Δευτέρα, 19 Απριλίου 2021 11:54

Διεθνείς συνθήκες & συνέδρια που επηρέασαν την Επανάσταση τον 19ο αιώνα (Β’ μέρος)

Γράφτηκε από τον

Του Γιάννη Μπίρη

Συνέδριο του Άαχεν (Aix la Chapelle).

Το πρώτο από το «σύστημα συνεδρίων» της Ιερής συμμαχίας έγινε στο Aix la Chapelle, το σημερινό Άαχεν της Γερμανίας, από τις 30 Σεπτεμβρίου μέχρι τις 3 Νοεμβρίου 1818, με τη συμμετοχή της Ρωσίας, της Αυστρίας, της Αγγλίας και της Πρωσίας. Παρόντες σε αυτό ήταν ο τσάρος Αλέξανδρος Α΄ Παύλοβιτς (Александр I Павлович), ο αυτοκράτορας της Αυστρίας Φραγκίσκος Α΄ (Franciscvs I D.G, Avstriae Imperator), ο βασιλιάς της Πρωσίας Φρειδερίκος Γουλιέλμος Γ' (Friedrich Wilhelm III Koenig V. Preussen) και οι αντιπρόσωποί τους. Την Αγγλία εκπροσώπησαν ο υπουργός εξωτερικών, υποκόμης Ρόμπερτ Στιούαρτ του Κάσελρι (Robert Stewart, του Castlereagh) και ο δούκας του Ουέλινγκτον (Duke of Wellington) ενώ τη Γαλλία ο πρωθυπουργός της και υπουργός εξωτερικών, Αρμάνδος Εμμανουήλ Πλεσίς 5ος Δούκας του Ρισελιέ (Armand Emmanuel Sophie Septimanie de Vignerot du Plessis, 5eme Dukes de Richelieu).
Το ζήτημα της Γαλλίας προηγήθηκε στο συνέδριο. Το κύριο θέμα του συνεδρίου ήταν οι πολεμικές αποζημιώσεις που έπρεπε να καταβάλει στους ευρωπαίους η ηττημένη στους Ναπολεόντειους πολέμους, Γαλλία. Ο Ρισελιέ πρότεινε να καταβάλει η Γαλλία άμεσα, το μεγαλύτερο μέρος των πολεμικών αποζημιώσεων που όφειλε, με αντάλλαγμα την επίσης άμεση αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων από το έδαφός της, ως τις 30 Νοεμβρίου 1818. Τότε φάνηκε η διπλωματική δεινότητα αλλά και η ισχυρή προσωπικότητα του Καποδίστρια, ο οποίος μετά από συνεννόηση με τον Ρισελιέ, πρότεινε στο συνέδριο και κατάφερε να εγκριθεί μια μείωση των απαιτήσεων από τη Γαλλία, κατά 600.000 φράγκα. Γι’ αυτό το θέμα ο Ρισελιέ γράφει αργότερα σε επιστολή του στον τσάρο:
«…έπειτα από μακρές και θλιβερές συζητήσεις υπογράψαμε τη συμφωνία για τη μείωση των πολεμικών αποζημιώσεων εκ μέρους της Γαλλίας προς τις νικήτριες δυνάμεις. Ο πληρεξούσιος της Υμετέρας Μεγαλειότητος, ο κόμης Καποδίστριας, υπήρξε ανυπολόγιστα πολύτιμος για μας και του οφείλουμε εξ ολοκλήρου τον επιτευχθέντα μετριασμό. Είμαι βέβαιος ότι ο κόμης Καποδίστριας στις προσπάθειές του υπερέβη κατά πολύ τις οδηγίες που είχε λάβει από την Υμετέρα Μεγαλειότητα. Σας παρακαλώ να μη δυσαρεστηθείτε απέναντί του….»
Για το ίδιο θέμα την ίδια εποχή, ο Γάλλος διπλωμάτης Louis-Mathieu Molé και κατοπινός 16ος πρωθυπουργός της Γαλλίας (1836-1839) γράφει:
«Εάν η Γαλλία είναι ακόμη Γαλλία, το οφείλει κυριολεκτικά σε δύο ανθρώπους, που τα ονόματά τους δεν πρέπει ποτέ να τα ξεχάσει: στον τσάρο Αλέξανδρο και, κυρίως, στον υπουργό του των εξωτερικών Καποδίστριαν….»
Η προσφορά του Ρισελιέ έγινε δεκτή και με συνθήκη που υπεγράφη στις 9 Οκτωβρίου ρυθμίστηκαν οι απαιτήσεις των αποζημιώσεων και επιπλέον στις 15 Νοεμβρίου, η Γαλλία έγινε δεκτή στην Ιερή συμμαχία ως πέμπτο και ισότιμο μέλος της.
Το συνέδριο, μετά την εμμονή του Μέττερνιχ για διατήρηση των συμφωνημένων, αρνήθηκε την πρόταση του Καποδίστρια για τη μετατροπή της συμμαχίας σε πανευρωπαϊκή και ανανέωσε τη συνθήκη για την Ιερή συμμαχία. Αυτό ουσιαστικά σήμαινε και εγγύηση της εδαφικής ακεραιότητας της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Το συνέδριο ασχολήθηκε και απέρριψε επίσης υπόμνημα του Καποδίστρια για το δουλεμπόριο των μαύρων της αφρικανικής ηπείρου

