Δευτέρα, 25 Οκτωβρίου 2021 22:30

Η αίτηση προστασίας από την Αγγλία

Η αίτηση προστασίας από την Αγγλία

 

Του Γιάννη Μπίρη

 

Act of submission

 

"Your Excellency, the legal plenipotentiaries of the Greek Nation request you to employ for it (the Nation) your favorable cooperation [...]. They give you the power to negotiate and carry out a peace in accordance to the honor and the interests of the Greek Nation."

 

Οι αλλεπάλληλες επιτυχίες του Ιμπραήμ μετά την απόβασή του στην Πελοπόννησο, είχαν φέρει τους επαναστατημένους Έλληνες σε απελπισία. Αφού έχασαν στη Σφακτηρία, στο Νιόκαστρο και στο Μανιάκι, παρακολουθούσαν ανήμποροι να εμποδίσουν τον Ιμπραήμ να προελαύνει. Η Επανάσταση κινδύνευε να διαλυθεί. Σε αυτή την κρίσιμη καμπή του Αγώνα η επιτροπή Ζακύνθου ετοίμασε και προώθησε για υπογραφή από όλους τους επικεφαλής του Αγώνα, την Αίτηση Προστασίας του αποκλειστικά από την Αγγλία. Ένα σχέδιο υποτέλειας στην Αγγλία, το οποίο είχε συζητηθεί και παλιότερα και με αυτό οι Έλληνες ζητούσαν την προστασία της Αγγλίας.

 

Παρά τις αντιθέσεις, τις διαφωνίες και τις επιφυλάξεις κατάφερε να την υπογράψουν σχεδόν όλοι. Αγγλόφιλοι, Γαλλόφιλοι και Ρωσόφιλοι. Το έγγραφο είχε συνταχθεί από τον κόμη Ρώμα στη γαλλική γλώσσα στις 30 Ιουνίου 1825. Μέχρι να μεταφραστεί όμως στην ελληνική και να κυκλοφορήσει, ο Σπυρίδων Τρικούπης πήγε στην Κέρκυρα, προφανώς εκπροσωπώντας και τον Μαυροκορδάτο, με σκοπό να ρωτήσει τον Ύπατο Αρμοστή Adam αν είναι σύμφωνος με το περιεχόμενο του εγγράφου, ώστε να προχωρήσουν στην διαδικασία υπογραφής. Αφού πήραν την έγκριση από τον Adam, ο Χριστόφορος Ζαχαριάδης μετέφερε στην Πελοπόννησο το ένα αντίγραφο που έπρεπε να υπογράψουν οι στρατιωτικοί, οι πολιτικοί και οι επικεφαλής του κλήρου. Ένα δεύτερο αντίγραφο μεταφέρθηκε από τον Παναγιώτη Λεονταρίτη στην Ύδρα, για την επικύρωση και υπογραφή του από τους ναυτικούς ηγέτες.

 

Ο Κολοκοτρώνης υπόγραψε την αίτηση μετά από υπόδειξη του Ρώμα. Μετά την υπογραφή ο Ανδρέας Ζαΐμης είπε στον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη:

«Δια την αγάπην της πατρίδος μου σε υπογράφω και πρόεδρον των κατά ξηράν βουλευτηρίων και αρχηγόν των κατά γήν δυνάμεων.»

Το ίδιο έκανε και ο Ανδρέας Μιαούλης. Κι ενώ οι περισσότεροι, έστω και με δυσκολία και επιφυλάξεις υπέγραφαν, ο Μαυροκορδάτος, ο Σπυρίδων Τρικούπης και Ιωάννης Κωλέττης στις 21 Ιουλίου συναντήθηκαν με τον επικεφαλής της αγγλικής ναυτικής μοίρας της ανατολικής Μεσογείου, λόρδο Gawen William Hamilton (τον γνωστό και ως Commodore) ζητώντας τη γνώμη του. Ο Hamilton δήλωσε άγνοια και ουδετερότητα. Ο Μαυροκορδάτος συγκάλεσε το Βουλευτικό και το Νομοτελεστικό στο Ναύπλιο για να παρουσιάσει το θέμα και να επικυρώσει την απόφαση της υπογραφής της Αίτησης. Με μικρές τροποποιήσεις η Αίτηση υπογράφτηκε από την πλειοψηφία. Ο Γεώργιος Κουντουριώτης, αν και αγγλόφιλος, δεν την υπέγραψε για λόγους ευθιξίας, αφού δεν αναγνώριζε ως πρόεδρο και Αρχιναύαρχο τον Ανδρέα Μιαούλη. 

