Κυριακή, 26 Φεβρουαρίου 2017 21:37

Δρώμενο Ευετηρίας Νέδουσας Ταϋγέτου. 22 χρόνια μετά

Δρώμενο Ευετηρίας Νέδουσας Ταϋγέτου. 22 χρόνια μετά

Στη μνήμη της Ολγας Θεοδωρακάκη+2016, του Παναγιώτη Παπανικολόπουλου+2015 και του Νικολάου Αλεξανδρόπουλου+2015

Για ευγνώμονες και υστεροφημίας λόγους οφείλω να ονομάσω τους Νεδουσαίους που αρχικά συνάντησα το 1995, το 1996 και το 1997, οι οποίοι, ως συμμετέχοντες κατά οικογενειακή παράδοση στο Δρώμενο, με βοήθησαν στην συνολική καταγραφή του προκειμένου να το παρουσιάσω στους λαογράφους κ.κ. Μερακλή και Αικατερινίδη. Είναι οι κ.κ. Κώστας Σούμπλης, Γιάννης Ηλιόπουλος, Νικήτας Βεργινάδης, Παναγιώτης Μπατσικούρας, Βασίλης Βαρελάς και Χρήστος Αλεξανδρόπουλος. Βέβαια αναφέρω πάλι πως ο Αλαγόνιος Φίλος μου Αντώνης Καζάκος είναι ο πρώτος που διέγνωσε την μεγάλη αξία του Δρωμένου της Νέδουσας, με πίεσε προς την έρευνα και την μελέτη του Δρωμένου και επέμενε στην δημοσιοποίησή του. Παρ’ όλο που το πρώτο κείμενό μου, περιγραφικό των όσων είδα το 1997, το οποίο δημοσιεύθηκε το 1998 στο περιοδικό «Ιθώμη», «αποσύρθηκε» κατόπιν επεμβάσεως του μακαριστού Μητροπολίτου Μεσσηνίας Χρυσοστόμου και όλα όσα  επακολούθησαν δημοσιεύθηκαν στην εφημερίδα «Ελευθερία», οι φίλοι αυτοί παρέμειναν δίπλα μου και με υποστήριξαν -καθώς και η «Ελευθερία» και ο δημοσιογράφος της κ. Ηλίας Μπιτσάνης- στις επιθέσεις που δέχτηκα για να σταματήσω να ασχολούμαι με το Δρώμενο της Νέδουσας.  

Στο Δρώμενο της Νέδουσας που ανάγεται σε προ-Διονυσιακές εποχές (Δρώμενο  ονομάζονται μικρές τελετουργικές δράσεις, που έχουν σκοπό, συνάφεια και δένονται μεταξύ τους), και τα επί μέρους μοτίβα Μουντζούρωμα-Αγερμός-Τράγοι-Αροτρίοση-Γάμος-Φόνος-Κηδεία-Ανάσταση, είναι αυτά που κυριαρχούν στην προσπάθεια της εξασφάλισης της γονιμότητας και της ευκαρπίας. Υπάρχουν όμως και τα Μέσα που χρησιμοποιούνται προκειμένου να επιτευχθεί ο Σκοπός. Παράλληλα με τα Μέσα συνυπάρχουν και τα Στοιχεία που συντελούν στην επιτυχή ολοκλήρωση της προσπάθειας για να εξασφαλιστεί ο Σκοπός. Τις Ιδιαιτερότητες και τα Μέσα θέλει να καταγράψει, αλλά και να ερμηνεύσει το παρόν κείμενο, έχοντας πρότυπο τον Νεδουσαίο ο οποίος κατέχει στο DNA του την Ουσία των Πράξεων που συμμετέχει, είτε ως πρωταγωνιστής είτε ως ακόλουθος. Ουδεμία μνεία θα γίνει στους επισκέπτες, Αμύητοι όντες, κάποιοι εκ των οποίων, επιθυμώντας, καλοπροαίρετα, να ζήσουν μέσα από τις πρωτόγονες τελετουργίες το κάτι διαφορετικό, «εμπλέκονται» με άστοχο και εξόφθαλμα αταίριαστο τρόπο. Πιστεύουν δε πως «ταιριάζουν» αφού από ευγένεια και σεβασμό στην αγνή, ως επί το πλείστον, πρόθεσή τους, οι Νεδουσαίοι δεν τους παρατηρούν. Δυστυχώς ένας πολύ μικρός επισκεπτών προσπαθεί να «εκβιάσει» την συμμετοχή του σε τελετές που δεν γνωρίζει και επαναλαμβάνει την «αστοχία» του κάθε χρόνο.   

Στο πρωινό μάζεμα του «Θιάσου» στο σπίτι-κονάκι από το οποίο ξεκινάει κάθε χρόνο η Γιορτή, συνάζονται οι ντόπιοι για να ετοιμαστούν, κυρίως ψυχικά, για τις Τελετές που θα ακολουθήσουν και στην επιτυχία των οποίων ο καθείς τους θα συμβάλλει σύμφωνα με τον «ρόλο» που θα του ανατεθεί  από τους «παλιούς Μυημένους». Με την λέξη «Μυημένοι» αναφέρομαι σε αυτούς που με την ωριμότητα της ηλικίας τους και την πολύχρονη παρουσία τους στο Δρώμενο, σε παλαιούς και νεώτερους χρόνους, παρέμειναν πιστοί στην Ουσία και στο επιδιωκόμενο Αποτέλεσμα. Το αν θα συνεορτάσουν με 10 ή 1.000 επισκέπτες και αν παρευρεθούν τηλεοπτικές κάμερες ή όχι, τους είναι αδιάφορο. Ο Στόχος είναι ένας: να συνεχιστεί το Δρώμενο, να εξασφαλιστεί η Υγεία της Κοινότητος και των Κατοίκων της, μαζί με την γονιμότητα των ανθρώπων, των ζώων και των καλλιεργειών. Στο σπίτι λοιπόν μαζεύονται μόνο οι Νεδουσαίοι. Ετσι γινόταν πάντα μέχρι που τους συνάντησα το 1995. Από το 1998 που ήρθε στη Νέδουσα η ΕΡΤ για να κινηματογραφήσει το Δρώμενο, έπαψε να ισχύει μερικώς αυτός ο κανόνας, κυρίως για κάποια πρόσωπα από διπλανά χωριά, που πολλά χρόνια παίρνουν μέρος ή για κάποιους πολύ «εξειδικευμένους» επισκέπτες. 

                                                                         


Στο Μουντζούρωμα, πάντα από τον ίδιο φούρνο, μπορούν να πάρουν μέρος όλοι και κανένας δεν εξαιρείται, αφού αποτελεί μια πρόχειρη μεταμφίεση παράλληλα με την αντιβασκανική σημασία του και την συγκεκριμένη μέρα είναι υποχρεωτικό.                                                           

