Άρχισε η πολεμική προετοιμασία και οργανώθηκαν δυο στρατιωτικά σώματα, η ανατολική και η δυτική λεγεώνα της Σπάρτης.
Τις ίδιες ημέρες, στα μέσα Μαρτίου, ο Παπαφλέσσας με τον αδελφό του Ηλία, τον Αναγνωσταρά Παπαγεωργίου, τον Νικήτα Σταματελόπουλο (Νικηταρά) και τον Παναγιώτη Κεφάλα μαζεύτηκαν στο μοναστήρι του Προφήτη Ηλία στην Καλαμάτα και από εκεί συντόνιζαν τις κινήσεις για την επερχόμενη Επανάσταση. Τότε έφθασε στο Αλμυρό και το πλοίο με τα πολεμοφόδια από τις Κυδωνίες, δωρεά της αδελφότητας Σμυρναίων, που για τη μεταφορά του είχε φροντίσει ο Παπαφλέσσας. Το τελωνείο του Αλμυρού ήταν στη δικαιοδοσία του μπέη της Μάνης και τα δικαιώματα εισπράττονταν από τον Πετρόμπεη. Έτσι για να παραλάβουν τα πολεμοφόδια από το πλοίο αλλά και να κάνουν συμμέτοχο και τον Πετρόμπεη, ο Παπαφλέσσας με πρόφαση την πληρωμή των φυλάκων του τελωνείου, του έστειλε με τον αδελφό του Νικήτα χίλιους μαχμουτιέδες ή 25.000 γρόσια. Έτσι ήθελε να του επιβεβαιώσει ότι ήταν απεσταλμένος της Αρχής και ότι είχε στη διαχείρισή του όλες τις συνεισφορές της Εταιρείας. Ο Πετρόμπεης μετά την παραλαβή των χρημάτων, έδωσε εντολή στον αδελφό του Κατσή, υπεύθυνο του τελωνείου, να επιτρέψει την παραλαβή και μεταφορά μέρους του φορτίου στον Προφήτη Ηλία, αφού όμως πρώτα κρατήσει ένα μέρος από τα πολεμοφόδια για την επανάσταση της Μάνης.
Τα πολεμοφόδια παρέλαβε ο αδελφός του Παπαφλέσσα, Νικήτας. Η μεταφορά θα γινόταν μυστικά, τη νύχτα. Ένα ατύχημα όμως με ένα βαρέλι πυρίτιδας σ’ ένα πηγάδι, λίγο έξω από την Καλαμάτα, ενίσχυσε τις υποψίες του Τούρκου βοεβόδα Σουλεϊμάν αγά Αρναούτογλου για τις συνωμοτικές κινήσεις των Ελλήνων και έτσι αυτός κάλεσε τους προκρίτους της Καλαμάτας. Κατά τη διάρκεια της ημέρας είδε από μακριά το καραβάνι με τα εφόδια να κατευθύνεται στο μοναστήρι του Προφήτη Ηλία. Ρώτησε τους προκρίτους για αυτές τις κινήσεις των ενόπλων προς το μοναστήρι αλλά η απάντησή τους: «αγωγιάτες και ραγιάδες βοσκοί μεταφέρουν λάδι και αλάτι για να αλατίσουν τα τυριά και είναι ένοπλοι από το φόβο ληστών» δεν τον καθησύχασε. Ο βοεβόδας κράτησε σε ομηρεία τους προκρίτους, οι οποίοι όμως κατάφεραν να ειδοποιήσουν τους Έλληνες στο μοναστήρι.
