Παρασκευή, 05 Φεβρουαρίου 2021 16:58

Βιβλιοκριτική: “Ανυπάκουα πρέπει”

Γράφτηκε από την

Γράφει η Αντωνία Παυλάκου
φιλόλογος, πρόεδρος της Ε.Μ.Σ.

Η τελευταία ειδησεογραφία σχετικά με τα σκάνδαλα σεξουαλικής παρενόχλησης, που άνοιξαν τον ασκό του Αιόλου και ώθησαν μια απίστευτα μεγάλη ομάδα επώνυμων κυρίως γυναικών να μιλήσουν για κάθε είδους παρενόχληση ή εκφοβισμό που έχουν υποστεί στο εργασιακό τους περιβάλλον ή και σε άλλες επιλογές της ζωής τους, μου δίνει ένα επιπλέον κίνητρο να αναφερθώ σ’ ένα ενδιαφέρον βιβλίο που κυκλοφόρησε στο τέλος του 2020.
Πρόκειται για το μυθιστόρημα «Ανυπάκουα πρέπει» της καλαματιανής συγγραφέως και μέλους της Ένωσης Μεσσήνιων Συγγραφέων Γιολάντας Τσορώνη – Γεωργιάδη από τις εκδόσεις «Σαββάλας». Η συγγραφέας και εκπαιδευτικός που επί χρόνια δραστηριοποιείται στον χώρο του παιδικού βιβλίου με πολλή δουλειά στο συγκεκριμένο είδος, τα τελευταία χρόνια έχει στραφεί και στη συγγραφή μυθιστορημάτων για ενήλικες. Λαμβάνοντας υπόψη το θέμα και το συνολικό περιεχόμενο και του προηγούμενου μυθιστορήματός της «Η σύγκρια» (Σαββάλας 2016) αλλά και το πρόσφατα εκδοθέν, η Γιολάντα Τσορώνη έχει επιλέξει μέσω της γραφής της να αναδείξει πτυχές του γυναικείου ζητήματος, όπως αυτό καταγράφεται σε τοπικά κοινωνικά γίγνεσθαι.
Αν λοιπόν η ηρωίδα της «Σύγκριας» στη Μέσα Μάνη μάς μύησε σ’ έναν κοινωνικό ρόλο που υπηρετούσε η Μανιάτισσα, η οποία είχε την ατυχία να μην δίνει απογόνους, ένας άλλος σκληρός τόπος, ο αλβανικός βορράς, στο «Ανυπάκουα πρέπει» είχε συντηρήσει μέχρι πρόσφατα έναν άλλον «παρά φύσιν» κοινωνικό ρόλο για τη νέα γυναίκα, εκείνον της μπουρνέσας. Οι χώρες όπου γεννιούνται οι γυναίκες – ηρωίδες των δύο βιβλίων μπορεί να είναι διαφορετικές – το ίδιο και οι εποχές – έχουν όμως κοινά χαρακτηριστικά.Οι γυναίλες αυτές μεγαλώνουν σ’ έναν άγονο τόπο, όπου η κοινωνία είναι ανυπέρβλητα ανδροκρατούμενη και πρέπει σε δεδομένη στιγμή να πάρουν δύσκολες και τραυματικές αποφάσεις, ασυμβίβαστες με τον κοινωνικό ρόλο και την ταυτότητά τους. Η μία πληρώνει το τίμημα μιας άκρας ταπείνωσης ως γυναίκα και σύζυγος, ενώ η άλλη εκείνο του όρκου «της δια βίου παρθενίας», μεταμορφωμένη σε άνδρα, διεκδικώντας με τον τρόπο αυτό να ζήσει ως άνθρωπος, εναρμονιζόμενη με τη φιλελεύθερη φύση της.
Παρά το γεγονός ότι οι λαοί είναι διαφορετικοί, οι δύο κουλτούρες βρίσκουν κοινό τόπο στο άγονο του εδάφους, το οποίο διαμορφώνει πολύ σκληρά ήθη, ορίζει συναισθήματα και συμπεριφορές και εν τέλει θυματοποιεί ακόμη περισσότερο τον αδύναμο κρίκο των κοινωνιών που είναι η γυναίκα, η γυναίκα που πάντα θυσιάζει τα «θέλω» της και θυσιάζεται, υποτασσόμενη στα «πρέπει» της εκάστοτε κοινωνικής επιβολής.
