Δευτέρα, 08 Δεκεμβρίου 2025 17:58

Η πλημμύρα του 1924 (4)

Γράφτηκε από τον

Η πλημμύρα του 1924 (4)

Με τον Ηλία Μπιτσάνη

Θρήνος και οδυρμός στην πόλη μετά την καταστροφική πλημμύρα και το ζήτημα της προστασίας από το Νέδοντα γίνεται πλέον επιτακτικό. Το κρίσιμο ζήτημα ασφαλώς είναι η χρηματοδότηση των όποιων επεμβάσεων, η πόλη αδυνατεί να αντιμετωπίσει μόνη της το τεράστιο κόστος της όποιας παρέμβασης και οι εφημερίδες παροτρύνουν σε κινητοποίηση τους καλαματιανούς. Γράφονται αλλεπάλληλα άρθρα γνώμης και από αυτά ξεχωρίζουμε ένα που δημοσιεύτηκε στην (αντιπολιτευόμενη) «Σημαία» γιατί θέτει ζητήματα που έχουν αναλογίες με τα σημερινά.

Το κύριο άρθρο της εφημερίδας «Σημαία» στις 25 Οκτωβρίου 1924 είναι οξύ, έχει τα χαρακτηριστικά της εποχής για «ωφελούμενες και μη» περιφέρειες λόγω της δράσης των πολιτικών εκπροσώπων και αναδεικνύει τις αντιφάσεις των «λύσεων» που προτείνουν οι διάφοροι μηχανικοί και εργολάβοι μέχρι σημείου πλήρους απαξίωσης:

«Το επίσημον κράτος συνεκινήθη, εν τη υπερευαισθησία του εταράχθη, και εν τη απεράντω στοργή την οποία τρέφει δια την πόλιν μας, έλαβε την απόφασιν να φανεί εξόχως γενναιόδωρον προς την Μεσσηνιακήν πρωτεύουσαν! Και μας απέστειλε έναν μηχανικόν και ολίγας εκατοντάδας σάκκων.Δηλαδή εν άλλαις λέξεσι, συνεχίζεται κατά τον αηδέστερον τρόπον η κωμωδία του παρελθόντος.

Αλλ’ εκείνου του οποίου έχει ανάγκη η πόλις, δεν είναι, ούτε ο μηχανικός, ούτε οι σάκκοι. Η πόλις έχει ανάγκην γενναίας χρηματικής συνδρομής. Η πόλις αξιοί από την Κυβέρνησιν γενναίαν βοήθειαν.

* Η πόλις δικαιούται να επιμείνει ανενδότως εις την αξίωσιν, όπως το κράτος αναλάβη ιδίαις αυτού δαπάναις την οριστικήν λύσιν του ζητήματος του Νέδοντος. Εως τώρα το κρατος προσηνέχθη εγκληματικώς προς την πόλιν της Καλαμάτας και προς ολόκληρον την Μεσσηνίαν. Διότι ουδέποτε ηθέλησε να ενδιαφερθή σοβαρώς δι’ ότι αφεώρα τον νομόν μας. Εις εκάστην συγκεκριμμένην περίπτωσιν μας ξεφουρνίζει την μέθοδο των ειδικών ταμείων και επαναπαύεται μη εννοούν να υποστή και την ελαχίστην θυσάν εις έργα κοινής ωφελείας. Αιωνίως μας αντιτάσσεται το πάντοτε κενόν ειδικόν ταμείον του Νέδοντος. Αιωνίως εμπαιζόμεθα από το επίσημον κράτος, αιωνίως κοροϊδευόμεθα.

* Αλλ’ η περίοδος των εμπαιγμών πρέπε να λείψη, η περίοδος των παρελκύσεων πρέπει να τερματιστή, η περίοδος των προχειροτήτων πρέπει να τεθή κατά μέρος.

Εάν πράγματι η Μεσσηνία είναι τμήμα του Ελληνικού κράτους, εάν πράγματι την Μεσσηνίαν κατοικούν πολίται Ελληνες εισφέροντες αγογγύστως εις το δημόσιον ταμείον, εάν πράγματι επί σειράν ετών ο Μεσσηνιακός λαός βαστάζει αδιαμαρτύρητος τα βάρη επαχθέστατων φόρων, έχει την επιτακτικην υποχρέωσιν το κράτος να μη αρκεσθή εις ηλίθια ημίμετρα. Εχει καθήκον να διαθέση ολόκληρον την απαιτουμένην δαπάνην δια την οριστικήν διευθέτησιν της κοίτης του Νέδοντος, εις οιοδήποτε ποσόν και αν ανέρχεται αύτη.

