Εδώ και λίγα χρόνια κατοικεί με τον σύζυγο και τα παιδιά της στη Σουηδία, όπου προωθεί ενεργά τον ελληνικό πολιτισμό. Ως υπότροφος «Μαρίας Κάλλας» όμως, συμμετέχει και στην πολυαναμενόμενη ταινία του επίσης εκ Στοκχόλμης ορμώμενου Μπάμπη Τσόκα, «Η δική μας Κάλλας». Και τις επόμενες ημέρες μάλιστα, πρόκειται να επισκεφτεί τη Μεσσηνία, σε ένα προσωπικό πολιτιστικό «προσκύνημα» - με τη σκέψη και την καρδιά της στην ανάδειξη της γενέθλιας γης του αγαπημένου της ινδάλματος.
- Με την Καλαμάτα σάς συνδέει ένα αόρατο πολιτιστικό νήμα, καθώς συμμετέχετε στην ταινία "Η δική μας Κάλλας", ως υπότροφος "Μαρίας Κάλλας" η ίδια. Μιλήστε μας λίγο για τη συμμετοχή σας...
«Ο σύνδεσμος, αυτό το νήμα όπως λέτε, περνάει πρώτα πρώτα από Στοκχόλμη. Ο σκηνοθέτης της ταινίας, ο Μπάμπης Τσόκας, ζει και εργάζεται στη Σουηδία - κι εκεί γνωριστήκαμε μέσω του κοινού γνωστού μας από την Καλαμάτα, Θανάση Ψαρούλη, ο οποίος μας έφερε σε επαφή. Ετσι δημιουργήθηκε αυτό το τρίγωνο Αθήνα - Καλαμάτα - Στοκχόλμη.
Οταν ο Μπάμπης Τσόκας έμαθε ότι ήμουν υπότροφος "Μαρίας Κάλλας" αμέσως θέλησε να συμπεριληφθεί κάτι σχετικό στην ταινία. Και ήταν μεγάλη μου τιμή και χαρά, καταρχάς γιατί η Μαρία Κάλλας είναι ένα τεράστιο ίνδαλμα - και επίσης γιατί από κάποια πλάνα που είδα η ταινία είναι πολύ ωραία, είναι καταπληκτική. Μια ζωγραφιά της Κάλλας... Ηταν πολύ δύσκολο βέβαια να μιλήσω, τι να πρωτοπεί κανείς για τη Μαρία Κάλλας. Ομως ο σκηνοθέτης μού έθεσε ένα συγκεκριμένο θέμα, μια πλευρά της ζωής της - κι αυτό με ενέπνευσε».
- Θέλω λοιπόν να σας ρωτήσω, ποια είναι η δική σας Κάλλας: Τι σημαίνει για εσάς αυτό το όνομα και η μουσική του κληρονομιά;
«Η Μαρία Κάλλας είναι το ιερό τέρας του λυρικού τραγουδιού - μπορεί να ακούγεται κλισέ, όμως ισχύει. Είναι τόσο μεγάλη τραγουδίστρια, σε όλα τα επίπεδα, που έχει στιγματίσει τον χώρο αυτό ως φωνή και ως αισθητική... Αλλά περισσότερο για μένα είναι οι ερμηνείες της: Στις ερμηνείες της δεν μπορεί να αντισταθεί κανείς. Εχουν σημαδέψει διά παντός το ρεπερτόριο και όλους τους τραγουδιστές μετά από αυτήν. Οταν τις ακούς, δεν μπορείς να κάνεις οτιδήποτε άλλο παράλληλα. Εγώ δεν μπορώ π.χ. να καθίσω να διαβάσω ένα βιβλίο και συγχρόνως να ακούω στο βάθος τη Μαρία Κάλλας. Με κάποιο άλλο είδος κλασικής μουσικής πιθανόν να μπορώ, αλλά με την Κάλλας όχι. Σε καθηλώνει, σε απορροφά - είναι κάτι που σε αγγίζει πολύ βαθιά.
Είναι λοιπόν ένα σημείο αναφοράς η Κάλλας. Είναι παράδειγμα προς μίμηση με διάφορες πτυχές: η αφοσίωσή της στην τέχνη, η πολύ σκληρή δουλειά της... Ξέρετε, κάθε μέρα μελετούσε, παρτιτούρες, κείμενο, τραγουδιστές... Απλά η φωνή της, η αισθητική της, έμπαιναν σε πολύ μεγάλο βάθος - κι αυτό είναι που την κάνει να ξεχωρίζει τόσο».
