Δευτέρα, 01 Νοεμβρίου 2021 21:55

Η απόπειρα του Κανάρη στην Αλεξάνδρεια

Γράφτηκε από τον

 

Του Γιάννη Μπίρη

Κι ενώ τον Ιούλιο του 1825 ο Ιμπραήμ είχε εγκατασταθεί πια στην Τριπολιτσά, μια ανώνυμη επιστολή της 14ης Ιουλίου από την Αλεξάνδρεια, πρότεινε στον Λάζαρο Κουντουριώτη ένα παράτολμο σχέδιο για αντιπερισπασμό και αποσταθεροποίηση των αιγυπτιακών στρατευμάτων στην πρωτεύουσα της Αιγύπτου του Μεχμέτ-Αλή.

Η επιστολή του άγνωστου πληροφοριοδότη:

«Κύριε Λάζαρε Κουντουριώτη,

Ο αιγυπτιακός στόλος επέστρεψεν εις Αλεξάνδρειαν, συνιστάμενος από τέσσερις φρεγάτας, πέντε κορβέτας, εικοσιπέντε βρίκια και εφτά φορτηγά, δια να διορθωθούν και να εκλπεύσουν πάλιν με δέκα χιλιάδας τακτικών διορισμένων κατά της Πελοποννήσου. Εκτός τούτων ευρίσκονται εδώ άλλαι τέσσαρες φρεγάται και επτά βρίκια, δεν θέλουν δε γίνει έτοιμα προτού μεσάσει ο Αύγουστος. Εάν οι Έλληνες είναι άνδρες πρέπει να το αποδείξουν πέμποντες εδώ τρία ή τέσσαρα πυρπολικά και δύο ή τρία πολεμικά δια να τα καύσουν όλα εις τον λιμένα. Ας μην προταθεί καμία δυσκολία δια τοιούτον εύκολον εγχείρημα, καθότι η αμεριμνησία εις την οποίαν οι Τούρκοι ευρίσκονται διευκολύνει τόσον το πράγμα ώστε μήτε άνθρωπος θέλει χαθεί εις αυτό. Εάν οι Γραικοί δεν ακούσουν τοιαύτην συμβουλήν δεν πρέπει να τους θεωρήσωμεν, ει μη μόνον ως γυναίκας…

Τα πυρπολικά πρέπει να έμβωσι προς την δύσιν του ηλίου, και εάν κατά περίπτωσιν έλθει ο πιλότος δια να εμβάση τα καράβια εις τον λιμένα, πρέπει να τον κρατήσουν. Τούτο θέλει τους δείξει την στιγμήν, δια να εκτελέσουν καλλίτερα το σκοπούμενον…

Δεχθήτε την είδησιν ταύτην και καιρόν δεν έχουν να χάνουν οι Γραικοί, εάν θελήσουν εις τοιαύτην περίστασιν να διασώσουν την πατρίδα των. Ιδού κατόρθωμα, δια του οποίου θέλουν γνωρισθεί και δοξασθεί εις όλον τον κόσμον.»  

Κωνσταντίνος Μεταλληνός. Ο ναυτικός πόλεμος κατά την ελληνική Επανάσταση 1821-1829 Τόμος Β΄, 375.

Ο Κουντουριώτης δέχθηκε την πρόταση του «άγνωστου» πληροφοριοδότη, που μάλλον ήταν ο Ιταλός φιλέλληνας Giusti και μετά από σύσκεψη πρότεινε στους προύχοντες της Ύδρας, Εμμανουήλ Τομπάζη και Αντώνιο Κριεζή, να πλεύσουν για την Αλεξάνδρεια και με πυρπολικά του Κωνσταντίνου Κανάρη, του Μανώλη Μπούτη και του Αντώνιου Βώκου να κάψουν τον αιγυπτιακό στόλο που ναυλοχούσε εκεί.

Το σχέδιο έγινε δεκτό και σύμφωνα με το ημερολόγιο του αγωνιστή Διομήδη-Γεωργίου Σκούφου που δημοσιεύθηκε στην υδραίικη εφημερίδα «ο φίλος του Νόμου» στις 17 Αυγούστου 1825:

« Ύδρα την 17 Αυγούστου

Ιδού τα περιστατικά της εις Αλεξάνδρειαν εκστρατείας, τα οποία υπεσχέθημεν να δημοσιεύσωμεν εις το παρελθόν φύλλον. Ταύτα εβεβαιώθησαν από αυτόπτην μάρτυρα τον Κ. Διομήδην Σκούφον· είναι δε απόσπασμα εκ του ημερολογίου της νηός διοικουμένης παρά του πλοιάρχου κ. Εμμανουήλ Τομπάζη, του οποίου η ακριβής έκθεσις είναι επικυρωμένη και από τους δύο πλοιάρχους της εκστρατείας.