Στον Αγερμό, δηλαδή την επίσκεψη όλων όσων ακολουθούν την Πομπή σε όλα τα σπίτια του χωριού για ανταλλαγή «καλοχρονιάτικων» ευχών, μπορούν όλοι να την ακολουθήσουν, αφού το πλήθος των ευχών (συμμετοχή πολλών συνεορταστών) δίνει «δύναμη στην ευχή και αυξάνει τις πιθανότητες επιτυχίας της». Στην πορεία τα ντόπια μουσικά όργανα νταούλι και φλογέρα παίζουν διεγερτικούς σκοπούς και όμορφες συνοδευτικές πατινάδες. Κατά καιρούς έχουν «μπει αυθαίρετα» στην ομάδα των μουσικών κάποιοι «φιλότιμοι» αυτοσχέδιοι μουσικοί, οι οποίοι αφού δεν γνωρίζουν την ντόπια μουσική τεχνοτροπία, γίνονται «μουσική παραφωνία» και αλλοτριώνουν την αρμονία. Η ευγένεια των Νεδουσαίων δεν είναι λόγος να νομιμοποιείται η «αυθαιρεσία» και γι’ αυτό ο κάθε μη Νεδουσαίος που προτίθεται να πράξει ανάλογα θα πρέπει να είναι προσεκτικός. Αυτοί που θα συμμετέχουν στον Αγερμό θα πρέπει να ταιριάζουν ενδυματολογικά με τους ντόπιους και να μην έχουν ντυθεί αταίριαστα. Τα αντικείμενα που φέρονται από τους «καλαντιστές» είναι κυρίως μαγκούρες, ραβδιά, φαλλοί και κατασκευές που αποδίδουν το γονιμικό και σκωπτικό πνεύμα της ημέρας. Τα ραβδιά έχουν ειδική αξία που θα ερμηνευθεί παρακάτω.
Οι Τράγοι με τις προβιές, τα τεράστια κέρατα και τα υπέρβαρα κουδούνια δεν είναι για όλους. Τράγοι μεταμφιέζονται οι Ντόπιοι, που γνωρίζουν τις απαιτήσεις του «ρόλου» και ξέρουν να φερθούν ανάλογα χωρίς να κινδυνέψουν οι ίδιοι και οι συνεορταστές από τα τσέπια-κέρατά τους. Ο κίνδυνος ατυχήματος ελλοχεύει και μόνον οι ντόπιοι παίρνουν την ευθύνη να κινηθούν ανάμεσα στον κόσμο βαριά και επικίνδυνα ντυμένοι. Γι’ αυτό αυτοί που θα ήθελαν να νιώσουν την χαρά της μεταμφίεσης σε νεδουσέικο Τραγί, δεν θα πρέπει να «φορτώνονται» στους υπεύθυνους, διότι αυτοί οι «ρόλοι» «απονένονται» σε Νεδουσαίους σχετικούς και ειδικούς.     
Η Αροτρίοση είναι η σημαντικότερη στιγμή της μέρας και εκτελείται αποκλειστικά από Νεδουσαίους. Ως συνεορταστές μπορούν να νιώσουν την κατανυκτικότητά της και να δείξουν την συμμετοχή τους στην Ιερή Πράξη μόνο Σιωπώντας και ριγώντας.


Στον Γάμο και στην Κηδεία οι συμμετέχοντες στις πομπές είναι ντόπιοι ή εξ ομόρων κοινοτήτων. 
Ο επισκέπτης μπορεί να χορέψει στα ενδιάμεσα των Τελετών.

Συμπερασματικά ο κάθε επισκέπτης στη Νέδουσα το βράδυ της Κυριακής της Τυρινής και την Καθαρά Δευτέρα, μπορεί να χορέψει, να φάει και να πάρει μέρος μόνο στο Μουντζούρωμα και στον Αγερμό. Το ίδιο ισχύει και για τους μουσικούς. Μόνο οι ντόπιοι γνωρίζουν τους μουσικούς ρυθμούς και μόνο αυτοί τους παίζουν. Οι καλοπροαίρετοι συνερταστές πρέπει να το καταλάβουν και να μην παίρνουν «άτακτες» πρωτοβουλίες, διότι ναι μεν πρόκειται για «αποκριάτικο», αλλά δεν πρόκειται για αποκριάτικες αστικές καρικατούρες καρναβαλικών γιορτών, των οποίων το επιδιωκόμενο είναι να κονομήσουνε οι μαγαζάτορες γενικώς και να ξεφαντώσουν μπουλουκηδόν οι συμμετέχοντες, κυρίως τα καλομαθημένα μειράκια. Δεν είναι κακό βέβαια αυτό αφού είναι το ζητούμενο στις πόλεις που επιβάλλει η συγκρότησή τους. Στα αγροτικά δρώμενα όμως υπάρχει Δομή, Τάξη και Σεβασμός για να έχουν επιτυχία οι Τελετές και να επιτευχθεί το επιδιωκόμενο που δεν είναι άλλο από την Επιβίωση. 

Οι Μαγκούρες, τα Ραβδιά και το κάθε τι που τους μοιάζει χρησιμοποιούνται από τα μέλη του «Θιάσου».

Αγερμός και τα μέλη του. (Φωτό. Φώτης Κουτρουμπής 2008)

Τα πρώτα χρόνια που παρακολουθούσα την εξέλιξη του Δρωμένου τα έβλεπα απλώς ως υποβοηθητικά μέσα. Διαπιστώνω όμως πως δεν έχουν μόνο αυτή την χρήση. Μου έκανε εντύπωση πως στον Αγερμό κυρίως, που ο «Θίασος» περπατάει σε όλο το χωριό, κάποιοι από τους μυημένους κρατούσαν μεγάλα ραβδιά σαν τέμπλες και τις «ανέμιζαν» στον αέρα με έναν τρόπο, «απειλητικό» θα έγραφα ή κτυπούν με αυτά ελαφρά τις πλάτες. Το ίδιο και κάποιοι άλλοι τις παραδοσιακές μαγκούρες. Φαίνεται πως και εδώ κρύβεται μια σπουδαία ερμηνεία που τολμώ να καταθέσω και πιστεύω πως υπάρχει στο DNA των Νεδουσαίων, μιας και πολλές φορές μου έχουν εμφανίσει στοιχεία και πράξεις που συνδέονται με τις τελετουργίες  του Δρωμένου και φυσιολογικά εκτελούν.                                                                                   


Αρχαίοι συγγραφείς αναφέρουν ρητά πως από την 11η μέχρι και την 13η μέρα του μήνα Ανθεστηριώνα, περίπου στις αρχές της Άνοιξης στην εναλλαγή του σημερινού Φεβρουαρίου και Μαρτίου, γινότανε η σπουδαία γιορτή Ανθεστήρια προς τιμήν του Θεού Διονύσου, τελούμενη στην Αττική και σε πολλές Ιωνικές πόλεις. Τα Ανθεστήρια φέρονται επίσης με τη γενικότερη ονομασία «Διονύσια». Στην αρχική του μορφή ο εορτασμός τους στην Αρχαία Αθήνα ήταν τριήμερος,  τα «Πιθοίγια», οι «Χόες» και οι «Χύτροι».                                                                      

Πολλοί μελετητές των ελληνικών γιορτών παρατήρησαν πως τα Ανθεστήρια διέπονταν από «μια νότα θλίψης». Τα πράγματα δεν ήταν τόσο χαρούμενα όσο φαίνονταν. Τούτο οφείλεται είτε στην «φυσική μελαγχολία της Ανοιξης» ή στο γεγονός πως ο Διόνυσος είχε τη «χθόνια όψη» του και ήταν «Κύριος των ψυχών». Την ημέρα των Χοών οι Αθηναίοι την θεωρούσαν άτυχη διότι πίστευαν πως εκείνη την ημέρα «σηκώνονταν τα πνεύματα των νεκρών». Τα ιερά περιφράσσονταν με σκοινιά (δες και τα σημερινά τάματα στην περικύκλωση εκκλησιών με κερένιο σκοινί) και ο κάθε νοικοκύρης άλειφε την πόρτα του σπιτιού του με πίσσα με σκοπό να κολλήσει εκεί κάποια ψυχή που θα προσπαθούσε ένα μπει μέσα. Την 3η μέρα η φράση «Εξω Κήρες, δεν είναι πλέον Ανθεστήρια» κυριαρχούσε και έδινε το σύνθημα του τέλους της γιορτής.Σε ποια στιγμή όμως των τριήμερων γιορτών είχαν βγει οι Ψυχές; Η ερευνήτρια των αρχαίων ελληνικών γιορτών Jane Ellen Harisson μελέτησε την εικόνα μιας ληκύθου του πανεπιστημιακού Μουσείου της γερμανικής πόλεως Ιένα.