 

Συνέδριο στο Τρόππαου (Troppau)

Το συνέδριο στο Τρόππαου (Troppau) της Σιλεσίας, τη σημερινή Οπάβα (Opava) της Τσεχίας, από τις 20 Οκτωβρίου μέχρι τις 8 Δεκέμβριου 1820, είχε ασχοληθεί με τη στρατιωτική εμπλοκή της Αυστρίας στην καταστολή της επανάστασης της Νάπολης αλλά και τα  επαναστατικά κινήματα που είχαν εκδηλωθεί στην Ισπανία καθώς και σε περιοχές της οθωμανικής αυτοκρατορίας, όπως στην Ήπειρο με τον Αλή-πασά και στη Σερβία. Στις 8 Δεκεμβρίου 1820, οι τρεις αυτοκρατορικές δυνάμεις, δηλαδή η Ρωσία , η Αυστρία και η Πρωσία, εξέδωσαν μια εγκύκλιο στην οποία διακήρυξαν το δικαίωμα και το καθήκον τους να επεμβαίνουν και να καταστέλλουν κάθε επαναστατικό κίνημα, το οποίο θα θεωρούσαν ότι απειλούσε την ειρήνη στην Ευρώπη.

Συνέδριο στο Λάιμπαχ (Laybach)

Λίγο πριν αλλά και μετά το ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης, από τις 26 Ιανουαρίου μέχρι τις 12 Μαΐου 1821, στο Λάιμπαχ (Laybach), τη σημερινή σλοβενική πρωτεύουσα Λουμπλιάνα (Ljubljana), έγινε ένα συνέδριο των κρατών-μελών της Ιεράς Συμμαχίας για την επίλυση προβλημάτων που είχαν αναδειχθεί μετά τους Ναπολεόντειους πολέμους με στόχο τη διατήρηση των υφιστάμενων καθεστώτων σε ειρήνη. 
Στο συνέδριο, που ξεκίνησε στις 26 Ιανουαρίου του 1821, ήταν παρόντες:
- Ο τσάρος της Ρωσίας Αλέξανδρος Α΄ Παύλοβιτς (Александр I Павлович) που συνοδευόταν από τον γραμματέα-σύμβουλο, βοηθό επί των εξωτερικών Ιωάννη Καποδίστρια,
- Ο αυτοκράτορας της Αυστρίας Φραγκίσκος Α΄ (Franciscvs I D.G, Avstriae Imperator) με τον υπουργό του επί των εξωτερικών Κλέμενς Μέττερνιχ (Klemens Wenzel Lothar von Metternich). 
- Η Πρωσία και η Γαλλία εκπροσωπούνταν με πληρεξουσίους.
- Την Αγγλία επίσης εκπροσωπούσε, ως απλός παρατηρητής ο υπουργός εξωτερικών Robert Stewart, υποκόμης του Castlereagh.
- Στο συνέδριο είχαν κληθεί επίσης και άλλοι μικρότεροι ηγεμόνες όπως ο βασιλιάς της Νάπολης και των Δύο Σικελιών Φερδινάνδος Α΄ των Βουρβώνων (Ferdinando I di Borbone) και οι δούκες της Μόντενα και της Τοσκάνης. 
Το συνέδριο του Λάιμπαχ, διακήρυξε και πάλι την αντίθεση των ηγετών της Ευρώπης στα επαναστατικά κινήματα, συμφώνησε στην κατάργηση του επαναστατικού συντάγματος της Νάπολης και εξουσιοδότησε τον αυστριακό στρατό να αποκαταστήσει εκεί την απόλυτη μοναρχία. Όμως η Γαλλία και κυρίως η Αγγλία, αμφισβήτησαν αυτή την απόφαση ενθαρρύνοντας έτσι τους επαναστάτες της Νάπολης αλλά και τις άλλες επαναστατικές κινήσεις γενικότερα. Η εισήγηση του Άγγλου υπουργού εξωτερικών Robert Stewart υποκόμη του Castlereagh στο συνέδριο, αμφισβήτησε ακριβώς το δικαίωμα της επέμβασης των «Μεγάλων Δυνάμεων» για την καταστολή οποιουδήποτε επαναστατικού κινήματος στην Ευρώπη. 
   Κατά τη διάρκεια του συνεδρίου του Λάιμπαχ, ο τσάρος Αλέξανδρος πληροφορήθηκε επίσημα με επιστολή της 24 Φεβρουαρίου 1821, από τον στρατηγό του Αλέξανδρο Υψηλάντη, που τότε βρισκόταν σε άδεια, την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης. Ο Υψηλάντης του υπέβαλε την παραίτησή του από τις τάξεις του ρωσικού στρατού, ζητώντας του ταυτόχρονα την αρωγή του υπέρ των ομοθρήσκων του, ορθοδόξων καταπιεζομένων λαών.
Ο τσάρος βρέθηκε σε δίλημμα. Θα έπρεπε να παραμείνει και να ενισχύσει μια ευρωπαϊκή συνομοσπονδία ή μήπως θα έπρεπε να ηγηθεί τώρα μιας ορθόδοξης σταυροφορίας εναντίον της οθωμανικής αυτοκρατορίας; Επέλεξε τη σκληρή γραμμή της ευρωπαϊκής πολιτικής και στις 14 Μαρτίου έδωσε διαταγή στον σύμβουλό του βοηθό-υπουργό εξωτερικών Ιωάννη Καποδίστρια να διαγράψει τον ήδη παραιτηθέντα, από τις τάξεις του ρωσικού στρατού, Αλέξανδρο Υψηλάντη και να τον ενημερώσει εγγράφως ότι η Ρωσία αποκηρύσσει την επιχειρούμενη επαναστατική κίνησή του:

Λάιμπαχ 14 Μαρτίου 1821
Πρίγκηψ μου,
Λαβών την από 24 Φεβρουαρίου υμετέραν επιστολήν ο Αυτοκράτωρ τόσω βαθυτέραν ησθάνθη θλίψιν, όσω αείποτε εξετίμησε το ευγενές των αισθημάτων, ων εδώκατε δείγματα εν τη υπηρεσία αυτού.
Πόρρω λοιπόν απείχεν η Α.Α.Μ. όπως πιστεύση ότι εμέλλετε, αίφνης, να παρασυρθήτε υπό του πνεύματος εκείνου του παραλογισμού, όπερ φέρει τους ανθρώπους του καθ’ ημάς αιώνος, επιλανθανομένους των πρωτίστων καθηκόντων αυτών, εις αναζήτησιν αγαθού, ουδόλως ελπιζομένου άλλως, ή δια της αυστηράς τηρήσεως των παραγγελμάτων της θρησκείας και της ηθικής. Η τάξις της γεννήσεως υμών, το στάδιον, όπερ εξελέξασθε, η δικαία υπόληψις, ην εκτήσασθε, τα πάντα, εν ενί λόγω, παρείχον υμίν την ευκαιρίαν και τα μέσα, όπως φωτίσητε περί των αληθών αυτών συμφερόντων τους προύχοντας εκείνους της Ελλάδος, τους δεικνύοντας τόσω φυσικήν προς υμάς εμπιστοσύνην. Αναμφιβόλως, εν τη φύσει του ανθρώπου έγκειται η διάθεσις της βελτιώσεως της τύχης εαυτού, και βεβαίως πλείσται περιστάσεις ενέπνευσαν εις τους Έλληνας την ευχήν, ίνα μη μείνωσι ξένοι προς τα ίδια αυτών πεπρωμένα. Άλλ’ άραγε, δια της αποστασίας και του εμφυλίου πολέμου ηδύναντο να ελπίζουν περί της επιτυχίας ενός τόσω εξόχου σκοπού; Δύναται, μήπως, να ποθή την αναγέννησιν αυτού και ανύψωσιν, εις την βαθμίδα των ελευθέρων, έθνος τι, δια σκοτεινών υπενεργειών, δια ζοφωδών σκευωριών; Ο Αυτοκράτωρ ουδόλως διανοείται τούτο· έσπευδεν, ίνα εξασφαλίση εις τους Έλληνας την προστασίαν δια των μεταξύ Ρωσίας και Πύλης συνομολογηθεισών συνθήκων· άλλ’ ήδη τα δυνατά ταύτα αποκτήματα παραγνωρίζονται, αι οδοί της νομιμότητος εγκαταλείπονται, και υμείς δείκνυσθε θέλοντες, ίνα προσκολλήσητε το όνομα υμών εις γεγονότα, πασιφανώς αποδοκιμαζόμενα παρά της Α.Α.Μ.
