Η σχέση με τα υλικά κατάλοιπα του πολιτισμού μας, όχι μόνο των ειδικών ερευνητών αλλά και κάθε κατοίκου αυτής της χώρας, είναι βιωματική. Οι αρχαίες πέτρες που έρχονται στην επιφάνεια με την ανασκαφή δεν είναι βουβές: Μιλούν και αποκαλύπτουν τα μυστικά τους σε όσους τις προσεγγίζουν με ενδιαφέρον, ευαισθησία και αγάπη. Ο Φρόιντ, ως γνωστόν, θαύμαζε τους αρχαιολόγους και ακολουθούσε τη μεθοδολογία της ανασκαφής στην ψυχανάλυσή του, όπως ομολογεί, προκειμένου να φέρει στην επιφάνεια τα βαθύτερα στρώματα του υποσυνείδητου.
H αρχαιολογία της ανασκαφής και η εργασία στο ύπαιθρο έχει το προνόμιο να σου προσφέρει τη χαρά και τη συγκίνηση της άμεσης, της «φυσικής επαφής» με τον άνθρωπο του παρελθόντος. Είτε ανάμεσα σε βιβλία είτε κάτω από τον καυτό ήλιο στο ύπαιθρο, ο αρχαιολόγος «ανασκάπτει» αναζητώντας στα βάθη του παρελθόντος τον άνθρωπο. Η επαφή αυτή δεν είναι παθητική αλλά δια-δραστική, μια αμφίπλευρη ενέργεια του νου και των αισθήσεων, που αλλάζει με το πέρασμα του χρόνου, εξελίσσεται ραγδαία από την περίοδο της Αναγέννησης ως τη σημερινή μεταμοντέρνα οπτική και τον άυλο κόσμο των ηλεκτρονικών υπολογιστών και του διαδικτύου.
Μια ανασκαφική έρευνα που δεν δημοσιεύεται είναι σαν να μην έγινε ποτέ. Publish or perish, λένε χαριτολογώντας οι ξένοι συνάδελφοι. Οταν αρχίζεις να καταγράφεις τις γνώσεις που απέκτησες ανασκάπτοντας το παρελθόν προκειμένου να τις δημοσιεύσεις, κλείνεσαι διάγων για ένα διάστημα «βίον ασκητού», ακολουθείς με ευλάβεια αυστηρούς και απαράβατους κανόνες: μελέτη από το πρωί μέχρι το βράδυ, αγώνας για πρόσβαση στην απέραντη βιβλιογραφία, ύφος γραφής λιτό χωρίς περιττολογίες, περιγραφές αντικειμένων σύντομες και κατά κανόνα στεγνές, αναζήτηση ανάλογων παραδειγμάτων, συγκρίσεις μορφολογικές και τεχνοτροπικές, υποσημειώσεις - υποσημειώσεις - υποσημειώσεις, ακριβολογία, προσοχή στα σημεία στίξης, στις ανορθογραφίες, στα διαστήματα, τις παραγράφους, τη δομή των κεφαλαίων. Διατυπώνεις απόψεις με φειδώ και δισταγμούς, ασκείς κριτική με το γάντι σε συναδέλφους, δεν είσαι αρκετά επιθετικός όπως ενδεχομένως θα επιθυμούσες, σε ορισμένες τουλάχιστον περιπτώσεις. Το συναίσθημα εξοβελίζεται, τα πετάγματα της φαντασίας απαγορεύονται, όπως επίσης οι υποθέσεις καθώς και οι «λογοτεχνίζουσες» εκφράσεις.
Παρά τους περιορισμούς και τις δεσμεύσεις, είναι δυνατό τελικά να εκφραστείς ελεύθερα μέσα από τα «επιστημονικά» γραπτά σου; Μπορεί το επιστημονικό γραπτό να γίνει καθρέφτης της ψυχής ή χρειάζεται να καταφύγεις στη λογοτεχνία για να εκφράσεις τα συναισθήματά σου, όπως με ιδιαίτερη επιτυχία πράττουν συνάδελφοι με ταλέντο λογοτέχνη, οι οποίοι βρίσκουν διέξοδο στην ποίηση, το διήγημα, το μυθιστόρημα, το παιδικό βιβλίο, ή έστω στην επιφυλλίδα που διοχετεύουν κατά καιρούς στον ημερήσιο Τύπο; Νομίζω ότι είναι δυνατό να εκφράσεις συναισθήματά για ένα έργο τέχνης μέσα από τις πραγματείες σου, χωρίς να καταφεύγεις στη λογοτεχνία.
