Κυριακή, 09 Αυγούστου 2020 09:20

O Αντριου Βισνέφσκι στην “Ε”: “Το Διεθνές Θερινό Σχολείο Θεάτρου Καλαμάτας είναι η σημαία μας”

Γράφτηκε από την
Φωτογραφημένος από τον Henry Kenyon

Φωτογραφημένος από τον Henry Kenyon

Την τιμή να μαθητεύσουν κοντά στον μεγάλο δάσκαλο και θεωρητικό του Σαίξπηρ Αντριου Βισνέφσκι θα έχουν αυτό το καλοκαίρι μαθητευόμενοι όλων των ηλικιών.

Το Kalamata Drama International Summer School 2020 - Shakespeare Lab ξεκινά σε λίγες μέρες με τις καλύτερες προϋποθέσεις και ο ίδιος ο κ. Βισνέφκσι ξετυλίγει στην “Ε” κάποιες από τις σκέψεις του για τον μεγάλο δραματουργό -που είναι πέρα από εποχές και τάσεις-, για το θέατρο στις νέες συνθήκες της πανδημίας, αλλά και για τους Ελληνες, οι οποίοι τον αγαπούν ιδιαίτερα.

Οι Ελληνες αγαπούν τα έργα του Σαίξπηρ. Ποια είναι η γνώμη σας για τον τρόπο που αντιμετωπίζεται σήμερα το έργο του;
Ο Σαίξπηρ δικαίως αγαπιέται. Κανείς δεν έχει γράψει πιο εύγλωττα, αγκαλιάζοντας και αποκαλύπτοντας τέτοια βάθη και με περισσότερη συμπόνια για την ανθρώπινη ύπαρξη. Η γλώσσα της ποίησής του αποτελεί και τα θεμέλια της σύγχρονης αγγλικής γλώσσας. Πάντρεψε κυριολεκτικά τις δύο ξεχωριστές οικογένειες των διαλέκτων που χρησιμοποιούνταν στην Αγγλία της εποχής του: τα αγγλικά της άρχουσας τάξης (ruling class) που είχαν τις ρίζες τους στη λατινική, τη νορμανδική και τη γαλλική γλώσσα και τα αγγλικά του υπόλοιπου αγγλικού λαού (common man), με ρίζες από τα σαξονικά (γερμανικά), τα σκανδιναβικά, τα κελτικά και τα (παλαιά) γαελικά. Δημιούργησε μια εξαιρετικά πλούσια και λεπτή γλώσσα, ικανή να αντανακλά την τάξη και το υπόβαθρο και ταυτόχρονα να γίνεται κατανοητή από όλους. Σε περιπτώσεις δε που χρειαζόταν, δημιουργούσε νέες λέξεις για να εκφράσει σκληρά γεγονότα ή φευγαλέα συναισθήματα ή την ποιητική φαντασία. Αν μια λέξη δεν μπορεί να γίνει κατανοητή ορθολογικά, έχει τέλεια υποσυνείδητη έννοια στο ποιητικό ή δραματικό της πλαίσιο. Η μουσική και το νόημα είναι αδιαχώριστα στον Σαίξπηρ και αυτό το σμίξιμο είναι τεράστια πρόκληση για τους μεταφραστές, οι οποίοι πρέπει να είναι ποιητές και φιλόσοφοι σε ένα, για να μεταφράσουν και να αποδώσουν το νόημα στη σύγχρονη γλώσσα και χαρακτήρα, να βρουν ισοδύναμο μουσικό ρυθμό για κάθε έκφραση και πρόσωπο του έργου, χωρίς να χάσουν το βάθος της διορατικότητάς τους.

Τι μας προσφέρει σήμερα ο λόγος του;
Η συνεισφορά του Σαίξπηρ στην κατανόηση του εαυτού μας είναι μετρήσιμη και μπορούμε πάντα να στραφούμε σε αυτόν, ως αμερόληπτη πηγή αλήθειας που αντικατοπτρίζει τις σκέψεις, τις προσδοκίες, τις ελπίδες, τους φόβους και τις πράξεις μας. Ολα αυτά ξεπερνούν τον πολιτισμό, το φύλο ή τη φυλή, καθώς όλα αντικατοπτρίζονται στην πρόκληση της ερμηνείας του Σαίξπηρ από τη συγκεκριμένη τους άποψη. Και οι πολλές αμέτρητες ερμηνείες και διάσημες προσαρμογές (θα περιοριστώ να αναφέρω μόνο το «Throne in blood» και το «Ran» από τον θρυλικό Ιάπωνα σκηνοθέτη Ακίρα Κουροσάβα και «Looking for Richard» από τον Αλ Πατσίνο, καθώς αυτές είναι παγκοσμίως γνωστές και τεκμηριωμένες, αντί του εφήμερου μιας θεατρικής παραγωγής) ξεκινούν πιο έντονα τη δύναμη του δράματος του Σαίξπηρ πάνω στα ανθρώπινα συναισθήματα και φαντασία, πέρα από τη γλώσσα και την καθημερινότητα ενός πολιτισμού.