Ο Ερμής και οι Κήρες. Από το βιβλίο "Αρχαίες Ελληνικές Γιορτές" της Jane Hellen Harrison, σελ.67 και το συμπέρασμά της είναι πως απεικονίζει τα Πιθοίγια, και ο Ερμής επανακαλεί τις ψυχές στον ταφικό πίθο τους. Τα Πιθοίγια των Ανθεστηρίων είναι τα πρωτόγονα Πιθοίγια των ταφικών πίθων, τα οποία υπερκεράστηκαν από τα Πιθοίγια του ανοίγματος των πίθων του Οίνου. Αυτό που προτάσσει ο Ερμής είναι η Ράβδος, βάκτρον, και εν προκειμένω η μαγική ράβδος του δεξιού χεριού του που κατευθύνει τις Ψυχές-Κήρες. Αυτό το Ραβδί έγινε σύμβολο όλων εκείνων που κυριαρχούν πάνω στους νεκρούς. Η Ράβδος και όχι το Κηρύκειο-Σκήπτρο είναι το σύμβολο της ζωής ή του θανάτου. Η Ράβδος ως μαγικό ραβδί ήταν πεισίβροτος, σαγηνευτής νεκρών, πριν γίνει σκήπτρο πεισίβροτος, κυβερνήτης θνητών. Η Ράβδος χρησιμοποιείται είτε για την επίκληση είτε για την αποτροπή των φαντασμάτων-ψυχών, για την εισαγωγή (επαγωγή) των καλών πνευμάτων  και για τον εξορκισμό (αποτροπή) των κακών. Ο αρχαίος συγγραφέας Αθήναιος αποδεικνύει πως την περίοδο των Ανθεστηρίων θεωρείτο η έλευση των ψυχών ως άμεση προώθηση της γονιμότητος.   
Στη χριστιανική θρησκεία «βγαίνουν» την ίδια περίοδο οι ψυχές των νεκρών στον Πάνω Κόσμο, δηλαδή βγαίνουν για μια εβδομάδα την περίοδο των Αποκριών και «επιστρέφουν» το Ψυχοσάββατο, πριν την Καθ. Δευτέρα. Στη Νέδουσα μέσα στο μοτίβο των συνεχών ιεροπραξιών με στόχο την εξασφάλιση της γονιμότητος, ο μυημένος σημερινός Νεδουσαίος του «Θιάσου» έχει «κληρονομήσει» λειτουργικά τις πρωτόγονες πράξεις και τις «ιδεοληψίες» των προγόνων του και πράττει καθώς έπρατταν και αυτοί. Εκείνοι οι παλαιοί «έπρατταν εξ ανάγκης» και  προσπαθούσαν να εξευμενίσουν επουράνιες και χθόνιες θεότητες για να συμπράξουν στην γονιμότητα διότι ήταν ο μόνος τρόπος για να επιβιώσουν. Οι σημερινοί Νεδουσαίοι διάδοχοι ενός προϊστορικού παρελθόντος που ανάγεται σε προ-Διονυσιακές εποχές (με την ύπαρξη του Δρωμένου αποδεικνύεται και η κατοίκηση της Νέδουσας και της ευρύτερης περιοχής πως είναι «εξ αρχαιοτάτων χρόνων»), «παρέλαβαν» το Δρώμενο αγνοώντας τις ερμηνείες του μέχρι και το 1998. Μετά την «ανακάλυψή του» και την περιγραφική δημοσιοποίησή του από τον γράφοντα, η επιστημονική κοινότητα απεδέχθη την φυσική εξέλιξη και ύπαρξή του και οι κάτοικοι της Νέδουσας, αλλά και οι ενδιαφερόμενοι ξένοι, άντλησαν πληροφορίες από τις επιστημονικές ερμηνείες που δόθηκαν από τον καθηγητή Λαογραφίας κ. Μιχάλη Μερακλή το 2001 και από τον Δ/ντή του Κέντρου Ερευνας Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας κ. Γεώργιο Αικατερινίδη το 2006. Ετσι το Δρώμενο συνεχίζεται με ουσιαστικό ακόμη σκοπό -παρ’ όλο που ο σύγχρονος αστικός τρόπος ζωής δεν «συναινεί» στα παναθρώπινα αιτήματα της «Γονιμότητος» και της «Καρποφορίας»-, αλλά όλοι πλέον αποδέχονται την γενική απλοϊκή ερμηνεία πως το Δρώμενο το πράττουν και οι σημερινοί Νεδουσαίοι διότι «αν δεν γίνει μια χρονιά δεν θα είναι καλό για το χωριό». Ο Νεδουσαίος εξακολουθεί να ηχεί τα κουδούνια του για να τρομάξει τους κακούς δαίμονες της βλάστησης και να ξυπνήσει τους καλούς, ντύνεται με δέρματα, διότι τα αντικείμενα Februa είναι καθαρτικά (εξ ου και ο μήνας Φεβρουάριος) και μέσω της εξαγνιστικής δύναμής τους γίνονται φυλαχτά γονιμότητος, ερωτεύεται πάνω στο τρεις φορές οργωμένο χώμα, θρηνεί το «νεκρό» και τον καλεί για ανάσταση στον ενιαύσιο κύκλο ζωής. Πιστεύω λοιπόν πως κρατάει την Ράβδο και για να καλέσει τις Ψυχές των προαπελθέντων Νεδουσαίων να βοηθήσουν στην πρόκληση της γονιμότητος, αλλά και, στο τέλος της γιορτής με την ίδια Ράβδο, να τις διώξει για να ολοκληρωθεί το Δρώμενο και το Ψυχοσάββατο αλλά  και να ξεκινήσει η Σαρακοστή.                                                                             .
Το Ραβδί εκτός από μαγκούρα, όπως προαναφέρθηκε, μπορεί να είναι ένα ξερό ξύλο, μα και μια τέμπλα, χλωρό και μακρύ κλαρί που ζει και βλασταίνει μέσα στο χειμώνα και που χρησιμοποιείται ως πατερίτσα ή σκήπτρο, «που συμβολίζει το Δέντρο της Ζωής, το Ξύλο, δηλαδή Δέντρο του Παραδείσου, κατά την βυζαντινή ορολογία, και ο κάτοχός του το κρατάει επικουρικά και μερικές φορές το κινεί πάνω-κάτω δείχνοντας την όρθωση του ανδρικού οργάνου αναπαραγωγής που λαϊκά λέγεται "Μαγιόξυλο". Το σκήπτρο αυτό δηλώνει την Εξουσία του κατόχου, καθώς και το λεμόνι που κρατούν συνήθως οι πρωταγωνιστές σε σχετικά δρώμενα, και που εξυμνείται στα δημοτικά τραγούδια σαν εξαιρετικό χάρισμα πλούσιου γυναικείου στήθους (και γι' αυτό υπάρχει η σχετική έκφραση των ερωτικών γενικά επιδόσεως ως «αρεσκείας στα ξινά»). Το λεμόνι αυτό επίσης δηλώνει, όπως στο σφαιρικό σύμβολο εξουσίας με τον σταυρό που έφεραν οι Βυζαντινοί αυτοκράτορες, την θεηγόρο προβολή της Urbi et Orbi -δηλαδή στην Πόλη και στην Οικουμένη, δηλαδή Εξουσία σε όλο το Ντουνιά» γράφει ο Θάνος Μουρράης-Βελλούδιος.      
Ο Βάλτερ Πούχνερ, καθηγητής θεατρολογίας και λαογράφος, ερμηνεύει την χρήση του ραβδιού-βέργας. «Στην Θράκη έχουν την «σούρβα», τη βέργα που χτυπούν κάποιον στην πλάτη το πρωί της πρωτοχρονιάς «για υγεία». Ομάδες καλαντιστών, γράφει, κρατούν το «ματσούκι» και στα σπίτια που επισκέπτονται ανακατώνουν με αυτό τη φωτιά στο παραγώνι (ώστε να φουντώσει η δύναμή της)». Και συνεχίζει γράφοντας πως «το ματσούκι, με την κεφαλή μπροστά, χρησιμοποιείται στην ρυθμική υπόκρουση των καλάντων, για την δημιουργία θορύβου που διώχνει τα δαιμόνια και μερικές φορές έχει φαλλική σημασία, αφού με αυτό χτυπούν-αγγίζουν τις νύφες ή τις στείρες γυναίκες, μεταφέροντας την γονιμοποιητική ικανότητα».                                   .                                                                                                                                                                                                                
Ράβδο κρατάνε, σε διάφορες μορφές, οι Στρατηγοί, οι ανώτατοι θρησκευτικοί ηγέτες, οι Βασιλείς και… οι Ρομά. Ηλικιωμένοι Ρομά διαφόρων επαγγελμάτων -παλαιότερα- κράταγαν συνήθως ένα ραβδάκι του ενός μέτρου περίπου, ίσιο με κόμπους, το οποίο δεν είχε εκτός περιβάλλοντος ιδιαίτερη αξία, αποτελούσε όμως ένα εξουσιαστικό εξάρτημα μέσα στην φυλή. Τις τελευταίες μέρες βλέπω στην Καλαμάτα -στην γειτονιά μου- να κυκλοφορεί με «ράβδο εξουσίας» τρόφιμος των φυλακών, προσφάτως αποφυλακισθείς.         Η μέρα του Ανάποδου Κόσμου. Ο ενιαύσιος κύκλος της Φύσης με το Θάνατό της και την Ανάστασή της, είναι ένα εξαιρετικό φιλοσοφικό μοτίβο, που «εξοικειώνει» τα νέα παιδιά με αυτά τα φαινόμενα. Πώς αλλιώς θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε όλα όσα συμβαίνουν στη Νέδουσα και σε παρόμοια Δρώμενα, αν εκτός από τις ιεροπραξίες των ενηλίκων δεν υπήρχε και η «διδασκαλία» τους προς τις νεώτερες γενιές διαδόχων. Τα υπό μύηση παιδιά μαθαίνουν να ακολουθούν τους μυημένους μεγάλους και να κοινωνικοποιούνται «πράττοντας». Θα δεχτούν να μουντζουρωθούν, αφού το μουντζούρωμα αποτελεί βασικό αντιβασκανικό παράγοντα (διώχνει τα κακά πνεύματα που επιβουλεύονται την Υγεία). Η πίσσα, το φούμο, η καπνιά χρησιμοποιούνται για να ξορκίζονται τα κακά πνεύματα (σταυρός με το κερί στην πόρτα του σπιτιού μετά την Ανάσταση). Ο Φώτιος γράφει στο λήμμα «μιαρά ημέρ» για τις Χόες τον μήνα Ανθεστηρώνα, κατά τις οποίες πίστευαν ότι τα πνεύματα των νεκρών ανασταίνονταν και πως «οι άνθρωποι μασούσαν ράμνο και άλειφαν τις πόρτες με πίσσα-εν ω δοκούσιν αι ψυχαί των τελευτησάντων ανιέναι, ράμνων έωθεν εμασώντο και πίττη τας θύρας έχριον».   Τα παιδιά θα ακολουθήσουν στον Αγερμό και θα μάθουν να γίνονται κοινωνικά, να ανταλλάσουν τις σωστές ευχές με τους νοικοκυραίους και να γνωρίσουν όλα τα μοναπάτια του χωριού. Θα ντυθούν τραγάκια και με τα κουδουνάκια τους θα τρομάξουν τον Χειμώνα να φύγει. Θα συνοδεύσουν τον Ζευγολάτη στην Αροτρίοση και «θα σπείρουν, θα θερίσουν, θα κλαδέψουν» εικονικά. Θα κηδέψουν το Νεκρό και θα «θρηνήσουν» γελώντας, αλλά και θα χορέψουν τους αναστάσιμους χορούς. Και όλα αυτά κινούμενα μέσα σε ένα πλαίσιο που η βωμολοχία και τα φαλλικά ομοιώματα κυριαρχούν, κανένας δεν ενοχλείται και τα παιδιά Διδάσκονται και Μαθαίνουν τα μυστήρια της Ζωής.            

