Τρίτη, 07 Δεκεμβρίου 2021 22:05

Ο ΝΙΚΟΣ ΚΟΥΦΟΣ ΣΤΗΝ “Ε”: “Η ελιά έχασε πλέον την προαιώνια άμεση επαφή που είχε με τον άνθρωπο”

Γράφτηκε από την

Συνέντευξη στη Γιούλα Σαρδέλη

Με όλες τις πτυχές της δραστηριότητας μας είναι συνδεδεμένο το δέντρο και ο καρπός της ελιάς, χιλιάδες χρόνια τώρα. Η ελιά αναδεικνύεται κάτι σαν πραγματικός συνοδοιπόρος του ανθρώπου, αφού κάθε κομμάτι της ζωής του είναι άρρηκτα συνδεδεμένο μαζί της. Ολες αυτές τις ενδιαφέρουσες πτυχές της πορείας αυτής μέσα στο χρόνο αναδεικνύει ο λάκωνας ερευνητής και συγγραφέας Νίκος Κουφός στο βιβλίο του “Ελιά και λάδι, ιστορία, λαογραφία, πολιτισμός”, του οποίου η ανάγνωση, σίγουρα μας κάνει σοφότερους και πιο ευαισθητοποιημένους πάνω στο προϊόν που σχετίζεται με τον τόπο μας.

- Είστε ένας άνθρωπος με πλούσια επαγγελματική δράση σε πολλά και ενδιαφέροντα πόστα. Σε ποια στιγμή της ζωής σας ξεκίνησε η συγγραφή του συγκεκριμένου έργου και τι σας ώθησε σε αυτή;
“Η αφορμή για τη συγγραφική ενασχόλησή μου με την ελιά και το λάδι, ήταν η συμμετοχή μου στις Γιορτές της Ελιάς που γίνονταν στη Σελλασία του πρώην Δήμου Οινούντος Λακωνίας, από το έτος 2004 και μετά. Τότε υπηρετούσα ως σχολικός σύμβουλος Δημοτικής Εκπαίδευσης και ως Οινούντιος ανέλαβα εθελοντικά τον συντονισμό των εκδηλώσεων για παιδιά, στο πλαίσιο του τριήμερου αυτού Φεστιβάλ και είχα την ευθύνη του περιπτέρου της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Λακωνίας, στο οποίο παρουσιάζονταν εικαστικά έργα με θέμα την ελιά και το λάδι, που είχαν δημιουργηθεί από μαθητές και μαθήτριες διαφόρων σχολείων του νομού. Συνεπαρμένος από το κλίμα της Γιορτής και για να είναι πιο ουσιαστική η συμμετοχή μου, αποφάσισα να γράψω και κάποια κείμενα για την ελιά και το λάδι, τα οποία πλαισιώνονταν από έργα ζωγραφικής μαθητών, τυπώνονταν από τους οργανωτές σε φυλλάδια και διανέμονταν στους χιλιάδες επισκέπτες του χώρου της Γιορτής. Τα κείμενα αυτά, αργότερα διευρύνθηκαν και πήραν τη μορφή των κεφαλαίων του καλαίσθητου βιβλίου μου, που εκδόθηκε πρόσφατα, από τις Εκδόσεις “iWrite”, με τίτλο “Ελιά και Λάδι, Ιστορία, Λαογραφία και Συμβολισμός”. Αυτό που με ώθησε για τη συγγραφή ήταν ο πνευματικός καρπός της ελιάς, που ωρίμασε μέσα μου, τόσο από τα έντονα παιδικά βιώματα της συλλογής του ελαιοκάρπου και του χώρου του ελαιοτριβείου, όσο και από μια μυστική σχέση που αναπτύχθηκε ανάμεσα σε μένα και την «πλουσιόδωρη» και όντως ευλογημένη από τον Θεό, ελιά, ένεκα των διαρκών πνευματικών αναζητήσεών μου”.