Στο αποτέλεσμα της υπογραφής και της υποβολής της Αίτησης οδήγησε σαφώς η προσωπικότητα αλλά και η τεκτονική ιδιότητα του κόμη Ρώμα, που ακριβώς γι’ αυτό είχε συμπαραστάτη του και τον Σκωτσέζο τέκτονα και Ύπατο Αρμοστή των Ιονίων Νήσων, Frederick Adam.

Η Αίτηση προστασίας διαβιβάστηκε στον υπουργό εξωτερικών της Αγγλίας George Canning, με συνοδευτικό γράμμα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη από τον Ύπατο Αρμοστή των Ιονίων Frederick Adam. Τα έγγραφα έφτασαν στον Adam μέσω του Σπυρίδωνα Τρικούπη, που πήγε γι’ αυτό τον σκοπό στην Κέρκυρα. Δύο ακόμη αντίγραφα της Αίτησης στάλθηκαν μέσω του επικεφαλής της αγγλικής μοίρας στην ανατολική Μεσόγειο Gawen William Hamilton, στον πρεσβευτή της Αγγλίας στην Κωνσταντινούπολη. Τέλος, ένα έγγραφο έφτασε στα χέρια του George Canning αφού παραδόθηκε σε αυτόν από τον γιό του ναυάρχου Ανδρέα Μιαούλη, Δημήτριο Μιαούλη που έφτασε ως επικεφαλής ελληνικής επιτροπής στο Λονδίνο με το μπρίκι του «Κίμων», στις 5 Οκτωβρίου 1825: 

 

ΑΙΤΗΣΙΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΒΡΕΤΤΑΝΙΚΟΝ

 

Ο Κλήρος, οι Παραστάται, οι Αρχηγοί, Πολιτικοί και Στρατιωτικοί ξηράς και θαλάσσης, του Ελληνικού Έθνους.

 

Αον. Παρατηρούντες ότι δια τα ανεξάλειπτα δικαιώματα της ιδιοκτησίας και κυριότητος, δια τας επικρατούσας αρχάς της Θρησκείας και Ελευθερίας και δια το εκ φύσεως έμφυτον, του να διατηρή και ασφαλίζη έκαστος την ιδίαν ύπαρξιν, οι Έλληνες ενωπλίσθησαν με τα όπλα της Δικαιοσύνης και εις διάστημα πλέον των τεσσάρων ετών υπέστησαν αποφασιστικώς και σταθερώς κατά των Δυνάμεων της Ασίας, της Αφρικής και της Αιγύπτου, πεζών τε και ναυτικών, και εις όλους τούτους τους κινδύνους τώρα ηφάνισαν και τώρα άμπωσαν τας κολοσιαίας δυνάμεις των εχθρών, και, τελευταίον, στερημένοι παντός μέσου ανήκοντος εις τοιούτον υψηλόν εγχείρημα, καθιέρωσαν ούτοι δια του αίματός των, τα πολύτιμα αυτών δικαιώματα και έδωκαν εις τον εκπεπληγμένον κόσμον όχι τόσον κοινάς αποδείξεις, δι’ όσον είναι ικανός ένας λαός, εκ φύσεως γεννημένος δια να ζη ελεύθερος και όστις ήδη εδυνήθη να διασπάση τους βρόγχους μιας ικανώς πολυχρονίου καταθλιπτικής δουλείας.

Βον. Παρατηρούντες, ότι εκ των αποτελεσμάτων μιας πάλης ούτως ανομοίου, απέκτησαν οι Έλληνες την απαράμιλλον απόφασιν της πολιτικής αυτών καταστάσεως.

Γον. Σκεπτόμενοι ότι πράκτορες τινών ηπειρωτικών Δυνάμεων, αν και Χριστιανών, δεν διεφύλαξαν οδηγίαν, συνεχόμενην με τας αρχάς, τας οποίας αυτοί εστερέωσαν, αλλά από μέρους αυτών δεν έλειψαν να εκβώσιν συνεχώς αντιρρήσεις πολιτικαί πολυμόρφου ουσίας και χαρακτήρος.