Ο Θάνατος είναι το συγκλονιστικότερο βίωμα των μικρών και των μεγάλων. Ομως ο Θάνατος γίνεται «μια δύναμη σχετική που νικιέται τελικά από την ζωή. Το καρναβάλι δίνει σε αυτό το φοβερό και ανεπανόρθωτο στα μάτια μας γεγονός, μια φαιδρή και εύθυμη όψη καθώς το συνδέει πάντα με μια ανάσταση. Γιατί οι νεκροί μοιάζουν με τους σπόρους που θάβονται επίσης στο χώμα και προσδοκούν την επιστροφή στη ζωή. Η συμφιλίωση με το θάνατο δίνει στους ανθρώπους την αίσθηση της απεριόριστης υπαρξιακής ελευθερίας, που εκδηλώνεται με την αμφισβήτηση  κάθε κοσμικής και θρησκευτικής εξουσίας. Η καταλυτική αυτή οπτική, υιοθετώντας τη γλώσσα του γέλιου μέσα από την ανεξέλεγκτη διακωμώδηση των πάντων, ξεσκεπάζει την αντίφαση ολοκλήρου του κοινωνικού συστήματος και αποκαλύπτει το αληθινό πρόσωπο αλλά και την σχετικότητα κάθε κοινωνικής δομής, κάθε τάξης, κάθε εξουσίας» γράφει ο Γιάννης Κιουρτσάκης.       


Μου έλεγε η «θεία» Ολγα Θεοδωρακάκη (θεός σχωρέστη) πως «η μάνα μου καβάλαγε τους χωροφυλάκους» εννοώντας πως τα παλιότερα χρόνια στο καρναβάλι της Νέδουσας αν τολμούσε να παρευρεθεί χωροφύλακας -ως όργανο της τάξης και εκπρόσωπος του νόμου-πηδούσε στην πλάτη του για να τον «ξεφτιλίσει», αφού εκείνη την ημέρα η εξουσία του δεν είχε πέραση αλλά και επειδή η πράξη της ήταν στα πλαίσια της αμφισβήτησης της κάθε εξουσίας και δεν θα  είχε καμία επίπτωση (αν αυτό το έκανε οποιαδήποτε άλλη μέρα θα υφίστατο δίωξη).

 «Ο Ανάποδος Κόσμος». Ο φύλακας της τάξης και ο Ανατροπέας της (Φωτό Θανάσης Βαρελάς 2001)