- Συχνά, βέβαια, νομίζουμε ότι αρκεί το ταλέντο.
«Ακριβώς. Ομως το ταλέντο, δυστυχώς, είναι συνήθως ένα 10%. Το 90% είναι η δουλειά. Ο περισσότερος κόσμος νομίζει το αντίθετο - αλλά σε όλες τις τέχνες, τις επιστήμες, τον αθλητισμό, παντού ισχύει αυτή η αναλογία».
- Η Ελλάδα πάντως, παρά την Κάλλας (και όχι μόνο), έχει ελάχιστη επαφή με τη δυτική, με την κλασική μουσική. Ενα πολύ μικρό ποσοστό του πληθυσμού υπηρετεί αυτή τη μουσική ή την απολαμβάνει. Πρέπει να αλλάξει αυτό; Και πώς;
«Νομίζω ότι η σχέση με τη δυτική μουσική είναι καταρχάς λίγο παρεξηγημένη στην Ελλάδα. Ας σκεφτούμε καταρχάς ότι οι πιο κοσμαγάπητοι συνθέτες όπως π.χ. ο Θοδωράκης και ο Χατζιδάκις έχουν γράψει και σε δυτική τεχνοτροπία - οπότε αυτό δεν είναι κάτι τόσο μακριά από μας... Μας φαίνεται ίσως μακριά επειδή στην όπερα, για παράδειγμα, σαφώς δεν έχουμε την ίδια εξοικείωση, την ίδια παράδοση που έχουν χώρες όπως η Γερμανία, η Αυστρία, η Ιταλία. Βέβαια και στην Ελλάδα είχαμε σημαντικούς συνθέτες όπως είναι ο Καλομοίρης, ο Σαμάρας, που έχουν γράψει πολύ ωραίες όπερες απλά δεν είναι γνωστές...
Αυτό το έργο και αυτή η μουσική δεν παρουσιάστηκαν και πολύ στην Ελλάδα. Τα τελευταία χρόνια γίνεται βέβαια μια προσπάθεια, να παρουσιάζεται τουλάχιστον ένα έργο κάθε χρόνο και να γράφονται και καινούργια έργα, καινούργιες όπερες, σύγχρονες. Νομίζω ότι απλά πρέπει να είμαστε λίγο πιο ανοιχτοί - γιατί υπάρχει μια δυσπιστία...
Η εκπαίδευση παίζει πολύ σημαντικό ρόλο σ' αυτό, αλλά η κλασική μουσική δεν υπάρχει στα ελληνικά σχολεία. Δεν είναι όμως πολύ δύσκολα τα βήματα που πρέπει να γίνουν, ούτε πολύ μεγάλα: Αρκεί να ξεκινούν τα παιδιά από μικρά, σιγά σιγά, να ακούνε κάθε χρόνο κι από κάτι, ώστε να εξοικειωθούν. Δεν πρέπει να περιμένουμε δηλαδή να φτάσουν σε μεγάλη ηλικία· από μικρά παιδιά ξεκινά η επαφή μας με την κλασική μουσική - όπως και στο εξωτερικό, όπου οι άνθρωποι εξοικειώνονται απόλυτα με αυτό το είδος, το θεωρούν κάτι απλό».
- Πολύς κόσμος πιστεύει ότι δεν έχει να κερδίσει κάτι από αυτή τη μουσική, θεωρώντας ίσως ότι του αρκεί η δική του μουσική παράδοση.
«Εντάξει, το τι αρέσει στον καθένα σε επίπεδο μουσικής είναι προσωπικό. Για εμένα βέβαια η κλασική μουσική είναι κάτι πολύ βαθύ, κι έχει κανείς αμέτρητα πράγματα να μάθει και ν' απολαύσει από αυτήν. Εχει τόσο πολλά επίπεδα αυτή η μουσική, που κάθε φορά ανακαλύπτει κανείς καινούργια πράγματα - δεν μπορεί να τη βαρεθεί».
Οσον αφορά την παράδοση, έχουμε κι εμείς ως χώρα παράδοση στη δυτική μουσική, την κλασική μουσική! Σημαντικός όγκος της μουσικής μας βέβαια προέρχεται από τη βυζαντινή παράδοση - αλλά δεν πρέπει να περιοριστούμε μόνο σ’ αυτό. Γιατί η κλασική μουσική είναι αστείρευτη, η επαφή μας μαζί της έχει να μας προσφέρει πάρα πολλά.
Μέχρι στιγμής βέβαια, κι εμείς ως καλλιτέχνες αυτού του είδους σε αυτή τη χώρα, πρέπει να "εξηγούμε" συνεχώς το επάγγελμά μας, να πείθουμε τον κόσμο ότι αυτή η μουσική αξίζει - ή ότι είναι... πραγματικό επάγγελμα το να είσαι κλασικός τραγουδιστής! Δεν είμαστε εξοικειωμένοι ως λαός, είναι γεγονός».
- Εδώ λοιπόν «κουμπώνουν» οι εκπαιδευτικές πρωτοβουλίες της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, όπως η παιδική όπερα-μπαλέτο «Carmencitas» που ανεβαίνει στο θέατρο «Ολύμπια» και στην οποία συμμετέχετε αυτό το διάστημα.
«Ναι, η Λυρική Σκηνή κάνει αυτό ακριβώς που λέγαμε πριν: Κάνει μια προσπάθεια να προσεγγίσει τα παιδιά, και κάθε χρόνο, εδώ και 20 χρόνια περίπου, έχει ξεκινήσει η Παιδική Σκηνή ν' ανεβάζει ένα έργο που παίζεται όλη τη σεζόν και απευθύνεται σε παιδιά από προσχολική ηλικία μέχρι δημοτικό ή και αρχές γυμνασίου. Ετσι δίνει την ευκαιρία στα παιδιά να έρθουν κοντά σ’ αυτό το είδος. Φέτος παρουσιάζουμε μια όπερα-μπαλέτο που βασίζεται στην όπερα "Κάρμεν". Φυσικά η ιστορία της Κάρμεν έχει παραλλαχτεί, γιατί δεν είναι μια ιστορία που ταιριάζει σε παιδιά, αλλά η μουσική είναι όλη από την όπερα και τα τραγουδιστικά κομμάτια είναι κι αυτά αυτούσια - με παραλλαγμένο το κείμενο για να ταιριάζει στην ιστορία μας.
Είναι κυρίως μπαλέτο, το οποίο έχει χορογραφήσει η κορυφαία χορεύτρια της Λυρικής Σκηνής, η Μαρία Κουσουνή, και πρόκειται για την ιστορία δύο παιδιών της Κάρμεν και του Χοσέ: Είναι μια Κυριακή στο πάρκο και δυο παιδιά γνωρίζονται, γίνονται φίλοι, τσακώνονται και τα ξαναβρίσκουν. Το νόημα της παράστασης είναι η σημασία της φιλίας, της αλληλεγγύης.
Αυτή είναι η πρώτη μου συνεργασία με τη Λυρική και χαίρομαι ιδιαιτέρως, είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα παράσταση».
- Από την άλλη, έμαθα ότι πρόσφατα ιδρύσατε στη Σουηδία έναν σύλλογο για την ελληνική μουσική, ο οποίος αν δεν κάνω λάθος πρόκειται να μπει υπό την αιγίδα της Μεσσηνιακής Αμφικτιονίας. Ποιος ο στόχος του;
«Πράγματι ιδρύσαμε τον σύλλογο αυτό, εγώ, ο πιανίστας Γιόχαν Σάντμπακ και η βιολονίστρια Ματούλα Ζαχαριάδου. Λέγεται "Grekisk Konstmusik i Sverige", που σημαίνει Σύλλογος για την Ελληνική Κλασική Μουσική στη Σουηδία - και τον ιδρύσαμε με στόχο να προβάλουμε τον ελληνικό πολιτισμό στη Σουηδία μέσα από τη μουσική. Είμαστε και οι 3 μουσικού, εξάλλου, οπότε με αυτή την αφετηρία και μέσα από το ρεπερτόριο της ελληνικής κλασικής μουσικής, θέλουμε να συμπράξουμε και με άλλες τέχνες -όπως το θέατρο- για να προβάλουμε πιο συνολικά τον ελληνικό πολιτισμό.
Καταρχάς, υπάρχει ένα πολύ μεγάλο κενό στη Σουηδία σε αυτόν τον τομέα: Υπάρχουν εκεί πολλοί Ελληνες, ενώ και πάρα πολλοί Σουηδοί φιλέλληνες ταξιδεύουν συχνά στην Ελλάδα και τους αρέσει αυτή η μουσική, τη γνωρίζουν. Κι επειδή τα τελευταία χρόνια όταν μιλάνε για την Ελλάδα στις ειδήσεις το μόνο που αναφέρεται είναι η κρίση και η οικονομία... εμείς πρέπει να κάνουμε κάτι για να δείξουμε ότι η Ελλάδα παράγει κι άλλα πράγματα.
