Η ταύτιση του Σαφλαουριού με το μικρό κάστρο στο Παλαιόκαστρο προκύπτει από τα διασωθέντα τοπωνύμια και τεκμηριώνεται στην καταγραφή τους στη μελέτη των D. J. Georgacas και W. A. McDonald: "Place names of Southwest Peloponnesus – register and indexes, Athens 1967". Ετσι σε αυτή την εξαιρετικά αναλυτική εργασία και στον αλφαβητικό κατάλογο των ελληνικών τοπωνυμίων στη σελίδα 247 και στους αριθμούς 6998α και 6999 εντοπίζονται το Σαφλαούρι (κάστρο) και ο Σαφλάουρος αντίστοιχα. Η τοποθέτησή τους στους χάρτες της ίδιας εργασίας γίνεται με τους αριθμούς 175 και 126(β) αντίστοιχα. Ομως στην ίδια μελέτη και στον βασικό αριθμητικό κατάλογο (σελ. 60 και 61) ο αριθμός 175 αντιστοιχεί στο Ξεροκάσι (Ξηροκάσιον, Παλαιόκαστρον) ενώ ο αριθμός 126 στο γειτονικό Λαντζουνάτο.
Καρφωμένο πάνω στην οξεία και απόκρημνη κορυφή του υψώματος και έχοντας σημαντική εποπτεία του γύρω χώρου, το κάστρο είναι μικρό αλλά οχυρότατο. Τα τείχη του σώζονται σε ικανό ύψος περιμετρικά, όπως και η κεντρική πύλη του στη νότια πλευρά. Η οχύρωση ακολουθεί τη φυσική διαμόρφωση του εδάφους και έχει σχήμα σχεδόν παραλληλόγραμμο με τις μεγαλύτερες πλευρές στο βορά και στο νότο. Στις γωνίες σώζονται και οι τέσσερις πύργοι του. Εκτός από την κεντρική πύλη υπήρχαν ακόμα δύο μικρότερες είσοδοι, αρκετά μικρότερες και χαμηλές. Η μία από τη δεξαμενή του νερού οδηγούσε μέσα από μια υπόγεια στοά στο υπόγειο του οχυρού, ενώ η δεύτερη οδηγούσε σε μια μικρή θολωτή αίθουσα. Δυο κοντινές πηγές ύδρευαν το οχυρό. Το κάστρο περιμετρικά είναι πνιγμένο από πυκνή θαμνώδη βλάστηση που δυσκολεύει την προσέγγιση σ' αυτό.
Μπαίνοντας όμως στον μικρό περίβολό του περιτριγυρισμένο από τα σωζόμενα κτίσματα η μοναδική θέα σε αποζημιώνει. Στα βόρεια και ανατολικά το Καλογερέσι, η Κιάφα και το όρος Τετράζι, στα νότια το Παλαιόκαστρο, η Κορομηλιά και ο Μεσσηνιακός Κόλπος. Στα ανατολικά η απόκρημνη πλαγιά είναι κατάσπαρτη από ερείπια.
Μόνο εικασίες έχουν διατυπωθεί κατά καιρούς για την κατασκευή και τον κτήτορα του κάστρου. Τα μόνα σχετικά ασφαλή στοιχεία γι' αυτό προέρχονται από το "Χρονικόν" του Γεώργιου Σφραντζή και τους χωρογραφικούς πίνακες του Hopf. Ο "Σαυλάουρος" λοιπόν υπάρχει στην αναφορά των κάστρων, που παρέλαβε ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος όταν έγινε Δεσπότης στο Μυστρά, από τον αδελφό του Θεόδωρο τον Οκτώβριο του 1429:
«...ήσαν γαρ τα εντός, Ανδρούσα λέγω και Καλαμάτα, Μαντίνεια, Ιάννιτζα, Πίδημα και Μάνη και Σπιτάλιν και Γρεμπενή και Αετός και Νεόκαστρον και Ιθώμη η νυν λεγόμενη Μεσσήνη και Αρχάγγελος και Σαυλάουρος και Ιωάννινα και Λιγούδιστα, τα δε εκτός...»
Γεωργίου Σφραντζή "Χρονικόν" - β' βιβλίο
Τα κάστρα και οι πόλεις αυτές ανήκαν στον γενικό αρχιστράτηγο Νικηφόρο Μελισσηνό-Στρατηγόπουλο και τα κυβερνούσε τότε ο Δεσπότης Θεόδωρος σαν επίτροπος του ανήλικου Νικολάου, γιου του Νικηφόρου. Στον 3ο χωρογραφικό πίνακα του Hopf του 1463, στην 51η θέση, υπάρχει το κάστρο Salauro vel Soleuro που φαίνεται να ανήκει στους Βενετούς, ενώ στον 5ο πίνακα του 1467, το κάστρο S. Lauro αναφέρεται στην 43η θέση σαν κατεστραμμένο (R) στα χέρια των Τούρκων. Οπως φαίνεται το Σαφλαούρι είχε κοινή μοίρα με το γειτονικό του κάστρο του Μαγγανιακού και φυσικά με την ευρύτερη περιοχή. Ετσι το 1463, δηλαδή στην έναρξη του πρώτου βενετοτουρκικού πολέμου, το κάστρο και η περιοχή ανήκαν στους Βενετούς. Μετά την ανακατάληψη της περιοχής από τους Τούρκους το 1466, το κάστρο αναφέρεται σαν ερειπωμένο (R).
Αλλη αναφορά στο Ξεροκάσι υπάρχει στον πίνακα της απογραφής που πραγματοποίησαν οι Βενετοί σ' ολόκληρη την Πελοπόννησο το 1700. Σε αυτή την απογραφή Grimani και στο φύλλο που αφορά την περιοχή της Ανδρούσας (Ristretto Del Territorio D'Andrussa), στον αριθμό 55 υπάρχει το Xerocassi με οκτώ οικογένειες και συνολικά 27 κατοίκους. Στην απογραφή των Γάλλων του εκστρατευτικού σώματος του 1828-33 το Xerocasi, από τα Ιμπλάκικα χωριά, φαίνεται χωρίς κατοίκους. Σίγουρα όμως, όπως και στην περίπτωση της Δημάτρας / Γρεμπενής, θα πρέπει να αναζητήσουμε και εδώ κάποιο άλλο από τα άγνωστα φράγκικα τοπωνύμια.
SALAURO VEL SOLUERO = ΣΑΦΛΑΟΥΡΙ