Γιατί οι κακοί του Σαίξπηρ είναι τόσο ελκυστικοί όσο οι εραστές και οι πολεμιστές του και οι απλοί του χαρακτήρες, είτε άντρες είτε γυναίκες;
Πιθανώς επειδή έχει μια ατελείωτη συμπόνια για όλους -μπορούν να προκαλέσουν την αγάπη ή την αποδοκιμασία μας, ακόμη και την αποτροπή, αλλά ποτέ χωρίς οίκτο ή κατανόηση. Και πάλι, πέρα από κάθε πολιτισμό ή γλώσσα. Οι Αγγλοι ήταν πολύ κακομαθημένοι στην προσέγγισή τους προς τον Σαίξπηρ, έχοντας την πεποίθηση ότι ήταν "δικός" τους. Από τις αρχές του 19ου αιώνα τον διδάσκονταν στο σπίτι και στο σχολείο από την πρώτη ηλικία και ήταν συνηθισμένο να τον απαγγέλλουν. Το κοινό καταλάβαινε τη γλώσσα του στις παραστάσεις. Με τον χρόνο και τις πολιτιστικές αλλαγές των τελευταίων 40 ετών, έχω δει τη γλώσσα του Σαίξπηρ να απομακρύνεται από τη γενική εκπαίδευση και οι σύγχρονοι ηθοποιοί “παλεύουν” με τα λόγια και το ρυθμό τους. Ωστόσο, η ατυχής πεποίθηση ότι ο Σαίξπηρ ανήκει στους Αγγλους υπάρχει ακόμη. Αυτό έχει οδηγήσει σε μια θλιβερή αποδοχή ιδεών και πολλών παραγωγών που έγιναν για χάρη τού να ειπωθεί ότι έγιναν παραστάσεις του Σαίξπηρ.

Οσον αφορά τα σημερινά ανεβάσματα;
Οι παραγωγές αυτές που προανέφερα, είναι συχνά φορτωμένες με επιφανειακούς εκσυγχρονισμούς, απλουστεύσεις ή προκαταλήψεις, μόνο και μόνο για να καθησυχάζουν τους πιο φανατικούς υποστηρικτές της πολιτικής ορθότητας. Στοιχεία που αποτελούν προσβολή της νοημοσύνης και της φαντασίας και συμβαίνουν ακόμη και στις πλέον αντιπροσωπευτικές θεατρικές σκηνές. Με τη μειωμένη εστίαση και ενδιαφέρον στη σύγχρονη εκπαίδευση σε πράγματα που δεν θεωρούνται σύγχρονα, δεν μπορεί πλέον να ισχυριστούν οι Βρετανοί πως έχουν παραπάνω δικαίωμα στο να παίζουν Σαίξπηρ. Ισως η επόμενη γενιά θα πρέπει να δουλέψει πιο σκληρά για να ξαναζωντανέψει τη θέλησή τους αυτή. Αλλά αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό. Τα τελευταία 30 ή 40 χρόνια βρίσκω πολύ πιο ικανοποιητική μια μη αγγλική παραγωγή του Σαίξπηρ, όπου ούτε η ιστορία ούτε η γλώσσα είχαν θεωρηθεί δεδομένες και ο μεγάλος ποιητής-θεατρικός συγγραφέας έπρεπε να ανακαλυφθεί πραγματικά από την αρχή. Ενας πρωτότυπος, αυθεντικός και παράλληλος, θεατρικός κόσμος που δημιουργήθηκε για τα λόγια του, για να επηρεάσει το κοινό. Αυτό είναι αναζωογονητικό για μένα ως θεατή που είμαι πάντα αχόρταγος για κάτι απροσδόκητο και προκλητικό. Είμαι πολύ περήφανος που οι παραστάσεις του Σαίξπηρ που σκηνοθέτησα στο Λονδίνο έκαναν περιοδείες σε πολλές απομακρυσμένες χώρες. Θεωρώ τη δουλειά μου για τον Σαίξπηρ στο ελληνικό θέατρο ως μερικές από τις πιο ικανοποιητικές στιγμές της επαγγελματικής μου ζωής. Ηταν μια εξαιρετική εμπειρία, κατά τη διάρκεια 3 διαφορετικών παραγωγών, να εξερευνήσω τον “Αμλετ” (δύο φορές) και τον “Μακμπέθ” με τέτοιους καλλιτέχνες, όπως -μεταξύ άλλων- την Κατερίνα Χέλμη, τη Δέσποινα Μπεμπεδέλη, τον Δημήτρη Καρέλη, τον Δημήτρη Βάγια, τον Γιώργο Κιμούλη, τη Λυδία Φωτοπούλου κ.ά. -όλοι στην κορυφή της καλλιτεχνικής τους φόρμας- καθώς και των τότε νέων ταλέντων, που μόλις ξεκινούσαν την καριέρα τους εκείνη την εποχή, όπως οι Πέγκυ Τρικαλιώτη, Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, Νίκος Ψαράς, Δημήτρης Λιγνάδης κ.ά. Θα ήθελα επίσης να εκμεταλλευτώ την ευκαιρία για να αποτίσω φόρο τιμής στην υποδειγματική επαγγελματική συνεργασία μου με τον τότε νεαρό συνθέτη Γιώργο Κουρουπό και το γίγαντα της ελληνικής μουσικής, το Μίκη Θεοδωράκη, που και οι δύο, σε διαφορετικές περιπτώσεις, από τη μουσική τους έδωσαν μεγαλύτερη διάσταση στις ερμηνείες της σκηνής. Ενώ η συνεργασία με τον Γιώργο Χειμωνά με ανάγκασε να επανεκτιμήσω τη δική μου κατανόηση των προθέσεων του Σαίξπηρ.