Αυτή τη μέρα «του Ανάποδου Κόσμου» οι άνδρες ντύνονται γυναίκες, οι γυναίκες άνδρες, οι φτωχοί άρχοντες, οι παλαβοί βασιλιάδες (στοιχείο του μυθιστορήματος του Ουγκό, που αναφέρεται στον έρωτα του καμπούρη Κουασιμόδου, κωδωνοκρούστη στην Παναγία των Παρισίων, με την όμορφη τσιγγάνα Εσμεράλδα και τον οποίον οι κάτοικοι του Παρισιούμ -σε μια αποκριάτικη γιορτή- τον ονομάζουν βασιλιά για μια μέρα) κ.ο.κ. Μέσα σε αυτή την τρέλα της μεταμφίεσης ο Ζευγολάτης -στην ιερότερη στιγμή της μέρας- εισέρχεται με το αλέτρι του και τα δαμαλάκια του στην πλατεία της Νέδουσας και οργώνει «τρεις φορές ανάποδα, οδηγώντας τα αντίθετα από την φορά του ρολογιού, δηλ. από δεξιά προς αριστερά», ανάποδα από την Τάξη που γυρίζει η Γη και το Σύμπαν. Η ανατροπή επέρχεται με όλα όσα βωμολοχικά ακούγονται, με την κατάχρηση φαλλικών ομοιωμάτων, με την έκφραση άσεμνου -κατά την αστική ορολογία- λόγου και γενικά «υπάρχουν εκφράσεις, που κατορθώνουν συγχρόνως μια τέλεια διατύπωση και τη μετακένωση ενός δεινού, αχόρταγου πόθου και, έτσι, την απελευθέρωση από αυτόν, αφού, ακριβώς ο πόθος αυτός εξωτερικεύεται, ανακοινώνεται. Καταργείται εδώ η συνθήκη της καταχωνιασμένης libido. Η χωριάτικη πλατεία και αυλή ήταν, εκτός από τα άλλα, και ένα δημόσιο προληπτικό ψυχιατρείο, στα όρια του ιστορικά εφικτού βέβαια. Naturalia non sunt turpia, δηλαδή τα  φυσικά  πράγματα  δεν είναι αισχρά. Αν ήθελα να προσθέσω κάτι σε σχέση με αυτή τη φράση, θα έλεγα ότι στις περιπτώσεις των δρωμένων δεν πρόκειται απλώς για φυσικά πράγματα: στην αρχική τουλάχιστον λειτουργία των δρωμένων, αυτά ανέβαιναν σε ένα άλλο επίπεδο. Το επίπεδο της τελετουργίας και μιας αρχέγονης λατρείας. Πώς αλλιώς θα μπορούσαμε π.χ. να εννοήσουμε και να σεβαστούμε ανάλογα συμπαρομαρτούντα σεξουαλικά στοιχεία της διονυσιακής λατρείας;» γράφει για το Δρώμενο της Νέδουσας ο καθ. κ. Μιχ. Μερακλής. Ο Βάλτερ Πούχνερ γράφει πως «…τίποτε δεν γίνεται όπως στην καθημερινή ζωή. Αυτή η ελευθερία δεν περιορίζεται μόνο στα λόγια, αλλά απλώνεται και σε παντομιμικές πράξεις, εκδηλώνεται με σεξουαλικά και άλλα υπονοούμενα, αλλά είναι τελετουργική. Δεν προκαλεί παρεξηγήσεις. Δεν συγκρούεται δηλαδή με αξίες όπως η τιμή, η ντροπή, η αξιοπρέπεια ή με ιδανικές συμπεριφορές όπως: σεμνότητα, εγκράτεια, και τιμιότητα. Κατά την διάρκεια της γιορτής ισχύουν άλλοι κανόνες συμπεριφοράς. Ειδικά στο καρναβάλι, πολλές φορές ακριβώς οι αντίθετοι από εκείνους της καθημερινής ζωής. Αυτό το μοτίβο του «ανάποδου κόσμου» βρίσκουμε ήδη στην αρχαιότητα.                                                                                                         
Η επαφή με τη Γη. Ο μύθος της πάλης του Ηρακλή με τον Ανταίο (γιο της θεάς Γης) είναι η μυθική ερμηνεία της δύναμης που παίρνει αυτός που πατά στη Γη. Ο πρωτόγονος άνθρωπος  «αναγνώρισε»  πως η Γη του δίνει δύναμη, ασφάλεια και κυρίως τροφή. Στο Δρώμενο της Νέδουσας ο Ζευγολάτης-Βουζύγης οδηγεί τα «δαμαλάκια του». Πάντοτε τα «δαμαλάκια» της Νέδουσας, (αλλά και τα «δαμαλάκια» σε παρόμοια δρώμενα της Β. Ελλάδος) είναι ζυγός αριθμός 2 ή 4 και πάντα είναι νέοι «άλκιμοι αρρενωποί έφηβοι του χωριού που σύρουν με το νεανικό σφρίγος τους το αλέτρι «εις μιαν νοητήν ρήξιν του υμένος της Παρθένου Γης», καθώς περιγραφικά ακριβολογεί ο Θάνος Μουρράης-Βελλούδιος για το Δρώμενο του «Καλόγερου» στην Αγία Ελένη Σερρών. Στη Νέδουσα λοιπόν και στην διάρκεια της  Αροτρίοσης, κάποια στιγμή σε μια από τρεις περιστροφές, πέφτουν κάτω στη Γη. Η αρχική μου εντύπωση ήταν πως επρόκειτο για απρογραμμάτιστη πτώση προερχόμενη πιθανώς από την ένταση της ιερής στιγμής ή και ως αποτέλεσμα της άκρατης οινοποσίας. Το συμπέρασμα όμως που έβγαλα παρακολουθώντας τους νέους που θα υποδυθούν τους «δάμαλους» και καταγράφοντας τα δέκα τελευταία χρόνια την πτώση τους, με συγκλόνισε.

Συνεύρεση με την Χθόνα Γην (Φωτό Τάσος Βαμβακάς 2006)

Ενώ ψυχολογικά και σωματικά αντέχουν, πέφτουν κάτω, μιμούμενοι τους παλαιότερους, για να πάρουν, κατ’ αρχήν, δύναμη από την Μητέρα-Γη, αλλά μέσα στο πέσιμό τους διακρίνονται κινήσεις εμβολισμού που συμβολίζουν «την συνεύρεσιν εις αυτούσιαν συνουσίαν με την Χθόνα Γην», όπως το εξηγεί ο Θάνος Μουρράης-Βελλούδιος.

Ο Γάιδαρος. Δίπλα στις Μαινάδες ως συμπλήρωμά τους στη συνοδεία του Διονύσου υπήρχαν όντα ειδικού χαρακτήρα, μισο-άνθρωποι και μισο-ζώα, οι Σάτυροι και οι Σειληνοί, που όντας στην αρχή ξεχωριστοί, κατέληξαν αργότερα να συγχέονται και να θεωρούνται όμοιοι. Είναι ιδιαίτερα γνωστοί από τις πολυάριθμες καλλιτεχνικές απεικονίσεις τους, παρά από λογοτεχνικές πηγές. Η πατρίδα των Σατύρων φαίνεται πως ήταν η Πελοπόννησος και ειδικότερα η Αρκαδία, ενώ οι Σειληνοί που κατάγονταν από τη Θράκη και τη Φρυγία ξεχώριζαν από τους Σάτυρους, μοιάζοντας πολύ με Κένταυρους. Οι Σειληνοί βοήθησαν τον Διόνυσο κατά τη Γιγαντομαχία, καβάλα σε γαϊδάρους, που τα γκαρίσματά τους τρομοκράτησαν τους αντίπαλους των Ολύμπιων. Το γαϊδούρι πέρασε στην Ελλάδα από την Ανατολή μαζί με την λατρεία του θεού Διόνυσου. Εγινε μέλος των Διονυσιακών παρελάσεων για πολλούς λόγους. Οι λόγοι είναι πως άντεχε να μεταφέρει αναβάτες, διότι έχει αστεία όψη, διότι το γκάρισμά του είναι φασαριόζικο, αλλά και διότι ο μεγάλος φαλλός που έχει ταίριαζε απόλυτα με τον Διονυσιακό χαρακτήρα αυτών των γιορτών. Η φράση «την έχει γαϊδουρινή» είναι γνωστή και εν χρήσει.  Στο  Δρώμενο της Νέδουσας τα γαϊδουράκια συμμετέχουν σε δύο φάσεις, όπως στις κωμικές παρελάσεις των αρχαίων με το ονάριον του Διονύσου. Στον  Αγερμό μεταφέρουν το πούργι με τα φιλέματα των νοικοκυραίων. Στον Γάμο μεταφέρουν τη Νύφη και τον Γαμπρό, αλλά και χαρακτηριστικούς καλεσμένους- συνοδούς.

Ο Γάιδαρος και ο Γαμπρός (Φωτό Τάσος Βαμβακάς 2006)

Φαλλοφορίες:  Στο Δρώμενο της Νέδουσας κυκλοφορούν Φαλλοί όλων των μεγεθών. Συστηματική Φαλλοφορία γίνεται στον Αγερμό και στον Γάμο. Οι Φαλλοί περιφέρονται από γυναίκες και άνδρες. Ο Φαλλός είναι το φανερό σύμβολο της γονιμοποιού δυνάμεως στη Φύση. Με τον παραλληλισμό ανάμεσα στην ανθρώπινη, την ζωική και τη φυτική γονιμότητα, που είναι ολοφάνερος στους αγροτικούς λαούς σε ένα πιο πρωτόγονο στάδιο, ο Φαλλός έχει τη θέση του σε πανάρχαιες ιεροτελεστίες της γονιμότητας. Τον κρατούσαν και σε όλες τις διονυσιακές πομπές. Αισχρολογία και απεικονίσεις γεννητικών οργάνων είναι χαρακτηριστικά όλων των γιορτών που αποσκοπούν στη γονιμότητα, στη γένεση ανθρώπων και καρπών.    