Οι συγκεντρωμένοι στον Προφήτη Ηλία, με τέχνασμα προσπάθησαν να ελευθερώσουν τους ομήρους. Έστειλαν μια απειλητική επιστολή στους προκρίτους και τους κατοίκους της Καλαμάτας ζητώντας άμεσα, «εντός πέντε ημερών», τρόφιμα και πολεμοφόδια για τουλάχιστον 2.000 άνδρες, αλλιώς θα κατέβουν να κάψουν την πόλη και να τους πάρουν αιχμαλώτους. Οι πρόκριτοι φυσικά, έδωσαν το γράμμα στον βοεβόδα. Αυτός αφού το διάβασε τους απελευθέρωσε αμέσως και τους συγκέντρωσε στο σπίτι του. Τους ρώτησε και πάλι: «τι συμβαίνει εκεί πάνω στο μοναστήρι, που το βλέπω με το τηλεσκόπιο;» Αυτοί, δήθεν φοβισμένοι, του απάντησαν ότι προφανώς πρόκειται για ληστές και από το γράμμα τους και από τα εφόδια που ζητούν θα πρέπει να είναι πολλοί. Καλύτερα όμως θα ήταν να απαντούσε ο Κύριλλος, ο ηγούμενος του μοναστηριού, αν βέβαια μπορούσε να τον ρωτήσει. Ο βοεβόδας έστειλε και κάλεσε τον ηγούμενο ο οποίος ήλθε και τον διαβεβαίωσε ότι οι κλέφτες «είναι πάνω από 2.000 και ολοένα έρχονται και άλλοι από τα βουνά».
Μετά από αυτές τις «πληροφορίες» ο βοεβόδας κάλεσε τους Τούρκους και τον στρατιωτικό διοικητή της πόλης, που διέθετε περίπου εκατό ετοιμοπόλεμους στρατιώτες, να εμποδίσουν τους Μανιάτες στην είσοδό τους στην πόλη και έδωσε το μήνυμα του κινδύνου στον μουσουλμανικό πληθυσμό με την οδηγία να καταφύγουν με τις οικογένειές τους στην Τριπολιτσά. Οι συνήθεις τοπικές τουρκικές δυνάμεις συμμετείχαν στην εκστρατεία του Χουρσίτ πασά εναντίον του Αλή πασά. Ταυτόχρονα ο βοεβόδας θέλησε να οπλίσει τους Έλληνες κατοίκους και να τους στείλει μαζί με Τούρκους για την εκδίωξη των κλεφτών από το μοναστήρι. Οι πρόκριτοι όμως του αντέτειναν ότι όλοι μαζί δεν ήταν πάνω από τριακόσιοι και ότι και λόγω της απειρίας τους, είναι αδύνατον να εκδιώξουν πολύ περισσότερους και μάλιστα εμπειροπόλεμους κλέφτες. Του αντιπρότειναν να ζητήσει βοήθεια από τον Πετρόμπεη, που αφού ήταν αξιωματούχος της Πύλης θα μπορούσε να βοηθήσει αποτελεσματικότερα. Ο βοεβόδας ενημέρωνε για όλα τα γεγονότα με γράμματα τον πασά της Τριπολιτσάς, αυτά όμως δεν έφταναν ποτέ στον παραλήπτη τους αφού τα «εμπόδιζαν» οι επαναστάτες.
Τότε ο βοεβόδας έγραψε στον Πετρόμπεη ζητώντας τη βοήθειά του, όσο το δυνατόν πιο γρήγορα και μάλιστα του ζητούσε να μπει και αυτός επικεφαλής των ενόπλων Μανιατών. Έτσι στις 19 Μαρτίου ο Πετρόμπεης έστειλε τον γιο του Ηλία με σχεδόν 150 Μανιάτες στην Καλαμάτα. Οι Μανιάτες οχυρώθηκαν σε ισχυρές οικίες Καλαματιανών Ελλήνων. Σε ένα νέο συμβούλιο των Τούρκων, στο οποίο πήρε μέρος και ο Ηλίας Μαυρομιχάλης, αποφάσισαν να ζητήσουν και πάλι από τον Πετρόμπεη να αποστείλει μεγαλύτερη δύναμη και να έλθει και ο ίδιος στην Καλαμάτα. Παράλληλα, κρυφά ο Ηλίας παράγγειλε στον πατέρα του να ειδοποιήσει όλα τα καπετανάτα της Μάνης και με αυτό το πρόσχημα να έρθουν και να αρχίσουν την Επανάσταση.
