Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι μηχάνημα αυτόματης ανάληψης μετρητών και δεν μπορεί για το ζήτημα του κοινωνικού αποκλεισμού των Ρομά, της μεγαλύτερης εθνοτικής μειονότητας στην Ευρώπη, να ξοδεύονται εκατομμύρια χωρίς αντίκρισμα για δράσεις ένταξης. Αυτό κατέστησαν σαφές στις παρεμβάσεις τους πολλοί ευρωβουλευτές κρατών μελών κατά τη συζήτηση την περασμένη Τρίτη στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τις απαράδεκτες συνθήκες που ζουν οι Ρομά σε καταυλισμούς στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αντιμέτωποι με τη φτώχεια, την επαιτεία, τη σεξουαλική εκμετάλλευση και τις θεσμικές διακρίσεις. Ο Έλληνας ευρωβουλευτής Στέλιος Κυμπουρόπουλος κατά την παρέμβασή του αναφέρθηκε στην ανάγκη για ολιστικές στρατηγικές όπως της ελληνικής κυβέρνησης και προέτρεψε “να μην ξεχνάμε τους Ρομά!”.
Πάντως, κατά κοινή ομολογία των ευρωβουλευτών, σε ολόκληρη την Ευρώπη το πλαίσιο δράσεων για την κοινωνική ένταξη των Ρομά, εξαιτίας κυρίως οργανωτικών αδυναμιών και έλλειψης αποτελεσματικών μηχανισμών αξιολόγησης και παρακολούθησης, δεν έφεραν τα επιθυμητά αποτελέσματα με την κύρια ευθύνη να βαραίνει τις τοπικές αυτοδιοικήσεις.
ΕΠΕΙΓΟΥΣΑ ΑΝΑΓΚΗ ΣΤΕΓΑΣΗΣ
Το Ευρωκοινοβούλιο υπερψήφισε την περασμένη Τετάρτη με 486 ψήφους υπέρ, 109 κατά και 38 αποχές σειρά συστάσεων με στόχο την αποτελεσματικότερη στόχευση των κονδυλίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την κάλυψη των αναγκών των Ρομά, με έμφαση στα παιδιά και στους νέους μέσω της συμμετοχής τους σε εθνικά προγράμματα για τη βελτίωση της κοινωνικής ένταξης.
Τα κύρια προβλήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν επειγόντως όπως τονίζει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είναι η έλλειψη αξιοπρεπούς και χωρίς διαχωρισμούς στέγασης (συμπεριλαμβανομένων υπηρεσιών όπως το καθαρό πόσιμο νερό, το ηλεκτρικό ρεύμα, η αποχέτευση, η επεξεργασία λυμάτων και αποβλήτων), καθώς και οι συνεχιζόμενες διακρίσεις και ο διαχωρισμός που υφίστανται τα παιδιά Ρομά στα σχολεία -τα οποία ακόμη κι όταν καταφέρουν να πάνε στο σχολείο, το μεσημέρι θα γυρίσουν σε παραπήγματα που δεν θέλει ούτε να πατήσει κανείς. Οι ευρωβουλευτές επισημαίνουν επίσης την έλλειψη υγειονομικής περίθαλψης, τη μακροχρόνια ανεργία που συνήθως οδηγεί σε αύξηση της εγκληματικότητας, την κακοποίηση από την Αστυνομία και την ανεπαρκή πρόσβαση στη δικαιοσύνη.
ΝΑ ΜΠΕΙ ΤΕΛΟΣ ΣΤΟΥΣ ΚΑΤΑΥΛΙΣΜΟΥΣ ΕΩΣ ΤΟ 2030
Για την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης, το Ευρωκοινοβούλιο ζητά τόσο βραχυπρόθεσμες όσο και μακροπρόθεσμες στρατηγικές που θα υποστηρίζονται από επαρκή ευρωπαϊκή αλλά και εθνική χρηματοδότηση. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διανείμουν κονδύλια σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο ώστε να ανταποκρίνονται καλύτερα στις άμεσες ανάγκες των Ρομά που ζουν σε καταυλισμούς στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Γι’ αυτό το λόγο πρέπει να αντιμετωπιστούν τυχόν εμπόδια, συμπεριλαμβανομένων των άμεσων και έμμεσων μορφών διακρίσεων, που εμποδίζουν την αποτελεσματική χρήση της χρηματοδότησης. Η Επιτροπή, τονίζουν οι ευρωβουλευτές, θα πρέπει να θεσπίσει έναν μηχανισμό έγκαιρης προειδοποίησης για τον εντοπισμό της κατάχρησης ή της μη ορθής χρήσης των Ευρωπαϊκών Διαρθρωτικών και Επενδυτικών Ταμείων (ΕΔΕΤ) και άλλων ευρωπαϊκών κονδυλίων που προορίζονται για την αντιμετώπιση της κατάστασης των Ρομά. Καλούν επίσης την Επιτροπή να εξαλείψει σταδιακά τους περιθωριοποιημένους καταυλισμούς Ρομά σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση έως το 2030. Και η παροχή στους καταυλισμούς υψηλής ποιότητας κοινωνικής εργασίας από μέλη της κοινότητας των Ρομά θα ήταν ένας τρόπος να πεισθούν οι Ρομά κάτοικοί τους να τους εγκαταλείψουν.
