Από τις 16 Ιανουαρίου 2021 και κάθε Σαββατοκύριακο ανελλιπώς, δημοσιευόταν στη σελίδα 16 της "Ελευθερίας" (καμιά φορά και στη 17, ανάλογα με την έκταση του κειμένου), ένα άρθρο μου για την Ελληνική Επανάσταση. Με επίγνωση της δυσκολίας του εγχειρήματος, η προσεκτική προσέγγιση των πηγών της ιστορίας της δημιουργίας του πρώτου Ελληνικού Κράτους, έφερε αυτή την καταγραφή.
Στόχος μου ήταν να αναλύσω με απλά λόγια την Ελληνική Επανάσταση του 1821. Και τώρα που ολοκληρώθηκε η παρουσίαση στην «Ελευθερία», τα άρθρα ενοποιούνται ξανά και γίνονται κεφάλαια του βιβλίου μου «Η Ελληνική Επανάσταση 1699 – 1834». Η ιδιαιτερότητα του βιβλίου είναι ότι μπορεί να διαβαστεί κεφάλαιο-κεφάλαιο, σχεδόν ως χρονολόγιο της Επανάστασης, χωρίς να χάνεται η ιστορική συνέχεια.
Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 ήταν η ένοπλη εξέγερση των υπόδουλων Ελλήνων εναντίον της οθωμανικής αυτοκρατορίας, με σκοπό την ανεξαρτησία τους και την απαλλαγή τους από τα δεινά της σκλαβιάς.
Βέβαια, επειδή είχαν προηγηθεί πολλά πριν τον ένοπλο ξεσηκωμό του 1821, η προσέγγισή μου ξεκινά από το 1699. Τότε, που η συνθήκη του Κάρλοβιτς για τον τερματισμό του αυστρο-οθωμανικού πολέμου του 1683-1697, έθετε το «ανατολικό ζήτημα», δηλαδή το πρόβλημα της διαχείρισης των υπόδουλων χριστιανών υπηκόων της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Στη συνέχεια, η συνθήκη του Πασάροβιτς σηματοδότησε την οριστική υποχώρηση των Οθωμανών από την Ευρώπη αλλά και την αρχή της συρρίκνωσης της άλλοτε πανίσχυρης οθωμανικής αυτοκρατορίας. Τα εμπορικά προνόμια που απέρρεαν από τη συνθήκη ευνόησαν κυρίως τους Έλληνες καραβοκύρηδες αλλά και όλους τους βαλκανικούς λαούς, που μπορούσαν πλέον να αποκτούν την αυστριακή υπηκοότητα με δικαίωμα διεξαγωγής εμπορίου στις περιοχές της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Η συνθήκη του Βελιγραδίου και της Νις και κυρίως η συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή απέφεραν σημαντικά οφέλη για τα ελληνικά συμφέροντα αφού με αυτές κατοχυρώθηκε το δικαίωμα της χρήσης της ρωσικής σημαίας από τους Έλληνες καραβοκύρηδες καθώς και η ναυπήγηση μεγάλων εμπορικών πλοίων. Με τη συνθήκη του Ιασίου το 1792, υπήρχαν προβλέψεις για την απελευθέρωση των αιχμαλώτων χριστιανών δούλων, των εξανδραποδισθέντων Πελοποννησίων και Νησιωτών καθώς και την αμνήστευση των Ελλήνων της Πελοποννήσου και των νησιών του Αιγαίου. Το τέλος του 18ου αιώνα, η συνθήκη του Κάμπο Φόρμιο το 1797 περιόρισε τα οφέλη που είχαν αποκτήσει οι Έλληνες καραβοκύρηδες λόγω της χρήσης από αυτούς της ρωσικής σημαίας.
Μπαίνοντας στον 19ο αιώνα, τα διεθνή διπλωματικά συνέδρια της εποχής του Ναπολέοντα και της Ιερής Εξέτασης, έδειξαν στους υπόδουλους Έλληνες δεν έπρεπε να περιμένουν ξένες βοήθειες και ότι μόνοι τους θα έπρεπε να ξεκινήσουν τον Αγώνα.
