Δευτέρα, 11 Οκτωβρίου 2021 20:20

H προέλαση του Ιμπραήμ και η ανακοπή του στους Μύλους από τον Δημήτριο Υψηλάντη

 

 Του Γιάννη Μπίρη

Αφού στις 20 Μαΐου 1825 ο Ιμπραήμ κατατρόπωσε τον Παπαφλέσσα στο Μανιάκι, έστρεψε τον στρατό του στην Τριφυλία, κατέλαβε χωρίς μάχη την Αρκαδιά (Κυπαρισσία), την Καλαμάτα και άλλες μεσσηνιακές κωμοπόλεις. Η απελευθέρωση των πολιτικών αντιπάλων της κυβέρνησης Γεωργίου Κουντουριώτη μπορεί να αναθάρρησε τους αγωνιστές αλλά δεν έφτανε μόνο η εμφάνιση ενός νέου γενικού αρχηγού στα στρατόπεδα. Έπρεπε να θεραπευτούν οι εμφύλιες έριδες και το κυριότερο, χρειάζονταν εφόδια. Στις 26 Μαΐου 1825, το Εκτελεστικό αποφάσισε τη συγκρότηση μιας τριμελούς Επιτροπής συντονισμού του αγώνα κατά του Ιμπραήμ στην Τριπολιτσά καθώς και άλλων βοηθητικών για τη συγκέντρωση εφοδίων που θα προωθούνταν στην Τριπολιτσά. Την Επιτροπή της Τριπολιτσάς συγκροτούσαν οι Λυκούργος Κρεστενίτης, Νικόλαος Μπουκουρόπουλος και Ηλίας Καράπαυλος. Γραμματέας της Επιτροπής ορίστηκε ο Γεώργιος Σκαλίδης. Η Επιτροπή της Τριπολιτσάς έφτασε στην πόλη στις 27 Μαΐου. Την επόμενη ημέρα ο Ιμπραήμ κατέλαβε αμαχητί την Καλαμάτα.

 

Ο Κολοκοτρώνης που είχε αποφυλακιστεί μόλις πριν λίγες ημέρες, στις 17 Μαΐου, δεν είχε εύκολο έργο για να καταφέρει να ανακόψει την προέλαση του Ιμπραήμ από τη Μεσσηνία για την Τριπολιτσά. Θα το προσπαθούσε στο φυσικό όριο Μεσσηνίας-Αρκαδίας, στο Μακρυπλάγι. Στις 24 Μαΐου 1825 ο Κολοκοτρώνης αναφέρει από την Τριπολιτσά στο Υπουργείο Πολέμου:

 

Προς το έξοχον Υπουργείον Πολέμου

 

Έλαβον την υπ’ αριθ. 7030, χθες γεγραμμένην. Περιγραφήν του γενομένου πολέμου έπεμψα εις το Υπουργείον, και την ζημίαν των Ελλήνων και νίκην του εχθρού με λύπην μου μεγάλην εγνωστοποίησα, και ότι οι εχθροί ελεηλάτησαν όλην την Αρκαδίαν. Και ανέφερον ότι μεγίστη ανάγκη είναι ήδη να μας προφθάσετε τροφάς και πολεμοφόδια, μάλιστα πολεμοφόδια, τα οποία να προφθάσετε όσον τάχος, διότι αυτά είναι η ψυχή του πολέμου. Χωρίς τροφήν ημπορούν να βαστάσουν μίαν ημέραν, χωρίς όμως φυσέκια ουδέ στιγμήν· και ηξεύρετε ότι δεν έχομεν ούδ’ έν, και ο εχθρός με τον οποίον έχομεν να κάμωμεν είναι επίμονος και διαρκεί τον πόλεμον. Είναι λοιπόν μεγάλη η ανάγκη και δια την αγάπης της πατρίδος και πίστεως, αίτινες κινδυνεύουσι, κάμετε τα αδύνατα δυνατά να προφθάσουν όσον τάχος τροφάς και εφόδια, τροφάς και εφόδια!

Επειδή οι φροντισταί οι πρώτοι (σημ. εδώ εννοεί τους φροντιστές της Καλαμάτας που είχε ήδη καταληφθεί από τον Ιμπραήμ) ούτε ηξεύρομεν καν πού ευρίσκονται.

