίδιος, ούτε οι κάτοικοι μπορούν να δώσουν (είχαν και τα φετινά προβλήματα ακαρπίας των ελιών τους) ούτε και η Περιφέρεια Πελοποννήσου από την οποία αναμένεται η πρότασή της για ένταξη του έργου στο νέο ΕΣΠΑ εφόσον η μελέτη καταστεί ολοκληρωμένη.
«Η πρόθεσή μας να εντάξουμε άμεσα στον καινούργιο προϋπολογισμό τα έξοδα για τις στερεωτικές και αναστηλωτικές εργασίες στο μνημείο είναι θετική. Επειδή όμως τέτοια προβλήματα υπάρχουν παντού σε όλη την Ελλάδα, θεωρούμε πάρα πολύ σημαντικό και οι τοπικές κοινωνίες, μέσω των αιρετών εκπροσώπων τους, να συμμετέχουν. Είναι σημαντικό να υπάρχει μια συνεργασία με την Περιφέρεια και σας δίνω τον λόγο μου ότι θα υπάρξει πολύ μεγάλη προσπάθεια συντονισμού των προσπαθειών. Βεβαίως, αν δούμε ότι το πράγμα κινδυνεύει και δεν μπορεί να βρεθεί λύση, θα συνδράμουμε», απάντησε η κ. Κονιόρδου.
Ένα μνημείο αναζητά επειγόντως τη διάσωσή του. Θα βρεθούν τα αναγκαία ποσά για την αναστήλωσή του;
ΑΠΕ-ΜΠΕ