Υπάρχουν ωστόσο και διαστάσεις αφανείς, εσωτερικού συναισθηματικού χαρακτήρα, που δεν αποτυπώνονται στα γραπτά σου. Δεν υπάρχει για παράδειγμα συναρπαστικότερο βίωμα για τον ανασκαφέα αρχαιολόγο από εκείνο της στιγμής που θα προβάλει στο φως μια πέτρα με γράμματα· της στιγμής που έρχεται αυτός πρώτος σε επαφή με ένα κείμενο θαμμένο για αιώνες στο χώμα, αναμένοντας υπομονετικά τη δική του ματιά, το δικό του άγγιγμα, τη δική του πρώτη ανάγνωση. H αποκάλυψη χρυσών και αργυρών αντικειμένων είναι ασήμαντη μπροστά στην αποκάλυψη επιγραφικών κειμένων. Το φράγμα των χιλιάδων χρόνων που σε χωρίζει από τη στιγμή χάραξης των γραμμάτων εξαφανίζεται πάραυτα. Παραμερίζεις το χέρι του λιθοξόου, του «στηλοκόπα» που τη χάραξε και αρχίζεις να διαβάζεις εσύ πρώτος! Aκόμη και η πιο ταπεινή επιτύμβια στήλη με το όνομα κοινού θνητού διατηρεί την αξία της. Ρίχνεις νερό με καρβουνόσκονη πάνω στην πέτρα που μόλις αντίκρισε το φως του ήλιου, θαμμένη όπως ήταν για αιώνες μες στο χώμα. Ακούς τους χτύπους της καρδιάς σου δυνατά από τη λαχτάρα να διαβάσεις, να καταλάβεις τι έχει να σου πει. Η καρβουνόσκονη κυλά πάνω στις χαρακιές και τις ρωγμές της λίθινης στήλης. Την ψαύεις με τα δάκτυλα, τα σέρνεις δεξιά κι αριστερά, αισθάνεσαι τις εγκοπές των γραμμάτων, αλλά και τις σκληρές φλέβες της πέτρας που ενίοτε εξέχουν και σου σκίζουν το δέρμα. Αρχίζεις να αισθάνεσαι με την αφή των δακτύλων, αλλά και να βλέπεις ταυτόχρονα τις μαυρισμένες εγκοπές τις κάθετες, τις οριζόντιες, και τις λοξές που σχηματίζουνε τα κεφαλαία αρχαία γράμματα. Τα ανεξίτηλα χαράγματα του χρόνου που κλείνουν μέσα τους το νόημα αρχίζουν να σου μιλούν σιωπηλά.
Στην καλογραμμένη και πλούσια σε εικόνες ανασκαφική σου δημοσίευση είναι αδύνατο να ενσωματωθεί η μαρτυρία των αισθήσεων που μετέχουν στον καθημερινό μόχθο της αποκάλυψης των υλικών καταλοίπων του παρελθόντος. Μένουν αναπόφευκτα έξω από τα αποστασιοποιημένα κείμενά σου το άγουρο ξύπνημα και η μόνιμη νοσταλγία του ύπνου που δεν χόρτασες, η πρωινή υγρασία που σου περόνιαζε τα κόκκαλα, η αναμονή της χαραυγής και της θέρμης του ήλιου που ξεμυτούσε απ’ το διάσελο ανάμεσα στην Ιθώμη και την Εύα, ως μέγιστη ευχαρίστηση που αγγίζει την πλάτη και ξαπλώνεται σταδιακά σε όλο σου το σώμα. Δεν καταγράφεται στις ημερολογιακές σου σημειώσεις ο καυτός ήλιος που σου έκαιγε το πρόσωπο και ζωγράφιζε πανάδες στα χέρια σου, οι ξαφνικές αυγουστιάτικες μπόρες, ο ανεμοστρόβιλος που ξεσήκωνε συχνά τα χαρτιά σου, το σύννεφο από ψαρόνια που προσγειώθηκε δίπλα σου, οι γκρίζες πέτρες που συνθέτουν τα κτίσματα, η σκόνη που κάθεται στο ξεβαμμένο πουκάμισο και εισχωρεί στο δέρμα, οι φουσκάλες στα δάχτυλα, ο ήχος του κασμά που ψάχνει το χώμα και του νερού που ρέει στον αγωγό κάτω από το στάδιο. Απουσιάζει το θρόισμα των φύλλων, η μυρωδιά του χώματος, η απόλαυση του κρύου νερού που σβήνει τη δίψα, η χαρά του λουσίματος, του ζεστού μεσημεριανού φαγητού, της σιέστας, της απογευματινής κουβέντας με τους συνεργάτες σου μπροστά στα ευρήματα της μέρας και τα χιλιάδες θραύσματα αγγείων που πιάνεις στα χέρια σου και είναι μελανά, ερυθρά, σκέτα ή με χαράγματα και παραστάσεις.
Ολο το πλέγμα βιωμάτων του ανασκαφικού παρόντος μένει αναπόφευκτα έξω από το κείμενο που περιγράφει την επαφή σου με το παρελθόν. Απουσιάζει η συγκίνηση της πρώτης επαφής με το εύρημα, η ιδιαίτερη αίσθηση της πρώτης ανάγνωσης μιας επιγραφής, όπως υπογραμμίσαμε, το άγγιγμα των κρανίων στον τάφο που άνοιξες. Πώς να αποτυπωθεί η αγαλλίαση μιας νέας συγκόλλησης χεριών, ποδιών, πτυχών στο ακέφαλο άγαλμα που έφερες στο φως, των νέων θραυσμάτων που συνανήκουν και συμπληρώνουν την περσινή επιγραφή; Μόνο τα σχέδια και οι φωτογραφίες που τράβηξες παγώνουν τις στιγμές, αποτυπώνουν τη διαδικασία, εικονίζουν τα πράγματα στη θέση τους, πριν απομακρυνθούν για φύλαξη, συντήρηση, καταγραφή. Τα βιώματα βεβαίως δεν φωτογραφίζονται, όμως αποτυπώνονται ανεξίτηλα μέσα σου και μετέχουν έμμεσα στην προσπάθεια ανασύνθεσης του παρελθόντος και στην αναζήτηση των ανθρώπων δημιουργών.
Στην έρημο της βαρβαρότητας που ζούμε, η ανθρώπινη δημιουργικότητα, η καινοτομία και η φαντασία είναι που μετρούν. Η έρευνα και η δημιουργία είναι μια όαση.