Από την πρώτη στιγμή που ετέθη το θέμα του χωρισμού Κράτους-Εκκλησίας, όσα χρόνια κι αν πέρασαν, εγώ προσωπικά ως βουλευτής καθώς και το νέο Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα Ελλάδος αυτονοήτως και μετά παρρησίας δηλώνουμε κάθετα αντίθετοι σε κάθε έννοια διαζυγίου.
Εδώ και χρονιά έχει αναδομηθεί συστηματικά κάθε σχέση με την Εκκλησία, με εκατέρωθεν υποχωρήσεις και το πλαίσιο της συλλειτουργίας είναι ικανοποιητικό και αποδεκτό από το λαό, οπότε δεν συντρέχει λόγος… διαζυγίου.
Εξάλλου, ο χωρισμός αν θεσπιζόταν, θα ήταν ένα ακόμη βήμα προς την απώλεια της ιστορικής μνήμης και εγκλεισμός του έθνους μας στη ματαιότητα ενός χρόνου χωρίς μνήμη και ιστορία.
Η εκκοσμίκευση που εισηγούνται οι οπαδοί του χωρισμού Κράτους- Εκκλησίας, δεν είναι τίποτε άλλο, παρά μία πρόταση για τον θρησκευτικό αποχρωματισμό της κοινωνίας. Γι’ αυτό, πρέπει να κατανοήσουν ότι η Εκκλησία σε όλο τον κόσμο είναι οργανικά δεμένη με την κοινωνία, αλλού στενότερα και αλλού χαλαρότερα, ανάλογα με τις ιστορικές και εθνικές συνθήκες της κάθε χώρας.
Ιδιαίτερα, λοιπόν, στην Ελλάδα αν δεν θέλουν οι ίδιοι να αποδεχθούν τον πολυσήμαντο ρόλο της Εκκλησίας στην δημιουργία του ελεύθερου Ελληνικού Κράτους, οφείλουν τουλάχιστον να τον αναγνωρίσουν και να τον σεβαστούν.
Οι Ελληνίδες και οι Ελληνες δεν επιθυμούμε, λοιπόν, την αποκοπή από τις ρίζες μας. Δεν επιθυμούμε την αποκοπή απ’ ό,τι πνευματικό μας έχει απομείνει. Διακηρύττουμε με πίστη ότι η Ορθόδοξη Εκκλησιά μας είναι τροφός του γένους και της πατρίδας μας.
Πιστεύουμε ακράδαντα ότι η παρούσα σχέση Κράτους-Εκκλησίας είναι αναγκαία για το Κράτος και όχι για την Εκκλησία, και ακόμα ότι ο όποιος διαχωρισμός θα είναι καταστροφικός για την πατρίδα, γιατί θ’ ανοίξουν κερκόπορτες και υπό το καθεστώς θρησκευτικής ουδετερότητας θ’ αλλοιωθεί ο εθνικός χαρακτήρας μας.
Οσοι υποστηρίζουν τον χωρισμό έχουν θητεία στη μεγάλη, κατά την προσφυή έκφραση του Ινιάτσιο Σιλόνε, «Σχολή των Δικτατόρων» της ποικιλώνυμης μειοψηφούσας σοσιαλμαρξιστικής ολοκληρωτικής σκέψης.
Αναρωτιέμαι γιατί αποφάσισαν κάποιοι βουλευτές του συντηρητικού χώρου και μάλιστα του αυτοαποκαλούμενου «χριστιανικού τόξου» να αλλάξουν την θέση τους.
Δικαίωμα του κόμματος και του κάθε βουλευτή είναι να μεταβάλλει απόψεις και αποφάσεις. Απλά, αναζητώ τις αιτίες της αλλαγής.
Μίας αλλαγής, όμως, που τουλάχιστον εγώ δεν μπορώ να κάνω στις απόψεις και τις θέσεις μου, γιατί δεν είμαι βουλευτής, αλλά ένας… χριστιανός βουλευτής και ένας Ελληνας που προέρχεται από μία οικογένεια με χριστιανικές αρχές και αξίες, ενώ έχει πλέον και δική του οικογένεια που μεγαλώνει με τις ίδιες αρχές και αξίες.
Ως εκ τούτου, αρνούμαι να γίνω… κρυπτοχριστιανός στην Ελλάδα και να φοβούμαι να εκφράσω τις πεποιθήσεις μου για να μην κινδυνεύω να με χαρακτηρίσουν ως παλαιομοδίτη ή ως καθυστερημένο. Ποιοι;
Οι νεοφιλελεύθεροι, νεοταξίτες, οι τρόφιμοι των σούπερ μάρκετ, των τυποποιημένων ιδεολογημάτων της παγκοσμιοποίησης. Αυτοί που υιοθετούν άκριτα επείσακτες ιδεολογίες και μαϊμουδίζουν αναφομοίωτες δήθεν κοσμοπολίτικες αντιλήψεις, όμως ζητούν να είναι αυτοί οι αποκλειστικοί εκφραστές και οι εντολοδόχοι των χριστιανών στη Βουλή των Ελλήνων.
Βάλλουν ανιστόρητα απέναντι σε κάθε τι παραδοσιακό, διαχρονικά καταξιωμένο και αυθεντικά ελληνικό.
Γράφει ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος: «Χωρίς το πνεύμα της Ελλάδας δεν θα μπορούσε να διαμορφωθεί ο κόσμος όπως τον ξέρουμε, ας πούμε ο δυτικός κόσμος. Αλλά και χωρίς τον χριστιανισμό το ελληνικό πνεύμα θα είχε ταφεί κάτω από τα ερείπια του ρωμαϊκού κόσμου».
Συνεπώς, στο πλαίσιο της διαδικασίας της συνταγματικής αναθεώρησης, θα είναι εγκληματικό λάθος η όποια απόπειρα διαχωρισμού του Κράτους από την Εκκλησία.
Απαιτείται εγρήγορση, διότι είναι αδιανόητη η διαφαινόμενη εργαλειοποίηση της συνταγματικής αναθεώρησης για μικροκομματικούς σκοπούς. Υπάρχουν άλλα πεδία, μακράν της Εκκλησίας, για πολιτικά παιχνίδια.
Ας αφήσουν οι πάντες -κυβέρνηση και αντιπολίτευση- έξω από την Εκκλησία τους κομματικούς ανταγωνισμούς και τις πολιτικές αντιπαραθέσεις.
Η Εκκλησία ενώνει και δεν διχάζει.
Η Ελλάδα ζει και πορεύεται στο πεπρωμένο της, επειδή η Εκκλησία είναι αθάνατη μέσα στο «σώμα» της πατρίδας!