Τι γίνεται όμως με την ζωή μετά το σχολείο; Προετοιμάζει ο τρόπος και το περιεχόμενο της διδασκαλίας μας τους μαθητές μας για την στιγμή που δεν θα είναι ούτε μαθητές, ούτε σπουδαστές πια; Πως γίνεται να γνωρίζουν οι μαθητές μας όσα χρειάζονται για το μέλλον, αν τους διδάσκουμε, σύμφωνα με το Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών, μόνο τις «σωστές απαντήσεις» του παρελθόντος;
Η μάθηση- ως νοητική λειτουργία- αποδεδειγμένα κινητοποιείται από ερωτήσεις που κάνουμε για τον κόσμο γύρω μας. Ο ανθρώπινος νους ξυπνά με τις ερωτήσεις και εφησυχάζει με τις απαντήσεις, λένε.
Επίσης, καθώς η τεχνητή νοημοσύνη γίνεται όλο και καλύτερη στο να δίνει απαντήσεις με βάση δεδομένα και πληροφορίες που την έχουμε ταΐσει, χρειαζόμαστε ανθρώπους που ξέρουν να διατυπώνουν καλές και κατάλληλες ερωτήσεις. Η ευφυία τον 21ο αιώνα, μάλλον, δεν θα μετριέται από την απάντηση που θυμάσαι, αλλά από την ερώτηση που είσαι ικανός να διατυπώσεις.
Αν κάτι τέτοιο ισχύει, γιατί μέσα στα σχολεία μας εκπαιδεύουμε τους μαθητές μόνο σε βασικές ή ακόμα και προφανείς ερωτήσεις αποφεύγοντας τα δυναμικά ερωτήματα που δεν επιδέχονται κλειστών και παγιωμένων απαντήσεων; Γιατί αποφεύγουμε να καλλιεργούμε την περιέργεια και την αντοχή των μαθητών μας στις εκκρεμότητες, τις αβεβαιότητες και την διερεύνηση;
Που ευελπιστούμε να ανδρωθούν ενεργοί πολίτες σε διαλεκτική σχέση με τους ανθρώπους και τον κόσμο γύρω τους, αν όχι μέσα στα σχολεία; Πως να ανοίξει ο νους τους, αν δεν ανοίξουμε τα ερωτήματά μας; Και πως να ανοίξουμε τα ερωτήματά μας, αν σε κάθε εκπαιδευτική γωνιά καραδοκεί μία σωστή απάντηση;
Ένας λόγος, θα πει κανείς, είναι ότι τα ανοιχτά ερωτήματα δύσκολα χωράνε στο χρονοδιάγραμμα της ύλης και δυσχεραίνουν τρομακτικά το θέμα της αξιολόγησης του μαθητή. Και θα έχει δίκιο. Δεν γίνεται να αλλάξουμε την διδασκαλία ως εκπαιδευτικοί, όταν οι πεποιθήσεις και η κουλτούρα του εκπαιδευτικού συστήματος παραμένει ίδια και έχει με όχημα τον ανταγωνισμό ως τελικό προορισμό τον βαθμό.
Στην εποχή που ζούμε όμως με την πρόκληση του λαϊκισμού να μας χτυπά την πόρτα, με το φασισμό να παίρνει κεφάλι σαν την Λερναία Ύδρα, με την κλιματική αλλαγή να απαιτεί άμεση αλλαγή των εθισμών μας ως καταναλωτές, μπορεί το σχολείο να έχει προτεραιότητα την ύλη και τον βαθμό για την είσοδο στην Γ/θμια Εκπαίδευση;
Είμαι σίγουρη πως όλοι θα γελούσαμε με τον αγρότη που ενώ θέλει μήλα, φυτεύει λεμονιές. Πιθανότατα θα αγανακτούσαμε με την επιμονή του να ψάχνει καινοτόμες μεθόδους και λιπάσματα για να βγάλει η λεμονιά μήλα. Κι αν παρελπίδα τα κατάφερνε θα τα χαρακτηρίζαμε τουλάχιστον μεταλλαγμένα και θα τα αποφεύγαμε. Κάτι παρόμοιο δεν κάνουμε όμως και στο εκπαιδευτικό μας σύστημα; Θέλουμε να θερίσουμε παιδεία και καλλιεργούμε στείρα μάθηση.
Τώρα, περισσότερο από ποτέ, χρειαζόμαστε όλων τις καλές ερωτήσεις για να λύσουμε τα περίπλοκα προβλήματα της κοινωνίας μας και να οικοδομήσουμε ένα καλύτερο μέλλον.