Ξεκινήσαμε λοιπόν ήδη μια πρωτοβουλία, διοργανώσαμε εκεί ένα φεστιβάλ - το οποίο θα προσπαθήσουμε να καθιερώσουμε, να είναι ετήσιο αν γίνεται. Το πρώτο μας φεστιβάλ, λοιπόν, το Νοέμβριο που μας πέρασε, ήταν αφιερωμένο στον Μίκη Θεοδωράκη. Είχε πολύ μεγάλη επιτυχία και ευχόμαστε να συνεχίσουμε με τέτοιου είδους εκδηλώσεις.
Μεταξύ άλλων συνεργαζόμαστε και με την κυρία Μαργαρίτα Μέλμπεργκ, την Ελληνοσουηδή πολιτιστική σύμβουλο της Ελληνικής Πρεσβείας στη Στοκχόλμη. Θα συνεργαστούμε επίσης με τη Μεσσηνιακή Αμφικτιονία, με την οποία σχεδιάζουμε, ονειρευόμαστε, μια ευρύτερη συνεργασία σε αυτό το τρίγωνο που είπαμε, Καλαμάτα - Στοκχόλμη - Αθήνα, με στόχο να οργανώσουμε κάποιες αξιόλογες εκδηλώσεις».
- Θα ξέρετε ότι η Καλαμάτα είναι υποψήφια πόλη για Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης το 2021. Πώς βλέπετε την υποψηφιότητά της;
«Α, είναι πάρα πολύ θετικό! Χαίρομαι ιδιαιτέρως που η Καλαμάτα είναι υποψήφια για Πολιτιστική Πρωτεύουσα. Η Καλαμάτα και γενικότερα ο Νομός Μεσσηνίας έχουν μια ιστορία από τα αρχαία χρόνια - και είναι μεγάλη ευκαιρία ν’ αναπτυχθούν και να αναδειχθούν στο σήμερα όλα αυτά: οι αρχαιότητες και ο πολιτισμός, ο παλαιότερος αλλά και ο σύγχρονος, όσα έχει κατορθώσει μέχρι σήμερα... όπως π.χ. το Φεστιβάλ Χορού, το Φεστιβάλ Χορωδιών της Interkultur, που λειτουργούν ως πόλοι έλξης σε διεθνές επίπεδο.
Με την παράλληλη τουριστική ανάπτυξη, έρχεται στην περιοχή πολύς κόσμος - οπότε τώρα είναι χρυσή ευκαιρία να αναπτυχθεί ακόμα περισσότερο η πόλη και όλος ο νομός σε πολιτιστικό επίπεδο.
Είναι αρκετά τα χρόνια που απομένουν ως το 2021, προλαβαίνουν λοιπόν να γίνουν σημαντικά πράγματα. Με σωστά βήματα, η Καλαμάτα μπορεί πραγματικά να γίνει μια μεγάλη πόλη και να κάνει πολλά».
- Αυτή την περίοδο έχετε αφήσει για λίγο τη Στοκχόλμη και βρίσκεστε στην Αθήνα. Ποια είναι όμως τα σχέδιά σας για το επόμενο διάστημα; Σκοπεύετε μήπως να επισκεφθείτε και την Καλαμάτα;
«Η αλήθεια είναι ότι σκοπεύω να έρθω, πολύ σύντομα. Μέσα στην ερχόμενη εβδομάδα, Τετάρτη - Πέμπτη ελπίζω να είμαι εκεί!
Θέλω οπωσδήποτε να ζήσω λίγες στιγμές σ' αυτόν τον τόπο, στην Καλαμάτα και τη Μεσσηνία. Θέλω οπωσδήποτε να επισκεφτώ το σπίτι και τη γενέτειρα της Μαρίας Κάλλας, που με εμπνέει τόσο πολύ συναισθηματικά και καλλιτεχνικά. Θέλω ακόμα να περπατήσω στον χώρο της Αρχαίας Μεσσήνης, αλλά και να γνωρίσω την πόλη της Καλαμάτας και τις υποδομές της.
Σ' αυτό το πλαίσιο θα ήθελα επίσης να συναντηθώ με την αυτοδιοίκηση και με φορείς της περιοχής, για να συζητήσουμε με ποιους τρόπους θα μπορούσαμε ίσως να συνεργαστούμε στο μέλλον. Του χρόνου άλλωστε συμπληρώνονται 40 χρόνια από το θάνατο της Μαρίας Κάλλας - κι όλες οι όπερες του κόσμου θα διοργανώσουν λαμπερά αφιερώματα στη μνήμη της. Είναι λοιπόν ευκαιρία, να λάμψει και η γενέτειρά της».