Έτσι κι έγινε. Ειδοποίησαν και τον Κολοκοτρώνη και ξεσηκώθηκε όλη η Μάνη. Πετρόμπεης, Κολοκοτρώνης, Μούρτζινος, Κουμουνδουράκηδες, Καπετανάκηδες, Κυτριναίοι, Σασαριάνοι, Καρακίτζος, Χριστέας, Τζολάκης, Κωνσταντινέας, Κίβελος, Κρενίδης, Μισίκλης κ.α. ξεκίνησαν όλοι μαζί για την Καλαμάτα, στις 22 Μαρτίου. Το ίδιο βράδυ έφθασαν στην Καλαμάτα και οι Μεσσήνιοι,, οι Ανδρουσιανοί, κι οι Γαραντζαίοι με τον Μητροπέτροβα, τον Οικονομόπουλο και τον Δαρειώτη, οι Σαμπαζιώτες, οι Πισινοχωρίτες και λοιποί καπετάνιοι με περίπου 2.500 άνδρες. Ο Αρναούτογλου και οι λοιποί Τούρκοι ετοιμάζονταν για την υποδοχή του φίλου τους Πετρόμπεη που νόμιζαν ότι ερχόταν να τους βοηθήσει σαν στρατιωτική δύναμη του σουλτάνου. Μετά από ένα επεισόδιο καταδίωξης και δολοφονίας ενός Τούρκου, του Μουράτ αγά, που προσπαθούσε να φύγει από την πόλη μαζί με την οικογένειά του, στο Φραγκοπήγαδο από τον Νικηταρά, μπήκαν στην πόλη από τα Καλύβια ο Παπαφλέσσας και οι αδελφοί του Ηλίας και Νικήτας, ο Αναγνωσταράς Παπαγεωργίου, ο Παναγιώτης Κεφάλας και οι υπόλοιποι που κατέβηκαν από τον Προφήτη Ηλία. Με τέτοια συρροή ενόπλων Ελλήνων στην πόλη οι Τούρκοι φοβήθηκαν και κλείστηκαν στους πύργους τους.
Την επόμενη ημέρα, στις 23 Μαρτίου, ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης και οι υπόλοιποι μπήκαν στην πόλη και αφόπλισαν τους Τούρκους, που παραδόθηκαν σε μια δεκαμελή επιτροπή, με πρωτόκολλο και την υπόσχεση της αναίμακτης αποχώρησής τους από την Καλαμάτα. Τα όπλα και τα τρόφιμα των Τούρκων μοιράστηκαν στους μη έχοντες Έλληνες. Το ίδιο και οι αιχμάλωτοι, που κατέληξαν δούλοι στη Μάνη και στα χωριά της Μεσσηνίας. Όπως αναφέρει γι’ αυτούς ο Αμβρόσιος Φραντζής οι υποσχέσεις δεν κρατήθηκαν και: «…ομού με τους εν Καλαμάτα κατοίκους ολίγους Οθωμανούς εκ διαλειμμάτων κατέφαγε το Φεγγάρι».
Έτσι ξεκίνησε η Επανάσταση και το μεσημέρι ακολούθησε δοξολογία, δίπλα στον ποταμό Νέδοντα. Ο Ιωάννης Φιλήμων στο «Δοκίμιον ιστορικόν περί της ελληνικής επαναστάσεως» αναφέρει γι’ αυτήν:
«…Μετά την ενθουσιώδη όλως και παρά πάντων ευλογουμένην είσοδον του Μαυρομιχάλου, ετελέσθη τη επιούση (24/3) παρά τον έξω της πόλεως μικρόν ποταμόν, τον ρέοντα διά των συνόρων της Λακωνίας και Μεσσηνίας, δοξολογία κοινή προς τον Ύψιστον και δέησις η περιπαθεστέρα δια την σωτηρίαν της πατρίδος. Εκεί ιερείς και ιερομόναχοι, την ιεράν περιβεβλημένοι στολήν, έφερον τας εικόνας των Αγίων, δι’ αυτών δε ηυλογήθησαν αι σημαίαι, και οιονεί ωρκίσθησαν πάντες, ο μεν Μαυρομιχάλης ίνα «αμύνη την πατρίδα και μόνος και μετά πάντων, και ιερά τα πάτρια τιμήση», οι δε στρατιώται ίνα «μη καταισχύνωσι τα όπλα τα ιερά, ούτε εγκαταλείψωσι τον παραστάτην, ότω αν στοιχήωσιν». Ενδομύχως αγαλίασις ήν εμπνέει τοις δούλοις η ώρα της ελευθερίας, ανέλαμπεν επί του προσώπου όλων πάσης τάξεως, ηλικίας και γένους …»
Λιγότερο γλαφυρός ο George Finlay αναφέρει:
«Πατριωτικά δάκρυα κυλούσαν στα μάγουλα των άγριων πολεμιστών, και άγριοι οπλοφόροι έκλαιγαν σαν παιδιά. Όλοι οι παρόντες αισθάνονταν ότι το γεγονός άνοιγε μια νέα εποχή για την ελληνική ιστορία, και όταν η σύγχρονη Ελλάδα παράγει ιστορικούς, καλλιτέχνες και ποιητές, αυτή η σκηνή αναμφίβολα θα βρει τη θέση της στο Πάνθεο της Δόξας".
