Σπούδασε στο ΚΘΒΕ, και στην καριέρα του έχει κάνει πολύ θέατρο - όπως επίσης πολλή τηλεόραση. Εχει εμφανιστεί ήδη κάμποσες φορές στην Επίδαυρο, και φέτος μάλιστα ήδη 2 φορές με τους "Αχαρνής" του Γιάννη Κακλέα: μια παράσταση η οποία θ' ανεβεί και στο Κάστρο της Καλαμάτας αυτή την Τετάρτη και την Πέμπτη - και που ο ίδιος τη λατρεύει. Μας μίλησε λοιπόν ενθουσιασμένος και χειμαρρώδης γι' αυτήν, καθώς και για τις σχέσεις του με τους συμπρωταγωνιστές, το σκηνοθέτη κι όλη την dream-team των συντελεστών. Αναφέρθηκε ακόμα στην οικογένειά του με την Αννα Μαρία Παπαχαραλάμπους, στο... χωριό του την Καρδαμύλη, ενώ σχολίασε έξω απ' τα δόντια την πολιτική πραγματικότητα.
- Πρωταγωνιστείτε σε ένα από τα θεατρικά "hits" του καλοκαιριού. Τι σας προσφέρει καλλιτεχνικά η συμμετοχή σας στους "Αχαρνής" του Γιάννη Κακλέα - και ειδικά ο ρόλος που ενσαρκώνετε;
«Εγώ αποφεύγω λίγο να χρησιμοποιώ αυτές τις λέξεις, γιατί καμιά φορά ίσως υπονοούν ότι οι άλλες παραστάσεις δεν είναι "hit" σε σχέση π.χ. με αυτή - σε επίπεδο προθέσεων δηλαδή... Απλώς υπάρχει πράγματι ένας κόσμος ο οποίος γνωρίζει όλα αυτά τα χρόνια την ταυτότητα του Γιάννη (Κακλέα) στον Αριστοφάνη και θέλει ακριβώς να δει αυτή την πεντακάθαρη γραφή, με αυτά τα εργαλεία.
Τώρα, τι μου προσφέρει καλλιτεχνικά; Δεν ξέρω να σας απαντήσω. Ξέρω μόνο ότι είμαι με εξαιρετικούς συνεργάτες, εξαιρετικούς συναδέλφους - και νέους και συνομήλικους και λίγο μεγαλύτερούς μου... Εχω την τύχη να είμαι σε μια παράσταση με την οποία μπήκε ένα στοίχημα: ένα στοίχημα καλλιτεχνικό, σε μια πολύ δύσκολη εποχή. Καταρχάς λοιπόν, όταν σε καλούν αυτοί οι συνεργάτες να είσαι μαζί τους... εγώ τουλάχιστον δεν θα είχα ποτέ κάτι καλύτερο να κάνω! Και είναι τεράστια τιμή να βλέπεις το κοινό ν' ανταποκρίνεται με αυτό τον τρόπο στην παράσταση και σ' αυτό το team των ανθρώπων: Ξεκινάω με τον Γιάννη Κακλέα, τον Βασίλη Χαραλαμπόπουλο, τον Χρήστο Χατζηπαναγιώτη, τον Αρη Σερβετάλη, ενώ έχουμε επίσης συνεργάτες πάρα πολλούς, μόνιμους, που είναι νέα παιδιά όπως ο Στέλιος Ιακωβίδης, ο Λάμπρος Κτεναβός, ο Σωκράτης Μαρτίκας, ο Κωνσταντίνος Γαβαλάς. Και ταυτόχρονα συνεργάτες όπως ο Μάνος Χατζεβιδάκης που δουλεύει χρόνια με το Γιάννη Κακλέα, η Εύα Νάθενα που κάναμε πέρσι μια εξαιρετική δουλειά, μια φαντασμαγορία στους "Βατράχους"... Μουσικός είναι ο Σταύρος Γασπαράτος που είναι δομικό στοιχείο της παράστασης, ο Σάκης Βερικλής κάνει τους φωτισμούς... Πρόκειται για ομάδα ανθρώπων που δουλεύει μέσα στα χρόνια και σταδιακά έχει φτιάξει τη δική της τεχνογνωσία, έχει φτιάξει τον τρόπο να αφηγείται τις ιστορίες της, με πρωτομάστορα τον Γιάννη.
