Στο “Ριζοσπάστη” δημοσιεύεται σε συνέχειες η ομιλία του Δημήτρη Γληνού, της οποίας δυστυχώς στις ψηφιακές αποτυπώσεις της Εθνικής Βιβλιοθήκης και της Βιβλιοθήκης της Βουλής λείπουν οι σελίδες με το τελευταίο μέρος με τις προτάσεις του ΚΚΕ. Εχει ενδιαφέρον όμως η ανάλυση της κατάστασης. Η ομιλία δημοσιεύτηκε σε διαδοχικά φύλλα με ένα μικρό εισαγωγικό σημείωμα: «Προχθές την Κυριακή το βράδυ, στην τελευταία συνεδρίαση της μεγάλης σταφιδικής επιτροπής μίλησε ο βουλευτής του Παλλαϊκού Μετώπου σ. Δ. Γληνός.
Ο λόγος του σ. Γληνού δέχθηκε συγχαρητήρια απ’ όλα τα μέλη της επιτροπής και προ πάντων από τους παραγωγούς που έμειναν κατενθουσιασμένοι για τη λύση που δίνει το Παλλαϊκό Μέτωπο στο σταφιδικό ζήτημα, σώζοντας τους πληθυσμούς του Μωρηά από την πείνα και τον θάνατο. Ο λόγος του σ. Γληνού θα δημοσιευτεί ολάκερος σε ιδιαίτερο φυλλάδιο, και θα κυκλοφορήσει πλατιά σ’ όλο το λαό και ιδιαίτερα της Πελοποννήσου:
Κύριοι σύνεδροι,
Αν επρόκειτο να εκφράσω προσωπικές μου γνώμες για το πολυθρύλητο σταφιδικό ζήτημα, θα ήτανε ίσως περιττό να λάβω τον λόγο, αφού ακούσατε τόσα πολλά από όλους εκείνους που καταγίνονται χρόνια και χρόνια μ’ αυτό το πρόβλημα. Μα ο δικός μου λόγος πρόκειται να σας κάμει γνωστή την υπεύθυνη πολιτική του Παλλαϊκού Μετώπου, απάνω στο μεγάλο αυτό ζήτημα που ενδιαφέρει εκατοντάδες χιλιάδες λαό και είνε ζήτημα ζωής ή θανάτου γι’ αυτόν. Και την πολιτική αυτή είνε ανάγκη να την γνωρίζει και η κυβέρνηση και ο λαός. Κι’ όλος ο ελληνικός λαός και ιδιαίτερα ο κόσμος των σταφιδοπαραγωγών.
Γιατί από τώρα κι’ όλας ετοιμάζονται όλοι εκείνοι που έχουν συμφέρον να καταπνίξουνε τη φωνή των πεινασμένων σταφιδοπαραγωγών, ν’ αποδώσουνε την πιθανή εξέγερση του Πελοποννησιακού λαού σε λίγους μήνες όταν θα βλέπει τον εαυτό του καταδικασμένο σε θάνατο, να την αποδώσουνε, λέω, στον “κομμουνιστικό δάκτυλο”, για να βρούνε το πρόσχημα που τους χρειάζεται για τις τρομοκρατικές ενέργειές τους. Γι” αυτό είνε ανάγκη να ξέρει όλος ο λαός από τώρα, τι ζητάμε εμείς να γινει, ποια λύση προτείνουμε να δοθεί στο ζήτημα για να ικανοποιηθούν οι πιο στοιχειώδεις απαιτήσεις των σταφιδοπαραγωγών. Και η λύση αυτή που προτείνουμε στηρίζεται απάνω στην πραγματικότητα και σε μια ολόπλευρη μελέτη του ζητήματος. Δεν προτείνουμε λύση απραγματοποίητη για να μείνει ο σταφιδοπαραγωγικός κόσμος ανικανοποίητος και να μεγαλώσει η δυσαρέσκειά του. Προτείνουμε λύση θετική και απόλυτα πραγματοποιήσιμη.
Το σταφιδικό ζήτημα, κύριοι, είνε ένα σύνθετο κοινωνικοοικονομικό ζήτημα, από τα πιο σημαντικά της χώρας μας. Μεγάλες και πλούσιες επαρχίες του τόπου μας, οι βόρειες και δυτικές και νοτιοδυτικές επαρχίες του Μωριά που παράγουν αληθινό χρυσάφι, την κορινθιακή σταφίδα, αντικρύζοντας χρόνια τώρα το θάνατο, ζούνε μέσα στη δυστυχία και κρέμονται από το έλεος των κυβερνλησεων, για να μην σπείρουνε με τα κόκκαλά τους τη γη που ποτίζουνε με τον ιδρώτα τους. Και τονίζω ευθύς από την αρχή, ότι το πρόβλημα είνε και κοινωνικό και οικονομικό, γιατί αν το εξετάζει κανείς μονόπλευρα και αφηρημένα, μόνο σαν οικονομικό πρόβλημα, ανεξάρτητα από τους πιο σημαντικούς όρους του, τους κοινωνικούς, είνε αδύνατο να βρει τη σωστή λύση.