- Η ενασχόλησή σας με τους χώρους της εκπαίδευσης, της θεολογίας και της διοίκησης υγείας πώς συνδέεται με τη μελέτη της ελιάς και του λαδιού; Υπάρχει κάποιος συνδετικός κρίκος;
“Η ελιά με την ιερότητα που την περιβάλλει, αγκαλιάζει όλους τους ανθρώπους, ανεξάρτητα από το είδος της εργασίας τους, τους ευεργετεί με τους καρπούς της και τους διδάσκει τις ανώτερες αξίες που πρέπει να πιστεύουν και να υπηρετούν, προκειμένου ο κόσμος να πορεύεται «επ’ αγαθώ»· την αγάπη, την ειρήνη, την εργασία, την άθληση, την υγιεινή διατροφή και τη συναδέλφωση των λαών. Προσωπικά συναντούσα διαρκώς την ελιά – εκτός από τον φυσικό περίγυρό μου – στα αντικείμενα της εργασίας και των σπουδών μου: στην εκπαίδευση η ελιά είναι αντικείμενο μελέτης των μαθητών του σχολείου, στη Θεολογία το λάδι αποτελεί ορατό στοιχείο των ιερών μυστηρίων της χριστιανικής λατρείας και στις υπηρεσίες υγείας, το λάδι κατά την αρχαιότητα γράφει ο Ιπποκράτης, ότι είχε περισσότερες από εξήντα φαρμακευτικές χρήσεις, ενώ σήμερα οι επιστήμονες εκτιμούν ότι με τις νέες έρευνες, το λάδι θα αποτελέσει το φάρμακο του μέλλοντος. Δεν πρόκειται λοιπόν απλά για έναν συνδετικό κρίκο που υπάρχει στα αντικείμενα της εργασίας και της μελέτης μου για την ελιά, αλλά για μια θαυμαστή ενότητα, που δείχνει τη σοφία του Δημιουργού και την αρμονία του κόσμου, που διαχειριστής του είναι ο άνθρωπος”.

- Το συγκεκριμένο έργο το ξεχωρίζετε από τις έρευνες και τις μελέτες σας; Φαίνεται ότι είναι καμωμένο με μεράκι και επιμέλεοα.
“Πράγματι, όπως πολύ σωστά παρατηρήσατε, στο έργο αυτό υπάρχει μια διαφορετική γραφή απ’ ότι στα υπόλοιπα, που είναι πλέον γύρω στα 15 τον αριθμό. Στις ιστορικές έρευνες που συνήθως πραγματοποιώ μέχρι τώρα και τις παρουσιάζω με τη μορφή βιβλίων, εργάζομαι μεθοδικά και αυστηρά επιστημονικά. Μια τέτοια εργασία μου, για τα “Παλαιά Σχολεία του Οινούντος” έλαβε και την ύψιστη διάκριση, τον Επαινο της Ακαδημίας Αθηνών, το έτος 2012. Εδώ όμως πρόκειται για κάτι τελείως διαφορετικό. Υπάρχει μια μυστική επικοινωνία με το δέντρο της ελιάς, που δεν είναι εύκολο να εκφρασθεί με τον προφορικό ή τον γραπτό λόγο. Η αγάπη και ο σεβασμός του ανθρώπου προς τη φύση είναι μια προσευχή και δοξολογία προς τον Θεό, την οποία βίωναν καθημερινά οι πρόγονοί μας ελαιοκαλλιεργητές. Είναι πράγματι συγκλονιστικό, αμέτρητους αιώνες τώρα, ο άνθρωπος να ανακαλύπτει όλο και περισσότερα ευεργετήματα από την ελιά και το λάδι της. Δίκαια τη θεώρησε θείο δώρο και την καθιέρωσε ως σύμβολο των επιτευγμάτων του πνεύματος και του πολιτισμού του. Η συγγραφή του βιβλίου αυτού, ήταν για μένα ένα ταξίδι στον χώρο και τον χρόνο, ίσως δε αποτελεί και την ίδια την πνευματική μου ταυτότητα, αφού αυτή με συνδέει οργανικά με τον τόπο της καταγωγής μου και με τη ζωή των προγόνων μου”.

- Ποιο κεφάλαιο είναι αυτό που σας δυσκόλεψε περισσότερο απ’ όλα και γιατί;
“Με δυσκόλεψε το κεφάλαιο στο οποίο περιγράφω αναλυτικά τη λειτουργία του παλαιού ελαιοτριβείου και ειδικότερα τις λεγόμενες λίμπες, όπου γινόταν με φυσικό τρόπο ο διαχωρισμός του ελαιολάδου από το νερό και τα υπόλοιπα στερεά που περιείχε το μίγμα των φυτικών υγρών, που έβγαιναν από τη συμπιεσμένη ελαιοζύμη. Ηταν κάτι που εγώ δεν το γνώριζα, αφού δεν πρόφθασα το σύστημα αυτό σε λειτουργία, στο ελαιοτριβείο του ημιορεινού χωριού μου, τον Βασσαρά Λακεδαίμονος. Την περιγραφή του όμως, μου την έδωσε παραστατικά ο πατέρας μου, ο οποίος εργαζόταν στο συγκεκριμένο ελαιοτριβείο, όταν εγώ ήμουν πολύ μικρός”.