« Εις τας 23 Ιουλίου (λέγει το ημερολόγιον του Κ.Δ.Σ.) εκπλεύσαμεν από τον λιμένα της Ύδρας, δηλαδή τα δύο πολεμικά πλοία, ο «Θεμιστοκλής» και ο «Επαμεινώνδας» διοικούμενα παρά των πλοιάρχων κυρίων Ε. Τομπάζη και Αντωνίου Γ. Κριεζή, και τρία πυρπολικά υπό την οδηγίαν των ανδρείων Κωνσταντίνου Κανάρη, Αντωνίου Θ. Βώκου και Μανόλη Μπούτη, διευθυνόμενα κατά του εν Αλεξανδρεία Αιγυπτιακού στόλου.

 » Βοηθούμενοι από ούριον άνεμον εις τας 29 του αυτού μίαν ώραν προ της ανατολής του ηλίου είδομεν την στερεάν της Αιγύπτου, και από μιλ. 7 απόστασιν τον Αράπ Κουλέ κατά την πρώραν. Όθεν και εστρέψαμεν τα πλοία προς δυσμάς δια να μην γνωρισθώμεν από τους εν Αλεξανδρεία εχθρούς.

» Περί τας δύω ώρας της αυτής ημέρας προσεκλήθησαν εις την νήα του πλοιάρχου κυρίου Ε. Τομπάζη οι τρεις διοικηταί των πυρπολικών και ο πλοίαρχος κύριος Α. Γ. Κριεζής και αφού μετά κοινήν σκέψιν έλαβεν ο καθείς τας αναγκαίας διαταγάς, και ιδιαιτέρως οι πυρπολισταί την διαταγήν του να προσέχωσι μήποτε εξ απροσεξίας προξενήσωσι την παραμικράν βλάβην εις τα εκείσε κατά τύχην ευρισόμενα Ευρωπαϊκά πλοία, οι μεν πυρπολισταί περί τας 3 ώρας της ημέρας ανεχώρησαν δια Αλεξάνδρειαν, ημείς δε περιφερώμεθα έξω του λιμένος επαγρυπνούντες εις τα κινήματα των ημετέρων, και προσέχοντες μετά την επιχείρησιν να διασώσωμεν τας βάρκας μετά των πυρπολιστών μας.

» Εν τούτοις περί τας 10 ώρας και τρία τέταρτα φθάνουσι τα πυρπολικά μας έξω του λιμένος της Αλεξανδρείας. το δε πυρπολικόν του Κανάρη, ώς ταχύπλουν, εμβαίνει εις τον λιμένα, ακολουθούντων των άλλων, και αφού εκράτησε βία εις το πυρπολικόν του τον κατά την συνήθειαν εις επίσκεψίν του ελθόντα λιμενάρχην της Αλεξανδρείας, προχωρεί διευθυνόμενον προς την εχθρικήν ναυαρχίδα, και εις τέσσαρες άλλας φρεγάτας, κατά τάξιν αραγμένας έμπροσθεν του παλατίου του σατράπου της Αιγύπτου.

» Ο απτόητος πυρπολιστής φθάνει εν μέσω εχθρικών πλοίων, και όχι μακράν της ναυαρχίδος. Αλλ’ εις την κρίσιμον ταύτην στιγμήν βάσκανος τύχη προδίδει την ανδρείαν των ημετέρων. Ο ούριος άνεμοςαιφνιδίως παύει, και ο ενάντιος αυτού τον διαδέχεται. Ματαίως ο πυρπολιστής μας προσπαθεί να πλησιάση εις την ναυαρχίδα, και τέλος αναγκάζεται να διευθύνη το πυρπολικόν του προς άλλον σωρόν εχθρικών πλοίων, δηλ. μιας γρεγάτας και πολλών άλλων βρικίων· δίδει λοιπόν πύρ εις το πυρπολικόν του και αναχωρεί· αλλά εκ περιστάσεως το πυρπολικόν λαμβάνει άλλην διεύθυνσιν, και καίεται χωρίς αποτέλεσμα.