Όλες τις καλές ερωτήσεις που έχουν απασχολήσει σαν ερωτήματα- και όχι απλά ερωτηματικά- τον μαθητή που τις διατυπώνει, που τον έχουν καταστήσει ικανό να γνωρίζει την διαδρομή και την πορεία που ακολούθησε για να βρει την απάντηση ατομικά και ομαδικά και του έχουν καλλιεργήσει την εσωτερική αυτοπεποίθηση να ξαναδιατυπώνει το ερώτημα, όταν η απάντηση δεν λειτουργεί ή δεν εξυπηρετεί τις ανάγκες τις δικές του και τη ομάδας του πια. Αυτά χρειάζεται να διδάσκουμε στα σχολεία πάνω και πέρα από τα διδακτικά αντικείμενα.
Εμείς, οι δάσκαλοι, είμαστε η πρώτη γραμμή στην οικοδόμηση του μέλλοντος, αφού το μέλλον κάθεται καθημερινά με τη μορφή των μαθητών μας στα θρανία. Είμαστε το πρώτο σκαλί της δημοκρατίας μας, αφού ο διάλογος- ως απαραίτητο συστατικό της- προϋποθέτει όχι μόνο την ικανότητα να διατυπώνει κανείς ερωτήματα, αλλά και να αναζητά αυθεντικές απαντήσεις χωρίς να γίνεται άκριτος καταναλωτής προκατασκευασμένων ειδώλων πάσης φύσεως.
Την εποχή της παντοδύναμης κοινωνικής δικτύωσης, όπου το μήνυμα μπορεί να βρίσκει καθέναν μας εύκολα, γρήγορα και παντού, είναι πολύ σημαντικό να διαθέτει κανείς ένα ξύπνιο μυαλό που μπορεί με τις κατάλληλες ερωτήσεις να αποδομεί όσα στήνονται προς χάριν της επικοινωνίας και μόνον ή ακόμα χειρότερα της προπαγάνδας.
Αν θέλουμε να ζήσουμε όλοι μας σε ένα μέλλον που πιστεύει στην εκπαίδευση ως θεμελιώδες στοιχείο προόδου και καινοτομίας, πρέπει να καλλιεργήσουμε και να αναγνωρίσουμε ότι τα μυαλά που δεν εφησυχάζουν, που φαντάζονται και αμφισβητούν είναι το πιο πολύτιμο πλεονέκτημά μιας κοινωνίας. Όλα αυτά τα ζωηρά μυαλά, που συχνά κατοικούν μέσα σε ανήσυχα σώματα και μας κοιτούν, δίχως να μας βλέπουν, όταν κουραστικά τους ζητάμε να κάτσουν …. Ήσυχα!
Σήμερα ακόμα διαβάζουμε, συζητάμε και αναζητάμε όσα μας άφησαν παρακαταθήκη εκείνοι που δεν έκατσαν…. ήσυχα, αλλά διοχέτευσαν την ανυπακοή τους σε κριτική σκέψη και όχι σε επαναστατική γυμναστική. Ας συζητήσουμε, λοιπόν!
«Οι καλύτεροι δάσκαλοι είναι αυτοί που σου δείχνουν πού να κοιτάξεις, αλλά δεν σου λένε τι να δεις». - Αλεξάνδρα Τρένφορ
Η Ερώτηση: Πως μπορούμε να αποκεντρώνουμε την μάθηση και να προ(σ)καλούμε τους μαθητές μας να συμμετέχουν ενεργά;
«Η εκπαίδευση δεν είναι το γέμισμα ενός κουβά,
αλλά το άναμμα της φωτιάς».
- WB Yeats
Η Ερώτηση: Πως μπορούμε εκεί που οι πολλοί βλέπουν κάτι που υπάρχει και συχνά μεμψιμοιρούν με το γιατί, να ενθαρρύνουμε τους μαθητές μας να φαντάζονται πράγματα που δεν υπάρχουν και να τολμούν με την σκέψη του << γιατί όχι;>>
«Δεν θέλω να σκέφτεσαι σαν εμένα,
Θέλω μόνο να σκέφτεσαι».
- Φρίντα Κάλο
Η Ερώτηση: Πως μπορούμε να κάνουμε το σχολείο έναν χώρο και χρόνο, όπου όλοι μαζί και ο καθένας χώρια μπορούν να δοκιμάζουν τα όρια της σκέψης της και της ανοχής τους;
Ας αποτελούν τέτοια ερωτήματα πυξίδα και φάρο φέτος για τα μαθήματα μας ως εκπαιδευτικοί και κυρίως τις επιλογές μας ως ψηφοφόροι. Καλή σχολική χρονιά!
Χριστίνα Δίμιζα
Ηθοποιός- Φιλόλογος- Αφηγήτρια
Διευθύντρια Ακαδημαϊκού Σχεδιασμού Εκπαιδευτηρίων Μπουγά