Ομως ο Φαλλός έχει και  άλλες δύο ιδιότητες οι οποίες συμπεραίνονται από μία σκανδαλιστική αλλά αξιομνημόνευτη περίπτωση της αρχαίας ελληνικής θρησκείας: την ερμαϊκή στήλη. Αυτή ήταν ένα μάλλον επιβλητικό, συνήθως γενειοφόρο, κεφάλι  πάνω σε μια τετράπλευρη στήλη και στην κατάλληλη θέση, ένας μη δυνάμενος να παρερμηνευθεί, ρεαλιστικά αποδοσμένος, όρθιος Φαλλός. Αυτές οι ερμαϊκές στήλες ήταν συνήθως τοποθετημένες στις εισόδους σπιτιών, σε σταυροδρόμια έξω από πόλεις, στην αγορά και στα σύνορα μεταξύ πόλεων. Δεν ήταν στημένες στην κρεβατοκάμαρα, ούτε σε χωράφια με σιτηρά, ούτε σε στάβλους. Ο ρόλος τους ήταν αποτροπαϊκός δηλ. αποτρεπτικός. Ποιος είναι όμως αυτός που πρέπει να κρατηθεί μακριά με τέτοια μέσα; Οι απρέπειες μάλλον τραβούν το βλέμμα, γι' αυτό και αποτρέπουν το κακό μάτι, πρότεινε ο Πλούταρχος. Οι  άνθρωποι συνειδητά ή ασυνείδητα γνωρίζουν τι σημαίνει αυτή η πράξη επίδειξης: μία εκδήλωση που μεταδίδει ένα μήνυμα ισχύος με τη σημασία του. Κάθε άτομο που πλησιάζει απ’ έξω -σπίτι, πόλη- θα παρατηρήσει ότι αυτή η ομάδα που είναι μέσα -σπίτι, πόλη-δεν αποτελείται από ανίσχυρες γυναίκες και παιδιά, αλλά απολαμβάνει της προστασίας του ανδρισμού.                                           

Φαλλός (Φωτό Γ. Παπαδόπουλος 1997)                        

Αγερμός με Φαλλό (Φωτό Τάσος Βαμβακάς 2006)

Για τη χρήση του Φαλλού ο λαογράφος-ερευνητής Μ. Κοπιδάκης σχολιάζει: «Ακόμη και στους τάφους οι φαλλικές απεικονίσεις δεν είναι σπάνιες. Ο Φαλλός υποδηλώνει τη μακαριότητα της μετά θάνατον ζωής, διασφαλίζει τη γαλήνη του νεκρού και προοιωνίζει τη μέλλουσα αναγέννηση ή ακόμη και την εκ νεκρών ανάσταση». Συνεχίζοντας αναφέρει: «Τα άσματα των νέων Φαλλοφόρων, που είναι ως είδος έκφρασης και Διονύσου αρχαιότερα, φαιδρύνουν τις γονιμικές γιορτές, διακηρύσσοντας πως όσο ο Φαλλός, ο συνεργός πάσης γενέσεως, σφριγά, δεν έχει ο θάνατος τον τελευταίο λόγο», ενώ ο Burkert  λέει: «Οι τελετουργίες με σεξουαλικά στοιχεία γίνονται κατανοητές κυρίως ως μαγείες ευφορίας».                                                                                                                                                                               

«Οσο ο Φαλλός σφριγά, δεν έχει ο θάνατος τον τελευταίο λόγο». (Φωτό Χρήστος Ν. Ζερίτης 2012)

Σκυλιά : Το 1997 έκανα την πρώτη βιντεοσκόπηση του Δρωμένου και την φωτογραφική του απεικόνιση είχαν αναλάβει ο Γιάννης Παπαδόπουλος και ο Τάκης Ροϊδάκης, στους οποίους είχα «αποκαλύψει» τις υποψίες μου πως επρόκειτο για κάτι πολύ σοβαρό και πως η δική τους συμβολή θα με βοηθούσε στην παρουσίασή του στους Επιστήμονες-Λαογράφους κ.κ. Μερακλ ή και Αικατερινίδη. 

 

Ο Νικήτας και ο Σκύλος του συμμετέχουν στο Δρώμενο το 1997  (Φωτό Γιάννης Παπαδόπουλος)

Σε κάποια στιγμή που κατέγραφα τα δρώμενα, αντιλήφθηκα μεγάλη αναταραχή και κάποιοι από τον «Θίασο» γύρισαν πίσω, κάποιοι άλλοι φαίνονταν αναστατωμένοι κ.ο.κ. Τι είχε συμβεί. Ο Νικήτας Βεργινάδης κουβαλούσε στην πλάτη του και πότε στην μασχάλη του έναν ωραίο μαύρο Σκυλάκο. Σε όλη την πορεία οι πορευόμενοι τον πείραζαν, του τράβαγαν τα αυτιά, τον ειρωνευόντουσαν και του μιλούσαν προσβλητικά (του Σκύλου βέβαια). Κάποιος έδωσε στον Σκύλο να φάει ένα μεγάλο κομμάτι παστό, αλλά αυτός δεν μπόρεσε να το καταπιεί και του κάθισε στον λαιμό. Αναστατωμένος ο Νικήτας γύρισε στο σπίτι του να βοηθήσει τον Σκύλο του και τον ακολούθησαν συγγενικά του πρόσωπα. Οταν το Δρώμενο ολοκληρώθηκε και γύρισα στο σπίτι του Νικήτα διαπίστωσα πως ο Σκύλος ήταν καλά πλέον και ο ίδιος ο Νικήτας μου περιέγραψε με τρόμο τις προσπάθειες που έκαναν για να τον σώσουν. Τον ρώτησα γιατί κουβάλαγε τον Σκύλο μαζί του και μου απάντησε πως «ήταν έθιμο».
Τα μετέπειτα χρόνια, μελετώντας λαογραφικά βιβλία που μου συνέστησαν οι κ.κ. Μερακλής και Αικατερινίδης, βρήκα τις ερμηνείες για την συμμετοχή Σκύλων στα αποκριάτικα Δρώμενα. Παραθέτω κάποιες: Το έθιμο του "Μπέη" ή "Κιοπέκ Μπέη", τελείται στις περιοχές Διδυμότειχου, Ορεστιάδας και Τριγώνου, την περίοδο της Αποκριάς με διάφορες παραλλαγές. Στην βασική του μορφή, ένας άρχοντας ο "Μπέης" με τους ακολούθους του, περιέρχεται τα σπίτια του χωριού, όπου δέχεται κεράσματα και δίνει ευχές. Ακολουθεί στην πλατεία, αναπαράσταση οργώματος και της σποράς, ο συμβολικός θάνατος και η ανάστασή του. Κιοπέκ-μπέης σημαίνει ο μπέης των σκυλιών. 
Ο Βάλτερ Πούχνερ γράφει: «Ανάμεσα στα λαϊκά έθιμα συναντάμε και περιπτώσεις όπου το αρχικό νόημα του δρωμένου έχει χαθεί. Με τις σημερινές μας αντιλήψεις το δρώμενο παραμένει ανεξήγητο. Αυτό συμβαίνει διότι τις πράξεις αυτές δεν τις εγκρίνουμε, τις βρίσκουμε αποκρουστικές. Μια τέτοια περίπτωση είναι το βασάνισμα των μαντρόσκυλων την Καθαρή Δευτέρα, έθιμο που απαντά στην Βουλγαρία, στην Τουρκία και στην Ελλάδα. Οι τελεστές του εθίμου απαντούν πως το κάνουν «για να μην αρρωστήσει το σκυλί από λύσσα». Αυτός ο δυσεξήγητος και για το σημερινό κοινό αίσθημα αποκρουστικός βασανισμός των σκυλιών, φαίνεται να έχει κάποια σχέση με την ύπαρξη κυνοκέφαλων δαιμόνων, στους οποίους πιστεύουν όλοι οι βαλκανικοί  λαοί. Πρέπει να έχει επίσης κάποια σχέση με την Καθαρή Δευτέρα, η οποία λέγεται και «Σκυλοδευτέρα». Αυτός ο συσχετισμός του σκύλου με δαιμονικά όντα και την Καθαρή Δευτέρα, δηλαδή ημερομηνία γενικής κάθαρσης, φαίνεται πως ανάγεται στην αρχαιότητα.  Ο σκύλος θεωρήθηκε τότε χθόνιος δαίμονας των νεκρών (να θυμηθούμε τον Κέρβερο) και στα ρωμαϊκά lupercalia γίνονταν θυσίες σκυλιών που είχαν καθαρτική και ευετηριακή σημασία. Θυσίες σκύλων προς τιμήν της Εκάτης γίνονταν και στην Σαμοθράκη».

