Ο πρωτογενής Τομέας, είναι ίσως ο πλέον ευάλωτος παραγωγικός τομέας. Επηρεάζεται άμεσα από κάθε μορφής κρίση, όπως η υπερδεκαετής οικονομική κρίση για τη χώρα μας, η υγειονομική κρίση με την πανδημία που βιώνουμε, η ενεργειακή κρίση και η ακρίβεια, αλλά και κρίσεις που προκύπτουν από τις διεθνείς εξελίξεις. Επηρεάζεται από τις συνθήκες της αγοράς, το επίπεδο του ανταγωνισμού, ιδιαίτερα σε σχέση με τις εξαγωγές, όπου επί πλέον διάφορες καταστάσεις, όπως κυρώσεις προς τρίτες χώρες, μέσω της ιδιότητας του μέλος της Ε.Ε, δημιουργούν αντίστοιχα προβλήματα.
Ο Πρωτογενής Τομέας είναι ιδιαίτερα ευάλωτος, στις δυσμενείς καιρικές συνθήκες, στις συνέπειες της Κλιματικής Αλλαγής, ιδιαίτερα με τα ακραία φαινόμενα και τις ζημιές που προκαλεί, άλλα και ζημιές από καινούργιες αιτίες, από καινούργιες ασθένειες.
Το κόστος παραγωγής, για αγρότες και κτηνοτρόφους, έχει εκτιναχθεί στα ύψη, με την πολύ μεγάλη αύξηση, τον διπλασιασμό των τιμών των λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων, των ζωοτροφών αλλά και σε σπόρους, αγροεφόδια, πετρέλαιο, ηλεκτρικό ρεύμα.
Ο αγροτικός κόσμος, σήμερα, βιώνει το τεράστιο κόστος παραγωγής, τη μη προσαρμογή του ΕΛΓΑ στις αυξανόμενες με γεωμετρική πρόοδο ζημιές λόγω της κλιματικής κρίσης, τον ουσιαστικό αποκλεισμό από τις διαδικασίες του ενεργειακού μετασχηματισμού και των ΑΠΕ, τη μη έγκαιρη και απρόσκοπτη διαδικασία των ετήσιων ενισχύσεων, τη βασανιστική σχέση με το τραπεζικό σύστημα με την έλλειψη ρευστότητας, τα χιλιάδες κόκκινα δάνεια, την αδυναμία στήριξης των βασικών προϊόντων της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση απέναντι σε αθέμιτες πρακτικές.
Σε όλα αυτά έρχεται να προστεθεί το κόστος ζωής, η ακρίβεια, ο πληθωρισμός, η δραματική αύξηση του κόστους της ενέργειας και τα προβλήματα στις εφοδιαστικές αλυσίδες που τους τελευταίους μήνες έχουν γίνει βραχνάς στον λαιμό του κάθε αγρότη.
Όλοι μιλούν για την ανάγκη να αναχθεί ο αγροδιατροφικός τομέας σε κινητήριο μοχλό, να συνδεθεί με τις τοπικές κοινωνίες και τα προϊόντα τους, τον τουρισμό, αλλά και την ιδιαίτερη ταυτότητα κάθε τόπου. Απουσιάζει ο περιφερειακός σχεδιασμός, η σύνδεση των νέων αναγκών με την παραγωγή και την αναδιάταξη στόχων και επιδιώξεων.
Το σχέδιό της κυβέρνησης για τον Πρωτογενή Τομέα αποτυπώνεται στην Έκθεση Πισσαρίδη με ανύπαρκτες αναφορές, στην πρόταση που εμφανίζετε στην Ευρωπαϊκή Ένωση περιλαμβάνει ένα ευχολόγιο, στον δε προϋπολογισμό του 2022 υπάρχει παντελής απουσία.
Η πολιτική της κυβέρνησης, δυστυχώς, αντιστρατεύεται τον στόχο να γίνει το αγροδιατροφικό μοντέλο κινητήριος μοχλός της παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας που τόσο έχει ανάγκη. Η Νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική είναι ευκαιρία που θα πάει χαμένη γιατί θυσιάζεται κι αυτή στο όνομα της αδιέξοδης κυβερνητικής πολιτικής.
Η αδράνεια και η προφανής αδυναμία του διαχρονικού κυβερνητικού σχήματος, (τρεις υπουργοί) του κ. Μητσοτάκη στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, να εκπονήσει και να εφαρμόσει ένα Εθνικό Σχέδιο Ανάπτυξης και παραγωγικής ανασυγκρότησης του Πρωτογενούς Τομέα, καθώς και οι λανθασμένες επιλογές του, οδηγούν τους αγροτοκτηνοτρόφους σε αδιέξοδα και απόγνωση.
