Η αφορμή ήταν μια μπαρούφα με κάποιο σκυλάκι που υποτίθεται ότι κάποια... τέρατα το ανατίναξαν με κροτίδες! Η έλλειψη ειδήσεων, αλλά και η ελαφρότητα με την οποία γίνεται αποδεκτή όποια είδηση προκαλεί αποτροπιασμό και συγκίνηση, συνέβαλαν στο να γίνει το θέμα κυρίαρχο και να φτάσει μέχρι και αρχηγός κόμματος να ζητήσει να βρεθούν οι υπεύθυνοι... της κτηνωδίας! Τελικά το σκυλάκι δεν έφαγε κροτίδες που του έβαλαν κάποια κτήνη -αλήθεια πώς θα μπορούσε να γίνει αυτό;- αλλά το χτύπησε αυτοκίνητο. Το κακό όμως είχε γίνει, η διευκρίνιση πέρασε στα ψιλά, ενώ ακόμα και σήμερα στο Διαδίκτυο συνεχίζεται η αναπαραγωγή της εκδοχής με τις κροτίδες.
Η συγκεκριμένη ιστορία είναι ενδεικτική για το πώς μεταδίδεται και φουντώνει μια ψευδής είδηση στην εποχή του Διαδικτύου. Αρκεί να υπάρχει μια βάση αληθοφάνειας -η ύπαρξη, για παράδειγμα, ενός χτυπημένου σκυλιού- και φτάνουμε αμέσως στην "κτηνωδία". Κανένας δεν στέκεται στο προφανές, ότι δηλαδή ένα σκυλί το πιθανότερο είναι να έχει χτυπηθεί από αυτοκίνητο, αλλά αναζητά την πιο αρρωστημένη εκδοχή αιτιολόγησης μιας πράξης ή ενός γεγονότος. Αν υπάρχει έδαφος να παίξει και λίγη συνωμοσιολογία, έχουμε έτοιμη μια τεράστια ιστορία η οποία μπορεί να αναπαράγεται επί σειρά ετών και στο τέλος να αποτελέσει βεβαιότητα.
Πόσα τέτοια “γεγονότα” έχουμε καταναλώσει όλα αυτά τα χρόνια; Πόσες ιστορίες της πλάκας έχουν γίνει πολιτική αλήθεια και πραγματικότητα; Πόσα προφανή έχουν αποσιωπηθεί και τη θέση τους έχουν πάρει τερατολογίες κάθε μορφής και είδο