Το πρόβλημα αυτό δημιουργήθηκε εδώ και σαράντα χρόνια, από τη στιγμή που η κατανάλωση της κορινθιακής σταφίδας στο εξωτερικό έπεσε και άρχισαν να μένουν απούλητα πλεονάσματα, κάθε χρόνο και περισσότερα. Από τον καιρό εκείνο, δηλαδή από το 1895, αρχίζει και το κράτος να εφαρμόζει τα διάφορα συστήματα, για να επιτύχει μια ικανοποιητική λύση του προβλήματος. Και όμως το πρόβλημα μένει ακόμη και σήμερα άλυτο και οι σταφιδοπαραγωγοί έχυσαν το αίμα τους για να εξασφαλίσουνε το ψωμί τους και φέτος τα μηνύματα είνε ακόμη χειρότερα. Γιατί αυτό; Γιατί όλοι εκείνοι που επιχείρησαν να σώσουν τη σταφίδα ήταν με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο οι εκμεταλλευτές της. Η σταφίδα προ πάντων πριν το 1912 ήτανε το μοναδικό πλούσιο προϊόν του τόπου μας, αληθινή χρυσοπηγή. Μέσα στην πενιχρότητα όμως της άλλης οικονομίας μας, όπου ούτε άλλα γεωργικά προϊόντα είχαμε για να βγάλουμε στο εξωτερικό, ούτε βιομηχανικές πρώτες ύλες, ούτε βιομηχανία είχαμε στη χώρα μας, ούτε εμπόριο, η σταφίδα ήτανε το προϊόν που έπεσαν απάνω του όλοι οι εκμεταλλευτικοί παράγοντες της καπιταλιστικής οικονομίας του τόπου μας, έμποροι, τοκογλύφοι, τράπεζες, βιομήχανοι και κράτος. Ωστε όλο το προστατευτικό σύστημα της σταφίδας οργανώθηκε με τέτοιο τρόπο, ώστε να είνε προπάντων εκμεταλλευτικό και πλουτοφόρο για όλους αυτούς τους παρασιτικούς συντελεστές και το μόνο θύμα να μένει ο παραγωγός.
Μα για να εννοήσουμε όμως καλά το πρόβλημα και να βρούμε τη σωστή λύση του είνε ανάγκη να το αναλύσουμε στους διάφορους συντελεστές του. Να τους εξετάσουμε έναν-έναν και αφού σχηματίσουμε μια σωστή ιδέα για τη σημασία που έχει ο καθένας τους, να βρούμε έπειτα ποια είναι η σωστή και πραγματοποιήσιμη λύση.
Οι συντελεστές λοιπόν του σταφιδικού προβλήματος είναι οι ακόλουθοι: 1) Ο παραγωγός, 2) το προϊόν, 3) η κατανάλωση, 4) το προστατευτικό σύστημα, 5) το εμπόριο, 6) η βιομηχανία, 7) οι τράπεζες και οι τοκογλύφοι και τέλος 8) το κράτος.
Ας εξετάσουμε λοιπόν τον καθέναν χωριστά, για να ιδούμε τι ρόλο παίζει στο ζήτημα, τι επίδραση εξασκεί, αν ελαφρύνει ή βαρύνει το προϊόν, αν ευκολύνει ή δυσκολεύει τη λύση. Κι αρχίζουμε από τον πρώτο και σπουδαιότερο συντελεστή, τον παραγωγό. Και είνε πολύ χαρακτηριστικό κύριοι, ότι αυτόν που θεωρούμε εμείς τον πρώτο και σπουδαιότερο συντελεστή, οι περισσότεροι από εκείνους που καταγίνονται με το πρόβλημα, τον αγνοούν ολότελα.
Προσπαθούν να βρούνε λύσεις αφηρημένες και μαθηματικές και καταστρώνουνε λογαριασμούς χωρίς να λογαριάζουνε πως πρώτα απ’ όλα πρέπει να ζήσουν οι άνθρωποι που δουλεύουν τη γη και παράγουν τη σταφίδα και πως κάθε λύση που δεν εξασφαλίζει αυτό το αποτέλεσμα καταδικάζει εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους σε θάνατο. Και είνε ακόμη πιο χαρακτηριστικό πως ύστερ’ από σαράντα χρόνια “προστασία” της σταφίδας και αφού οι διάφοροι ποικιλώνυμοι Σταφιδικοί Οργανισμοί ξόδεψαν εκατοντάδες εκατομμύρια για να “σώσουνε¨τη σταφίδα, όχι μόνο δεν έγινε το χτηματολόγιο των σταφιδοφόρων επαρχιών, μα ούτε καν και μια απλή στατιστική δεν υπάρχει για την κατανομή της σταφιδικής ιδιοχτησίας στην Πελοπόννησο. Καμμία επίσημη πηγή δεν μπορεί να μας πληροφορήσει πόσοι παραγωγοί καλλιεργούν έως 5 στρέμματα, πόσοι από 5-10 στρέμματα, πόσοι από 10-20, πόσοι από 20-30 κλπ.
(1321) “Ριζοσπάστης” 26-30/5/1936