Οσο για τον δικό μου ρόλο, ο Γιάννης για να κάνει αυτό το cast εμπνέεται έχοντας έναν Δικαιόπολι, τον Βασίλη, που είναι για μένα ο αριστοφανικός ήρωας της νέας εποχής! Στη διανομή λοιπόν πολύ σωστά ο Γιάννης επιλέγει να είμαι ο Λάμαχος - με εξαιρετική έμπνευση τον πολύ πρωτοποριακό μας Ευριπίδη, τον Σερβετάλη και εξαιρετική έμπνευση για Μεγαρίτης για μένα είναι ο Χατζηπαναγιώτης. Ο,τι καλύτερο θα μπορούσαμε να έχουμε σε επίπεδο cast, μαζί με τον Καλφαγιάννη που κάνει τον Βοιωτό, κι όλα τα παιδιά που είπα και δεν είπα πιο πριν... Είναι δηλαδή ένα ωραίο πάντρεμα δυνάμεων και ο Γιάννης κρατάει ζωντανό όλον αυτό το μηχανισμό, μιας τεράστιας ορχήστρας με ένα εξαιρετικό πρώτο βιολί, τον Βασίλη.
Είναι πολύ σωστά τοποθετημένος ο καθένας μας μέσα σε αυτή την ομάδα. Και η παράσταση είναι πάνω από όλους μας: Αυτή είναι το ενοποιητικό μας στοιχείο, η αφορμή για τη συνάντησή μας με τον κόσμο. Η παράσταση είναι για εμάς ο αγωγός του πνεύματος του Αριστοφάνη· επικοινωνεί και φέρνει το πνεύμα αυτό στο κοινό».
- Με κάποιους συμπρωταγωνιστές σας είστε και προσωπικοί φίλοι. Πέρα από τα προφανή πλεονεκτήματα μιας τέτοιας σχέσης, υπάρχουν άραγε επαγγελματικές στιγμές που μια φιλία... δυσκολεύει την κατάσταση, αντί να τη διευκολύνει;
«Εγώ δεν κρύβομαι πίσω από το δάχτυλό μου - και δεν το λέω ποιητικά, γι' αυτό με βλέπεις και είμαι πιο φειδωλός στις εκφράσεις μου σε σχέση με τον Βασίλη: Ακριβώς γιατί ο Βασίλης είναι φίλος μου και κάτι πέρα από φίλος μου πια. Είναι αδερφός μου, είναι η οικογένειά μου. Είναι μεγάλη τύχη για έναν ηθοποιό να συναντάει έτσι κάποια στιγμή στη ζωή έναν άλλο συνάδελφο... Με αυτόν το συνάδελφο ξεκινήσαμε ως δυο άγνωστοι άνθρωποι στην ταινία "5 λεπτά ακόμα", αμέσως μετά συνεργαστήκαμε ξανά, κάναμε και αρκετά επεισόδια στην τηλεόραση μαζί, κάναμε ταινίες, θέατρο... Είμαστε δυο άνθρωποι που μιλάμε την ίδια γλώσσα και η φιλία μας δομήθηκε μέσα από τη δουλειά. Αποτέλεσμα είναι να παύει να υπάρχει μεταξύ μας ο "καλλιτέχνης"· υπάρχει κάτι πιο υπερβατικό.