Καλόγερος. Στα πλαίσια των πολλών καταγραφών που έχω κάνει στη Νέδουσα, ιδιαίτερη κατηγορία αποτελούν τα τραγούδια. Στην υποκατηγορία «αποκριάτικα» υπάρχουν αρκετά από αυτά που λέγονται τις μέρες αυτές. Σχεδιάζοντας το παρόν σημείωμα ξαναδιάβασα τα λόγια τους, διότι πιστεύω πως πάντα μας διαφεύγουν λέξεις και φράσεις  που κρύβουν ουσιαστικά θέματα και χρειάζεται η επαναλαμβανόμενη ανάγνωσή τους. Τα πρώτα χρόνια της επαφής μου με το Δρώμενο είχα ακούσει τον αγαπητό μου Κώστα Σούμπλη (Λαγός), έναν από τους βασικούς συντελεστές στην επιβίωση του Δρωμένου στην εποχή μας να τραγουδάει στην διάρκεια του Αγερμού το παρακάτω:

-Τι’ ναι φτούνα Καλόγερε, τι’ ναι φτούνα που κρέμονται,
τα’ ναι φτούνα που κρέμονται κουνιούνται και δε φαίνονται.
-Είναι η βου- μωρέ μανάκι μου-είναι η βουκεντρίτσα μου,
είναι η βουκεντρίτσα μου που κεντώ τη γρίτσα μου.

Και αργότερα στον Γάμο το «Ησαϊα χόρευε Πήδαγε Καλόγερε...»

Αρχικά τα παραπάνω στιχουργήματα τα θεωρούσα ως συνηθισμένα αποκριάτικα τραγούδια,  παρεμφερή με εκείνα που σατιρίζουν την θρησκευτική τάξη.  Η ανατροπή της Αποκριάς συντελείται και με την σάτιρα της πολιτικής εξουσίας αλλά και με την σάτιρα της θρησκευτικής. Παπάς, Δεσπότης, Διάκος και Καλόγεροι «χάνουν» την εξουσία τους την Καθ. Δευτέρα. Ο Καλόγερος, ως θρησκευτική ιδιότητα, καθόλου δεν σχετίζεται με τον Καλόγερο των Αποκριών. Ηχητικά το όνομα με μπέρδευε. Πως είναι δυνατόν ένας καλόγερος να είναι επίσημα παντρεμένος και να το ομολογεί; Ο Καλόγερος λοιπόν της Νέδουσας πρέπει να είχε άλλη ιδιότητα, πέραν της θρησκευτικής. Οι «Καλόγεροι» στη Βιζύη και στην Αγία Ελένη Σερρών, με βάση τις περιγραφές που είχα διαβάσει, έπρεπε να ήταν οπωσδήποτε παντρεμένοι για να τους αποδοθεί η ιδιότητα από την κοινότητα.               

 
«Οτι οι καλόγεροι παντός έθνους και πάσης εποχής υπήρξαν οι κατ’ εξοχήν θιασώται του Βάκχου, το μαρτυρεί  μεν η φυσική ιστορία του γένους των ιερέων, αρχιερέων, μοναχών, ιερομονάχων το επιβεβαιούσι δε αι πανταχού και σήμερον μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης, συντηρούμεναι των ευαγών μοναστηρίων, αρχιεπισκοπών κ.λ.π. οιναποθήκαι…» γράφει Γ. Βιζυηνός.                                                                        


Οπως για τον «Καλόγερο» του Κωστί έχουμε θαυμαστές περιγραφές-μελέτες, όπως του καθηγητή της Μεγάλης του Γένους Σχολής Αν. Χουρμουζιάδη το 1872, έτσι και για τον «Καλόγερο» της Βύζας έχουμε την γνωστή πραγματεία, «Οι Καλόγεροι και η λατρεία του Διονύσου εν Θράκη» του μεγάλου ποιητή μας Γ. Βιζυηνού. Η πραγματεία δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Εβδομάς» το 1888 και στη «Θρακική επετηρίδα» της Πόλης κατά το 1897. Ο Βιζυηνός επειδή καταλαβαίνει πως η εισαγωγή του κειμένου του-περί καλογέρων κ.λ.π. θα σκανδαλίσει τους χριστιανούς, προβαίνει σε διευκρινίσεις γράφοντας «οι φιλοπαίγμονες και σκανδαλώδεις ούτοι Καλόγεροι δεν είναι ούτε μοναχοί, ούτε ιερομόναχοι, ούτε αρχιμανδρίται, ούτε πρωτοσύγγελοι, ούτε πατριάρχαι. Αληθώς οι τελευταίοι ούτοι φορούσι μίτρας επί της κεφαλής και κωδωνίσκους ανά τα παρυφάς των ολόχρυσων αυτών αμφίων, αλλά ουδέν κοινόν έχουσι τα εικονικά ταύτα περιβλήματα των πανιερωτάτων, προς την αληθώς σατυρικήν περικόσμησιν των ιδικών μου Καλογήρων. Τριχωτάς όψεις και μέχρι ομφαλού καθήκοντας πώγωνας έχουσι και ούτοι, αλλά τρίχες και πώγωνες αυτών δεν ανήκουσιν εις το πρόσωπον, αλλ’ εις το επ’ αυτού δερμάτινον προσωπείον. Επειτα, επί της κεφαλής αυτών σείουσιν ουχί απαστραπτούσας εξ αδαμάντων μίτρας, αλλά υπερπηχυαίους κωνοειδείς πίλους, μόνον ακροτελεύτιον φέροντες κόσμον, την ουράν αλώπεκος ή λύκου».

          

«Καλόγερος» της Νέδουσας (Φωτό Ελ. Ψυχογιού 2006)

Ο εκ των κορυφαίων αρχαιολόγων-λαογράφων Κ.Α. Ρωμαίος έδωσε «εν τη σοφία του» την παρακάτω ερμηνεία στην λέξη «Καλόγερος» των αποκριάτικων δρωμένων: «Η ονομασία Καλόγεροι ή Καλόγερος δεν έχει καμία σχέση με τους μοναχούς, τους καλόγερους. Το αρχικό στοιχείο είναι ο «Γέρος», επειδή  οι μεταμφιέσεις με την τραγίσια μάσκα τους με τ’ ακούρευτα γένια και τα τομάρια που φορούσαν, έμοιαζαν με γέροντες κι ήταν το φόβητρο των παιδιών». 
Η προσθήκη του «Καλός» έγινε προκειμένου να μειώσει τον φόβο που προξενούσαν με την τρομερή εμφάνισή τους (τα χρόνια που τα παιδιά τρόμαζαν με όλες τις δεισιδαίμονες υπάρξεις, καλλικάντζαρους, δράκους, αράπηδες, τελώνια κ.ο.κ.) αφού πρόκειται για την γνωστή μέθοδο του εξευμενισμού, καθώς θα λέγαμε σήμερα «να λες το κακό με καλές λέξεις» (όπως το ξύδι το λέμε γλυκάδι, την Μαύρη θάλασσα τη λέμε Εύξεινο πόντο κ.ο.κ). Έτσι ο Καλόγερος, Καλός-Γέρος, έπαψε να προκαλεί τρόμο με την εμφάνισή του και έγινε αποδεκτός και από τα παιδιά. Η κοινότητα στο σύνολό της πλέον (για τα παιδιά οι πράξεις του φοβερού με το «δερμάτινον προσωπείον» ήταν δυσνόητες) αποδέχθηκε πως η εμφάνιση του Καλόγερου ήταν προϋπόθεση επιτυχίας των ιεροπραξιών που επεδίωκαν την εξασφάλιση της γονιμότητος.