Εκτός από το διεθνές περιβάλλον η προσέγγιση της Ελληνικής Επανάστασης έγινε και μέσω της ανάλυσης του ρόλου των ελληνικών παροικιών, της Ρωσίας και του ρόλου της Αικατερίνης Β´ αλλά και του σημαντικού επίσης ρόλου του φωτισμένου Ρήγα Βελεστινλή, του Κοραή και των υπολοίπων λογίων των ελληνικών παροικιών.
Στους απελευθερωτικούς αγώνες υπάρχουν οι ένοπλοι αγωνιστές, οι πολιτικοί που διαπραγματεύονται με συνθήκες και συμφωνίες τα κεκτημένα και βέβαια ο άμαχος πληθυσμός. Έτσι και στην «Ελληνική Επανάσταση». Η προσέγγιση της οργάνωσης της Επανάστασης έγινε και από αυτές τις πλευρές.
Ο πληθυσμός της Ελλάδας στις αρχές του 19ου αιώνα ήταν κυρίως αγροτικός. Και οι αγρότες μπορεί να ήθελαν την αποτίναξη της σκλαβιάς τους, όμως δεν μπορούσαν να συλλάβουν την ιδέα της εθνικής εξέγερσης. Δηλαδή δεν μπορούσαν, δεν είχαν την παιδεία, να οργανώσουν μια καλά μελετημένη μυστική εθνικοκοπολιτική εταιρία στηριγμένη στις αρχές του Ρήγα Φερραίου και των εμπόρων ιδρυτών της Φιλικής Εταιρίας. Δεν έφθανε ο αυθορμητισμός, ο ενθουσιασμός και το ένστικτο των αγροτών της αραιοκατοικημένης ελληνικής χερσονήσου. Χρειαζόταν η αστική συγκέντρωση, μια μυστική οργάνωση αλλά και σημαντική οικονομική στήριξη. Αυτά τα εξασφάλισαν κυρίως οι έμποροι και οι πλοιοκτήτες.
Μετά από την προετοιμασία των σκλαβωμένων, κυρίως από τη Φιλική Εταιρεία, ξεκίνησαν αρχικά στις παραδουνάβιες ηγεμονίες από το εκεί ελληνικό στοιχείο, σχεδόν ταυτόχρονα με τους Ρουμάνους, επαναστατικές κινήσεις κατά της οθωμανικής κυριαρχίας. Στο επαναστατικό αυτό κλίμα το τέλος Φεβρουαρίου του 1821, έγινε η αποτυχημένη εισβολή του Αλέξανδρου Υψηλάντη στη Μολδοβλαχία αλλά και η σχεδόν ταυτόχρονη αποκήρυξη της εξέγερσής του από τον τσάρο της Ρωσίας αλλά και το Πατριαρχείο.
Μέσα από τις πηγές και κυρίως τις μελέτες των αυστριακών αρχείων του Πολυχρόνη Ενεπεκίδη είδαμε και την άγνωστη σε πολλούς σχεδόν επτάχρονη «πορεία» του Αλέξανδρου Υψηλάντη στα μπουντρούμια του Μέττερνιχ.
Η καθημερινότητα στις υπόδουλες περιοχές ήταν ιδιαίτερα σκληρή, σχεδόν πρωτόγονη. Χωρίς παιδεία και έστω στοιχειώδη δημόσια υγεία ο υπόδουλος Έλληνας είχε εκτός της πείνας και της δυστυχίας να αντιμετωπίσει τις αντιξοότητες των επιδημιών και την έλλειψη στοιχειώδους υγιεινής. Για την επιτυχή έκβαση του ξεσηκωμού, εκτός από την ψυχική προετοιμασία των υπόδουλων ήταν επίσης απαραίτητη η δημιουργία υποδομών που θα κάλυπταν τον αγώνα. Αυτές οι υποδομές αφορούσαν τη συγκρότηση αξιόμαχων δυνάμεων, την εξασφάλιση πόρων και εφοδίων και βέβαια την επιμελητεία.
Οι απαραίτητες στρατιωτικές δυνάμεις για έναν ένοπλο αγώνα, καλύφθηκαν στην ξηρά από τους κλέφτες και τους αρματολούς και στη θάλασσα από τα πειρατικά και τα σιτοκάραβα της Ύδρας, των Σπετσών και των Ψαρών που μετατράπηκαν σε πολεμικά πλοία. Οι απαραίτητοι πόροι καλύφθηκαν αρχικά από τη Φιλική Εταιρεία και αργότερα από την Πελοποννησιακή Γερουσία και τον Άρειο Πάγο.