Με τις πρωτόγνωρες συνθήκες που περνάμε με την πανδημία και τον Covid-19, πώς πιστεύετε πως θα συνεχίσει το θέατρο στον κόσμο;
Αυτή ήταν μια φοβερή χρονιά για όλους τους ανθρώπους που ασχολούνται με τις παραστατικές τέχνες. Το θέατρο από τη φύση του είναι μια ζωντανή σύνδεση. Μια μοναδική ενέργεια που περνά μεταξύ των ερμηνευτών και αγκαλιάζει το κοινό. Στον πρόσφατο εγκλεισμό, απόλαυσα πολλές παραστάσεις live streaming και ενώ βρήκα ενδιαφέρουσες αρκετές παραγωγές, δεν μπορούσα να μη νιώσω το συναίσθημα πως έβλεπα παραστάσεις από ένα αρχείο. Μπορεί να ήταν συναρπαστικό, αλλά δεν ήταν θέατρο όπως το ξέρω, καθώς μου αρέσει να αισθάνομαι την ενέργεια μιας πραγματικής εκδήλωσης που χτυπάει στο συναίσθημα και επηρεάζει τις αισθήσεις μου όταν είμαι παρών σε μια παράσταση, είτε στο κοινό είτε στα παρασκήνια. Προς τα πού θα πάει το θέατρο από εδώ και πέρα; Για να είμαι ειλικρινής, ανησυχώ περισσότερο για το παρόν -με αυτόν τον οικονομικό αντίκτυπο και με αυτή την κατάθλιψη που υπάρχει- παρά για το μέλλον. Κατά την περίοδο του «κλειδώματος», με προσκάλεσαν μερικοί από τους πρώην μαθητές μου, τώρα ενεργοί επαγγελματίες στο χώρο των παραστατικών τεχνών (ακόμα κι αν η δραστηριότητά τους έχει ανασταλεί λόγω της κατάστασης) για να συμμετάσχω σε συζητήσεις σε μια πλατφόρμα σχετικά με το θέατρο υπό τον φρικτό τίτλο «νέα πραγματικότητα». Ο ρόλος μου περιορίστηκε στην ακρόαση, γιατί αυτά που άκουσα ήταν πολύ θετικά και ευφάνταστα, αλλά και πρακτικά. Πολλοί καλλιτέχνες ψάχνουν πώς να διατηρήσουν τον αισθησιασμό και την "ηλεκτρική" ενέργεια μιας παράστασης, παρουσία ζωντανού κοινού. Οι μορφές που συζητήθηκαν ήταν απρόσμενες, εκπληκτικές, ίσως όχι όλες υλοποιήσιμες, αλλά νομίζω ότι το θέατρο του μέλλοντος είναι εγγυημένο.

