Θα πρέπει να αναλάβουμε όλοι τις ευθύνες μας και το επιμέρους κόστος, συμπληρώνει ο κ. Λυκούδης.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι παλιό αλλά δεν είναι και νέο, απαντά σε σχετική ερώτηση ο Σπ. Λυκούδης και υπογραμμίζει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι παλιό αλλά η στελέχωσή του… παραείναι παλιά.
- Τι θεωρείτε ότι πρέπει να γίνει προκειμένου να βγει η χώρα από τη σημερινή κατάσταση; Πώς βλέπετε τη μετεκλογική συνεργασία με άλλα κόμματα για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος;
“Νομίζω ότι είναι κοινός στόχος και εκτίμηση των πάντων ότι η χώρα περνά μια κρίσιμη καμπή. Νομίζω ότι έχει προφανή αδιέξοδα, οικονομικά, προφανή προβλήματα η κοινωνία και δεν υπάρχει -κατά την εκτίμησή μας- καμία απολύτως διέξοδος από την κρίση αν δεν αναλάβει τις ευθύνες του, σε εθνικό επίπεδο, το σύνολο του πολιτικού κόσμου. Τα σημερινά αδιέξοδα της χώρας είναι καταπιεστικά, γιατί η χώρα βρίσκεται σε μια πάρα πολύ άσχημη οικονομική κατάσταση και έχει προσδιορισμένο τον οικονομικό της οδικό χάρτη για την επόμενη τριετία, βασισμένον σε ένα σκληρό μνημόνιο, το οποίο υπάρχει και δεν είναι κάτι που μπορεί να αρθεί. Υπάρχει και είναι και ψηφισμένο και έξω από το οποίο δεν μπορεί να φύγει η χώρα. Τούτων δεδομένων, η δική μας άποψη είναι ότι μετά από τις κάλπες πρέπει να είναι κάποιος αφελής αν νομίζει ότι ένα κόμμα μόνο του μπορεί να φορτωθεί το κόστος μιας διεξόδου από μια τέτοια δύσκολη κατάσταση -πολύ περισσότερο όταν μετά τις κάλπες δεν πρόκειται να υπάρξουν αυτοδυναμίες. Εμείς ως Ποτάμι υποστηρίζουμε ότι ούτε ένα κόμμα μεγάλο, συμπληρούμενο από ένα μικρότερο και φτάνοντας σε μια τυπική κοινοβουλευτική πλειοψηφία -λόγου χάριν των 152 βουλευτών-, μπορεί να σηκώσει τέτοιο βάρος. Το κόστος θα είναι πολύ μεγάλο, γιατί αμέσως θα δημιουργήσει αντίπαλες αντιπολιτευτικές δυνάμεις οι οποίες -αν και θα έχουν ψηφίσει το μνημόνιο- θα βρεθούν απέναντι και θα το καταγγέλλουν. Σε μια τέτοια περίπτωση, είναι σχεδόν βέβαια μια τέτοια εξέλιξη. Υπ’ αυτή την έννοια, αν θέλει ένα κόμμα να είναι σοβαρό και υπεύθυνο -κι εμείς, υποθέτω, γίνεται αντιληπτό, θέλουμε να είμαστε ένα τέτοιο κόμμα-, λέμε ως Ποτάμι ότι χρειάζεται να αναλάβουμε όλοι μαζί τις εθνικές ευθύνες. Θα σας πω κάτι που είναι δύσκολο να το λέει κάποιος αντιπολιτευόμενος, όταν είναι σε ένα μικρότερο κόμμα, όπως εγώ: Να αναλάβουμε όλοι έναν επιμερισμό του κόστους. Το κόστος των μέτρων του μνημονίου -το πολιτικό κόστος- είναι μεγάλο και πρέπει να το πάρουμε πολλοί. Να μην το πάρει μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ ή η Νέα Δημοκρατία, αλλά να το πάρουν και το Ποτάμι και το ΠΑΣΟΚ. Αυτό σημαίνει μια μεγάλη κυβέρνηση εθνικής ευθύνης, στην οποία θα συναντηθούν οι δύο πρωταγωνιστές και θα είμαστε και εμείς δίπλα”.