Στο βιβλίο αναλύεται ο καθοριστικός ρόλος των κατοίκων της Τριφυλίας και των Σουλιμοχωριών. Οι Αρκαδινοί και οι Ντρέδες, υπό τον Αθανάσιο Γρηγοριάδη,, έδωσαν την πρώτη μάχη του Αγώνα και ήταν αυτοί που απέκρουσαν πολλές φορές τον Ιμπραήμ, κατακτώντας επάξια τον τίτλο των ανυπότακτων Ελλήνων. Οι απελευθερωτικές προσπάθειες ξεκίνησαν από την ανάγκη της επιβίωσης από την οικονομική καταπίεση. Συνεχίστηκαν όμως με γενναιότητα και φιλότιμο αλλά και εξωτερικό δανεισμό που οδήγησε σε υποτέλεια και δυστυχώς σε εμφύλιες έριδες και διχασμούς.
Με αυτή την προσέγγιση της ιστορίας της ελληνικής επανάστασης του 1821, προσπάθησα να αναδείξω τις τραγικές συνθήκες κάτω από τις οποίες διεξήχθη αυτός ο απελευθερωτικός αγώνας, από την προεπαναστατική περίοδο μέχρι και τα χρόνια του Καποδίστρια. Επίσης, προσπάθησα με τη μελέτη αρχείων, να καταδείξω το ρόλο της τσαρικής Ρωσίας, αλλά και τους τρόπους που προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν οι μεγάλες δυνάμεις την ελληνική επανάσταση. Τέλος είδαμε πώς προέκυψε η απόλυτη μοναρχία και το «Βασίλειον της Ελλάδος» και τι ήταν η «Μεσσηνιακή Επανάσταση» του 1834.
Αυτή δεν ήταν μια απλή καταγραφή των ιστορικών γεγονότων και μαχών, αλλά μια προσπάθεια για την ερμηνεία τους με απλά λόγια, με στόχο την αποφυγή παρόμοιων λαθών στο παρόν και το μέλλον. Εξετάστηκαν οι οικονομικές και οι πολιτικές συνθήκες, αλλά και οι επιπτώσεις των γεγονότων στην κοινωνική και την πολιτιστική εξέλιξη. Ο στόχος μου δεν ήταν η καταγραφή κάθε μάχης ή ναυμαχίας στη διάρκεια του Αγώνα. Σκοπός μου ήταν η περιγραφή και ανάλυση των πολιτικών και κοινωνικών γεγονότων, η ανάδειξη των πολιτικών αντιθέσεων, των ξένων επιρροών και των εμφυλίων πολέμων, της αλληλεξάρτησης των ιστορικών γεγονότων αλλά των πραγματικών κινήτρων και των προθέσεων των συντελεστών της Ελληνικής Επανάστασης.
Πιστεύοντας ότι αυτή η μελέτη συνεισφέρει στην ευρύτερη προσέγγιση των ταραγμένων και σκοτεινών εποχών της Ελληνικής Επανάστασης, θα ήθελα να ευχαριστήσω όλους αυτούς που με τον σχολιασμό τους στις εβδομαδιαίες αναρτήσεις των κειμένων με εμψύχωσαν για την εναργή δημοσίευσή τους.
Ευχαριστώ θερμά τον καθηγητή της Νεότερης Ιστορίας του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου κύριο Θανάση Χρήστου για το προλόγισμα που συνοδεύει το βιβλίο της «Ελληνικής Επανάστασης».
Ευχαριστώ επίσης τον ιδιοκτήτη της έγκριτης εφημερίδας της Καλαμάτας «Ελευθερία» Ντίνο Πλεμμένο για την φιλοξενία μου στις στήλες της καθώς επίσης και για το εισαγωγικό σημείωμά του που συνοδεύει το βιβλίο.
Ευχαριστώ ιδιαίτερα και τον αρχισυντάκτη του eleftheriaonline.gr Δημήτρη Πλεμμένο για την συνεπή και άψογη συνεργασία μας. Επίσης ευχαριστώ θερμά όλους εσάς τους αναγνώστες για την σύμπλευσή μας σε αυτό το ταξίδι στα μόνιμα αφρισμένα νερά της Ιστορίας μας.
Εις το επανιδείν…