Ο υπουργός ανέφερε ότι κάθε εβδομάδα lockdown στοιχίζει στην οικονομία 750 εκατ. ευρώ. Δεν έδωσε, ωστόσο, κάποιο χρονοδιάγραμμα για το άνοιγμα της αγοράς, λέγοντας πως αυτό θα το αποφασίσει η επιτροπή των ειδικών.
«Όταν αποφασίστηκε η παράταση, η επέκταση και η διεύρυνση του lockdown μέχρι τις 16 Μαρτίου το κόστος αυτών των 12 ημερών ήταν 1,2 δισ. ευρώ στην ελληνική οικονομία, περίπου 50% απώλειας εσόδων και 50% αύξηση δαπανών, εκ των οποίων ένα σημαντικό κομμάτι, 520 εκατ. ευρώ, είναι από το λιανεμπόριο. Όσο αυτό παρατείνεται κι επεκτείνεται τόσο θα προσεγγίζουμε ένα δημοσιονομικό κόστος που σε μηνιαία βάση είναι 3 δισ. ευρώ», επεσήμανε στον ΣΚΑΪ.
Πρόσθεσε, πάντως, ότι αυξημένα κατά 4,1 δισ. ευρώ σε σχέση το ποσό που προβλεπόταν στον προϋπολογισμό για το 2021 είναι τα μέτρα που λαμβάνονται για τη στήριξη των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας, αγγίζοντας τα 11.6 δισ. ευρώ.
«Πριν από έναν μήνα είχαμε πει ότι το 2021 τα μέτρα για να βοηθήσουμε την κοινωνία θα ήταν 7,5 δισ. ευρώ. Τώρα αυτά ανέρχονται σε 11,6 δισ. ευρώ. Σε αυτά θα περιλαμβάνονται και άλλες πρωτοβουλίες της κυβέρνησης για να βοηθήσουμε νοικοκυριά κι επιχειρήσεις με ρευστότητα. Για παράδειγμα, το επόμενο διάστημα θα δείτε τις πρωτοβουλίες που θα αναλάβουμε για το πρόγραμμα “Γέφυρα 2”, για να βοηθήσουμε επιχειρήσεις που έχουν υποχρεώσεις προς τις τράπεζες. Αλλά και κάποιες πρωτοβουλίες για την ενίσχυση με κάλυψη μέρους των παγίων δαπανών στηριζόμενη στις ευρωπαϊκές αποφάσεις που ελήφθησαν στο τέλος της προηγούμενης χρονιάς. Για παράδειγμα, θα δείτε μειώσεις ή επεκτάσεις φόρων στις μεταφορές και την εστίαση, μέχρι τον Σεπτέμβριο», είπε χαρακτηριστικά όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Παράλληλα, ανέφερε ότι οι δικαιούχοι του 7ου κύκλου της «επιστρεπτέας προκαταβολής», η οποία θα ανέλθει στο 1 δισ. ευρώ, δεν θα είναι λιγότεροι συγκριτικά με τους προηγούμενους κύκλους. «Στην επιστρεπτέα 6 που ακούστηκε ότι έκαναν πολλοί αίτηση και κόψαμε αρκετούς, θέλω να πω ότι 136.481 επιχειρήσεις δήλωσαν αύξηση τζίρου τον Ιανουάριο 2021 σε σχέση με έναν χρόνο πριν, ενώ 175.855 επιχειρήσεις δεν είχαν μείωση τζίρου πάνω από 20%», είπε.
Ερωτηθείς για το ενδεχόμενο απαλλαγής από την εισφορά αλληλεγγύης το 2022, ο κ. Σταϊκούρας ανέφερε ότι είναι πολύ νωρίς ακόμα για να ληφθούν τέτοιες αποφάσεις, αλλά το σημαντικό είναι οι πολίτες να δουν αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος. Ενώ, σχετικά με το εάν θα συνεχιστεί η μείωση των ενοικίων και τον Απρίλιο, τόνισε ότι οι σχετικές αποφάσεις θα ληφθούν τις επόμενες ημέρες.
Τέλος, είπε ότι υπάρχει εισήγηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, την οποία η κυβέρνηση επιδιώκει στα ευρωπαϊκά φόρα, έτσι ώστε να υπάρχει δημοσιονομική ευελιξία για το 2022. «Και τα επεκτατικά μέτρα που έχουμε, δηλαδή το δίχτυ ασφαλείας πάνω από νοικοκυριά και επιχειρήσεις, να μην αποσυρθούν στην Ευρώπη αλλά μόνο όταν είμαστε βέβαιοι ότι υπάρχουν ικανοποιητικοί ρυθμοί μεγέθυνσης της οικονομίας, ώστε αυτοί οι αριθμοί να οδηγήσουν σε δημοσιονομική προσαρμογή και όχι μέτρα λιτότητας», τόνισε.