Ωστόσο, τα έργα που κατασκευάζονται φαίνεται απλώς να μεταθέτουν το πρόβλημα, καθώς είναι ήδη ορατή η διάβρωση της ακτογραμμής στο ύψος του “Τουριστικού”. Οι ιθύνοντες, πάντως, συμβουλεύουν να περιμένουμε να ολοκληρωθούν τα εν λόγω έργα, προκειμένου να λειτουργήσουν στο σύνολό τους, έτσι ώστε να διαπιστωθεί η αποτελεσματικότητά τους.
Η μελέτη για την προστασία από τη διάβρωση της ακτογραμμής ανατολικά της Καλαμάτας, εκτός από τους πρόβολους και τους κυματοθραύστες στο Ακρογιάλι και τη Μαντίνεια, προβλέπει επίσης, ανάλογα έργα στο Αρχοντικό, στην παραλία Αβίας, στην Παλιόχωρα και στις Κιτριές.
Ομως, σφοδρή κριτική για τον τρόπο προστασίας που τελικά επελέγη έχει εκφράσει, σε συνέντευξή του στην “Ε”, το περασμένο καλοκαίρι, ο γεωλόγος – ιζηματολόγος Χρήστος Αναγνώστου, συνεργάτης του ΕΛΚΕΘΕ (Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών), ο οποίος το 2013, σε εκδήλωση που είχε γίνει στην Καλαμάτα, είχε εισηγηθεί έναν ήπιο τρόπο για την αντιμετώπιση της διάβρωσης στην περιοχή από το Ακρογιάλι ώς τη Μαντίνεια:
“Θα πρέπει να μιμηθούμε τη φύση. Να μη θεωρήσουμε ότι με τεχνικούς τρόπους μπορούμε να την υποκαταστήσουμε και με έναν πρόβολο εδώ και έναν άλλον πιο εκεί θα σώσουμε την παραλία. Δεν φταίει η φύση για τη διάβρωση. Φταίμε εμείς, που θεωρήσαμε καλό ότι μπορούμε να κάνουμε δρόμο επάνω στην παραλία. Εγινε λοιπόν στη Μικρή Μαντίνεια ο δρόμος μπροστά στην παραλία -και μάλιστα με τοίχο αντιστήριξης, δηλαδή ο,τι χειρότερο. Ερχεται ο κυματισμός, χτυπάει στον τοίχο αντιστήριξης, παίρνει όλο το υλικό μέσα η θάλασσα και μετά υποσκάπτει και τον τοίχο.
Αρα, λέω, αφού κλέψαμε από τη θάλασσα για να κάνουμε τον δρόμο, δεν έχουμε παρά να δημιουργήσουμε την παραλία, για να μπορεί να αποσβαίνεται το κύμα. Εναλλακτική λύση, επομένως, θα ήταν η δημιουργία μιας τεχνητής παραλίας στη Μικρή Μαντίνεια, να αναπλάσουμε δηλαδή την παραλία. Αυτό θα είχαμε κάνει, αν μας είχαν ακούσει.
Πού θα βρίσκαμε τα υλικά για την παραλία αυτή; Τους είπαμε, λοιπόν, ότι τα υλικά δεν θέλουμε να τα πάρουμε, ούτε από ενεργές κοίτες ποταμών, ούτε από οπουδήποτε θα βλάπταμε ένα άλλο σύστημα, μιαν άλλη παραλία. Προτείναμε, λοιπόν, να πάμε στον χείμαρρο της Σάνταβας και να ρίξουμε -ψηλά στο ρέμα, είχα υποδείξει πού- ψιλό γαρμπίλι από λατομείο. Οταν αυτό κατεβεί κάτω, με τα νερά από τα πρωτοβρόχια θα είναι στρογγυλεμένο και τότε θα δικαιούμαστε, από τις εκβολές του χειμάρρου, να επιλέξουμε το υλικό αυτό -που το ρίξαμε εμείς στο ρέμα- και να το εναποθέσουμε στην παραλία της Μικρής Μαντίνειας. Θα λειτουργούσε έτσι, δηλαδή, το φυσικό σύστημα εμπλουτισμού κατά κάποιον τρόπο, με μια ανθρωπογενή παρέμβαση” σημείωνε ο καθηγητής στη συνέντευξή του.
Ας σημειωθεί ότι η Ελλάδα υποφέρει από εξαιρετικά υψηλά επίπεδα διάβρωσης (28,6%), το 4ο υψηλότερο επίπεδο μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, σύμφωνα με τη σχετικά πρόσφατη μελέτη “EUROSION - Living with Coastal Erosion in Europe: Sediment and Space for Sustainability” που εκπονήθηκε για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Η ίδια μελέτη τονίζει επίσης ότι “η διάβρωση οφείλεται συνήθως σε ανθρώπινες δραστηριότητες έντονης ανάπτυξης και χρήσης της γης για κατασκευές και τεχνικά έργα (έργα μηχανικού): λιμενικά έργα, μαρίνες, λιμενοβραχίονες, αλιευτικά καταφύγια, αυθαίρετη δόμηση, φράγματα και έργα σε ποταμούς, διαμορφώσεις παράκτιων περιοχών. "Βαριά" τεχνικά έργα, για παράδειγμα με την κατασκευή τεχνητών κυματοθραυστών, αναχωμάτων και άλλων κατασκευών στη θάλασσα, ενώ περιορίζουν τοπικά τη διάβρωση, συνήθως διακόπτουν τη φυσική μεταφορά υλικών και προκαλούν διάβρωση σε κάποια άλλα σημεία της ακτογραμμής. Από τα 875 χιλιόμετρα ευρωπαϊκών ακτών που άρχισαν να διαβρώνονται τα τελευταία 20 χρόνια, το 63% βρίσκεται σε λιγότερο από 30 χιλιόμετρα απόσταση από περιοχές που άλλαξαν πρόσφατα λόγω τεχνικών έργων”.