- Ποιες προοπτικές βλέπετε προκειμένου να απεμπλακεί η Ελλάδα από τα εγγενή προβλήματά της, όπως οι νοοτροπίες που έχουν διαμορφωθεί με την πάροδο των χρόνων;
“Οταν λέμε Ελλάδα εννοούμε την ελληνική κοινωνία. Ο τόπος μας είναι ευλογημένος, αλλά όταν μιλάμε πολιτικά δεν αναφερόμαστε, βεβαίως, στην υπέροχη φύση της χώρας μας, αλλά στην κοινωνία της. Αυτή την ώρα, λοιπόν, η κοινωνία δεν μπορεί πλέον να λέει ''δεν ξέρω'' ή ''δεν κατάλαβα'' ή ότι ''κάτι θα γίνει''. Η κοινωνία ξέρει αυτή τη στιγμή ότι η Ελλάδα ήταν στο χείλος της χρεοκοπίας, ξέρει ότι διασώθηκε από την τυπική χρεοκοπία και παρέμεινε στο κέντρο της ευρωζώνης και του ευρώ, αλλά ξέρει επίσης ότι αυτό το έκανε με σκληρότατες θυσίες τα τρία προηγούμενα χρόνια και με ένα σκληρότερο μνημόνιο τώρα. Αρα, η ελληνική κοινωνία πρέπει να ξέρει ότι τα επόμενα χρόνια δεν θα είναι περίπατος και επομένως θα πρέπει και η ίδια να αναλάβει τις ευθύνες της σοβαρότητας του θέματος. Κι αυτό ένα πράγμα σημαίνει και πρέπει να το πω ευθέως: Σημαίνει ότι θα πάει την Κυριακή στην κάλπη και θα ξέρει τι θα κάνει. Ο ''περίπατος'' στην κάλπη εμένα δεν μου αρέσει. Ούτε το ''θα ψηφίσω τον άλλο επειδή δεν μου αρέσει αυτός''. Δυστυχώς, όμως, αυτό γίνεται. Η ελληνική κοινωνία, εδώ και δεκαετίες, ψηφίζει αρνητικά. Δηλαδή, δεν ψηφίζει επειδή θέλει κάποιον, αλλά ψηφίζει τον ένα γιατί δεν θέλει τον άλλο. Λοιπόν, αυτή την Κυριακή ας μην το κάνει αυτό”.
- Η ανάδειξη, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, μικρότερων κομμάτων ως ρυθμιστών του εκλογικού αποτελέσματος, υποδηλώνει στροφή του ελληνικού λαού σε συναινετικές κυβερνήσεις συνεργασίας;
“Βεβαίως, αυτό εκτιμώ. Αρκεί, φυσικά, τα δημοσκοπικά ευρήματα να επιβεβαιωθούν και στην κάλπη. Γιατί φοβάμαι ότι όσο περνούν οι ημέρες κι όσο πλησιάζουμε στις κάλπες, περιορίζεται σιγά-σιγά αυτή η εμπιστοσύνη που έδειχνε η ελληνική κοινωνία μέχρι τώρα σε μικρότερες πολιτικές δυνάμεις, τις οποίες αναδείκνυε σε ρυθμιστικό ρόλο. Το Ποτάμι πιέζεται. Και εκτιμώ ότι αυτή η εμπιστοσύνη περιορίζεται γιατί -για άλλη μία φορά- επικρατεί η αντίληψη των δύο που τρέχουν προς το φίνις, ποιος θα κόψει το νήμα δηλαδή, και οι θεατές σκέπτονται μόνο ''με ποιον είμαι''. Ξεχνάνε, δηλαδή, ότι στην περίπτωσή μας δεν έχει σημασία ποιος θα κόψει πρώτος το νήμα και -βάσει του ληστρικού νόμου- θα πάρει τις 50 έδρες. Αυτό, δηλαδή, είναι το πρόβλημα; Τι να τις κάνει; Αφού, αν δεν είμαστε όλοι μαζί, θα καταρρεύσει”.
- Πρόσφατα, ο πρόεδρος του Ποταμιού Σταύρος Θεοδωράκης είπε στη Θεσσαλονίκη ότι η συμμετοχή του κόμματός σας σε κυβέρνηση δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Συμπλήρωσε, όμως, ότι το κόμμα σας “θα είναι πρωταγωνιστής των μετεκλογικών εξελίξεων”. Πώς συμβαδίζουν αυτές οι δύο θέσεις;
“Βεβαίως και συμβιβάζονται, απολύτως. Γιατί ο Στ. Θεοδωράκης έδωσε την εικόνα ενός κόμματος το οποίο θέλει να είναι μέρος της λύσης, να μπει δηλαδή σε διαδικασία κυβερνητικής διαχείρισης, αλλά την ίδια στιγμή δεν είναι καθόλου υποχρεωτικό να μετέχει με υπουργούς σε μια κυβέρνηση. Ισα-ίσα, υποστήριξε ότι ''εγώ, όσο μπορώ, θα μετάσχω στη λύση, αλλά δεν το ανταλλάσσω με υπουργεία''”.