Αμέσως στην Καλαμάτα συστάθηκε η Μεσσηνιακή Σύγκλητος με επικεφαλής τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Η πρώτη ενέργεια της Συγκλήτου ήταν η αποστολή διακήρυξης της ελευθερίας προς τα χριστιανικά έθνη ζητώντας τη βοήθειά τους. Αυτό το έγγραφο ήταν και η πρώτη πράξη αίτησης διεθνούς δικαίου της Ελληνικής Επανάστασης:
Προειδοποίησις εις τας Ευρωπαϊκάς Αυλάς,
Εκ μέρους του φιλογενούς αρχιστρατήγου των Σπαρτιατικών στρατευμάτων
Πέτρου Μαυρομιχάλη και της Μεσσηνιακής Συγκλήτου
Ο ανυπόφορος ζυγός της Οθωμανικής τυραννίας εις το διάστημα ενός και απέκεινα αιώνος, κατήντησεν εις μιαν ακμήν, ώστε να μην μείνη άλλο εις τους δυστυχείς Πελοπονήσιους Γραικούς, ει μη μόνον πνοή και αυτή δια να ωθή κυρίως τους εγκαρδίους των αναστεναγμούς.
Εις τοιαύτην όντες κατάστασιν στερημένοι από όλα τα δικαιά μας, με μιαν γνώμην ομοφώνος απεφασίσαμεν να λάβωμεν τα άρματα, και να ορμήσωμεν κατά των τυράννων. Πάσα προς αλλήλους μας φατρία και διχόνοια, ως καρποί της τυραννίας απερρίφθησαν εις τον βυθόν της λήθης, και άπαντες πνέομεν πνοήν ελευθερίας.
Αι χείρες ημών αι δεδεμέναι μέχρι του νυν από τας σιδηράς αλύσσους της βαρβαρικής τυραννίας, ελύθησαν ήδη, και υψώθηκαν μεγαλοψύχως και έλαβον τα όπλα προς μηδενισμόν της.
Η γλώσσα μας η αδυνατούσα εις το να προφέρη λόγον, εκτός των ανωφελών παρακλήσεων, προς εξιλέωσιν των βαρβάρων τυράννων, τώρα μεγαλοφώνως φωνάζει και κάμνει να αντηχή ο αήρ το γλυκύτατον όνομα της Ελευθερίας.
Εν ενί λόγω απεφασίσαμεν, ή να ελευθερωθώμεν, ή να αποθάνωμεν. Τούτου ένεκεν προσκαλούμεν επιπόνως την συνδρομήν και βοήθειαν όλων των εξευγενισμένων Ευρωπαίων γενών, ώστε να δυνηθώμεν να φθάσωμεν ταχύτερον εις τον Ιερόν και δίκαιον σκοπόν μας και να λάβωμεν τα δίκαιά μας.
Να αναστήσωμεν το ταλαιπωρημένον Ελληνικόν γένος μας. Δικαίω τω λόγω η μήτηρ μας Ελλάς, εκ της οποίας και υμείς εφωτίσθητε, απαιτεί ως εν τάχει την φιλάνθρωπον συνδρομήν σας, και ευέλπιδες, ότι θέλει αξιωθώμεν, και ημείς θέλομεν σας ομολογή άκραν υποχρεώσιν, και εν καιρώ θέλομεν δείξη πραγματικώς την υπέρ της συνδρομής σας ευγνωμοσύνην μας.