» Η αποτυχία του πρώτου αποκαθιστά ανωφελή την ενέργειαν των δύω άλλων πυρπολικών, καθότι εν τούτοις ο εχθρός έλαβε τα αναγκαία μέτρα. Μ’ όλα ταύτα ωσάν οι Έλληνες να προσκαλώσιν έτι εις μάχην όλας τας εχθρικάς δυνάμεις, και να περιφρονώσι και παρρησία ένα εχθρόν όστις τουντεύθεν δεν χρεωστεί την σωτηρίαν του ειμή εις είδος συνωμοσίας των στοιχείων κατά της ελληνικής ευτολμίας, υψώνουσι την ελληνικήν σημαίαν και εξέρχονται μετά της αυτής τάξως, και άνευ τινός βίας.

» Εις μάτην επτά εχθρικαί βάρκαι και εν πολεμικόν βρίκιονπίπτουσι κατά πόδας του πυρπολιστού Κ. Κανάρη και προσπαθούσι να συλλάβωσι την βάρκαν του· εις αυτό το αναμεταξύ προφθάνουσι τα δύο πολεμικά πλοία μας, και διασώζουσι την βάρκαν και τους επιβάτας της.

» Μικρόν προ της αφίξεως των πλοίων μας εφάνη και εν πολεμικόν βρίκιον του χριστιανικωτάτου βασιλέως της Γαλλίας και Ναβάρας να πυροβολή κατά της βάρκας του πυρπολιστού μας Κανάρη, ως να είχε λάβει προσταγήν από τον σατράπην της Αιγύπτου να παιδεύση την ελληνικήν τόλμην, και να θέση όρια εις την απτόητον καρτεροψυχίαν των λοιπών πυρπολιστών μας. Με όλην την ευστοχίαν όμως των Γάλλων πυροβολιστών, ο Κανάρης μετά των λοιπών συντρόφων του διεσώθησαν, ώς είπομεν, αβλαβείς, και μετέβησαν εις τα πολεμικά πλοίά μας, τα οποία περί τας δύω ώρας της νυκτός ανοίχθησαν εις το πέλαγος.

 » Την επαύριον (30 Ιουλίου) εις την επιστροφήν δια Ύδραν, είδομεν εις τον ορίζοντά μας πέντε πολεμικά εχθρικά πλοία να συντροφεύωσι 45 τζιρίμια από Ατάλειαν εις Αλεξάνδρειαν, και αμλεσως εκινήθημεν κατ’ αυτών, εξ ών και κατεκαύσαμεν έν βρίκιον 16 κανονίων τη δυνάμει μόνον των πυροβόλων οργάνων μας. Τα λοιπά χρεωστούσι την σωτηρίαν των εις μόνην την φυγήν. Διεσώσαμεν μ’ όλον τούτο τους εν τω βρικίω ευρισκομένους 45 ναύτας και 36 στρατιώτας.

 » Εις τας 3 πάλιν Αυγούστου απαντήσαμεν έξωθεν της Αταλείας μίαν εχθρικήν λεύκαν εις είδος βρικίου, περιέχουσαν διάφορα εμπρηστικά ξύλα και 95 στρατιώτας και ναύτας, οίτινες θαρρούντες εις τον αριθμόν των ηθέλησαν να μας αντισταθώσιν. Αλλά μετά μικράν εναντιότητα, υπέπεσε και αυτή εις την εξουσίαν μας, οι δ’ εν αυτή στρατιώται και ναύται παρεδόθησαν εις την διάκρισίν μας. Ούτω λοιπόν την μεν λεύκαν και το φορτίον της εκρατήσαμεν ως νόμιμον λείαν· τους δε επιβάτας στρατιώτας και τους ναύτας της, καθώς και τους προλαβόντας αιχμαλώτους του πυρποληθέντος βρικίου απελύσαμεν ελευθέρους εις τα Κάκαβα, ως παραδοθέντας εις την διάκρισίν μας.

 » Εις αυτό το μέρος αφήσαμεν ελεύθερον και τον λιμενάρχην της Αλεξανδρείας, ως κρατηθέντα με απάτην.