Είμαστε δυο άνθρωποι που αγαπούμε την τέχνη και αγαπούμε γενικά και τη ζωή. Κι έχω μια θεωρία, πως οι παρέες αλλάζουν τα πράγματα και γράφουν ιστορία. Στην Ελλάδα έτσι γίνεται, για μένα. Οι προσωπικότητες ερεθίζουν μεν μια κατάσταση, αλλά για να δημιουργήσουν κάποια στιγμή παρέες.
Ταυτόχρονα ο Βασίλης είναι ο συνδετικός κρίκος, είναι δίδυμο με τον Γιάννη. Ο Αρης Σερβετάλης είναι "πνευματικό παιδί" του Γιάννη, άλλο αν χάθηκαν ή ξαναβρέθηκαν. Εγώ έχω δουλέψει με τον Βασίλη και τον Γιάννη... κι έτσι έρχεται ο Αρης και είναι σαν να έχουμε δουλέψει μαζί αιώνες! Με τον Χρήστο Χατζηπαναγιώτη είχαμε δουλέψει και παλιότερα κι είχαμε μια εξαιρετική σχέση. Είναι ένα άλλο εξαιρετικό πλάσμα του θεάτρου - κι είναι μεγάλη η χαρά να τον βλέπεις τόσο σε επίπεδο σκηνικό όσο και σε επίπεδο συναναστροφής! Κι έρχεται αυτό και κουμπώνει με ένα νέο παιδί, τον Λεωνίδα Καλφαγιάννη, τον νεότερο στην ομάδα... Εχουμε λοιπόν όλοι έναν κοινό στόχο: Υπάρχει ένας κοινός παρονομαστής, που είναι η αγάπη μας γι' αυτό που κάνουμε μαζί».
- Και με τη Μεσσηνία, τι δέσιμο υπάρχει;
«Α, λατρεύουμε την Καλαμάτα! Εγώ αγαπάω πολύ και την Καρδαμύλη, τη θεωρώ "χωριό μου". Την έκανα μόνος μου χωριό μου! Κάθε καλοκαίρι βρίσκομαι εκεί... Είναι για μένα αγαπημένος τόπος και προορισμός!».
- Ενα σημαντικό τμήμα της δουλειάς σας αφορά τις τηλεοπτικές σειρές. Πώς ονειρεύεστε λοιπόν την ιδανική τηλεόραση, στο ψυχαγωγικό αλλά και στο ειδησεογραφικό κομμάτι;
«Η τηλεόραση, επειδή απευθύνεται στο σύνολο των ανθρώπων και όχι σε μια ελίτ, δεν μπορεί να υπάρξει με αυτή την έννοια. Δηλαδή η ιδανική τηλεόραση πρέπει να βρίσκει πάντα έναν τρόπο να καλύπτει πολυμορφικές ανάγκες. Η καλωδιακή τηλεόραση είναι αυτή που εξειδικεύει, επιμερίζει τις ανάγκες. Η τηλεόραση που απευθύνεται σε όλους δεν μπορεί να είναι ιδανική. Τουλάχιστον όμως, το επίπεδο των εκπομπών που ζητάει κανείς θα έπρεπε να είναι υψηλότερο. Να είναι κατά το δυνατόν πιο άρτιες οι εκπομπές - τόσο αισθητικά όσο και σε επίπεδο μετάδοσης της πληροφορίας.
Κυρίως όμως, θα ήθελα γενικότερα μια συνολική τηλεοπτική "αποφόρτιση". Γιατί όλοι αυτοί οι βαρύγδουποι τίτλοι των τελευταίων ημερών μού προκαλούν δυσανεξία».