Καθώς γράφει ο Κώστας Θρακιώτης: «Ο Καλόγερος αποτελεί έθιμο πανάρχαιας ιστορικής προέλευσης, όπου τα μαγικοθρησκευτικά στοιχεία του τοτεμισμού υπερκεράσθηκαν από τα θρησκευτικά κι αναπτύχθηκαν σε μυητικές τελετουργίες, στα Μυστήρια και στα της ιεροπραξίας. Ο θάνατος και η ανάσταση του βλαστικού θεού αντιπροσώπευε, σαν ανακύκληση, τη γονιμική λειτουργία της φύσης. Η θυσία του ζώου-θεού, αντικαταστάθηκε τελικά σε συμβολική ιεροτελεστία μ’ ένα συμβολικό θάνατο που ακολούθησε την Ανάσταση –με τη μαγική πράξη της ομοιοπαθητικής- εξασφαλίζοντας το ετήσιο πέρασμα από τη σπορά στη συγκομιδή».

  

Η Αροτρίοση στη Νέδουσα (Φωτό Γιάννης Παπαδόπουλος 1997)

Δεν διαθέτω στοιχεία πως στη Νέδουσα ο «Καλόγερος» υπήρξε τελετουργικώς σημαντικό πρόσωπο στο Δρώμενό της. Ούτε οι πληροφορητές μου, σύγχρονοι και προαπελθόντες, μου περιέγραψαν κάτι παρεμφερές. Ομως είμαι σίγουρος πως η ύπαρξη των σατιρικών τραγουδιών του «Καλόγερου» αποδεικνύει την ύπαρξη ενός βασικού παράγοντα των τελετουργιών, που σε παλαιότερες εποχές είχε εξέχοντα ρόλο, αλλά με το πέρασμα των χρόνων ατόνησε και μετακινήθηκε. Η Αροτρίοση εξακολουθεί να είναι και σήμερα η ιερότερη στιγμή μέσα στις τελετουργίες του Δρωμένου της Νέδουσας, ο Ζευγολάτης είναι πάντα ο «κορυφαίος» και το πρόσωπο που και σήμερα την τελεί επιλέγεται από την κοινότητα -εν προκειμένω από τους εκπροσώπους της- με βάση τα χαρακτηριστικά που πρέπει να έχει ένα μέλος της για να είναι επιτυχής η άροση και τα αποτελέσματά της.  Πιστεύω πως στη Νέδουσα ο «Καλόγερος», ως πρωταγωνιστικός ρόλος, μοιράστηκε στην διάρκεια των χιλιετηρίδων ύπαρξής του στις επί μέρους τελετές. Στο πρωινό Μουντζούρωμα «Καλόγερος» είναι αυτός που αναλαμβάνει να μουντζουρώσει τους συμμετέχοντες με την καπνιά του φούρνου. Στον Αγερμό «Καλόγεροι» είναι αυτοί που παίζουν τα ντόπια όργανα και αυτοί που ηγούνται της Πορείας στα σπίτια της κοινότητος. Στην Αροτρίοση «Καλόγερος» είναι ο Ζευγολάτης που οργώνει τρεις φορές. Στον Γάμο «Καλόγερος» είναι ο Γαμπρός, ο οποίος στο τέλος της τελετής «ερωτεύεται» τη Νύφη κατάχαμα, πάνω στο τρεις φορές οργωμένο χώμα, αλλά και «φονεύεται νέος» για «να μην πεθάνει από γεροντική άνοια» ώστε όταν αναστηθεί να παραμένει ακμαίος. Σ’ αυτόν απευθύνεται το σατιρικό «…Πήδαγε Καλόγερε…». Στην Κηδεία «Καλόγερος» είναι ο Νεκρός -πρώην Γαμπρός- του οποίου η Ανάσταση επιτυγχάνεται  και είναι η Ανάσταση-Ξύπνημα της Φύσης, μα κυρίως ολοκληρώνει επιτυχώς τις προσπάθειες για την εξασφάλιση της καλοχρονιάς σε καρπούς, ζώα και ανθρώπους. Κατ’ αυτόν τον τρόπο η κοινότητα θα συνεχίσει να επιβιώνει και θα αφήσει πίσω της τον μακρύ και βαρύ χειμώνα, αλλά και θα εκπληρωθεί θετικά η επιθυμία όλων να συνεισφέρουν στο κοινό καλό, αφού «αν δεν γίνει μια χρονιά το Καρναβάλι θα είναι κακό για το χωριό».                                       
Συγκινημένος με όλες αυτές τις σκέψεις, ας μου επιτραπεί να καταθέσω την διάθεσή μου εν όψει της φετινής Τελετουργίας, αναπολώντας τις χαρές και τις στενοχώριες τα 22 αυτά χρόνια που ασχολούμαι, ως ερευνητής μα και ως συνεορταστής, με το Δρώμενο της Νέδουσας. Πρόκειται για μια φράση της περιγραφής του Δρωμένου στην Βιζύη από τον Γεώργιο Βιζυηνό, ο οποίος βλέποντας την ιεροπραξία της Αροσης συγκινείται, καθώς και ο γράφων κάθε φορά που συμμετέχει σε αυτή, αφού «Αροτρίοση και σπορά αντιπροσωπεύουν βασικά έργα βιοπορισμού και τα έργα του κύκλου αυτού, καθώς και τα εργαλεία του, καλύφθηκαν προαιώνια με το πέπλο του θρύλου και της ιερότητας».

Η Αροτρίοση στην Αγία Ελένη Σερρών (Φωτό Γεώργιος Ν. Αικατερινίδης 1965)

Γράφει ο Γ. Βιζυηνός «…Ηδη το υννίον σχίζει μετά μυστηριώδους τριγμού και αυλακώνει τα χλοάζοντα της γης στέρνα. Ιερά φρικίασις διατρέχει τα νεύρα των, από της γης και μόνον αποζώντων, εκείνων Ελλήνων. Τα όμματα των γερόντων και τα ιδικά μου πληρούνται δακρύων…».


Χρήστος Ν. Ζερίτης (4.8.2014-15.2.2017)

Βοηθήματα
1. Γ.Α. Μέγας. Ελληνικές γιορτές και έθιμα της λαϊκής λατρείας. Εκδόσεις Οδυσσέας 1993
2. Μ.Γ. Μερακλής. Το Καρναβάλι της Νέδουσας Μεσσηνίας. Ομιλία στο Πνευματικό Κέντρο Καλαμάτας 17.2.2001
3.Γ.Ν. Αικατερινίδης. Προλογικό  σημείωμα σε φωτογραφικό λεύκωμα των  Τ.Βαμβακά-Γ.Κόσσυβα.2006.
4. Βιζυηνός Γεώργιος. Οι Καλόγεροι και η λατρεία του Διονύσου εν Θράκη. Περιοδικόν «Εβδομάς Ε΄» 1888.
5. Πούχνερ Βάλτερ. Λαϊκό θέατρο στην Ελλάδα και στα Βαλκάνια. Εκδόσεις Πατάκη 1989
6. Γ.Ν. Αικατερινίδης. Εικονογραφία της Σερραϊκής Λαογραφίας. Αθήνα 2002
7. Θάνος Μουρράης-Βελλούδιος. Ευγονία και άλλα τινά. Εκδόσεις Άγρα 1991.
8. Jane Ellen Harrison. Αρχαίες Ελληνικές Γιορτές.  Εκδόσεις  Ιάμβλιχος 1996.
9. Jane Ellen Harrison. Ιερές τελετές και αρχαία τέχνη. Εκδόσεις Ιάμβλιχος 1995
10. Περιοδικό «Επτά Ημέρες». Αποκριά και Αγροτικά Δρώμενα. Εφ. Καθημερινή 1.3.1998
11. Στ.Χ. Πασόπουλος. Έθιμα της θρακικής παράδοσης, που οι ρίζες τους παραπέμπουν στον αρχαιοελληνικό πολιτισμό. Πτυχιακή εργασία στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, Τμήμα Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης.
12. Κακούρη Κατερίνα. Διονυσιακά. Εκ της σημερινής λατρείας των Θρακών. Εκδόσεις Ιδεοθέατρον 1999.
13. Θρακιώτης Κώστας. Η λαϊκή πίστη και λατρεία στη Θράκη. Εκδόσεις Ρήσος 1991.
14. Ρέκλος Αναστάσιος. Ο Καλόγερος στην Αγία Ελένη Σερρών. Εφημ. Μακεδονία 26.2.2012       
15. Burkert  Walter. Ελληνική μυθολογία και τελετουργία-δομή και ιστορία. ΜΙΕΤ 1993.