Ενα εκρηκτικό ντοκουμέντο που συγκλονίζει με τον ωμό ρεαλισμό του τις συνειδήσεις ανδρών και γυναικών σε ολόκληρο τον κόσμο. Μια γυναικεία φωνή ακούγεται -μια ανύπαντρη γυναίκα που έχει στα σπλάχνα της ένα παιδί. Η γυναίκα αυτή δεν έχει όνομα, ούτε αποκαλύπτει την κοινωνική της θέση. Αλλωστε δεν έχει νόημα. Αυτή η γυναίκα θα μπορούσε να είναι οποιαδήποτε γυναίκα...
Για την παράσταση που από τέλος Οκτωβρίου θα παίζεται στην Αθήνα και θα κάνει και περιοδεία, μιλήσαμε με τον σκηνοθέτη της Μάνο Πετούση.
- Ενα βιβλίο και μια ιστορία φορτισμένη...
«Πάρα πολύ γιατί όλοι ξέρουμε ποια ήταν η δημοσιογράφος Οριάνα Φαλάτσι και επί πλέον είναι μια αληθινή ιστορία. Μάλιστα δημοσιεύματα αναφέρουν ότι το μωρό που κυοφορούσε η Φαλάτσι ήταν του Αλέξανδρου Παναγούλη αν και η ίδια δεν το αναφέρει σαφώς.
Είναι ένα κείμενο δε που πραγματικά είναι απόλυτα επίκαιρο, σημερινό και φαίνεται από τα θέλω της, από τις συμβουλές που έδινε στο παιδί που είχε στα σπλάχνα της. Τα ίδια θα μπορούσε να λέει μια κοπέλα σημερινή, που μένει έγκυος το 2012 και έχει αγωνίες για το μέλλον. Διαπραγματεύεται βέβαια και το θέμα της έκτρωσης και μπαίνει κι ένα δίλημμα για το ποιος είναι εκείνος που αποφασίζει αν θα έρθει ή όχι ένα παιδί στον κόσμο. Θα είναι η γυναίκα που θα αποφασίσει, ο άντρας, η κοινωνία, ή μήπως τελικά το ίδιο το παιδί; Είναι ένα κείμενο γραμμένο το 1975 αλλά τελικά είναι τόσο διαχρονικό κι αυτό για μένα είναι το πιο σημαντικό».
- Ηταν ρίσκο αυτή η παράσταση;
«Ηταν ένα ρίσκο μεγάλο γιατί η Ζέτα είναι μια ηθοποιός που ο κόσμος την έχει ταυτίσει με την τηλεόραση από τη συμμετοχή της σε τηλεοπτικές σειρές. Ωστόσο εγώ ξέρω ότι πρόκειται για μια καταπληκτική ηθοποιό και ήξερα ότι μπορεί να τα καταφέρει εξαιρετικά, όπως και έγινε! Η παράσταση πήρε βραβείο κοινού και η Ζέτα βραβείο ερμηνείας. Η χαρά μου είναι απερίγραπτη σας ομολογώ, γιατί πήγε τόσο καλά η δεύτερη φορά που σκηνοθέτησα κάτι δύσκολο, όπως πήγε εξαιρετικά και η περσινή σκηνοθεσία, η πρώτη μου που επίσης ήταν ρίσκο».
- Πέρυσι ήταν "Τα σκουλήκια" του Χιλέλ Μίτελπουνκτ με πρωταγωνιστές τον Τάσο Νούσια και την Μαρλέν Καμίνσι, που πήγε απίστευτα καλά όμως.
«Πήγε πράγματι πάρα πολύ καλά αν και ήταν κι αυτό μια τρέλα ας πούμε, να τολμήσω να κάνω σκηνοθεσία για πρώτη φορά και μάλιστα με πρωταγωνίστρια μια εξαιρετική μεν ηθοποιό αλλά που δεν μιλούσε καθόλου ελληνικά και έμαθε ωστόσο το ρόλο όλον στα ελληνικά! Η απόφαση να σκηνοθετήσω πέρυσι πάρθηκε τυχαία, όταν παίζοντας με τον Τάσο Νούσια στο "Νησί" μου έλεγε ότι ήθελε κάτι διαφορετικό να παίξει στο θέατρο το χειμώνα και έψαχνε να βρει έργο. Γυρνώντας στην Αθήνα του έστειλα εγώ αυτό το έργο να το δει, του άρεσε πολύ και με πήρε τηλέφωνο λέγοντάς μου "ξεκινάμε πρόβες και με σκηνοθέτη εσένα". Το κείμενο ήθελε έναν τύπο σαν τον Τάσο και μια γυναίκα που να έχει μια ξενική προφορά, έτσι ο Νούσιας μου πρότεινε τη γυναίκα του που είναι Γερμανίδα και που δεν ήξερε έτσι κι αλλιώς ελληνικά. Δούλεψε πολύ σκληρά η Μαρλέν που είναι μια άριστη ηθοποιός και έχει κάνει σπουδαία πράγματα και στο εξωτερικό...κι έτσι πέτυχε η παράσταση και ήταν το θέατρο σε Αθήνα αλλά και Θεσσαλονίκη γεμάτο».