 » Τέλος πάντων, μετά 15 ημερών πλούν, εφθάσαμεν εις τας 13 του τρέχοντος προς το εσπέρας εις τον λιμένα της Ύδρας, χωρίς να δοκιμάσωμεν άλλην ζημίαν καθ’ όλην μας την εκστρατείαν, ειμή την υστέρησιν δύω ανδρείων συντρόφων μας, Παντελή Τζιτζά και Ιωάννη Χούντα. Αιωνία η μνήμη σας αδελφοί! επληγώθησαν δε και τέσσαρες, οι πατριώται Ιωάννης Κωνσταντινίδης, Αγγελής Γκλάβας, Νικόλαος Δήμου, και Γεώργιος Φ. Ψαρριανός.

 » Τοιαύτη η αρχή, τοιούτον και το τέλος· χρεωστούμεν όμως εις την απροσωπόληπτον αλήθειαν, και την ιεράν συνείδησή μας να ομολογήσωμεν παρρησαί, ότι κανείς εις την επιχείρησιν ταύτην δεν ημέλησε τα χρέη του, και ότι οι ανδρείοι πυρπολισταί μας εφάνησαν καί είς αυτήν την περίστασιν άξιοι της λαμπράς φήμης των και της πατρίδος των.»

    Για αυτή την παράτολμη επιχείρηση και ο Αμερικανός, φιλέλληνας γιατρός Samuel Gridley Howe γράφει στο «Ημερολόγιο από τον Αγώνα 1825-1829»:

«….3 Αυγούστου. __ Απήλθον δια των πλοίων των ο ναύαρχος Τομπάζης και ο νεαρός Μιαούλης, υιός* του ναυάρχου δι’ Αλεξάνδρειαν δια να πυρπολήσωσι, καθώς ωρκίσθησαν, τον εκεί εξοπλιζόμενον πανίσχυρον αιγυπτιακόν στόλον. Το τολμηρόν αυτό πατριωτικόν σχέδιον ετηρείτο μυστικόν μέχρι του απόπλου των πλοίων·…..

….. Ο Τομπάζης δεν παρέλαβε μόνο μεθ’ ευτού το πλοίον του το οποίον εξ ιδίων του εξώπλισεν, αλλ’ εγκατέλειψε μεγαλοπρεπή οίκον δια τον οποίον θα εκαυχάτο πας ευγενής, εγκατέλειπεν οικογένειαν λατρεύουσαν αυτόν, εγκατέλιπε πλούτη και ευμάρειαν δια να επιδιώξη επικίνδυνον ή μάλλον απεγνωσμένον έργον επί τη ελπίδη αποσοβήσεως εκ της πατρίδος του συμφοράς ήν δεν θ’ απέφευγε μετ’ ολίγον. Όλοι είνε μετημφιεσμένοι εις Ευρωπαίους, όλοι ομιλούσιν Ιταλικά, το σχέδιόν των δε είνε να επιτεθώσι λάθρα κατά του Αιγυπτιακού στόλου. Ο Θεός μαζή των!...»

*σημ. Το υιός είναι λάθος του Howe αφού ο πυρπολητής Αντώνιος Βώκος έχει πατρώνυμο Θ. Το όνομα Βώκος έφερε μεγάλη ιστορική οικογένεια της Ύδρας η οποία άλλαξε το αρχικό της όνομα και έλαβε το όνομα Μιαούλης.

    Ο μικρός στόλος έφθασε στην Αλεξάνδρεια στις 29 Ιουλίου. Σύμφωνα με το σχέδιο που εκπονήθηκε στη σύσκεψη στον «Θεμιστοκλή», τα δυο μεγαλύτερα πλοία θα παρέμεναν έξω από το λιμάνι ενώ τα τρία πυρπολικά, με παραπλανητικές σημαίες της Ρωσίας, της Αυστρίας και των Ιονίων νήσων, θα προσπαθούσαν να μπουν σ’ αυτό. Όμως, για να μπουν στο λιμάνι χρειάζονταν κάποιον πλοηγό. Την ίδια ημέρα, με τη δύση του ήλιου, το πυρπολικό του Κανάρη ακολουθούμενο με μικρή καθυστέρηση από τα άλλα δύο πυρπολικά, ξεκίνησε για το λιμάνι. Τον Κανάρη υποδέχθηκε λόγω γνωριμίας για να τον συνοδεύσει αντί για πλοηγό, ο ίδιος ο λιμενάρχης. Ο Κανάρης, ύψωσε ρωσική σημαία και κρατώντας όμηρο τον λιμενάρχη, μπήκε στο λιμάνι.

