Ήταν Δευτέρα 15 Ιουλίου 1974. Όπως σε όλη την Αθήνα έτσι και στην Καλλιθέα, στην περιοχή του Χαροκόπου έχει ζέστη. Πολλή ζέστη. Η ζωή ακολουθεί όμως την καθημερινότητά της. Κόσμος πάει κι έρχεται, τα παιδιά στις αλάνες αφού τα σχολεία είναι κλειστά λόγω των καλοκαιρινών διακοπών, τα μικρομάγαζα ανοιχτά κι οι καταστηματάρχες περιμένουν τους πελάτες τους. Και ξαφνικά στη μικρή γειτονιά της Σοφοκλέους, αρχίζει ένα σούσουρο. Η Κύπρος, ο Μακάριος, πραξικόπημα, ανατροπή… Την αναταραχή διαδέχθηκε η αμηχανία. Τι σημαίνει αυτή η εξέλιξη; Τι θα γίνει στην Κύπρο; Θα μπλέξουμε σε πόλεμο με την Τουρκία; Την καθημερινότητα είχε διαδεχθεί η αγωνία. Όλοι κολλημένοι στα ραδιόφωνα και τα τρανζιστοράκια.
Το ίδιο πρωινό στην Κύπρο ο πρόεδρος Μακάριος επέστρεφε νωρίς στο προεδρικό Μέγαρο στη Λευκωσία. Το Σαββατοκύριακο το είχε περάσει στο εξοχικό στο Τρόοδος. Χωρίς να το αντιληφθεί κανείς τα τανκς της εθνικής φρουράς ζέσταιναν τις μηχανές τους. Με το σύνθημα «ο Αλέξανδρος μπήκε στο νοσοκομείο» οι πραξικοπηματίες κατέλαβαν νευραλγικά σημεία της κυπριακής πρωτεύουσας κι άρχισαν να περικυκλώνουν το προεδρικό Μέγαρο. Η σχεδόν να το περικυκλώνουν. Δεν σκοπεύουν να συλλάβουν τον Μακάριο. Η χούντα της Αθήνας δεν τολμά να τον αγγίξει. Ο επικεφαλής της χούντας στην Ελλάδα, Δημήτριος Ιωαννίδης, θέλει απλά να τον διώξει. Τον φοβάται αλλά ταυτόχρονα τον κατηγορεί και τον θεωρεί κρυφοκομμουνιστή. Πιστεύει ότι απεμπόλησε την «´Ενωση». Μια «´Ενωση» που πρώτος αυτός είχε προδώσει.
Αφήνουν ένα πέρασμα αφύλακτο και ο Μακάριος, ντυμένος με πολιτικά ξεφεύγει. Ήθελαν να ξεφύγει. Δεν είχαν το σθένος να τον αντιμετωπίσουν. Στη θέση του τοποθετούν τον Νίκο Σαμψών, έναν παλιό δημοσιογράφο και αγωνιστή της ΕΟΚΑ. Οι αποφάσεις των χουντικών της Αθήνας εφαρμόστηκαν. Οι πραξικοπηματίες άρχισαν να πανηγυρίζουν και να διαδίδουν ότι ο Μακάριος ήταν νεκρός. Αυτός είχε όμως φτάσει στην Πάφο και από εκεί από έναν αυτοσχέδιο ραδιοσταθμό, απηύθυνε διάγγελμα:
«Ελληνικέ Κυπριακέ λαέ. Γνώριμη είναι η φωνή που ακούεις. Γνωρίζεις ποίος σου ομιλεί. Είμαι ο Μακάριος. Είμαι εκείνος, τον οποίον εσύ εξέλεξες δια να είναι ο ηγέτης σου. Δεν είμαι νεκρός. Είμαι ζωντανός. Και είμαι μαζί σου σημαιοφόρος στον κοινός αγώνα. Το πραξικόπημα της χούντας απέτυχεν. Εγώ ήμουν ο στόχος της, κι εγώ, εφ’ όσον ζω, η Χούντα εις την Κύπρον δεν θα περάσει….».
Δεκαπέντε χρόνια νωρίτερα, τον Φεβρουάριο του 1959 στη Ζυρίχη και το Λονδίνο υπογράφτηκαν δυο συνθήκες. Με αυτές η Αγγλία αναγνώριζε την ανεξαρτησία της Κύπρου αλλά δεν αποχωρούσε από το νησί. Κρατούσε τις στρατιωτικές βάσεις της στο Ακρωτήρι και τη Δεκέλεια. Η Ελλάδα και η Τουρκία ήταν εγγυήτριες δυνάμεις. Η υπόθεση της «´Ένωσης» είχε εγκαταληφθεί από την Ελλάδα από το 1956 ή το πολύ το 1957. Η Κύπρος ανεξαρτητοποίηθηκε τον Αύγουστο του 1960. Πρόεδρος ανέλαβε ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος.
Έχει πια βραδιάσει. Στην περιοχή του Χαροκόπου επικρατεί αμηχανία. Μούδιασμα. Ποιος είναι αυτός ο Σαμψών που κατέλαβε την προεδρία στην Κύπρο; Κι οι Τούρκοι; Τί θα κάνουν οι Τούρκοι; Θα μείνουν απλοί παρατηρητές; Μήπως γίνει πόλεμος; Την επόμενη ημέρα οι εφημερίδες στην Αθήνα έδιναν τις εξελίξεις ουδέτερα, ως μια επέμβαση της εθνοφρουράς. Μια αλλαγή την εγγυόταν με διάγγελμα ο Σαμψών!
Η προδοσία είχε ξεκινήσει.