Αρα δε χάνετε την αισιοδοξία σας...
Εάν δεν επιστρέψουμε στο εγγύς μέλλον στις παραστάσεις όπως τις ξέραμε, στη σκηνή και σε ένα γεμάτο κοινό, θα υπάρξουν άλλοι τρόποι. Οι δημιουργοί και οι καλλιτέχνες γενικά ήταν πάντα επινοητικοί. Και δεν είναι η πρώτη φορά που ο κόσμος έρχεται αντιμέτωπος με την «πανούκλα». Είμαι βέβαιος ότι θα βρεθεί μια διαφορετική, όχι λιγότερο έντονη, με αισθησιασμό και φυσικότητα για τη γλώσσα της σκηνής φόρμουλα και θα βρούμε έναν τρόπο να καλέσουμε το κοινό για άλλη μια φορά στη ζωντανή εμπειρία του θεάτρου, διατηρώντας το ασφαλές. Μπορεί να κοστίζει αυτό που σήμερα θεωρούμε «πραγματικό», αλλά αυτή είναι μια ρευστή έννοια. Ισως τα πράγματα να επανέλθουν έχοντας εμπορικό κόστος. Δηλαδή, επιστροφή σε μικρότερο αριθμό ηθοποιών και περιοδείες -αυτό δεν με ανησυχεί, στην αρχή της δουλειάς μου στο θέατρο, όταν φοβόμουν ότι τα λεγόμενα «μεγάλα σπίτια-μεγάλες σκηνές» μονοπωλούν το θέατρο και σκοτώνουν την πραγματική εμπειρία της αλληλεπίδρασης μεταξύ ηθοποιού και κοινού. Πολλά περιστρέφονται σε κύκλους. Αλλά προς το παρόν, όλοι πρέπει να σκεφτούμε «έξω από το κουτί».

Θα προτιμούσατε να δουλέψετε επάνω σε ένα μεγάλο κλασικό έργο γνωστού συγγραφέα ή ίσως πάνω σε μια νέα πρόταση ενός πρωτοεμφανιζόμενου θεατρικού συγγραφέα;
Δουλεύω σε μια παραγωγή γιατί το έργο κάτι έχει να μου πει, κάτι που πιστεύω ότι είναι επιτακτική ανάγκη να μοιραστώ με τον κόσμο. Μερικές φορές ξεκινούσα χωρίς να ξέρω πώς θα το πετύχω αυτό -κάτι με εντυπωσίασε, άγγιξε την καρδιά μου ή ξύπνησε τη φαντασία μου-, η φόρμα μπορεί να μην είναι ξεκάθαρη και να πρέπει να ακολουθήσω το ένστικτό μου, να το μεταφέρω από τη σελίδα στη σκηνή μέσα από την συνεργατική διαδικασία που είναι το να κάνεις θέατρο. Δεν έχει σημασία αν είναι κλασικό έργο ή ίσως ένα έργο που έχω διαβάσει ή έχω ακούσει ή έχω δει ακόμα και αρκετές φορές, γιατί ξαφνικά μου μιλάει με έναν νέο τρόπο, ή δημιουργείται ένα νέο παιχνίδι αν θέλετε, που ξεπερνά ένα αρχικό μικρό ενδιαφέρον και μιλά καθολικά, κεντρίζοντας ένα κοινό στοιχείο της ανθρώπινης ύπαρξης. Μπορεί να είναι ένας πίνακας του Ρέμπραντ ή του Χόκνεϊ και μπορεί να με αγγίξει και να με ενθουσιάσει και να αποκαλύψει κάτι που δεν είχα συνειδητοποιήσει πριν και που θέλω να φωνάξω στον κόσμο.