- Η σύζυγός σας Αννα-Μαρία Παπαχαραλάμπους είναι επίσης γνωστή ηθοποιός, αλλά τα τελευταία χρόνια είχε αφοσιωθεί κατά κύριο λόγο στα δυο σας αγοράκια. Ηταν μια συνειδητή επιλογή για την ανατροφή των παιδιών ή προέκυψε κι από ανάγκη, λόγω έλλειψης υποδομών στήριξης για τα εργαζόμενα ζευγάρια;
«Καταρχάς να πω ότι η Αννα Μαρία έχει επιστρέψει στη δουλειά της - και μάλιστα εργάζεται πολύ εντατικά και πολύ δυναμικά αυτό τον καιρό! Στην αρχή λοιπόν, επιλέξαμε μαζί ποιο θα ήταν το καλύτερο για την οικογένειά μας. Την κύρια ευθύνη προφανώς θα την έπαιρνε η μαμά, για το τι θα γινόταν αρχικά αλλά και πώς θα έμπαινε πάλι στο παιχνίδι στη συνέχεια. Αυτό είναι ένα θέμα της οικογένειας - το οποίο έχει πάρα πολλές στερήσεις. Και για τους καλλιτέχνες, όπως εμείς, είναι ίσως ακόμα πιο δύσκολο. Ενώ ένας άλλος άνθρωπος που είναι π.χ. υπάλληλος μπορεί να βρίσκει έναν ρυθμό, εμείς πρέπει να αγωνιζόμαστε συνέχεια για την κάθε σεζόν - και κάθε καλοκαίρι να σκεφτόμαστε πώς θα λειτουργήσει από τη νέα σεζόν η οικογένειά μας όσο το δυνατόν πιο αρμονικά.
Μακάρι να είχαμε ένα μαγικό ραβδί και να τα κάναμε όλα τέλεια. Αλλά αναγκαστικά πάμε ανάλογα με την κατάσταση. Οταν ένας άνθρωπος κάνει οικογένεια, αποφασίζει να αλλάξει τις προτεραιότητές του. Δυστυχώς βέβαια, ζούμε και σε μια εποχή που δεν ξέρουμε τι θα γίνει αύριο».
- Εσείς, ως ένας νέος άνθρωπος στην πιο δημιουργική αλλά και ώριμη ηλικία, αν συμμετείχατε σήμερα σε μια ελληνική κυβέρνηση, ποια θα ήταν τα πρώτα μέτρα που θα παίρνατε;
«Δεν θα γίνει ποτέ αυτό. Θεωρητικά πάντως, σίγουρα καταρχάς θα πάλευα να αλλάξω τη θεραπευτική αγωγή του... ασθενούς, που είναι η χώρα. Αυτή η θεραπευτική αγωγή που ακολουθείται προφανώς δεν λειτουργεί, απλά το μνημόνιο δίνει μια παράταση στη μηχανική υποστήριξη του αρρώστου.
Σε πολιτικό επίπεδο θα αγόραζα την πρόταση Στρος-Καν. Χωρίς δεύτερη σκέψη. Αλλά θα ήθελα να κλείσω εδώ αυτό το κομμάτι, ειδικά από την πλευρά των οικονομικών - διότι δεν τα γνωρίζω πολύ καλά, και από τις οικονομικές επιλογές που έχω κάνει εγώ, μάλλον δεν είμαι ο καταλληλότερος άνθρωπος!
Αυτό που με έχει κουράσει πολύ, πάντως, είναι να βλέπω τον Ελληνα να τον δέρνουν από το πρωί μέχρι το βράδυ... Εχω κουραστεί από το "χιουμοράκι" εναντίον του, που ξεκίνησε ένα ωραίο απόγευμα από κάποιον που είπε ότι διοικεί έναν διεφθαρμένο λαό, κι από έναν άλλον που είπε τη φράση "μαζί τα φάγαμε" - κι έτσι ανοίξανε δυο πολύ ωραίες πόρτες για ένα ατελείωτο ξύλο! Το πως ορίζεται ο Έλληνας τα τελευταία 7 χρόνια δεν μου αρέσει καθόλου».