    Στην προσπάθειά του να πλησιάσει τον αιγυπτιακό στόλο ο άνεμος έπεσε και έτσι η προσέγγιση φαινόταν αδύνατη. Πλησιάζοντας το γαλλικό μπρίκι «L’ Abeille», κατάλαβε ότι είχε γίνει αντιληπτός. Παρά τον κίνδυνο, άναψε το πυρπολικό του και το έστρεψε προς τη ναυαρχίδα και τα αιγυπτιακά πολεμικά στη βάση του λιμανιού, μπροστά από το παλάτι του Μεχμέτ-Αλή. Αλλά και εκεί ήταν άτυχος αφού πάλι ο άνεμος άλλαξε φορά και απομάκρυνε το πυρπολικό από τον στόχο του. Λάμνοντας με τη βάρκα διαφυγής, κάτω από τα πυρά του γαλλικού πλοίου  που τον κατεδίωκε, κατέφυγε στο πυρπολικό του Αντώνιου Βώκου που ακολουθούσε. Ο άνεμος άλλαξε και πάλι κατεύθυνση και το καιγόμενο πυρπολικό πλησίαζε τον αιγυπτιακό στόλο. Και πάλι όμως οι Γάλλοι του «L’Abeille» απέτρεψαν την προσκόλληση.

    Μια ακόμα περιγραφή αυτής της παράτολμης απόπειρας, από την πλευρά του πλοιάρχου M. Hargous του γαλλικού βρικιού «L’Abeille» που έτυχε τότε να βρίσκεται στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας και ενεπλάκη στα γεγονότα, υπάρχει στο Revue des Deux Mondes :

 «…Εάν αυτό το πλοίο είχε προσκολληθεί κατά κακή τύχη στην επικεφαλής  φρεγάτα (ναυαρχίδα) η σύγχυση θα έπεφτε στον υπόλοιπο στόλο, τα δε άλλα δύο πυρπολικά θα προσέτρεχαν, προσβάλλοντας κι άλλα πλοία. Η καταστροφή θα ήταν τρομερή, και η νίκη των Ελλήνων ολοκληρωτική. Αλλ' η «Μέλισσα» («L’Abeille») κατά κάποιον τρόπο τους παρεμπόδισε…».

(σημ.: από το ημερολόγιο του Διομήδη Σκούφου αλλά και από την παραδοχή της εμπλοκής από τον Γάλλο πλοίαρχο, το γαλλικό πλοίο όχι μόνο παρεμπόδισε αλλά και άρχισε «να πυροβολή κατά της βάρκας του πυρπολιστού μας Κανάρη, ως να είχε λάβει προσταγήν από τον σατράπην της Αιγύπτου»).

    Ταυτόχρονα τα δυο ελληνικά πλοία που περίμεναν έξω από το λιμάνι, ο «Θεμιστοκλής» κι ο «Επαμεινώνδας», σήκωσαν ελληνική σημαία. Οι τολμηροί Έλληνες πυρπολητές κατάφεραν να διαφύγουν κάτω από τα πυρά των πλοίων και των παράκτιων πυροβόλων. Στη δραματική επιχείρηση διαφυγής του πληρώματος του Κανάρη σκοτώθηκαν οι Παντελής Τζιτζάς και Ιωάννης Χούντας και τραυματίστηκαν πέντε άντρες του. Ακολούθησε καταδίωξη μέχρι την Καραμανία, στα νότια παράλια της Τουρκίας. Στην καταδίωξη συμμετείχε και ο Μεχμέτ-Αλή, αλλά τα ελληνικά πλοία κατάφεραν να διαφύγουν και επέστρεψαν στις 13 Αυγούστου στην Ύδρα. Αν βέβαια είχε επιτύχει η απόπειρα, τότε η εξέλιξη του πολέμου θα ήταν διαφορετική αφού θα απέκοπτε τον ανεφοδιασμό του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο. Λόγω της ανάμειξης στην αναχαίτιση του πυρπολικού του Κανάρη, του γαλλικού μπρικιού «L’Abeille», προκλήθηκε διεθνής αναστάτωση καθώς και αναταραχή στις τάξεις των Γάλλων φιλελλήνων που προκάλεσαν διάψευση της εμπλοκής του γαλλικού μπρικιού στο περιστατικό.