Δον. Παρατηρούντες, ότι τινές τούτων των πρακτόρων παίζουν δια των απεσταλμένων των εντός της Ελλάδος, ώστε να εισχωρήση είς τινάς Έλληνας η κλίσις, δια να συστήσουν νέους σχηματισμούς πολιτικούς, αρμοδίους προς το πνεύμα και τα τέλη των τοιούτων παρακινητών.

Εον. Παρατηρούντες, ότι όχι ολίγους κατατρεγμούς και παρεκβάσεις υποφέρει η νόμιμος και τακτική κίνησις του ελληνικού Ναυτικού από τους Αρχηγούς των Θαλασσίων Δυνάμεων τινών Βασιλείων, οίτινες κατά πάντα τρόπον πειράζουν τα καθήκοντα της διακηρυχθείσης ουδετερότητος από τας Αυλάς των εις τας Συνελεύσεις του Λεϊβάχ και Βερώνης.

ςον. Παρατηρούντες με μεγάλην θλίψιν αυτούς τους Χριστιανούς οπλιζομένους εναντίον των οπαδών του Ευαγγελίου και εις βοήθειαν εκείνων του Αλκορανίου, εις τρόπον, ώστε, στρατιώται ευρωπαίοι, εναντίον πάσης αρχής αληθούς πολιτικής και ηθικής, σπεύδουν να διδάξουν, διορίσουν και οδηγήσουν τα στίφη των βαρβάρων, διευθυνόμενα να λεηλατήσουν την ιεράν εκείνην γην, ήτις σκεπάζει ανάμικτα και συγκεχυμένα τα αθάνατα Κόκκαλα των Κιμώνων, των Τσαμαδών, των Λεωνιδών, των Βοτσαρών, των Φιλοποιμένων, των Νικηταραίων και Κολιαίων, όπερ εμποδίζει τας προόδους της ιεράς υποθέσεως της Ελλάδος.

Ζον. Παρατηρούντες, ότι η Διοίκησις της Μεγάλης Βρεττανίας, ευτυχής εις το να διευθύνη λαόν ελεύθερον, είναι η μόνη, ήτις διετήρησε μέχρι λεπτού καθαράν την ουδετερότητα, περιφρονούσα να μιμηθή τας αναφανδόν βίας ή τας νεφώδεις διαχειρίσεις, αι οποίαι απ’ άλλους αδιακόπως επράχθησαν και πράττονται εις την Ελλάδα, Κωνσταντινούπολιν και Αίγυπτον.

Ηον. Σκεπτόμενοι, ότι η Βρεττανική αδιαφορία δεν αρκεί να αντιρροπήση τον ήδη επηυξημένον εξωτερικόν κατατρεγμόν προς βλάβην της Ελλάδος.

Θον. Παρατηρούντες, ότι η Ελλάς, όχι από χαύνωσιν δυνάμεων, ούτε από αδυνατισμένην απόφασιν, δεν ηδυνήθη μέχρι τούδε να προσεπιχειρή, αλλά δια τα προρρηθέντα αίτια και μάλιστα την πηγάζουσαν από του να μην έλαβε ποτέ Διοίκησιν υπερτέραν των παθών και σχέσεων.

Ιον. Παρατηρούντες, ότι οι Έλληνες, εις τοιαύτην γενναίαν μάχην, ή πρέπει να εκβώσιν από ταύτην νικηταί, ή θέλουν είσθαι τελείως αφανισμένοι, επειδή ουδέν μέσον είναι, το οποίο να δύναται να τους αποσπάση από ταύτην την απόφασιν, ήτις ήδη κατήντησεν από τας φοράς του πολέμου και του χρόνου άφευκτος.  

Ιαον Παρατηρούντες, τελευταίον, ότι αν από υπερτάτην χάριν της Προνοίας, ευρίσκωνται στερεωμέναι πλησίον μας αι βρεττανικαί δυνάμεις, χρεωστεί η Ελλάς εις την παρούσαν αυτής κατάστασιν να ωφεληθή από τούτο εγκαίρως, ως και να ελπίση εις την ευθύτητα και φιλανθρωπίαν της ισχυράς αυτής Διοικήσεως.

 

Όθεν, προς ασφάλειαν των ιερών δικαιωμάτων της του Κράτους ελευθερίας και ικανώς στερεάς πολιτικής υπάρξεως, η Ελλάς, δια της παρούσης δημοσίας πράξεως, προσδιορίζει, θεσπίζει, αποφασίζει και βούλεται τον επόμενον

 

Νόμον.