Η Ρωσία διάγει εν ειρήνη μετά του Οθωμανικού κράτους. Η εν Μολδαυΐα εκραγείσα επανάστασις επ’ ουδενί λόγω δικαιολογήσει ρήξιν τινα μεταξύ των κρατών. Άλλως, θα διεκόπτομεν τας μετά της Σουλτανικής κυβερνήσεως σχέσεις, θα προσεφερόμεθα εχθρικώς κατ’ αυτής και θα παρεβιάζομεν την πίστην των συνθηκών, ευνοούντες, έστω και δι’ απλής σιωπηράς συγκαταθέσεως, επανάστασιν, σκοπούσαν την ανατροπήν Δυνάμεως, μεθ’ ής η Ρωσία εκήρυξε και κηρύττει, ως έχουσα σταθερούς σκοπούς, την διατήρησιν σχέσεων ειρήνης και φιλίας.
Και κατ’ άλλην δε σκέψιν, τίνα στιγμήν εξελέξατε, ίνα προσβάλητε την Πύλην; Αυτήν εκείνην την στιγμήν, καθ’ ην διαπραγματεύσεις, οσημέραι γονιμώτεραι αποτελεσμάτων ευτυχών καθιστάμεναι, περιβάλλουσι την ειρήνην δια νέων εγγυήσεων· αυτήν ακόμη την στιγμήν, καθ΄ην αι απαιτήσεις της υμετέρας οικογενείας έμελλον να ικανοποιηθώσιν, ο δε Σουλτάνος, ως γνωρίζετε, προυτίθετο, ίνα αποδώση υμίν πλήρη και εντελή δικαιοσύνην. Ενήμεροι περί των περιστάσεων τούτων, και γνωρίζοντες τας ανέκαθεν διεπούσας την πολιτικήν του Αυτοκράτορος αρχάς, πώς ετολμήσατε να υποσχεθήτε εις κατοίκους των Ηγεμονιών την υποστήριξιν μεγάλης τινός δυνάμεως; Εάν ηθελήσατε να προσηλώσητε τα βλέμματα αυτών προς την Ρωσίαν, οι συμπατριώται υμών θα ιδώσιν αυτήν ακινητούσαν, μετ’ ολίγον δε αι δίκαιαι μομφαί αυτών θέλουσιν επιβαρύνει υμάς και θέλετε αισθανθή πίπτουσαν, εφ’ υμών, μεθ’ όλου αυτής του βάρους, την ευθύνην επιχειρήσεως, ην μόνα πάθη παραφρονούντα ηδύναντο να υπαγορεύσωσιν. Άλλ’ όμως πάντοτε έχει τις καιρόν, ίν’ αποδώση σέβας προς τον ορθόν λόγον και προς την αλήθειαν· έχετε εισέτι εις χείρας υμών την σωτηρίαν των περί υμάς αποπεπλανημένων ανθρώπων, δύνασθε δε να γνωστοποιήσητε εις αυτούς τας συνεπείας των σχεδίων αυτών και υμών. Επανέλθετε από της ολεθρίας αυτής αποτυφλώσεως, απαλλάσσοντες αυτούς και διαφεύγοντες και υμείς αυτοί την εκδίκησιν κυβερνήσεως, εις ήν τα πολυτιμότερα συμφέροντα υπαγορεύουσι την άσκησιν δικαιοτάτης καθ’ υμών και κατ’ εκείνων αυστηρότητος. Ο Αυτοκράτωρ ουδεμίαν, ούτε αμέσως ούτε εμμέσως, θα δώση υμίν συνδρομήν, διότι, επαναλαμβάνομεν λέγοντες, ήθελεν είσθαι ανάξιον αυτού το να υποσκάπτωνται τα