- Είσαι από τους ηθοποιούς που έχεις κάνει τηλεόραση σε επιλεγμένες όμως σειρές. Πώς την βλέπεις σήμερα την τηλεοπτική παραγωγή;
«Δεν είναι σε καθόλου καλό σημείο, κακά τα ψέματα. Εγώ ευτύχησα να παίξω στο "Νησί" που ήταν μάλλον η τελευταία καλή δουλειά της τηλεόρασης. Επίσης έχω παίξει σε άλλες μεγάλες παραγωγές που ήταν επίσης αξιόλογες όπως "Οι μάγισσες της Σμύρνης", "Η αίθουσα του θρόνου", "Βαμμένα κόκκινα μαλλιά". Τα πάντα βέβαια είναι ζήτημα χρημάτων και δεν φταίνε ούτε οι σκηνοθέτες ούτε οι ηθοποιοί, που αναγκάζονται να προσαρμοστούν σε χαμηλού κόστους παραγωγές».
- Θεατρικά πάντως γίνονται πολλά πράγματα, μικρά μεν αλλά σημαντικά...
«Πιστεύω ναι και ξέρεις, η ιστορία έχει αποδείξει πως όταν μια χώρα βρίσκεται σε ύφεση και αντιμετωπίζει χιλιάδες προβλήματα, κατά έναν περίεργο τρόπο η τέχνη ανεβαίνει γιατί έχει ανάγκη ο άνθρωπος να πει αυτό που θέλει η ψυχή του. Η τέχνη είναι ο μόνος τρόπος που μπορεί κάποιος λοιπόν να μιλήσει, να εκφραστεί είτε μέσα από τη ζωγραφική, τη μουσική, το θέατρο, την ποίηση. Οταν τα πράγματα είναι όλα ωραία κι εύκολα κι είμαστε όλοι ευημερούντες οικονομικά δεν υπάρχει αυτή η μεγάλη ανάγκη της ψυχής να εκφραστεί και έχουμε μεγαλύτερη ροπή και στην παρακμή. Επίσης τώρα με την κρίση έχουν μειωθεί πολύ και τα εισιτήρια των θεάτρων που κάποτε ήταν 20 και 25 ευρώ. Τώρα γίνονται παραστάσεις με 12 και με 15 ευρώ οπότε ο θεατής υπολογίζει πόσα μπορεί να διαθέσει και έχει τη δυνατότητα να πάει σε 2 και 3 παραστάσεις».
- Το καλοκαίρι έχει διακοπές;
«Κάθε άλλο... Ετοιμάζω μια καινούργια θεατρική παραγωγή σε κείμενο βασισμένο στο βιβλίο "Η ζωή μου στο κόκκινο" που περιέχει μαρτυρίες πασχόντων από τον ιό HIV (έχουν έιτζ δηλαδή) και τις μαρτυρίες τους τις έχει καταγράψει ο διευθυντής του Γ’ Παθολογικού Τμήματος-Μονάδας Λοιμώξεων στο Κοργιαλένειο-Μπενάκειο Νοσοκομείο ΕΕΣ, Μάριος Λαζανάς.
Δεν είναι σκοπός μου ως σκηνοθέτης να μιλήσω για τη δυσάρεστη πλευρά του HIV αλλά να φωνάξουμε με κάποιο τρόπο και να ισχυροποιήσουμε το κομμάτι της πρόληψης. Γιατί δυστυχώς όταν δεν συμβαίνει σε εμάς ή σε ένα κοντινό μας πρόσωπο τότε το ξεχνάμε και δεν προφυλασσόμαστε... Ποτέ δεν ξέρεις όμως! Η παραγωγή αυτή θα δείχνει κιόλας πώς να αντιμετωπίζουμε και όλους αυτούς τους ανθρώπους που φέρουν αυτή την ασθένεια γιατί εννοείται πως υπάρχει προκατάληψη και ακόμα οι φορείς δεν τολμούν ούτε να το πουν, ζώντας μια ζωή που στην ουσία δεν την ζουν».