- Στο Ποτάμι λέτε ότι “επιβάλλεται η τήρηση του 3ου μνημονίου” και ταυτόχρονα δηλώνετε ότι “το 3ο μνημόνιο πρέπει να διορθωθεί”. Δεν μοιάζουν αντιφατικά αυτά τα δύο;
“Εμείς δεν λέμε αυτό που αρχίζουν να λένε τα δύο κόμματα που πρωταγωνιστούν, ο ΣΥΡΙΖΑ και η Νέα Δημοκρατία, που ανακάλυψαν ένα νέο εθνικό παραμύθι ότι ''υπάρχει ένα άλλο σχέδιο, το οποίο αν εφαρμόσουμε...'' κι εγώ δεν ξέρω τι. Αυτά είναι εθνικά παραμύθια. Το μνημόνιο είναι σκληρότατο και αυτός ο χάρτης είναι υποχρεωτικός για την επόμενη τριετία. Τι μπορούμε να κάνουμε; Υπάρχει η δυνατότητα, τα ιδιαιτέρως άδικα μέτρα που μπορεί να περιλαμβάνει το νέο αυτό μνημόνιο -και αφορούν κυρίως τις ασθενέστερες τάξεις- να τα διορθώσουμε με ισοδύναμα μέτρα. Υπό μία προϋπόθεση, όμως: Ολοι μαζί, όλος ο πολιτικός κόσμος θα τα ανακαλύψει και θα τα απαιτήσει από τους δανειστές. Κι αν τα απαιτήσουμε όλοι μαζί ως Ελλάδα, μπορούμε να έχουμε δυνατότητες αλλαγών. Αν όμως αποφασίσει να το κάνει αυτό μόνος του ο ΣΥΡΙΖΑ, επειδή ενδεχομένως είναι πρώτος και κάνει κυβέρνηση, κι υπάρχει απέναντι η Νέα Δημοκρατία με το χέρι σηκωμένο και καταγγέλλει, δεν θα πετύχουμε τίποτα. Οπως, φυσικά, ισχύει και το αντίστροφο, ως προς τα δύο εν λόγω κόμματα”.
- Ενα από τα συνθήματα που έχει το Ποτάμι είναι ότι “τη χώρα δεν θα την σώσει το παλιό”. Αφορά και τον ΣΥΡΙΖΑ το σύνθημα αυτό -κι αν ναι, πότε πρόλαβε μέσα σε 7 μήνες να παλιώσει το εν λόγω κόμμα;
“Προφανώς εννοείτε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόλαβε να παλιώσει επειδή δεν κυβέρνησε 30 χρόνια. Υπό αυτή την έννοια πραγματικά δεν είναι παλιό, αλλά δεν είναι και νέο, γιατί η στελέχωσή του δεν είναι απλώς παλιά... Παραείναι παλιά. Οπως κι εγώ είμαι παλιός άλλωστε. Από την ίδια γενιά προέρχομαι και με τους ίδιους ανθρώπους του ΣΥΡΙΖΑ είμαστε φίλοι, δεκαετίες τώρα -και σύντροφοι και συναγωνιστές. Ολοι είμαστε παλιοί, κατά μία έννοια. Εγώ απλώς δεν δέχομαι την εύκολη ισοπέδωση του παλιού, δεν την δέχομαι ούτε κι όταν την λέει ο Σταύρος Θεοδωράκης. Γιατί το παλιό πολιτικό σύστημα είναι όντως γεμάτο ενοχές, γεμάτο λάθη, αλλά κοιτάξτε, τα προηγούμενα 40 χρόνια, η Ελλάδα έζησε τη σταθερότερη και ασφαλέστερη κοινοβουλευτική δημοκρατία στην ιστορία της ως ελεύθερο κράτος. Στη διάρκεια αυτών των περίπου διακοσίων χρόνων ποτέ άλλοτε δεν είχε τόσο απρόσκοπτα ομαλή δημοκρατική λειτουργία. Κι αυτό πιστώνεται στα θετικά του παλιού συστήματος. Το οποίο έχει βεβαίως μια σειρά κακοδαιμονίες, αλλά και αυτή την ισοπέδωση ''κάτω οτιδήποτε παλιό'', εγώ δεν την δέχομαι”.