Ο εχθρός ήλθεν εις τους Λάκκους και είναι στρατοπεδευμένος εις τα χωρία Λάκκων. Ίσως σήμερον προσβάλη τα Δερβένια. Σήμερα πρωί έβγαλα εδώθε τον Γενναίον, τον υιόν μου, μετά των πολιτών και ομού και ο πολιτάρχης και τινες άλλοι, και σπεύδουν να προκαταλάβουν τα Δερβένια. Οι Μυστριώται εστρατοπέδευσαν εις Καλαμάταν. Σήμερον εκκινώ και πολλά άλλα στρατεύματα και έως αύριον εκκινούν όλα. Αλλά συγκροτείται μέγα στρατόπεδον χωρίς τροφάς και πολεμοφόδια. Δεν εγχώρια ζωηρότερα χρώματα να ζωγραφίσω την ανάγκην. Όθεν μένω εν τοσούτω.

 

    Τη 24 Μαΐου 1825

       Εκ Τριπολ.                                                        Ο πατριώτης

                                                                            Θ. Κολοκοτρώνης

 

 

ΓΑΚ, Υπουργείον Πολέμου, Φ. 67, 24-5-1825, Κολοκοτρώνης προς Υπουργείον Πολέμου. 

 

Ο Κολοκοτρώνης δεν πρόλαβε όμως να οχυρώσει τα Δερβένια. Ο στρατός των Αιγυπτίων, οκτώ χιλιάδες άνδρες με ιππικό και πυροβολικό κατάφερε να παρακάμψει τη θέση των Ελλήνων και πέρασε από τη «Σιορόκα», με την κρυφή βοήθεια Τούρκων δούλων στο Λεοντάρι. Αυτοί βρίσκονταν εκεί, επειδή παλιότερα τους είχαν πάρει δούλους Έλληνες Λεονταρίτες. Το μόνο που κατάφερε ο Κολοκοτρώνης περιμένοντας ενισχύσεις στα Δερβένια, ήταν να καθυστερήσει το αιγυπτιακό ιππικό που δεν μπορούσε να περάσει από το στενό μονοπάτι της Σιορόκας.

 

Στις 4 Ιουνίου, οι Αιγύπτιοι είχαν στρατοπεδεύσει στην Πολιανή. Ο Κολοκοτρώνης εκείνη την ημέρα βρισκόταν στον Άκοβο, όπου είχε ζήσει για δώδεκα χρόνια και γνώριζε καλά την περιοχή. Οι Έλληνες, συνολικά τρεις χιλιάδες οκτακόσιοι, έπιασαν στο Δυρράχι το πέρασμα που οδηγεί στον Μυστρά και οι περισσότεροι υπό τον Κανέλλο Δεληγιάννη και τον Γενναίο Κολοκοτρώνη, μετά από εντολή του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη οχυρώθηκαν σε κλειστά ταμπούρια στο χαμηλής στρατηγικής αξίας ύψωμα της Δραμπάλας. Ακολούθησαν μάχες και προς τις δύο κατευθύνσεις. Οι Αιγύπτιοι με καλύτερη οργάνωση και εκπαίδευση, με τα εννέα πυροβόλα τους και παρά τις απεγνωσμένες προσπάθειες των αμυνομένων, σε μια τριήμερη μάχη κατάφεραν να τους απωθήσουν. Ο στρατός του Ιμπραήμ έφτασε μέχρι το κέντρο εφοδιασμού των Ελλήνων στο Λεοντάρι και από εκεί κατευθύνθηκε στο κέντρο της Πελοποννήσου καίγοντας χωρία και αφανίζοντας τον τόπο, άνοιξε τον δρόμο για την Τριπολιτσά.

 

Η ελληνική άμυνα κατέρρευσε και η απογοήτευση απλώθηκε παντού. Ο Κολοκοτρώνης δεν είχε καταφέρει να ανακόψει τον Ιμπραήμ και οι χωρικοί έντρομοι, κατέφυγαν στα βουνά. Η διάλυση του στρατοπέδου αποδόθηκε στην ανεπάρκεια της Επιτροπής της Τριπολιτσάς. Όμως σύμφωνα με τα γεγονότα την μικρότερη ευθύνη για τη συντριβή είχε η Επιτροπή της Τριπολιτσάς. Η διαδρομή της τροφοδοσίας είχε ως εξής: Τα εφόδια, κυρίως αλεύρι, προωθούνταν από το Ναύπλιο με πλοία και από το Άργος με ζώα, προς την Επιτροπή των Μύλων και από εκεί πάλι με ζώα στην Επιτροπή της Τριπολιτσάς. Η Επιτροπή έπρεπε να τα προωθήσει στο φροντιστήριο του Λεονταρίου όπου θα παρασκευαζόταν το ψωμί. Από εκεί θα γινόταν η διανομή προς όλα τα στρατιωτικά σώματα. Σε έγγραφό της από τις 6 Ιουνίου 1825 η Επιτροπή αναφέρει:

 

«… Η προχθεσινή μαντεία αλήθευσαν σήμερον, κατά θείαν παραχώρησιν*, ως εκ των περικλεισμένων πληροφορείται η Σ. Διοίκησις. Ζαχιρέν και πολεμοφόδια ζητούν με τόσην επιμονήν, και ημείς εδώ δεν έχομεν να τους προφθάσωμεν. Σήμερον μήτε έν ψωμί δεν εδώσαμεν εις τινα· όσον ευρέθη εδώ το αποστείλαμεν. Στρατεύματα ζητούν, αλλ’ εις τούτο καμμία οικονομία δεν γίνεται. Εκείνο όπου ηδυνήθη η Επιτροπή, έβαλε τελάλη εις την πόλιν· μεταχειρίζεται βίαν, ίσως ημπορέση να εβγάλη μερικούς. Αυτά έτρεξαν μέχρις της ώρας και Κύριος ίλεος…».

 

*Η επιτροπή πίστευε λανθασμένα ότι ο Ιμπραήμ είχε αποκλειστεί στην Πολιανή.

 

Κων. Λ. Κοτσώνη. Ο Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο. Σελ.144 & 145 Αθήνα 1999. Ε.Π.Σ.

Στις 7 Ιουνίου, το Υπουργείο Πολέμου, που και αυτό λανθασμένα πίστευε ότι ο Ιμπραήμ είχε αποκλειστεί στην Πολιανή, απάντησε μεταξύ άλλων στον Κολοκοτρώνη:

 

«… σας πέμπονται όλα χωρίς αργοπορίαν, ώστε εάν τα ζώα των γειτνιαζουσών τούτων επαρχιών δεν εξαρκέσωσι να μετακομίσωσι με μιάς όλα, θέλομεβν φορτωθή ημείς οι ίδιοι δια να τα φέρωμεν εις το στρατόπεδόν σας, από το οποίον περιμένεται ο όλεθρος του εχθρού …».

 

Κων. Λ. Κοτσώνη. Ο Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο. Σελ.145 Αθήνα 1999. Ε.Π.Σ.

Από τη Δραμπάλα ο Κωνσταντίνος Μαυρομιχάλης με τους άνδρες του πήγαν στους Μύλους, ενώ οι υπόλοιποι οπλαρχηγοί με τους Κολοκοτρωναίους, τον Πλαπούτα τον Δεληγιάννη κ.ά. κατέφυγαν στην επαρχία Καρύταινας. Η αναφορά-έκθεση επιχειρήσεων των 5, 6 και 7 Ιουνίου του Κολοκοτρώνη προς το Εκτελεστικό από τη Στεμνίτσα στις 10 Ιουνίου δίνει πολύ παραστατικά την κατάσταση:

 

«Προς το Σεβαστόν Εκτελεστικόν Σώμα

 

….Ο φόβος ενεσπάρη πανοικεί και οι Έλληνες δεν εκοίταζαν ειμή να φύγωσι με τα γυναικόπαιδά των εις τα όρη και δάση. Τω αυτώ τούτω τω διαστήματι τί δεν έκαμα; Έγραψα πανταχού και εις την Σπάρτην, τον Μπέην, τον Μούρτζινον και τους λοιπούς καπεταναίους. Εις την Λακεδαιμονίαν, προς τους Αρκαδίους, τους Φαναρίτας, τους Πισινοχωρίτας, τον γέροντα Πέτροβαν και εν γένει παντού…

 

….Ταύτην την στιγμήν έμαθον ότι ο εχθρός εμβήκεν εις Τριπολιτσάν. Όθεν εις κυβέρνησίν σας. Και εν τοσούτω μένω ευσεβάστως.

 

    Τη 10 Ιουνίου 1825

       Από Στεμνίτζαν                                   Ο ευπειθής πατριώτης

                                                                            Θ. Κολοκοτρώνης

 

Ημείς ξεκινούμεν δια τα Τρίκορφα με όσα δυνηθώμεν περισσότερα στρατεύματα. Σας περικλείεται εν γράμμα εκ του οποίου πληροφορείσθε. Οι κατάσκοποι και προδόται της πατρίδος ευρίσκονται αυτού, εις την καθέδραν της Διοικήσεως, εις το Ναύπλιον, και πράξατε όπως ορίζετε.