 

    Α´.) Το Ελληνικόν Έθνος, δυνάμει της παρούσης πράξεως, θέττει εκουσίως την ιεράν παρακαταθήκην της αυτού Ελευθερίας, Εθνικής Ανεξαρτησίας και της πολιτικής αυτού υπάρξεως υπό την μοναδικήν υπεράσπισιν της Μεγάλης Βρεττανίας.

    Β´.) Η παρούσα αύτη οργανική Πράξις του ελληνικού Έθνους συνοδεύεται με επί τούτω διπλούν υπόμνημα προς την Σεβασμίαν Διοίκησιν της Αυτού Βρεττανικής Μεγαλειότητος κατ’ ευθείαν εις Λονδίνον και συγχρόνως αποστέλλεται εμμέσως δια της Αυτού Εξοχότητος του Λόρδου Μεγάλου Αρμοστού της Αυτού Μεγαλειότητος εις τας Ενωμένας επαρχίας των Ιονικών Νήσων.

    Γ´.) Οι Πρόεδροι των ευτάκτων Βουλευτηρίων του Κράτους, ξηράς και θαλάσσης θέλουν ετοίμως εκπληρώση τον παρόντα ΝΟΜΟΝ.

 

Εν Πελοποννήσω τη 24 Ιουλίου 1825

 

Ο Πρόεδρος των κατά ξηράν ευτάκτων Βουλευτηρίων

του Ελληνικού Κράτους και Γενικός Αρχηγός

των κατά γην Δυνάμεων

 

Θ. Κολοκοτρώνης

 

Αντίστοιχα η «ναυτική» εκδοχή της Αίτησης κατέληγε:

 

Ο Πρόεδρος των ευτάκτων συσσωματώσεων των Νήσων

του Αιγαίου Πελάγους και λοιπών μερών του Ελληνικού

Κράτους και αρχιναύαρχος των κατά θάλασσαν Δυνάμεων.

 

Ανδρέας Μιαούλης

 

Ακολουθούσαν οι υπογραφές ανά περιοχή και κατηγορία παραγόντων όπως κληρικών, παραστατών, πολιτικών, στρατιωτικών…

 

Η απάντηση του George Canning εκδόθηκε στις 13 Οκτωβρίου 1825:

 

(Αντίγραφον)

Υπουργείον των Εξωτερικών

Οκτωβρίου 13 1825

Κύριοι!

 

    Δια χειρός του κάπ. Μιαούλη έλαβον την επιστολήν, την οποίαν μου εκάματε την τιμήν και διευθύνατε προς εμέ κατά την 28 του Ιουλίου συνοδεύουσαν μίαν διακήρυξιν, την οποίαν με παρακαλείτε να παρρησιάσω προς τον βασιλέα, τον Κύριόν μου. Επειδή μία παρομοία διακήρυξις, συνοδευομένη με γράμμα του κυρίου Κολοκοτρώνη με είχε φθάσει προλαβόντως διά της Διοικήσεως της Επτανήσου, η Διοίκησις της Αυτού Μεγαλειότητος είχε προηγουμένως σκεφθή βαθέως περί της υποθέσεως αυτής πρίν ακόμη φθάση ο κάπ. Μιαούλης. Είμαι λοιπόν προετοιμασμένος να σας από κριθώ οριστικώς, δια μιάς, περί τούτου.

    Η Βρεττανική Διοίκησις απ’ αρχής του μεταξύ της Οθωμανικής Πόρτας και των Ελλήνων τωρινού αγώνος επροκήρυξε και διεφύλαξε στενήν και ειλικρινή ουδετερότητα. Η Μεγάλη Βρεττανία είναι προ πολλού δια συνθηκών συνδεδεμένη με την Οθωμανικήν Πόρταν και δεν ημπορεί να παραπονεθή ότι η Πόρτα παρέβη αυτάς τας συνθήκας, υπό την σκέπην των οποίων και υποκείμενα και ιδιοκτησίαι και εμπορικά συμφέροντα μεγάλων Εταιρειών εκ μέρους των υπηκόων της Αυτού Μεγαλειότητος προστατεύονται εντός της Οθωμανικής επικρατείας. Δι’ αυτάς λοιπόν τάς περιστάσεις δεν φάινεται εις το Βρεττανικόν Κράτος, μήτε με την εμπιστοσύνην, μήτε με τάς αρχάς του Νόμου συνάδον, ο οποίος νόμος κανονίζει τα καθήκοντα των εθνών τού ενός προς το άλλο και διαφυλάττει την γενικήν ειρήνην, αν θελήση να κινήση πόλεμον εναντίον της Πόρτας, η οποία δεν έδωσεν εις το Βρεττανικόν Κράτος δικαίαν αιτίαν διαφιλονικίας.