θεμέλια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, δια της επονειδίστου και εγκληματικής ενεργείας μυστικής εταιρίας. Ε΄ν είχε νόμιμα παράπονα κατά της Πύλης, αύτη δε ηρνείτο την δικαίωσίν των· εάν, εν ενί λόγω, η χρήσις της ισχύος των όπλων καθίστατο αναπόφευκτος, εις την ισχύν ταύτην θα προσέτρεχεν. Αλλά, μακράν τούτου, διαπραγματεύσεις όλως ειρηνικαί συνίστανται μεταξύ των δύο Δυνάμεων· και αι διαπραγματεύσεις, ών ήρξαντο οι υπουργοί αυτών, ενισχύουσιν, από ημέρας εις ημέραν, έτι μάλλον την ελπίδα του γενικωτέρου αποτελέσματος.
Σταθμίσατε, πρίγκιψ μου, τας παρατηρήσεις τας οποίας απευθύνει υμίν ο Αυτοκράτωρ, ως τελευταίον δείγμα της αγαθότητος αυτού· ωφεληθήτε εκ της τόσω σωτηρίας προειδοποιήσεως ταύτης· επανορθώσατε το κακόν, όπερ επράξατε ήδη· προλάβατε τας καταστροφάς, ας μέλλετε επισύρει κατά της ωραίας και ατυχούς πατρίδος ημών. Εάν υποδείξητε ημίν τα μέσα προς κατάπαυσιν των ταραχών άνευ παραβιάσεως τινός και άνευ της ελαφροτέρας προσβολής των όων, των υφισταμένων μεταξύ Ρωσίας και Οθωμανικής Πύλης συνθηκών, ο Αυτοκράτωρ δεν θ’ αρνηθή την παρέμβασιν αυτού παρά τή Οθωμανική Κυβερνήσει, προσκαλών αυτήν εις έμφρονα μέτρα, δυνάμενα την εν Βλαχία και Μολδαυΐα επάνοδον της ησυχίας, ής την ανάγκην συναισθάνονται τόσω βαθέως αι χώραι αύται. Εν πάση άλλη περστάσει, η Ρωσία έσεται απλούς θεατής των γινομένων, ουδέ τα όπλα του Αυτοκράτορος κινηθήσονται, ουδέ υμείς και οι αδελφοί υμών εστέ εφεξής εν τη υπηρεσία της Α.Μ. του Αυτοκράτορος. Η πριγκήπισσα Υψηλάντου εξακολουθήσει απολαμβάνουσα την προστασίαν Αυτού, αλλά καθ’ όσον αφορά προσωπικώς αυτήν· επ’ ουδεμιά όμως περιπτώσει ο Αυτοκράτωρ επιτρέψει την είσοδον υμών εις Ρωσίαν. Η επιστολή αύτη θέλει αποσταλή υμίν δια του βαρώνου Στρογανώφ, όστις, αφού κοινοποιήση ταύτην τη Πύλη, διαβιβάση προς υμάς και προσθέση τας συμβουλάς, μεθ’ ών ο Αυτοκράτωρ, δια τελευταίαν φοράν, προτρέπει υμάς ίνα συμμορφωθήτε.
Κόμης Ι. ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ

Ακριβώς αυτή την κρίσιμη στιγμή οι διπλωματικές κινήσεις κυρίως του Καποδίστρια απέτρεψαν τα σχέδια του Μέττερνιχ για δραστικά μέτρα και στρατιωτική επέμβαση των ευρωπαϊκών δυνάμεων κατά της Ελληνικής Επανάστασης. Έλεγε τότε ο Μέττερνιχ:
«Ηνωμένοι οι μονάρχαι προς υποστήριξιν της αρχής διατηρήσεως πάσης νομίμου υπαρχούσης εξουσίας, δεν δύνανται να διστάσουν όπως εφαρμόσουν αμέσως την αρχήν ταύτην εις τας λίαν δυσαρέστους περιπλοκάς, αίτινες έλαβον τελευταίως χώραν εντός της οθωμανικής αυτοκρατορίας».
Ο τσάρος Αλέξανδρος Α´, θεωρούσε ότι αφού η οθωμανική αυτοκρατορία είχε εξαιρεθεί από την Ιερή συμμαχία, το «Ανατολικό ζήτημα» και οι υποθέσεις της οθωμανικής αυτοκρατορίας ήταν «εσωτερικές υποθέσεις της Ρωσίας». Αυτή η θεώρηση μάλιστα του έδινε το δικαίωμα να εισβάλει, αυτός και μόνον αυτός, στην οθωμανική αυτοκρατορία και μάλιστα όταν αυτός έκρινε. Επιπλέον η ουδέτερη στάση της Ρωσίας στα προηγηθέντα γεγονότα της Μολδοβλαχίας, λειτούργησε σαν προηγούμενο για τη στάση που θα έπρεπε να κρατήσουν οι άλλες ευρωπαϊκές δυνάμεις και στο «Ελληνικό ζήτημα». Έτσι αυτή η επιβολή από τη Ρωσία, ουδετερότητας για τις λοιπές ευρωπαϊκές δυνάμεις έσωσε την Ελληνική Επανάσταση αφού αντί για στρατιωτική επέμβαση των Ευρωπαίων στην Ελλάδα το συνέδριο απλά αποκήρυξε την Επανάσταση.
Τελικά, παρά τις αμφισβητήσεις και την εισήγηση του Άγγλου υπουργού εξωτερικών Stewart στο Λάιμπαχ, οι Αυστριακοί κατά τη διάρκεια του συνεδρίου, κατέστειλαν στις 8 Απριλίου 1821 κι άλλη ανάλογη εξέγερση στο Πεδεμόντιο (Piemonte).