Τι είναι το διεθνές Θερινό Σχολείο Θεάτρου Καλαμάτας / Kalamata Drama International Summer School (KaDISS) και τι να περιμένουμε φέτος από την διοργάνωση;
Διεθνές Θερινό Σχολείο Θεάτρου Καλαμάτας/ Kalamata Drama International Summer School -το όνομα περιέχει μια ευρεία και φιλόδοξη ιδέα. Γενικότερος στόχος μας είναι να συνεισφέρουμε σε διεθνές επίπεδο στο φάσμα των παραστατικών τεχνών στο Νομό Μεσσηνίας και ειδικότερα στην Καλαμάτα. Θέλουμε να ενθαρρύνουμε τοπικούς καλλιτέχνες να λάβουν μέρος σε θεατρικά εργαστήρια και εκδηλώσεις, θέλουμε να προσκαλέσουμε-προκαλέσουμε αναγνωρισμένους καλλιτέχνες και δασκάλους να έρθουν εδώ και να δημιουργήσουν ή να διευθύνουν τέτοιες εκδηλώσεις, εργαστήρια και masterclasses. Και, ταυτόχρονα, θέλουμε καλλιτέχνες και καθηγητές από το εξωτερικό να συνειδητοποιήσουν ότι μια τέτοια σπουδαία δραστηριότητα λαμβάνει χώρα εδώ και να θελήσουν να έρθουν στην Καλαμάτα και να εκπαιδευτούν μαζί μας ή να συνεισφέρουν με τη δική τους εμπειρία. Ο Γιώργος Ηλιόπουλος, ο εκτελεστικός διευθυντής του KaDISS και πρόεδρος του Συλλόγου Αποφοίτων "Μαρία Κάλλας" του Μουσικού Σχολείου Καλαμάτας, εργάζεται εντατικά για να δημιουργήσει τις κατάλληλες συνθήκες και να ενθαρρύνει πολιτιστικές συνεργασίες, με τις οποίες μπορούμε να έχουμε μεγάλο αντίκτυπο και συμβολή στην επαγγελματική ανάπτυξη των παραστατικών τεχνών σε τοπικό επίπεδο. Είμαστε ευχαριστημένοι από την υποστήριξη που λαμβάνουμε από πολλούς οργανισμούς και ιδρύματα. Αλλά αυτή είναι μόνο η αρχή. Θέλουμε να συνεργαστούμε με τοπικά φεστιβάλ και φορείς τέχνης, ώστε να επωφεληθούμε αμοιβαία δημιουργικά, ενώνοντας δυνάμεις στην προώθηση και την κατάρτιση γύρω από τις παραστατικές τέχνες στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο, καθώς και τραβώντας τη διεθνή προσοχή μέσω τέτοιων δραστηριοτήτων στην ίδια την περιοχή της Μεσσηνίας και ειδικότερα στην πόλη της Καλαμάτας. Το Διεθνές Θερινό Σχολείο Θεάτρου Καλαμάτας είναι η σημαία μας: ένα δομημένο, εντατικό ετήσιο εκπαιδευτικό πρόγραμμα για ανθρώπους των παραστατικών τεχνών. Ξεκινήσαμε με μεγάλη επιτυχία το Θερινό Σχολείο πέρυσι με ένα πλήρες πρόγραμμα, με μια διεθνή ομάδα συμμετεχόντων και καταξιωμένους καθηγητές διεθνούς φήμης. Φέτος, όπως όλοι, πρέπει να ανταποκριθούμε με σοβαρότητα κι ευθύνη απέναντι στον Covid-19. Η προγραμματισμένη εκδήλωση για την Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου 2020, ένα ρεσιτάλ και ένα masterclass έπρεπε να ακυρωθούν. Θα αναπτύξουμε το πρόγραμμα δραστηριοτήτων μας σύμφωνα με τη διεθνή κατάσταση, παρακολουθώντας στενά τις οδηγίες των αρμόδιων. Σχετικά με το Διεθνές Θερινό Σχολείο Θεάτρου Καλαμάτας για το 2020, η υγεία και η ασφάλεια όλων των συμμετεχόντων είναι η προτεραιότητά μας. Φέτος, αναδιοργανώσαμε το αρχικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα του KaDISS και παρουσιάζουμε το Shakespeare Lab.

Ο δικός σας ρόλος;
Κανένας άλλος δάσκαλος δεν θα έρθει από το εξωτερικό και, καθώς διαμένω εδώ από τον Μάρτιο, θα ηγηθώ του προγράμματος εκπαίδευσης αυτών των 3 εβδομάδων. Η ομάδα των εθελοντών του Συλλόγου Αποφοίτων "Μαρία Κάλλας" του ΜΣΚ που θα εργάζονται δίπλα μου είναι επίσης μόνιμοι κάτοικοι της περιοχής. Αποφασίσαμε ο κεντρικός πυλώνας του φετινού εκπαιδευτικού προγράμματος να είναι ο Σαίξπηρ, καθώς παραμένει το σημείο αναφοράς της ικανότητας κάθε ηθοποιού, ανεξάρτητα από το στυλ, τη γλώσσα ή τον πολιτισμό. Λέγεται ότι αν μπορείτε να παίξετε καλά Μπαχ, μπορείτε να παίξετε οτιδήποτε καλά. Πιστεύω ότι το ίδιο ισχύει για τον Σαίξπηρ στην υποκριτική. Επιπλέον, θα παρουσιάσουμε δύο masterclasses "I am Shakespeare", σε συνεργασία με τους φετινούς συμμετέχοντες στο εργαστήριο του KaDISS. Αυτά τα masterclasses θα γίνουν στο αμφιθέατρο του Πνευματικού Κέντρου της Καλαμάτας, το Σάββατο 22 και 29 Αυγούστου, στις 10 π.μ. και δίνεται η δυνατότητα -για περιορισμένο αριθμό θεατών- να το παρακολουθήσουν ζωντανά μέσω διαδικτυακής πλατφόρμας.