1821: Μαρτίου 23: Εν Καλαμάτα. εκ του σπαρτιατικού στρατοπέδου
πέτρος μαυρομιχάλης αρχιστράτηγος του σπαρτιατικού και μεσσηνιακού στρατού.
Αργότερα η «προειδοποίησις» κυκλοφόρησε σε αντίγραφα με διάφορες ημερομηνίες
Στην Πάτρα, στις 23 Μαρτίου 1821, ιδρύθηκε το Αχαϊκό Διευθυντήριο, από τους Ανδρέα Λόντο, Παλαιών Πατρών Γερμανό, Σωτήρη Χαραλάμπη, και τον Ιωάννη Παπαδιαμαντόπουλο. Την ίδια ημέρα, ο Ανδρέας Λόντος κήρυξε την Επανάσταση στη Βοστίτσα (Αίγιο) την οποία εγκατέλειψαν αμαχητί οι Τούρκοι κάτοικοί της. Τις προηγούμενες ημέρες είχαν προηγηθεί περιστατικά ληστρικών πράξεων που είχαν αυξήσει τις υποψίες των Τούρκων για επερχόμενη εξέγερση. Τα κυριότερα ήταν οι δολοφονίες φοροεισπρακτόρων και ταχυδρόμων κοντά στο Λιβάρτζι των Καλαβρύτων από τον Ξαντάκη Τομαρά και στο Αγρίδι από τον Νικολό Σολιώτη καθώς και η απόπειρα ληστείας του Σεΐντ αγά σε ενέδρα στην Χελωνοσπηλιά. Το Αχαϊκό Διευθυντήριο στις 26 Μαρτίου, επέδωσε και αυτό επαναστατική διακήρυξη στους ξένους διπλωμάτες που βρίσκονταν τότε στην Πάτρα.
Ἐκλαμπρότατε Κόνσολε τῆς Μεγάλης Βρεττανίας
Ἡμεῖς τὸ ἑλληνικὸν ἔθνος τῶν Χριστιανῶν, βλέποντας, ὅτι ἀπὸ καιρὸν εἰς καιρὸν κατηφρόνουν ἡμᾶς τὸ ὀθωμανικὸν γένος καὶ σκοπεύει ὄλεθρον ἐναντίον μας πότε μὲ ἕνα, πότε μὲ ἄλλον τρόπον, ἀπεφασίσαμεν σταθερῶς ἢ να ἀποθάνωμεν ὅλοι, ἢ νὰ ἐλευθερωθῶμεν, καὶ τούτου ἕνεκα βαστοῦμεν τὰ ὅπλα εἰς χεῖρας, ζητοῦντες τὰ δικαιώματά μας· ὄντες λοιπὸν βέβαιοι, ὅτι ὅλα τὰ χριστιανικὰ βασίλεια γνωρίζουν τὰ δίκαιά μας, καὶ ὄχι μόνον δὲν θέλουν μας ἐναντιωθῇ, ἀλλὰ θέλουν μας συνδράμει, καὶ ὅτι ἔχουν τὴν μνήμην, ὅτι οἱ ἔνδοξοι πρόγονοί μας ἐφάνησάν ποτε ὠφέλιμοι εἰς τὴν ἀνθρωπότητα. Διὰ τοῦτο εἰδοποιοῦμεν τὴν Ἐκλαμπρότητά σας, καὶ σᾶς παρακαλοῦμεν νὰ προσπαθήσετε νὰ εἴμεθα ὑπὸ τὴν εὔνοιαν, καὶ προστασίαν τοῦ μεγάλου Κράτους τούτου.
Ἔρρωσο
1821: Μαρτίου 26
Οἱ εἰλικρινεῖς φίλοι Σας
+Ὁ Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανός
+Ὁ Κερνίτσης Προκόπιος
Ὁ Ἀνδρέας Ζαΐμης
Ὁ Ἀνδρέας Λόντος
Ὁ Μπενιζέλος Ῥοῦφος