- Για όλη αυτή την κατάσταση που ζούμε, πιστεύετε ότι εμείς οι ίδιοι δεν φταίμε καθόλου;
«Αυτό ξεκινάει από μια σχέση που διαμορφώθηκε πάρα πολύ παλιά, από το '62 και μετά σε αυτή τη χώρα: από τη σχέση του πολιτικού με τον πολίτη, η οποία δομήθηκε πελατειακά και είναι ψηφοθηρική, με υποσχέσεις.... διαστημικές! Αυτό λειτούργησε σαν τη σκουριά, που ακούμπησε ένα πάρα πολύ καλό σίδερο και μέσα σε 40 χρόνια το σάπισε.
Αυτό είναι ένα κομμάτι της Ιστορίας. Δεν μπορούμε όμως συνέχεια πια να κάνουμε αυτή την αναφορά, και πάνω σε αυτήν να βεβηλώνουμε τις ψυχές των ανθρώπων. Ημασταν βλάκες, επιπόλαιοι, λαμόγια... αλλά, αν θέλουμε να δούμε ένα μέλλον, δεν γίνεται να συζητάμε με αυτούς τους όρους. Αυτός που συζητάει με αυτούς τους όρους δεν θέλει να δει μέλλον, θέλει μόνο το παρελθόν. Ας δούμε και την άλλη πλευρά του Ελληνα, των πιτσιρικάδων που προχθές σηκώσανε μια κούπα, των εθελοντών του 2004, και γενικά του Ελληνα που έχει κι ένα μεγαλείο το οποίο δεν μπορεί κανείς να κρύψει πίσω από μια ψευτοηθικολογία.
Ο Ελληνας αποθεώνεται στις αντιφάσεις του.. Τη στιγμή που είναι τόσο λαμόγιο, την ίδια στιγμή μπορεί να γίνει και ο μεγάλος ήρωας - κι αυτή την πλευρά του ας μην την αγνοούμε. Υπάρχει ένας μηχανισμός που μας κάνει ακόμα να πεθαίνουμε σε μικροπολιτικές σκοπιμότητες. Πρέπει κάποια στιγμή να φύγουμε από αυτό. Πρέπει να καταλάβουν και κάποιοι άνθρωποι, ότι με το να εκφοβίζουν δεν κάνουν τίποτα άλλο από το να σκάβουν το λάκκο του κόμματός τους: Οταν ο πολίτης έρθει αντιμέτωπος με τον φόβο του, θα τελειώσει και ο εκφοβισμός!
Ουσιαστικά καλείται η δημοκρατία να αλλάξει το πολιτικό της σύστημα. Βρίσκεται προ των ευθυνών της. Σε άλλες εποχές δυστυχώς γινόταν δικτατορία. Τώρα πρέπει να καταλάβουμε ότι η ιστορία "κόμματα και κομματικός μηχανισμός" οδήγησαν τη χώρα αυτή σε αδιέξοδο, άρα το μέλλον είναι ένα νέο πολιτικό σύστημα, που θα ενεργεί με άξονα αυτόν τον τόπο και τη δυναμική του.
Σκεφτείτε αν ήσασταν ένα υποθετικό πρόσωπο, ας πούμε ο Στιβ Τζομπς, και σας έδιναν την Ελλάδα: Θα είχε μέλλον για σας αυτή η χώρα; Αν ένα τυχαίο σοβαρό πρόσωπο αναλάμβανε τη διοίκηση, θα είχε μέλλον αυτή η χώρα; Θέλω να πω πως, όταν έχεις ένα τέτοιο προϊόν που λέγεται Ελλάδα, εσύ ορίζεις πως θα παίξεις!
Ο τουρισμός, η θάλασσα, ο πολιτισμός είναι πυλώνες που μπορεί κανείς να πατήσει πάνω τους με ένα σχέδιο, με κάποιες θυσίες γενναίες και με πραγματικές μεταρρυθμίσεις -όχι μόνο σε αυτούς αλλά και σε άλλους τομείς- για να φέρει τη χώρα λίγο στα ίσα της... και να τελειώνει πια όλο αυτό το αστειάκι με τον Ελληνα».