    Κανείς δεν ημπορεί διά μίαν στιγμήν να αμφιβάλη ότι το να δεχθή η Βρεττανική Διοίκησις την προσφοράν της διακηρύξεως, την οποίαν εκάμετε την τιμήν και εστείλατε προς εμέ, είναι πραγματικώς το να κηρύξωμεν τον πόλεμον εναντίον της Πόρτας.

    Μεγάλης χαμερπείας και ανοησίας έργον ήθελεν είσθαι το να αναδεχθή οποιαδήποτε δύναμις επάνω της την προσφερομένην προστασίαν της Ελλάδος και να μη προσφέρη ενταυτώ εις την Ελλάδα βοήθειαν χρηματικήν, πολιτικήν και πολεμικήν, όσην περισσοτέραν ημπορούσεν. Η προς το έθνος λοιπόν τούτο πρότασις των Ελλήνων δεν απόβλέπει μόνον το να κηρύξη τον πόλεμον εναντίον της Πόρτας, αλλά και να αναδεχθή μόνον του όλον το βάρος αυτού του πολέμου και να υποχρεωθή να μην αφήση τα όπλα έως ού στερεωθή η ανεξαρτησία της Ελλαδος.

    Δικαίως ημπορεί κανείς να ελπίση ότι μία προσφορά, η οποία δεν εζητήθη και θέλει επιφέρει τόσας δεινάς συνεπείας, ημπορεί μη φαινομένη δεκτή (όσον έντιμα και αν είναι τα αίτια δια τα οποία έγινεν) όχι μόνον να μη πειράξη όσους αποβλέπει αυτή η προσφορά, αλλά μήτε και να βλάψη την ειλικρίνειαν εκείνων των διαβεβαιώσεων, τας οποίας εις άλλην πρωτυτερινήν περίστασιν εκοινοποίησε εις την προσωρινήν Διοίκησιν της Ελλάδος.

    Η ΒρεττανικήΔιοίκησις αγκαλά και απόφασιν έχει να διαφυλάξη αμετάβλητον την ουδετερότητα, η οποία κατ’ επαναληψιν διεκηρύχθη, ευχαρίστως όμως θέλει δράξει οποιανδήποτε περίστασιν, την οποίαν τα τυχηρά αποτελέσματα του πολέμου ή το απαύδισμα ενός των δύο πολεμούντων μερών ήθελε παρρησιάσουν, δια να συνδράμη δια της καλής συνεργείας, δια να παύση ένας αγών διά τον οποίον εχύθησαν τόσα αίματα και να παύση δι’ ενός συμβιβασμού κατά τα συμφέροντα και την τιμήν των δύο μερών.

 

    Έχω την τιμήν κλπ

Γεώργιος Κάννιγκ

 

    Προς τους Κους Κολοκοτρώνην και Μιαούλην.

 

Μνημεία της Ελληνικής Ιστορίας, Ιστορικόν Αρχείον Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου, επιμ. Εμμ. Πρωτοψάλτη, (Α,Μ, 3017), σελ. 376-377 Ακαδημία Αθηνών, 1978

Η ελληνική Αίτηση Προστασίας ενθάρρυνε τον Canning να αποπειραθεί να λύσει το ελληνικό ζήτημα, αποκομίζοντας φυσικά τα μεγαλύτερα δυνατά οφέλη για την Αγγλία. Υποστηρίζοντας την ουδετερότητα, μόλις λίγες ημέρες πριν την παραλαβή της Αίτησης, είχε εκδόσει διάταγμα με το οποίο απαγόρευε για τους επόμενους έξι μήνες, τη στρατολόγηση Άγγλων υπηκόων σε ξένες δυνάμεις καθώς και την παροχή πολεμικού υλικού για χρήση των αντιμαχόμενων στην Ελλάδα. Στα μέσα Οκτωβρίου έστειλε τον εξάδελφό του Stratford Canning πρεσβευτή στην Κωνσταντινούπολη μεταξύ των άλλων για να εκτιμήσει και τις διαθέσεις των αντιμαχομένων.