Είναι εμφανές ότι τα μέτρα που ανακοίνωσε η κυβέρνηση είναι αναποτελεσματικά, είναι ο απόλυτος εμπαιγμός των αγροτών, δεν αντιμετωπίζουν το πρόβλημα που είναι εντονότατο και δεν δίνουν λύση. τις τεράστιες οικονομικές δυσκολίες που αντιμετωπίζουν.
Η επιστροφή του ειδικού φόρου κατανάλωσης πετρελαίου δεν δίνεται σε όλους τους αγρότες, η μείωση του ΦΠΑ στα λιπάσματα δεν φτάνει στους αγρότες και είναι μάλιστα άνευ ουσίας για όσους τηρούν βιβλία εσόδων-εξόδων. Ταυτόχρονα τα μέτρα για το κόστος του ρεύματος δεν καλύπτουν τη μεγάλη επιβάρυνση από την ρήτρα αναπροσαρμογής, δεν έχουν συμπεριλάβει τους χαμηλής τάσης ΤΟΕΒ και άλλους πάροχους αρδευτικού ύδατος, σταβλικών εγκαταστάσεων και θερμοκηπιακών μονάδων
Δεν υπάρχει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο ανάπτυξης του αγροτικού τομέα. Δεν υπήρξε ποτέ ανοιχτή διαβούλευση για την παραγωγική αξιοποίηση των πόρων της νέας ΚΑΠ. Η κυβέρνηση δεν αξιοποιεί καν τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης ώστε να μειωθεί το ενεργειακό κόστος του πρωτογενούς τομέα, μέσα από τη χρηματοδότηση αγροτών και ομάδων παραγωγών για την ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Προτάσεις και στοχευμένες παρεμβάσεις για την στήριξη του Πρωτογενούς Τομέα
Το Κίνημα Αλλαγής προτείνει άμεσες και στοχευμένες παρεμβάσεις για την στήριξη του αγροδιατροφικού τομέα:
1) Άμεση επιστροφή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης του πετρελαίου σε αυτούς που αποδεδειγμένα είναι αγρότες και παράγουν.
2) Εφαρμογή πλαφόν στην ρήτρα αναπροσαρμογής του ηλεκτρικού ρεύματος για να μην αυξάνεται ανεξέλεγκτα το κόστος για τους αγρότες, για όλη την καλλιεργητική περίοδο.
3) Κάλυψη ενός μέρους του κόστους των λιπασμάτων που αφορά στο ποσό που αυξάνεται λόγω της αύξησης του ενεργειακού κόστους.
Τα μέτρα αυτά θα πρέπει να συνδυάζονται με την αύξηση του κατώτατου μισθού και την μείωση του ΦΠΑ των ειδών πρώτης ανάγκης, ώστε οι καταναλωτές εγχώριων προϊόντων να μπορούν να τα αγοράζουν μιας και αυτών το εισόδημα έχει μειωθεί, από την ακρίβεια, καθότι ο πληθωρισμός καλπάζει και πλησιάζει το 7%.
Εφ’ όσον θεωρούμε και εννοούμε στην πράξη, και όχι μόνο στα λόγια, τον Πρωτογενή Τομέα, ως βασικό πυλώνα για την παραγωγική και αναπτυξιακή Ανασυγκρότηση της χώρας, και ως προϋπόθεση για τη διατροφική της επάρκεια, απαιτείται ενίσχυση και σχέδιο για την ουσιαστική στήριξή του.
Πρέπει, ως χώρα, άμεσα να σχεδιάσουμε και να διαμορφώσουμε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο βιώσιμης ανάπτυξης του πρωτογενούς τομέα, καθότι τώρα λαμβάνονται οι αποφάσεις για την κατανομή των πόρων τόσο του Ταμείου Ανάκαμψης & Ανθεκτικότητας, όσο και της νέας ΚΑΠ.
Να αναζητήσουμε τις καλές πρακτικές με τα βέλτιστα αποτελέσματα που έχουν εφαρμοστεί σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες και να τις προσαρμόσουμε στις δικές μας ανάγκες.
Το Κίνημα Αλλαγής έχει καταθέσει τις προτάσεις του για την αναγέννηση του πρωτογενούς τομέα που περιλαμβάνουν:
Την αύξηση των ιδιωτικών επενδύσεων στον πρωτογενή τομέα και τη μεταποίηση γεωργικών προϊόντων, με ετήσια ανανέωση των περισσότερων προγραμμάτων χρηματοδότησης, αντί του επταετούς κύκλου.