ΤΟ 80% ΖΕΙ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΟ ΟΡΙΟ ΤΗΣ ΦΤΩΧΕΙΑΣ
Σύμφωνα με έρευνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις μειονότητες και τις διακρίσεις, το 63% των Ρομά βρίσκονται εκτός εκπαίδευσης, απασχόλησης ή κατάρτισης, σε σύγκριση με τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης που είναι 12%. Το 80% των Ρομά ζουν κάτω από το όριο του κινδύνου φτώχειας της χώρας τους. Το 41% των Ρομά στα εννέα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης που συμμετείχαν στην εν λόγω έρευνα αισθάνονται ότι υφίστανται διακρίσεις λόγω της καταγωγής τους σε έναν τουλάχιστον τομέα της καθημερινής ζωής, όπως η αναζήτηση εργασίας, οι χώροι εργασίας, η στέγαση, η υγεία και η εκπαίδευση.
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ
Κατά την παρέμβασή του στην Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου ο Στέλιος Κυμπουρόπουλος τόνισε την ανάγκη για ολιστικές στρατηγικές όπως της ελληνικής κυβέρνησης. Το κεντρικό μήνυμα της παρέμβασης του ευρωβουλευτή της Νέας Δημοκρατίας ήταν πως η Ευρώπη, παρά τις πολυεπίπεδες προκλήσεις, οφείλει να μην ξεχνά τους Ρομά, οι οποίοι βρίσκονται καθημερινά αντιμέτωποι με το φάσμα της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού. Γι’ αυτό το λόγο το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την κατάσταση των Ρομά που ζουν σε καταυλισμούς σημείωσε πως είναι ιδιαίτερα σημαντικό, καθώς καλεί τις κυβερνήσεις των κρατών μελών να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων. Επίσης, εξέφρασε την ικανοποίησή του αφού ορισμένα κράτη μέλη έχουν κάνει βήματα προς αυτή την κατεύθυνση. Αναφέρθηκε δε στο παράδειγμα της ελληνικής κυβέρνησης λέγοντας ότι η ολιστική εθνική στρατηγική που ακολουθεί δίνει έμφαση στην ενεργητική ένταξη των Ρομά και προωθεί την ισότιμη μεταχείριση και την ενεργό συμμετοχή τους στην κοινωνική κι οικονομική ζωή.
O κ. Κυμπουρόπουλος ολοκλήρωσε την παρέμβασή του τονίζοντας την ανάγκη “να δουλέψουμε με συμπαραστάτες τις τοπικές αρχές και τις ίδιες τις κοινότητες των Ρομά ώστε να μπορέσουν, επιτέλους, ν’ ασκήσουν πλήρως τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους ως πολίτες αυτής της Ένωσης!”.
Ο ΣΤΕΛΙΟΣ ΚΥΜΠΟΥΡΟΠΟΥΛΟΣ ΣΤΗΝ “Ε”
Ο ευρωβουλευτής μιλώντας στην “Ε” με αφορμή την παρέμβασή του στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ανέδειξε την αξία ενός ανοικτού διαλόγου μεταξύ των δύο μερών όπως και τη διάθεση των δύο για τις αναγκαίες αλλαγές. Δεν παρέλειψε, επίσης, να αναφερθεί στην αναγκαιότητα υιοθέτησης σωστών και μακροπρόθεσμων πολιτικών για την καλύτερη δυνατή αξιοποίηση των διαθέσιμων εθνικών και ευρωπαϊκών πόρων. Αναλυτικά, ο Στέλιος Κυμπουρόπουλος μας δήλωσε τα εξής:
“Η νέα εθνική στρατηγική για την κοινωνική ένταξη των Ρομά είναι ένα πολύ σημαντικό βήμα. Με σωστές και μακροπρόθεσμες πολιτικές σαν κι αυτή αλλά και τους διαθέσιμους εθνικούς και ευρωπαϊκούς πόρους, μπορούμε να βελτιώσουμε τις συνθήκες διαβίωσής τους. Ταυτόχρονα όμως και να διασφαλίσουμε την ομαλή ένταξη και συμμετοχή τους στην κοινωνικοοικονομική ζωή μιας ευνομούμενης πολιτείας όπως η Ελλάδα. Προς αυτή την κατεύθυνση, ο ανοικτός διάλογος μεταξύ των δύο μερών είναι ιδιαίτερα σημαντικός όπως και η διάθεση των δύο για τις αναγκαίες αλλαγές”.