                                                                          Ο ίδιος

                                                                               Θ.

Κων. Λ. Κοτσώνη. Ο Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο. Σελ.139-42 Αθήνα 1999. Ε.Π.Σ

 

Στις 10 Ιουνίου 1825, ο Ιμπραήμ κατέλαβε επίσης αμαχητί, την ερημωμένη Τριπολιτσά και αφού άφησε φρουρά, την επομένη ημέρα βάδισε κατά του Άργους και του Ναυπλίου. Η κυβέρνηση που έδρευε στο απροετοίμαστο για πολιορκία Ναύπλιο, κατάλαβε ότι έπρεπε «πάση δυνάμει» να ανακοπεί η προέλαση των Αιγυπτίων. Εκτός των άλλων στο Ναύπλιο κυκλοφορούσαν αβάσιμες φήμες ότι ο Μαυροκορδάτος και ο Κωλέττης είχαν έρθει σε συνεννόηση με τον Ιμπραήμ για να του παραδώσουν την πόλη! Την προετοιμασία για την άμυνα της πόλης ανέλαβε ο υπουργός πολέμου Ανδρέας Μεταξάς, ο οποίος κατάφερε να επιβάλει την τάξη στο Ναύπλιο.

 

Στους Μύλους, ένα μικρό χωριό κοντά στη λίμνη της Λέρνας, επτά χιλιόμετρα νότια του Άργους, η κυβέρνηση είχε συγκεντρώσει μεγάλη ποσότητα δημητριακών για τον εφοδιασμό του στρατού. Επίσης από τους Μύλους θα μπορούσαν να υδροδοτήσουν το Ναύπλιο σε περίπτωση καταστροφής του υδραγωγείου του από επιτιθέμενους εχθρούς.  Παρά τη σοβαρή στρατηγική αξία τους και το τελωνείο που υπήρχε εκεί, οι Μύλοι ήταν ανοχύρωτοι. Ο Ανδρέας Μεταξάς και ο Μακρυγιάννης, περιμένοντας επίθεση από των Ιμπραήμ, προσπάθησαν να κατασκευάσουν πρόχειρα οχυρώματα κοντά στο τελωνείο για να προστατέψουν τουλάχιστον το αλεύρι. Ευνοϊκοί για την άμυνα ήταν οι βάλτοι που περιβάλανε τους Μύλους. Λίγες ημέρες μετά την αρχή της κατασκευής των οχυρώσεων έφτασαν στους Μύλους ενισχύσεις υπό τους Κωνσταντίνο Μαυρομιχάλη, Νταλιάνη Χατζημιχάλη, τον πρίγκιπα Δημήτριο Υψηλάντη κ.α. καθώς και τριάντα τρία εξοπλισμένα πλοία. Επικεφαλής των περίπου τετρακοσίων ογδόντα Ελλήνων ορίστηκε ο Δημήτριος Υψηλάντης και τυπικά υπαρχηγός ο Κωνσταντίνος Μαυρομιχάλης.

 

Μπροστά από το Ναύπλιο και τους Μύλους αντίστοιχα, αγκυροβόλησαν ως παρατηρητές, μια μοίρα του αγγλικού στόλου υπό τον Gawen William Hamilton και μια γαλλική υπό τον Henri de Rigny.

 

Ο Ιμπραήμ, αφού εγκατέστησε φρουρές στην έρημη Τριπολιτσά, στις 11 Ιουνίου, κατευθύνθηκε για το Άργος και το Ναύπλιο. Ο Κολοκοτρώνης, πιστεύοντας ότι ο Ιμπραήμ μετά την Τριπολιτσά θα κατευθυνόταν για την Πάτρα, είχε αποσύρει όλα τα στρατεύματά σε αυτή την κατεύθυνση, αφήνοντας ανυπεράσπιστο το δρόμο για το Ναύπλιο. Στις 12 Ιουνίου, οι Αιγύπτιοι στρατοπέδευσαν ανάμεσα στο Άργος και τους Μύλους, στην ακτή του όρμου απέναντι από το Ναύπλιο. Στους Μύλους τον περίμενε το μικρό ελληνικό σώμα υπό τον Δημήτριο Υψηλάντη. Το επόμενο πρωινό το αιγυπτιακό στράτευμα κατέβηκε τους λόφους και κατέλαβε την πεδιάδα πηγαίνοντας για το Άργος, χωρίς να αποπειραθεί κάποια επιχείρηση εναντίον των Μύλων. Την ώρα που περνούσε κοντά στους Μύλους η οπισθοφυλακή των Αιγυπτίων οι οχυρωμένοι Έλληνες άνοιξαν πυρ εναντίον τους. Εκεί τραυματίστηκε ο Γάλλος επικεφαλής στρατιωτικός σύμβουλος του Ιμπραήμ και υπεύθυνος για την οργάνωση του αιγυπτιακού στρατού, Σεβ ή Σουλεϊμάν μπέης.

