Δευτέρα, 26 Αυγούστου 2019 17:09

Κάστρα και οχυρά της Μεσσηνίας: Το κάστρο της Ικλαινας

Κάστρα και οχυρά της Μεσσηνίας: Το κάστρο της Ικλαινας

 

 

Στο παλιό και αναμφισβήτητα πλούσιο σε ιστορία χωριό της Πυλίας, την Ικλαινα, επιμένουν να στέκονται ακόμα όρθια, τμήματα από τα τείχη ενός σχετικά άγνωστου φράγκικου κάστρου.

Η ανακάλυψη των ερειπίων του σήμερα είναι δύσκολη, αφού και το μικρό σωζόμενο τμήμα του κάστρου χρησίμευσε σαν τοίχος αντιστήριξης στο υπερυψωμένο προαύλιο του ιερού ναού του Γενεθλίου του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου που βρίσκεται στο χωριό, και χάθηκε σαν μια απλή μάντρα στα ανατολικά του υπερυψωμένου περιβόλου.

Το κάστρο είχε, σύμφωνα με τη φραγκική συνήθεια, δύο παράλληλα μεταξύ τους τείχη. Ενα εξωτερικό που ελάχιστα ίχνη του μπορούμε να διακρίνουμε σήμερα στα ανατολικά ανάμεσα στις ελιές και στα κλήματα του μικρού αμπελιού που υπάρχει εκεί, αλλά και το εσωτερικό που σήμερα λειτουργεί σαν αναλημματικός τοίχος στα ανατολικά του προαυλίου του ναού. Εκεί μάλιστα που ήταν οι επάλξεις και τα μπεντένια του παλιότερου κάστρου σήμερα στέκεται μια σειρά από σιδερένια κάγκελα που κλείνουν με ασφάλεια το υπερυψωμένο προαύλιο.

Η δόμηση του κάστρου είναι χαρακτηριστική της φραγκοκρατίας και σίγουρα έχει δεχθεί επιδράσεις και επισκευές από τους μετέπειτα κατόχους του. Με αρκετές μεγάλες και επίπεδες ποταμόπετρες κυρίως στα αγκωνάρια του και ακατέργαστες πέτρες από πωρόλιθο στις μεγάλες του επιφάνειες, το τμήμα που διασώθηκε δείχνει σίγουρα και την καλή γνώση της στήριξης τέτοιων οχυρωματικών έργων σε σχετικά σαθρά εδάφη. Η θέση του οχυρού είναι ιδανική για τον έλεγχο της γύρω περιοχής αφού από εδώ η εποπτεία του χώρου είναι μοναδική. Το κεντρικό τμήμα της οχύρωσης με τα δυο τοξωτά, σαν παράθυρα ανοίγματα, που φαίνεται να προεξέχει από την υπόλοιπη κατασκευή πρέπει να αφορά τμήμα ενός πύργου. Από το μεγαλύτερο άνοιγμα φαίνεται ένας κλειστός χώρος που μπορεί να ήταν δωμάτιο ή αποθηκευτικός χώρος του οχυρού.

Ιστορικά η Ικλαινα (Niclines) και το κάστρο της, αρχικά από την κατάκτηση (conquest) μέχρι τουλάχιστον και το 1212, αναφέρονται σαν εξαρτημένα από τη μητρόπολη της Μεθώνης. Στη συνέχεια και για δυο περίπου αιώνες, ήταν φέουδο των επισκόπων της Μεθώνης. Επειδή όμως και αυτοί ήταν υπήκοοι της βενετικής Μεθώνης (Modon), υπήρχαν σημαντικές δυσκολίες στο να πειστεί το Πριγκιπάτο, δηλαδή οι τοπικοί Φράγκοι ηγεμόνες, ώστε οι Βενετοί επίσκοποι να εισπράττουν τα έσοδα που πίστευαν ότι τους ανήκαν από έναν τόπο που περιβαλλόταν από φραγκικά φέουδα. Κι αυτό γιατί αφού η Ικλαινα (Niklina ή Iklina) ήταν μέσα στις φράγκικες κτήσεις, ήταν δύσκολο για αυτό το μικρό εκκλησιαστικό φέουδο να εισπράττει δασμούς που τελικά θα πήγαιναν στο βενετικό ταμείο της Μεθώνης.

Το 1385 με την επικράτηση των Ναβαρραίων στην περιοχή, το κάστρο παρέμεινε στα χέρια των επισκόπων της Μεθώνης. Τότε όμως έγινε ακόμα πιο δύσκολη η είσπραξη των δασμών από τους Μεθωναίους επισκόπους, αφού οι Ναβαρραίοι προστάτευαν τις φραγκικές κτήσεις. Σαν επίσκοπος της Μεθώνης, είχε συστηθεί από τη Βενετία στον Pedro de San Superan στις 6 Απριλίου του 1394, ο Louis Morosini. Το 1407 αναφέρεται νέος επίσκοπος Μεθώνης ο Antoine Correr. Το 1394 λοιπόν, η Βενετία ζήτησε από τον San Superan να σιγουρέψει τα δικαιώματα της επισκοπής της Μεθώνης στην περιοχή της Ικλαινας. Μετά το θάνατο του San Superan το 1402, η διασφάλιση παρασχέθηκε τελικά, με επιστολή από την Πάτρα προς το δόγη της Βενετίας Michele Steno το 1403, από τη χήρα του San Superan, Maria Zaccaria και τον ανιψιό της, “αντιδιαχειριστή” του Πριγκιπάτου, Centurione II Zaccaria. Σε αυτή την επιστολή αναγνωρίστηκε ο επίσκοπος της Μεθώνης Louis Morosini και σαν “episcopus Niclinensis” με το δικαίωμα να έχει στην κατοχή του τα έσοδα του φέουδου της Ικλαινας.