- Πώς βλέπετε τη σχέση που διατηρούν σήμερα οι άνθρωποι με την ελιά, σε σχέση με το πώς ήταν τα πράγματα τις παλιότερες γενιές;
“Υπάρχει μια βασική διαφορά στη σχέση των σημερινών ανθρώπων με την ελιά από αυτή των παλαιότερων. Παλαιά, κυρίως προπολεμικά, τα ελαιόδεντρα ήταν λιγοστά και στον δικό μας τουλάχιστον τόπο, στη βόρεια Λακωνία, δεν είχαν όλοι οι κάτοικοι ελιές και ούτε είχαν χρήματα για ν’ αγοράσουν λάδι. Για παράδειγμα, πολλές φορές μια ρίζα ελιά, ανήκε σε δύο ιδιοκτήτες. Οποιος είχε ελαιόδεντρα, αποσκοπούσε στο να εξοικονομήσει το λάδι της φαμελιάς του και όποιος δεν είχε, εργαζόταν - εάν ήταν δυνατός και άντεχε - στο ελαιοτριβείο ή μίσθωνε εκεί το μουλάρι του για να μεταφέρει τις ελιές και το λάδι κι αυτός έπαιρνε για τον κόπο του ζώου, λίγο λάδι για να φάνε τα παιδιά του. Κάτω από αυτές λοιπόν τις συνθήκες, οι άνθρωποι θεωρούσαν τα ελαιόδεντρα πολύτιμα για την επιβίωσή τους και τα φρόντιζαν με κάθε δυνατό τρόπο. Σήμερα, η κατάσταση έχει αλλάξει ριζικά, αφού υπάρχουν πλέον εκτεταμένες ελαιοκαλλιέργειες, οι οποίες γίνονται με τη χρήση σύγχρονων μηχανημάτων, οι μικροκαλλιεργητές είναι λιγοστοί και οι άνθρωποι στην πλειονότητά τους, αγοράζουν το ελαιόλαδο από τα καταστήματα τροφίμων. Η ελιά θα έλεγα, έχασε πλέον την προαιώνια άμεση επαφή που είχε με τον άνθρωπο και έπαψε πλέον ο διάλογός της με τον νοικοκύρη – καλλιεργητή της, που της μιλούσε ολημερίς, χαϊδεύοντας τα κλαδιά της και παίρνοντας προσεκτικά τον καρπό της. Προσωπικά, ως μικροκαλλιεργητής, νιώθω μια ανεκλάλητη χαρά κάθε φορά που βλέπω στον διαχωριστήρα του σύγχρονου ελαιοτριβείου, να βγαίνει το χρυσοπράσινο λάδι από τα δέντρα μου και από τον κόπο των χεριών μου. Αυτό ένιωθαν οι παλαιοί και σήμερα λίγοι έχουν τη χαρά να το απολαύσουν. Τη μυστική αυτή σχέση του ανθρώπου με την ελιά και το λάδι, την αποτυπώνει ανάγλυφα μια διήγηση για μια εκατοχρονίτισσα γερόντισσα της περιοχής μας, η οποία ενώ ήταν στο κρεβάτι, απαίτησε να την πάνε οι δικοί της στο κατώι για να δει το φρέσκο λάδι που έφεραν οι λιτρουβιαραίοι. Εκείνοι την πήγαν, το είδε και όταν την ανέβασαν στο δωμάτιό της, η γιαγιά ευτυχισμένη, παρέδωσε στον Κύριο την ψυχή της”.

- Εχετε στα σκαριά κάποιο επόμενο βιβλίο – ίσως με κάποιο άλλο προϊόν ή αγαθό το οποίο είναι άμεσα συνδεδεμένο με μας και την ιστορία μας;
“Είναι αλήθεια ότι το βιβλίο για την “Ελιά και το Λάδι”, που κυκλοφόρησε εδώ και λίγο καιρό και κυρίως η αποδοχή του από το αναγνωστικό κοινό, λειτουργεί ως κίνητρο για να σταθώ ως συγγραφέας, λίγο περισσότερο σε παρόμοιες μελέτες. Επειδή ως παιδί έχω ζήσει, την παραδοσιακή αγροτική ζωή και πάντοτε στη ζωή μου τηρώ τις αξίες που παρέλαβα από τους γονείς και τους παππούδες μου, που ήταν όλοι τους σε χαλεπούς καιρούς, αγωνιστές για την πατρίδα και την οικογένειά τους, υπάρχει η σκέψη ν’ ασχοληθώ κατά παρόμοιο τρόπο και με τα άλλα δύο βασικά, πολυσήμαντα και διαχρονικά αγαθά του τόπου, της ιστορίας και του πολιτισμού μας: “Σιτάρι και ψωμί” το ένα, “Αμπέλι και κρασί” το έτερο. Αυτά τα δύο, μαζί με την “Ελιά και το λάδι” θα αποτελούσαν μια θαυμάσια τριλογία, αλλά όταν πρόκειται για συγγραφικά πονήματα, από τη σκέψη μέχρι την υλοποίησή τους, μεσολαβεί χρόνος ικανός και αβέβαιος”.