Δευτέρα, 19 Δεκεμβρίου 2011 14:33

Πως φτάσαμε στην κυβέρνηση συνεργασίας

Οταν ο Γ.  Παπανδρέου συμμετείχε για πρώτη φορά ως Πρωθυπουργός στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, αντιμετώπισε καχυποψία, ειρωνεία και δυσπιστία για την Ελλάδα.  Του ζήτησαν τότε να πάρει οριζόντια μέτρα - μισθούς, συντάξεις, φόρους. Τους απάντησε: «Αν χρειαστεί, θα το κάνω». Αλλά το πρόβλημα της χώρας, πέραν των υπαρκτών ανισοτήτων και προνομίων σε κάποιες συντάξεις και μισθούς, ήταν η σπατάλη, η φοροδιαφυγή, η διαφθορά, η κερδοσκοπία επιχειρήσεων σε βάρος του κράτους, τα καρτέλ, το μέγεθος του Δημοσίου που μεγάλωσε πελατειακά, η γραφειοκρατία, μια κατακερματισμένη αυτοδιοίκηση, ένα κράτος που δεν είχε εκσυγχρονιστεί, η αδιαφάνεια στη δημόσια ζωή της χώρας. Και εκείνος τους είπε, «εκεί θα βρω τα λεφτά που χρειάζονται».
Αυτό εννοούσε και προεκλογικά με τη φράση «λεφτά υπάρχουν». Τους ζήτησε λοιπόν τον απαραίτητο χρόνο για να γίνουν  αλλαγές. Αλλαγές που το Κίνημα είχε υποσχεθεί προεκλογικά, πριν ληφθούν οριζόντιας μορφής μέτρα, που δεν θα αντιμετώπιζαν τη ρίζα του ελληνικού προβλήματος.  
Συνεπώς,  δεν άργησε να πάρει μέτρα, όπως αδίκως του καταλογίζουν. Ήθελε απλώς να μην πάρει μέτρα που θα έθιγαν το μέσο Έλληνα, το μισθωτό και χαμηλοσυνταξιούχο. Έδωσε μάχη γι' αυτό και έπεισε.
Όμως, προτού περάσει πολύς χρόνος, οι αγορές αντέδρασαν βίαια, λόγω του φόβου. Μετά την κρίση του 2008, οι αγορές πολύ γρήγορα ανέβασαν το κόστος δανεισμού της χώρας. Και εκείνη τη στιγμή, η Ευρώπη δεν αντέδρασε. Ή μάλλον έκανε πολύ λίγα, πολύ αργά.
Δεν είπε, τουλάχιστον εγκαίρως, «κάτω τα χέρια από την Ελλάδα, αφήστε την στην ησυχία της, να κάνει τις απαραίτητες αλλαγές». Τότε ο Γ. Παπανδρέου μιλούσε για «πιστόλι στο τραπέζι». Φοβήθηκαν, όμως, χώρες όπως η Γερμανία, να δεσμευθούν, έστω και λεκτικά, παρά τα πρώτα μέτρα που ανακοινώθηκαν τον Μάρτιο του 2010.
Τους είπε τότε, ότι η επίθεση των αγορών θα είχε στόχο το ευρώ και όχι απλά την Ελλάδα. Ότι θα ακολουθήσουν κι άλλες χώρες. Ότι η κρίση ήταν συστημική. Στις αρχές του 2010 τους πρότεινε, να καθιερωθούν ευρωομόλογα, για να δανείζονται όλοι με παραπλήσιους όρους.   Να μην είναι εξωφρενική η διαφορά των επιτοκίων μεταξύ της μιας ή της άλλης χώρας στην Ευρωζώνη. Το αρνήθηκαν πεισματικά. Παράλληλα, γνωρίζοντας ότι οι αγορές δεν θα ησυχάσουν, πάλεψε για τη δημιουργία ενός μηχανισμού διάσωσης, που έως τότε, ούτε υπήρχε, ούτε προβλεπόταν πουθενά, για την περίπτωση που θα χρειαζόταν. Και δημιουργήθηκε εκ του μη όντος μηχανισμός για την Ελλάδα.
Ήταν όμως τόσο βολικό  να παρουσιάζεται το πρόβλημα ως αποκλειστικά ελληνικό, γιατί έριχνε το βάρος της λύσης , μόνο στους Έλληνες.  Η χαριστική βολή ήρθε στο Ντοβίλ, όταν οι δύο ηγέτες Γαλλίας και Γερμανίας, Σαρκοζί και Μέρκελ ανακοίνωσαν, χωρίς προηγουμένως να ενημερώσουν τα υπόλοιπα μέλη της Ευρωζώνης, ότι σε περίπτωση χρεοκοπίας στο μέλλον, θα πληρώνει πρώτα ο ιδιώτης δανειστής, δηλαδή οι τράπεζες. Και τότε, ο Παπανδρέου δημοσίως προειδοποίησε, σε ομιλία του στο Παρίσι, στη Σοσιαλιστική Διεθνή,  ότι αυτή η αλλαγή της Συνθήκης θα αποτελέσει αυτοεκπληρούμενη προφητεία.
Δηλαδή, ότι οι ιδιώτες θα σταματήσουν να επενδύουν σε χώρες με μεγαλύτερο ρίσκο και θα τις καταστήσουν σταδιακά μη βιώσιμες οικονομίες. Ότι σύντομα θα έρθουν κι άλλες χώρες στην  θέση της Ελλάδας.  Δυστυχώς, αγνόησαν αυτή του την προειδοποίηση.
Και ενώ η Ελλάδα ήταν, όχι απλά σε καλό δρόμο πέρυσι τέτοια εποχή, ενώ έπιανε τους στόχους της και την έβλεπαν ως αξιόπιστο παράδειγμα προς μίμηση, ενώ είχαν αρχίσει να πέφτουν τα spreads για λογαριασμό της, αμέσως μετά το Ντοβίλ εκτινάχτηκαν, όπως εκτινάχτηκαν και για την Πορτογαλία και  την Ιρλανδία, με τις γνωστές συνέπειες.
Ακολούθησε ένα πολύ δύσκολο εξάμηνο για τη χώρα, το πρώτο του 2011, όπου διεθνείς αναλυτές, αλλά και παράγοντες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μιλούσαν για χρεοκοπία και έξοδο από το ευρώ.  Οι ελληνικές τράπεζες άρχισαν να ξεμένουν από ρευστότητα, ο κόσμος έβγαζε τα λεφτά του έξω, οι επενδυτές - Έλληνες, αλλά και ξένοι - αποφάσισαν να περιμένουν και επικράτησε γενική ανασφάλεια.
Σήμερα, η κατάσταση στην Ευρωζώνη αποτελεί αποτυχία των συντηρητικών δυνάμεων της Ευρώπης να κινηθούν αποφασιστικά και έγκαιρα.  Εμπιστεύθηκαν το λεγόμενο «μαγικό χέρι» της αγοράς, που θα τα λύσει όλα. Αντί να σταματήσουν την κερδοσκοπία των αγορών.
Απέτυχε η συντηρητική Ευρώπη. Η Ευρώπη που έχει 23 συντηρητικές κυβερνήσεις. Καλλιέργησε τον λαϊκισμό και τον φόβο. Κατηγόρησε λαούς, αντί να αντιμετωπίσει ασθένειες. Και τώρα που χρειάζεται να ενταθεί η ευρωπαϊκή συνεργασία, να εμπιστευθούν τα κράτη το ένα το άλλο, να ξεφύγουν από τους εύκολους ρατσισμούς, τώρα δυσκολεύονται.
Φαίνεται πλέον ξεκάθαρα ότι η συντηρητική Ευρώπη, ακόμα δεν καταλαβαίνει. Δεν ακούει ούτε τις φωνές από τρίτες χώρες, των Ηνωμένων Πολιτειών, της Κίνας, της Βραζιλίας, της Ινδίας, της Ρωσίας. Ούτε το πράσινο φως στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να αγοράζει ομόλογα θα είναι αρκετό πια. Υπάρχει φόβος ότι όταν φτάσουν και στο ευρωομόλογο, οι αγορές θα λένε, «μα αυτό πια δεν έχει αξία».
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες ανέλαβε το ΠΑΣΟΚ να κυβερνήσει τον τόπο. Όχι σε άλλες, όχι σε ιδανικές. Ανέλαβε σε στιγμή πολύ δύσκολη. Και όταν ανέλαβε, είχε εντολή να αλλάξει τη χώρα, αλλά αναγκάστηκε να ασχοληθεί τον περισσότερο χρόνο με το να μη βουλιάξει.   
Σε αντίθεση, αυτά τα δύο χρόνια, ενώ ο Πρωθυπουργός πάλευε στο λάκκο με τα θηρία, η Αντιπολίτευση πέταγε πέτρες. Επεδίωκε τη φθορά της κυβέρνησης. Αυτό όμως είχε συνέπειες στην οικονομία. Υπονόμευε την επιτυχία. Τι άλλο μπορεί να σημαίνει η παρότρυνση του «δεν πληρώνω»; Η υιοθέτηση ακόμα και βίας, κάθε αντίδρασης, ή τουλάχιστον το κλείσιμο του ματιού σε αυτές τις πρακτικές.
Τα γεγονότα της 28ης Οκτωβρίου είναι νωπά. Με αυτές τις πρακτικές, σε λίγους μήνες, η χώρα και πάλι θα ήταν δακτυλοδεικτούμενη από τους εταίρους μας, ότι δεν έπιασε τους στόχους. Και τότε, αργά ή γρήγορα, θα φεύγαμε από το ευρώ. Είναι γι΄ αυτό το λόγο - και όχι μόνον – που ο Παπανδρέου θεώρησε ώριμο τον ίδιο τον Ελληνικό λαό να αποφασίσει με δημοψήφισμα. Πέρα από τις ελίτ, τα κόμματα και τα τηλεπαράθυρα. Στο δίλημμα, να αποφασίσει ο ίδιος ο πολίτης, στέλνοντας ένα μήνυμα ισχυρό. Και θα το έστελνε αν γινόταν το δημοψήφισμα, στην υπόλοιπη Ευρώπη, που αμφισβητούσε τη βούλησή μας.
Επί πλέον, όλες οι πολιτικές δυνάμεις, όπως συνήθιζαν, πετροβολούσαν τις αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής της 26ης και 27ης Οκτωβρίου. Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, ήταν «οι εθνοπροδότες, οι συνωμότες, οι εξαρτώμενοι από τους Μέρκελ και Σαρκοζί».
Ακόμα και η Νέα Δημοκρατία διαμήνυσε δημοσίως και εκ των προτέρων, πριν τελειώσουν οι διαπραγματεύσεις, ότι θα είναι αρνητική στη συμφωνία. Μόλις όμως ανακοινώθηκε η πρόταση για το δημοψήφισμα, όλα άλλαξαν. Ως δια μαγείας, όλοι βγήκαν να υπερασπιστούν τη συμφωνία της 26ης Οκτωβρίου, μήπως ο «ανώριμος» Ελληνικός λαός την απορρίψει. Στην πραγματικότητα, φοβόντουσαν το αντίθετο.  
Έτσι φτάσαμε στη παραίτηση Παπανδρέου και τον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας. Χρειάσθηκε δηλαδή ένα δυνατό σοκ για να αναλάβουν οι πάντες τις ευθύνες τους και να μπουν στο δύσκολο έργο της διακυβέρνησης,  εκτός από την Αριστερά που συνεχίζει απτόητη τον αντιμνημονιακό της αγώνα.              

Σταύρος Στραβόλαιμος