 

Μετά τον αρχικό αιφνιδιασμό, οι Αιγύπτιοι απέκοψαν την οπισθοφυλακή τους, περίπου δύο χιλιάδες άνδρες που παρέμειναν για να επιτεθούν στους Μύλους και οι υπόλοιποι συνέχισαν την πορεία τους για το Άργος. Οι βάλτοι της περιοχής δεν επέτρεπαν τη χρήση ιππικού. Η αιγυπτιακή επίθεση ήταν σφοδρή και τα τρία ελληνικά οχυρώματα αποδείχθηκαν ανεπαρκή. Τότε έφτασαν και ενισχύσεις από το Ναύπλιο. Ανάμεσά τους και ο καπετάνιος του Ολύμπου, Μήτρος Λιακόπουλος, με 50 έμπειρους πολεμιστές. Στην απελπισία τους οι αμυνόμενοι τράβηξαν τα σπαθιά τους και επιτέθηκαν σε μάχη σώμα με σώμα. Ένας φιλέλληνας εθελοντής, ο Αμερικανός αξιωματικός Jonathan Peckham Miller με δέκα Βουλγάρους «καθάρισαν» τον περίβολο από τους επιτιθέμενους Αιγυπτίους. Το κύριο σώμα του στρατού του Ιμπραήμ, μη περιμένοντας μια τέτοια εξέλιξη, είχε ήδη φτάσει στο Άργος. Οι Αιγύπτιοι αιφνιδιασμένοι τράπηκαν σε φυγή αφήνοντας στους Μύλους περίπου πενήντα νεκρούς. Οι Έλληνες έχασαν τέσσερις. Ο Υψηλάντης στην αναφορά του προς την κυβέρνηση σημείωνε ότι οι απώλειες των Αιγυπτίων έφθαναν τους τετρακόσιους! Αυτό βέβαια δεν το έκανε για να εξυψώσει τον εαυτό του, αλλά για να τονώσει το ηθικό των αγωνιζόμενων στρατιωτών και του λαού. Στο Ναύπλιο εκδόθηκαν επανειλημμένα, προκηρύξεις για γενική επιστράτευση για τα σώματα του Κολοκοτρώνη και του Υψηλάντη, χωρίς όμως καμιά ανταπόκριση. Χιλιάδες στρατιώτες και ένοπλοι άτακτοι περιφέρονταν άσκοπα στους δρόμους του Ναυπλίου. 

 

Οι Αιγύπτιοι αφού έφτασαν στο Άργος και το κατέλαβαν αμαχητί, προχώρησαν σε λεηλασίες και των γύρω χωριών. Στη συνέχεια αφού προσπάθησαν χωρίς επιτυχία με το ιππικό τους να «κόψουν» την υδροδότηση του Ναυπλίου, αποσύρθηκαν ανενόχλητοι στην Τριπολιτσά.

 

Μετά την ήττα του Ιμπραήμ στη Σχινόλακκα στις 15/16 Μαρτίου 1825 από τον Γέρο-Καρατάσο που θα μπορούσε, λόγω της βροχής,  να αποδοθεί και στο βρεγμένο μπαρούτι, ήρθε ακόμα μία, έστω και περιορισμένης έκτασης ήττα από τον Δημήτριο Υψηλάντη στους Μύλους. Η μάχη των Μύλων απέτρεψε την κατάληψη του Ναυπλίου. Μετά τη μάχη, με πρόταση του Δημητρίου Υψηλάντη στην κυβέρνηση, πήραν τιμητικές προαγωγές οι Μακρυγιάννης, Νταλιάνης Χατζημιχάλης, Μήτρος Λιακόπουλος και ο Γάλλος φιλέλληνας Francois Graillard. Η μικρής έκτασης νίκη του Υψηλάντη, ήρθε να τονώσει την πίστη των Ελλήνων που σε αυτή τη συγκυρία της συντριβής και του τρόμου από την σχεδόν ανεμπόδιστη προέλαση του στρατού του Ιμπραήμ, απογοητευμένοι έτρεχαν στα βουνά.