Υπάρχει κάτι που να λείπει από τις ελληνικές δομές-σχολές; Ποιο είναι αυτό το στοιχείο-χαρακτηριστικό που εάν δεν υπάρχει, θα πρέπει να δώσουν βάρος οι άνθρωποι των παραστατικών τεχνών κατά τη διάρκεια τόσο της εκπαίδευσής τους αλλά και έπειτα;
Οι Ελληνες επαγγελματίες των παραστατικών τεχνών -στους οποίους θέλω να συμπεριλάβω και τους ηθοποιούς - έχουν έναν μεταδιδόμενο ενθουσιασμό. Κουβαλούν τεράστια ενέργεια μαζί τους κι έχουν ανοιχτή καρδιά. Ως σκηνοθέτης και εκπαιδευτής-δάσκαλος θεάτρου, του οποίου το υπόβαθρο βρίσκεται στο πολωνικό θέατρο, αλλά η επαγγελματική κατάρτιση και η σταδιοδρομία βρίσκονται στο βρετανικό θέατρο, γνωρίζω πάντα την ευθύνη που έχω να φέρω αυτά τα δώρα σε μια κατάσταση όπου μπορούν να αναπτυχθούν. Η κατάσταση αυτή είναι που εμποδίζει όλον αυτόν τον ενθουσιασμό και την ενέργεια να σπαταληθεί και να μετατραπεί σε απογοήτευση που με τη σειρά της οδηγεί σε άσκοπες κι άδειες επιδείξεις, αυτοεμμονή και έλλειψη ενδιαφέροντος στη συμβολή των άλλων συνεργατών. Ολα όσα κάνουμε στο θέατρο απαιτούν μια δομή, ακόμα κι αν μερικές φορές αποφασίζουμε να την καταστρέψουμε και να ξεκινήσουμε ξανά. Συχνά λέω ότι μου αρέσει να δουλεύω σε ένα δημιουργικό χάος. Μερικές φορές οι ηθοποιοί μου υποφέρουν, νομίζοντας ότι δεν πηγαίνουμε πουθενά. Αλλά είναι λάθος, όλα είναι για έναν σκοπό, είτε για εξερεύνηση, για απελευθέρωση, για βελτίωση -μπορεί να συμβαίνουν όλα ταυτόχρονα- αλλά σε ορισμένα σημεία αυτά τα πράγματα πρέπει να εισαχθούν, να αξιολογηθούν και να αξιολογηθεί και η διαδικασία, γιατί όλα οδηγούν κάπου. Ολη η δουλειά στο θέατρο γίνεται σε βαθμίδες και, είτε οι άνθρωποι το γνωρίζουν είτε όχι, η δομή αυτή δημιουργείται για μια παραγωγή που θα κουβαλά ο ηθοποιός μαζί του για μεγάλο χρονικό διάστημα. Και είναι υποχρέωση του σκηνοθέτη-δασκάλου να έχει αυτή τη δομή ήδη σκιαγραφημένη στο αίμα του. Το ίδιο ισχύει και για τη διδασκαλία. Διαφορετικά, πώς μπορεί να καθοδηγηθούν οι ηθοποιοί, ή η ομάδα ή οι μαθητές εάν η δουλειά των σκηνοθετών-δασκάλων είναι πραγματικό χάος;
Ο συγγραφέας έχει επίσης δημιουργήσει μια πολύ εξελιγμένη κατασκευή, δομή, οικοδόμημα, με τον τρόπο που αφηγείται την ιστορία μέσω των φωνών και των πράξεων των χαρακτήρων του. Κάθε χαρακτήρας έχει τον δικό του τρόπο ομιλίας και συμπεριφοράς και είναι αυτή η δομή των μεταξύ τους σχέσεων και οι αλλαγές σε αυτές που κάνουν το έργο. Το ίδιο πρέπει να επαναλαμβάνεται στην πρόβα και η κατασκευή της δημιουργικής αλληλεπίδρασης μεταξύ των δημιουργών του θεάτρου (ειδικά των ηθοποιών) γίνεται σιγά-σιγά η δομή-οικοδόμημα που ήθελε να δώσει ο συγγραφέας στο έργο και που ζωντανεύει στη σκηνή, καθώς το κοινό παρακολουθεί τους χαρακτήρες ζωντανούς, αναπνέοντας στο δράμα, χωρίς να γνωρίζει την κατασκευή του ταξιδιού που τους επιβάλλεται. Η δομή αυτή είναι μαγική και πρέπει να υπάρχει χωρίς να την βλέπει κανείς.