Την στήριξη των ενισχύσεων για την είσοδο νέων γεωργών στη δημιουργία υποδομών με επιστημονική στήριξη και εκπαίδευση των αγροτών για να ανταποκριθούν στις νέες ανάγκες και απαιτήσεις.
Την ενίσχυση της συλλογικής οργάνωσης των παραγωγών, ώστε να καταστούν περισσότερο ανθεκτικοί σε κάθε είδους κρίσεις, μέσα από αυξημένη ενίσχυση για επενδύσεις, με ασφαλιστικά και φορολογικά κίνητρα.
Την δημιουργία καλλιεργητικών πλάνων ανά περιοχή, μαζί με τη λειτουργία δημοπρατηρίων γεωργικών προϊόντων σε κομβικά σημεία της χώρας.
Την πρόσβαση των αγροτών σε τραπεζικό δανεισμό με χαμηλότερα επιτόκια, λιγότερες εξασφαλίσεις και μεγαλύτερο χρόνο αποπληρωμής.
Ένα σύγχρονο και αποτελεσματικό ασφαλιστικό σύστημα με αλλαγή και αναδιαμόρφωση των κανονισμών του ΕΛΓΑ, με κάλυψη νέων κινδύνων και άμεση αποζημίωση καταστροφών που οφείλονται στην κλιματική κρίση και ενεργοποίηση της δυνατότητας για τη σύσταση ταμείων αλληλοβοηθείας.
Έναν ΟΠΕΚΕΠΕ που να λειτουργεί με διαφάνεια και αντικειμενικότητα προς όφελος των πραγματικών αγροτών
Πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων για τη μείωση του κόστους παραγωγής και του ενεργειακού κόστους.
Την δίκαιη κατανομή των άμεσων ενισχύσεων με προτεραιότητα στους νέους και τις μικρές γεωργικές εκμεταλλεύσεις, ιδιαίτερα σε ορεινές, μειονεκτικές και νησιωτικές περιοχές της χώρας.
Την επένδυση σε τομείς και κλάδους αιχμής, όπως η εκπαίδευση, κατάρτιση και συμβουλευτική υποστήριξη των παραγωγών, οι νέες τεχνολογίες, η έρευνα και η καινοτομία.
Την διαμόρφωση ενός σύγχρονου, απλού και αποτελεσματικού πλαισίου για την αντιμετώπιση του μεγάλου προβλήματος έλλειψης εργατικών χεριών στην ύπαιθρο.
Την ενίσχυση της παραγωγής με τη χρήση όλων των μορφών ΑΠΕ.
Την ενίσχυση και εκσυγχρονισμό του δικτύου υψηλής διασυνδεσιμότητας για την αξιοποίηση της παραγωγής ΑΠΕ από τους αγρότες και τις οργανώσεις τους.
Την προώθηση κατά προτεραιότητα των έργων αποταμίευσης, διαχείρισης, προστασίας και εξοικονόμησης του αρδευτικού νερού. Την ενδυνάμωση και στήριξη της εξωστρέφειας στην εστίαση σε συγκεκριμένα ποιοτικά προϊόντα της χώρας (φέτα, ελαιόλαδο, κηπευτικά, φρούτα, γιαούρτι, κρασί, ελιές).
Την διασύνδεση του αγροτοδιατροφικού τομέα με τον τουρισμό.
Η μετάβαση από μια αγροτική οικονομία σε ένα σύγχρονο μοντέλο αγροδιατροφικής ανάπτυξης, με θεαματική αύξηση του αγροτικού τομέα και της μεταποίησης προϊόντων στη σύνθεση του ΑΕΠ επιβάλλει δύο κύριες επιλογές:
Τον οικολογικό αναπροσανατολισμό της αγοράς και της ανάπτυξης και τον χωροταξικό σχεδιασμό και την εξειδίκευση ανάλογα με τις περιοχές και τις περιφέρειες της χώρας.
Η χώρα έχει ανάγκη από ένα σχέδιο με όραμα και στόχους, που μπορεί να υλοποιηθεί με αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας, των πλουτοπαραγωγικών πηγών, του ανθρώπινου δυναμικού και της αγροδιατροφικής παράδοσης, των πόρων της νέας ΚΑΠ αλλά και του Ταμείου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας και των ευκαιριών που αναδείχθηκαν ακόμη και από την πανδημία.
* O Γιάννης Διονυσόπουλος είναι Διδάκτωρ Οικονομικών Επιστημών, Αν. Γραμματέας Τομέα Επιστημόνων Κινήματος Αλλαγής - ΠΑΣΟΚ, Μέλος ΣτΑ Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδας