Αναλυτικότερα, σε συνέντευξή του στον ραδιοφωνικό σταθμό του ΑΠΕ-ΜΠΕ «Πρακτορείο 104,9 FM», υπογράμμισε πως αυτό που ενδιαφέρει τους γιατρούς είναι «να μπούμε στη διαδικασία της ενδημικότητας. Να υπάρχει μια περίοδος του χρόνου, όπου ο ιός θα βρίσκεται σε έξαρση, θα δημιουργεί νοσηλείες και μολύνσεις, αλλά χωρίς να επηρεάζει σημαντικά το Σύστημα Υγείας. Και θα επηρεάζεται συστηματικά από μια αναμνηστική δόση εμβολίου που θα γίνεται μία φορά τον χρόνο».
Συνεχίζοντας, ο καθηγητής Πνευμονολογίας αναφορικά με την Όμικρον πρόσθεσε πως «είναι αρκετά μεταδοτική, σε μεγαλύτερο βαθμό από τις προηγούμενες, αλλά και συγχρόνως είναι μία μετάλλαξη που δείχνει να έχει μια ήπια εικόνα. Ειδικά, δε, στους τριπλά εμβολιασμένους μοιάζει σαν να περνάνε ένα ήπιο, κοινό, κρυολόγημα».
Αναφερόμενος ειδικά στους εμβολιασμούς, ο κ. Λουκίδης υπογράμμισε με βάση τα κλινικά δεδομένα πως «το 90% των ανθρώπων που νοσηλεύονται στις απλές κλίνες είναι ανεμβολίαστοι. Ο εμβολιασμός είναι ένα μέσο που μας βοηθάει να μη νοσήσουμε σοβαρά και κυρίως να μην μπούμε στο περιβάλλον των μονάδων εντατικής θεραπείας».
Ο γιατρός συνέστησε στους πολίτες να αξιολογούν το παραμικρό σύμπτωμα, χαρακτήρισε σωστό το μέτρο της επιστροφής της μάσκας και στους εξωτερικούς χώρους, ιδιαίτερα την περίοδο του χειμώνα που είναι αυξημένος ο κίνδυνος, αλλά και το μέτρο επιβολής εμβολιασμού στους άνω των 60 ετών, ενώ για τα σχολεία και τους μαθητές είπε: «Προσπαθούμε να κρατήσουμε την εκπαίδευση ζωντανή. Ας δούμε με θετικό τρόπο και τα self tests που απομόνωσαν περιστατικά, γιατί έτσι αυτοί οι άνθρωποι γνωρίζουν ότι νοσούν. Ας μην είμαστε αρνητικοί σε καθετί. Εάν αποδειχθεί ότι το άνοιγμα των σχολείων αυξάνει επιδημιολογικά το φορτίο της νόσου τότε η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων θα πάρει μία άλλη απόφαση για αναστολή της πορείας της πανδημίας».