Η συγγραφέας στο νέο της βιβλίο μάς ταξιδεύει με τον γλαφυρό λόγο της στο άγριο και πανέμορφο τοπίο των Δειναρικών Άλπεων και του αλβανικού βορρά, όπου πολλές γυναίκες, ελλείψει μάλιστα ανδρών στην οικογένεια, αναγκάζονται να απαρνηθούν τη γυναικεία τους φύση με όρκο αγαμίας βαρύ, προκειμένου να διαφεντέψουν την οικογένειά τους αλλά και για να δώσουν διέξοδο στη φιλελεύθερη φύση τους ξεφεύγοντας από τις απαγορεύσεις και τις κοινωνικές πιέσεις που τους επιβάλλονται. Γίνονται δηλαδή «μπουρνέσες», μεταμορφώνονται σε άνδρα, γιατί ως θηλυκά ούτε την οικογένειά τους είχαν δικαίωμα να διαφεντέψουν, ούτε να έχουν ελευθερίες όπως οι αρσενικοί. Με το βαρύ αυτό τίμημα της μοναξιάς, της ατεκνίας, του διχασμού της προσωπικότητας (γιατί δεν άλλαζαν φυσικά σεξουαλικό προσανατολισμό), η σκληρή αυτή κοινωνία είχε εφεύρει τρόπο να εξασφαλίζει το κυρίαρχο ανδρικό πρότυπο αφενός και αφετέρου να δίνει διέξοδο στα ανυπότακτα πνεύματα. Μια ισορροπία «αξιοθαύμαστα» οικοδομημένη, ωστόσο μόνο με γυναικείο αντίτιμο. Οι άνδρες πάντα άθικτοι, όχι μόνο στην Αλβανία αλλά και στη Γαλλία ακόμα, μια χώρα κοινωνικά πιο εξελιγμένη – όπου διαδραματίζονται αρκετά επεισόδια του βιβλίου.
Η Ιλιριάνα του μυθιστορήματος, που μέρος της ζωής της έζησε ως Ιλίρ και οι χαρακτήρες που ισόρροπα την περιβάλλουν και την αναδεικνύουν, δεν προέκυψε αβασάνιστα αλλά δαπανήθηκαν από τη συγγραφέα ώρες έρευνας, συζήτησης με ανθρώπους, μαρτυρίες, προβληματισμός και ευαισθησία για να οικοδομήσει με αληθοφάνεια μια μυθοπλασία που έχει ερείσματα σε πραγματικές ιστορίες. Ο αναγνώστης μέσω του ρέοντος λόγου της συγγραφέως τόσο στην αφήγηση όσο και στις περιγραφές θα απολαύσει υπέροχες διαδρομές και τοπία– ιδίως της Ν. Γαλλίας – τα οποία η συγγραφέας απόλαυσε ως ταξιδεύτρια και ζωντάνεψε κατόπιν για τον αναγνώστη της, θα συγκινηθεί και θα βιώσει τα διλήμματα με τα οποία η γυναίκα αυτή κλήθηκε να αναμετρηθεί, αναρωτώμενος τι θα έκανε ο ίδιος μπροστά σε σκληρές αποφάσεις. Αυτή εξάλλου είναι και η επιτυχία της κ. Γιολάντας Τσορώνη, να πετυχαίνει να μας βυθίσει στον κόσμο του βιβλίου της, όπου ο αρχαίος αλβανικός «Κανούν» έφτιαξε μπουρνέσες και ένα απάνθρωπο πολιτικό καθεστώς, που αυτοαποκαλείτο προοδευτικό, τον συντήρησε ως την πρόσφατη πτώση του. Το τραγικότερο. Οι γηραιές Ορκισμένες Παρθένες που ζουν ακόμη λυπούνται που αλλάζουν τα πράγματα! Ας προβληματιστούμε πάνω σ’ αυτό το τελευταίο αλλά και ας αισιοδοξούμε με πίστη στην αγαθή πλευρά της ανθρώπινης φύσης και στη δύναμη του έρωτα που αντιμάχεται όλες τις στρεβλώσεις, λιαίνει ακρότητες και απελευθερώνει. Αυτό ως ιδέα – καταλύτης διαπερνά και το βιβλίο.
Κλείνοντας, το μυθιστόρημα «Ανυπάκουα πρέπει» της Γιολάντας Τσορώνη με τη ρέουσα αφήγηση, τις ζωντανές περιγραφές και τους προωθητικούς τής υπόθεσης διαλόγους, εκτός από αναγνωστική απόλαυση, προσφέρει εναλλαγές ποικίλων συναισθημάτων κι ένα ακόμη ερέθισμα για να αντιληφθούμε τι ιστορικά έχει βιώσει το γυναικείο φύλο αλλά και να ευαισθητοποιηθούμε, καθώς ακόμη και σήμερα αυτό υποτιμάται, κακοποιείται, βιάζεται και παρενοχλείται ποικιλοτρόπως.
Καλή σας ανάγνωση, με την ευχή το ενδιαφέρον θέμα του βιβλίου της Γιολάντας Τσορώνη Γεωργιάδη μαζί και με τις πρόσφατες αποκαλύψεις να αποτελέσουν αφορμές προβληματισμού ως προς τη θέση της γυναίκας σε κάθε τομέα, όχι μονο σε επίπεδο νόμων ή θεσμών αλλά στη βάση της καθ' ημέραν πράξης. Ας αναρωτηθούν δε οι γυναίκες μήπως οι ίδιες μέσα τους φοβούνται τις αλλαγές, όπως οι εναπομείνασες μπουρνέσες...