Τελικά υπάρχει χώρος για τον Σαίξπηρ στις ημέρες μας ή είναι ξεπερασμένος;
Ο Γιαν Κοτ έγραψε πριν από 60 χρόνια στην κομμουνιστική Πολωνία μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το δοκίμιό του «Lear and endgame» συνεχίζει να είναι μία από τις πιο σημαντικές και επιδραστικές αποκαλύψεις για τον Σαίξπηρ και τον σύγχρονο κόσμο. Από τότε που διάβασα το βιβλίο του ως φοιτητής δεν έχω δει ποτέ τον Σαίξπηρ ως συγγραφέα του παρελθόντος που πρέπει να αναστηθεί ή να εκσυγχρονιστεί για να ερμηνευτεί από σεβασμό, αλλά ως μια ζωντανή παρουσία, που αντικατοπτρίζει κάθε πτυχή της ύπαρξής μας και κάθε ύπαρξη μέσα στον κόσμο γύρω μας. Αν και ο τρόπος ντυσίματος και ο τρόπος που απευθυνόμαστε ο ένας στον άλλο ίσως έχει αλλάξει από την εποχή του Σαίξπηρ, άνθρωποι που θα μπορούσαν να παίζουν στα έργα του και να ερμηνεύουν τις φιλοδοξίες, τα επιτεύγματα ή τα λάθη τους, περπατούν δίπλα μας στους δρόμους: οι μητέρες είναι εξίσου εμμονικές με τους γιους τους, οι πολιτικοί λένε τα ίδια ψέματα, οι εραστές αισθάνονται τα ίδια απελπισμένα χτυπήματα, οι απατεώνες χρησιμοποιούν τις ίδιες μηχανορραφίες, οι εγκληματίες είναι εξίσου βίαιοι, οι δεσπότες είναι εξίσου τυφλοί και δεν έχουν ενσυναίσθηση. Ο Σαίξπηρ είναι ο σύγχρονός μας.


ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Ο Αντριου Βισνέφσκι σπούδασε υποκριτική στο Central School of Speech and Drama (1973-1976) και ξεκίνησε τη σκηνοθετική του καριέρα στο Young Vic Theatre του Λονδίνου. Το 1978 δημιούργησε το «The Cherub Company London», ένα πρωτοποριακό ανσάμπλ, στο οποίο είχε την καλλιτεχνική διεύθυνση μέχρι και το 2003. Μέσω του «The Cherub Company London» επανέφερε στην επιφάνεια παραμελημένα κλασικά έργα, εισήγαγε το ευρωπαϊκό δράμα στο ρεπερτόριο του Ηνωμένου Βασιλείου και ταξίδεψε τις παραγωγές του σε 3 ηπείρους. Επισκέφθηκε πολλά φεστιβάλ στη Βρετανία και το εξωτερικό και παρουσίασε επτά πρεμιέρες στο Φεστιβάλ του Εδιμβούργου. Το ανεξάρτητο έργο του περιλαμβάνει παραγωγές στην Ολλανδία, την Πολωνία και την Ελλάδα: Παρουσίασε την πρώτη πολυεθνική παραγωγή του “Ρωμαίου & της Ιουλιέτας” στο Young Vic Theatre του Λονδίνου, όπου και ακολούθησε περιοδεία σε όλο το Ηνωμένο Βασίλειο. Δύο έργα - πρεμιέρες στη Βρετανία του εξαιρετικού σύγχρονου ποιητή και δραματουργού της Πολωνίας Tadeusz Różewicz. Μία αναβίωση του έργου του Μπρεχτ “Η ζωή του Εδουάρδου Β' της Αγγλίας” (The Life of Edward II of England) στο BAC, στα Riverside Studios και στο The Place, καθώς και σε περιοδεία στο Ηνωμένο Βασίλειο. Εχει γράψει τη βραβευμένη θεατρική διασκευή του έργου του Κάφκα "Η δίκη" (The Trial) το οποίο αποτέλεσε τη βάση για τη μεταφορά του έργου στην όπερα του Dartington το 1986, καθώς και το "O Πύργος" (The Castle) και διασκεύασε το μυθιστόρημα του Μ. Μπουλγκάκοφ "Ο Μαιτρ και η Μαργαρίτα" (The Master and Margarita) σε συνεργασία με τους Barbara Bogoczek και Tony Howard.
Ιδρυσε και διευθύνει τον θεατρικό οργανισμό Theatre Alive! με έδρα το Λονδίνο. Σκοποί του ιδρύματος είναι η προώθηση και υποστήριξη του έργου νέων επαγγελματιών του χώρου και η δημιουργία μιας νέας οπτικής και φιλοδοξίας στο θέατρο. Αυτό και η συνεχιζόμενη εξερεύνηση της τέχνης του σωματικού θεάτρου, βασιζόμενη σε κείμενο τον οδήγησαν τον Ιούνιο του 2009 να σκηνοθετήσει το έργο "Το ημερολόγιο ενός τρελού" του Ν. Γκόγκολ στο Παρίσι και στη συνέχεια, τον Σεπτέμβριο του 2010, σκηνοθέτησε σε μια νέα ελληνική μετάφραση το ίδιο έργο για το BalkanTheatre Festival για το Εθνικό Θέατρο της Αλβανίας στα Τίρανα. Καινούργια παραγωγή μιας νέας διασκευής του έργου έκανε πρεμιέρα στο Φεστιβάλ της Αβινιόν (Avignon Festival) στη Γαλλία τον Ιούλιο του 2014 και μια ακόμη στο Παρίσι.
Το 2012, σκηνοθέτησε τη "Φαίδρα" του Γιάννη Ρίτσου, ένα πολυπολιτισμικό project σε μουσική του Aris Daryono, σε συνεργασία με αποφοίτους του μεταπτυχιακού τμήματος της Βασιλικής Ακαδημίας Δραματικής Τέχνης του Λονδίνου (RADA ΜΑ) Guillaume Pigé από τη Γαλλία (καλλιτεχνικός διευθυντής του Theatre Re) και Huan Wang από την Κίνα.
Πιο πρόσφατα, σκηνοθέτησε τον «Μακμπέθ».
Ως επίτιμος ερευνητής του Queen Mary University του Λονδίνου ασχολήθηκε με την εκπαίδευση του σύγχρονου ηθοποιού και την ένταση μεταξύ της γλώσσας του πρώιμου σύγχρονου δράματος και της γλώσσας του σώματος, τα αποτελέσματα του οποίου παρουσίασε το 2016, ως ενιαίο έργο, στο Φεστιβάλ του Bloomsbury στο Λονδίνο, σε μια ειδική παράσταση για τους μαθητές του Royal Ballet School, Covent Garden, στο πλαίσιο του προγράμματος «Creative Artist». Στο πλαίσιο της ίδιας εξερεύνησης, η τελευταία του παραγωγή, με τίτλο "Οπιο" -βασισμένο στο βιβλίο και τα σχέδια του Ζαν Κοκτώ- έκανε πρεμιέρα στο Φεστιβάλ της RADA στις 28 Ιουνίου 2017.
Συνολικά, έχει σκηνοθετήσει περισσότερες από 100 παραγωγές. Το ευρύ έργο της διδασκαλίας του περιλαμβάνει μαθήματα στο Μεταπτυχιακό Τμήμα της Βασιλικής Ακαδημίας Θεάτρου του Λονδίνου (RADA MA) όπου ήταν επικεφαλής μέχρι και το 2017, πολλές παραγωγές κλασικών και νέων έργων, μαθήματα και έργα ως φιλοξενούμενος σκηνοθέτης της Βασιλικής Ακαδημίας Θεάτρου του Λονδίνου (RADA) και άλλων κορυφαίων σχολών θεάτρου του Λονδίνου, καθώς και επίβλεψη σχεδίων σχεδίασης για το Slade School of Fine Arts. Μέχρι και το 2019 υπήρξε συνεργαζόμενος καθηγητής στη νεοσύστατη Σχολή Σκηνοθεσίας του Εθνικού Θεάτρου της Ελλάδας.
Επαγγελματικές δεξιότητες: Σκηνοθέτης (text-based physical theatre), κλασικό, σύγχρονο και παγκόσμιο θέατρο / κείμενο. Θεατρική-σκηνική διασκευή (stage adaptation), αυτοσχεδιασμός, διεθνή εργαστήρια για τον Σαίξπηρ στο Ηνωμένο Βασίλειο, το Βέλγιο (Brussels Shakespeare Society), το Ισραήλ, τη Γαλλία (Théâtre IRIS, Lyon) και την Ελλάδα (UTE Decentralised Academy).