Η κάθοδος των Ελλήνων του Δεσποτάτου στην περιοχή έκανε πολύ δύσκολη την είσπραξη των δασμών το 1403 και το 1407. Στη δεύτερη περίπτωση μάλιστα, ο νέος τότε επίσκοπος της Μεθώνης Antoine Correr αναγκάστηκε να ανακατασκευάσει το οχυρό για να αποφύγει την κατάληψή του από τους Ελληνες, που λίγο νωρίτερα το είχαν πυρπολήσει. Προφανώς τα ίχνη αυτής της οχύρωσης συναντάμε σήμερα στα ανατολικά του προαυλίου του ιερού ναού.

Το 1411 ο Centurione II Zaccaria πρότεινε στη Δημοκρατία της Βενετίας και το δόγη Michele Steno, την παραχώρηση του Ναβαρίνου και των χωριών Γρίζι και Μανιατοχώρι με αντάλλαγμα την εξασφάλιση των δικαιωμάτων των τοπικών Φράγκων φεουδαρχών. Σε αυτές τις διαπραγματεύσεις αναφέρεται ότι τα σύνορα του Ναβαρίνου (Zonclo) περνούσαν μπροστά από την ταβέρνα που ακόμα ανήκε στο εκκλησιαστικό φέουδο της Ικλαινας (Niklina). Η Βενετία τότε αρνήθηκε την προσφορά! Τελικά το 1423 με απόφαση της Συγκλήτου και του δόγη Francesco Foscari, η Βενετία αγόρασε το Παλιοναβαρίνο από το Δεσπότη Θεόδωρο Β΄ Παλαιολόγο και περιέλαβε στην κυριαρχία της το Γρίζι και το Μανιατοχώρι. Ετσι τον ίδιο χρόνο και ο απομονωμένος πια τελευταίος Φράγκος φεουδάρχης Adam de Malpignano αναγκάστηκε να προσφέρει απρόσμενα το κάστρο της Ικλαινας αλλά και τους Μύλους (Molini) και τον Αγιο Ηλία (Sancta Helia) στη βενετική κυριαρχία.

Η Γαληνοτάτη Δημοκρατία της Βενετίας όμως δεν είχε κανένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις φραγκικές κτήσεις στην ενδοχώρα, αφού η κύρια επιδίωξή της ήταν το εμπόριο και η ασφάλεια των εμποροναυτικών πλόων και όχι ο αγροτικός κλήρος και οι καλλιέργειες. Το εμπόριο για τη Βενετία στην περιοχή εξασφαλιζόταν από τους ισχυρούς ναυτικούς και εμπορικούς σταθμούς στις καστροπολιτείες της Μεθώνης και της Κορώνης. Μετά μάλιστα και την προσθήκη στην κυριαρχία της του όρμου και του οχυρού του Ναβαρίνου, η ασφάλεια της ναυσιπλοΐας στο νότιο Ιόνιο ήταν σχετικά καλή. Ετσι η ανάπτυξη της αγροτικής ενδοχώρας της Πυλίας δεν ήταν στις άμεσες προτεραιότητες της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας. Το μεγαλύτερο κίνητρο για τους Βενετούς ήταν η αποφυγή της γειτνίασης με τους θεσμικούς αντιπάλους τους, τους Γενουάτες. Η παρακμή των μικρών οχυρών της Ικλαινας αλλά και του Μαντιχωριού, ήταν αναπόφευκτη και ίσως επιβεβλημένη. Φυσικά αυτά τα κάστρα δεν αναφέρονται στα οχυρά που χρηματοδοτούνταν από τη Βενετία.

Η αλλαγή της κυριαρχίας το 1500 με την κάθοδο των Τούρκων, η αγριότητα αλλά και η ραθυμία των νέων κατακτητών, σχεδόν ισοπέδωσαν το φρόνημα των κατοίκων αλλά και το φραγκικό κάστρο στην Ικλαινα. Στο πέρασμα του χρόνου, το εσωτερικό τείχος στα ανατολικά κατέληξε να γίνει αναλημματικός τοίχος του προαυλίου του ναού του Γενεθλίου του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου. Τα δομικά υλικά του κάστρου μάλλον εξυπηρέτησαν τις οικοδομικές ανάγκες των κατοίκων του χωριού, και το οχυρό του τοπικού Φράγκου φεουδάρχη χάθηκε απλά μέσα στο χρόνο.

Τελευταία, υπάρχει ιδιαίτερο αρχαιολογικό ενδιαφέρον για ευρήματα κυρίως της ομηρικής εποχής στην περιοχή της Ικλαινας, αφού εκτός των άλλων εδώ ανακαλύφθηκε από τον καθηγητή Κοσμόπουλο του πανεπιστημίου του St. Louis (UMSL) των ΗΠΑ το αρχαιότερο γραπτό κείμενο της Ευρώπης σε πήλινη πινακίδα (πρώιμη γραμμική Β γραφή, ηλικίας 3500 ετών).

Ισως τώρα να δίνεται μια καλή ευκαιρία και για την ανάδειξη, από κάποιον άλλο φορέα, αυτού του μικρού μνημείου της φραγκοκρατίας.