* Τι να κάμωμεν τον διευθυντήν των υδραυλικών έργων που μας έστειλαν; Δια να ακούσωμεν τας σοφάς γνώμας ή δια να κάμωμεν υδραυλικήν φιλολογίαν; Αλλ’ επαναλαμβάνομεν δεν μας χρειάζονται μηχανικοί, μας χρειάζεται χρήμα και μόνον χρήμα. Από γνώμας μηχανικών εχορτάσαμεν πλέον, ώστε να τις αντιπαρερχόμεθα μετ’ αηδίας και αγανακτήσεως. Λέγομεν δε μετ’ αηδίας διότι όσοι μηχανικοί εκλήθησαν δια να εκφέρουν γνώμην περί του Νέδοντος, τόσαι γνώμαι διάφοραι διετυπωθησαν εκ μέρους τούτων. Κανείς δεν προσεχώρησε εις την γνώμην του άλλου. Ο Μάτσας είχε δική του γνώμη. Ο Μινέικος διαφορετικήν. Ο Γκίνης εντελώς διάφορον. Ο Γεννηντουνιάς αντίκρυς αντίθετον. Ο Μοσχίδης διαφορετικήν. Ο πατήρ Σούλης ιδικήν του γνώμην, ο υιός Σούλης εντελώς ιδικήν του*. Βλέπομεν ότι πατήρ και υιός διχογνωμούν, δια να αποδειχθή ότι δεν υπάρχει πνεύμα εις Καλάμας. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι και ο καταπλέων διευθυντής των υδραυλικών έργων θα διαφωνήση προς άπαντας και θα διατυπώση ιδικόν του σχέδιον. Αλλά πάντα ταύτα εκτιμώμενα εν τω συνόλω των αποδεικνύουν ότι ούτε το κράτος, ούτε οι μηχανικοί, ούτε οι πολίται των Καλαμών σοβαρεύονται.

* Αποδεικνύουν ότι μας μαστίζει η πλέον εγκληματική κακομοιριά διότι είμεθα εντελώς ανίκανοι δια να προστατεύσωμεν τα δίκαιά μας, και ν’ αποσοβήσωμεν τους επαπειλούντας την περιουσίαν και την ζωήν μας κινδύνους. Αλλ’ άραγε η προχθεσινή συμφορά θα μας γίνη μάθημα διδακτικόν; Θα μας υποδείξη τον δρόμον που πρέπει να ακολουθήσωμεν; ΄Η θα καταπίωμεν τα νέα χάπια των κυβερνητικών επαγγελιών που θα μας ξεφουρνίσουν από τας Αθήνας; Ημείς ομολογούμεν ότι είμεθα απαισιόδοξοι, διότι αγνοούμεν αν υπάρχουν οι πονούντες τον τόπον μας. Η πόλις αναμφιβόλως έχει δίκαιον αξιούσα την δαπάναις του κράτους επίλυσιν του προβλήματος. Αλλά δεν αρκεί τις να έχη δίκαιον δια να εύρη δικαιοσύνην. Πρέπει να γνωρίζη να εκθέση το δίκαιόν του. Πρέπει να υπάρχει δίκαιος κριτής δια να το ακούση. Πρέπει αν εξωτερικευθή το δίκαιον εν καταλλήλω χρόνω. Και οι Καλαματιανοί αγνοούν πώς να εκφράσουν το δίκαιόν των. Αλλά και δεν ευρίσκουν την κυβέρνησιν δίκαιον κριτήν των δικαίων αξιώσεών των. Ιδού διατί απαισιοδοξούμεν. Είθε η εξέλιξη των γεγονότων να μας αποδείξη σφαλλόμενους».

Η μελέτη Παγιαρόλα

Και μπορεί η «Σημαία» να εκφράζει αγανάκτηση για τους μελετητές που δεν μπορούν να καταλήξουν σε λύση, όμως ήδη έχει ανατεθεί μια άλλη μελέτη στον ελβετό μηχανικό Παγιαρόλα, του οποίου τη μελέτη δημοσιεύει στις 2 Νοεμβρίου η εφημερίδα «Μεσσηνιακός Κήρυξ» και αποκαλύπτει ότι σε αυτή προτείνεται να κατασκευαστούν 91 φράγματα και 17 πρόβολοι που θα ανακόψουν την ταχύτητα κίνησης του νερού και ομαλοποιήσουν τη ροή στην πόλη: “Διά των φραγμάτων αι ύλαι αι προερχόμεναι εκ των διολισθήσεων θα κρατηθώσιν εις την χαράδραν. Αλλως τε η κοίτη θα υψωθεί και διαπλατυνθεί διά της αποθέσεως των υλών όπισθεν των φραγμάτων, η κλίσις θα ελαττωθεί κι η βάσις των διολισθήσεων θα στερεωθή. Διά των προβόλων ο χείμαρρος θα απομακρυνθεί από την βάσιν των καταπτώσεων και αύται θα τροποποιηθώσιν”.

Μετα από λίγες ημέρες πραγματοποιείται η συνεδρίαση του Λιμενικού Ταμείου σχετικά με το θέμα καθώς ήταν άμεσα ενδιαφερόμενο λόγω της συνάφειας πλημμυρών του ποταμού και λειτουργίας του λιμανιού. Εκεί ο πρόεδρος αποκαλύπτει ότι «το σχέδιο του Ελβετού μηχανικού Παγιαρόλα, μετά της σχετικής εκθέσεως, είχε σταλεί υπό του Υπουργείου εις το Ταμείον Νέδοντος από της 31ης Αυγούστου 1923». Και προσθέτει ότι «ατυχώς μέχρι τούδε, εξαιρέσει του παρά τω λατομείου του λιμένος (σ. σ. στον Αγιάννη Καρβούνη) φράγματος, ουδέν σοβαρόν έργον εγένετο προς αποτροπήν του κινδύνου όστις απειλεί την πόλιν και την περιοχήν της εκ του χειμάρρου» («Σημαία» 13/12/1924).

Ο υπουργός στην πόλη

Στην πόλη φτάνει ο υπουργός Συγκοινωνιών Ιωαν. Βαλαλάς για να εξετάσει την κατάσταση και μας πληροφορεί η «Σημ»ία" στις 27 Δεκεμβρίου 1924: «Ο κ. Βαλαλάς περιειργάσθη μετά προσοχής την κοίτην του χειμάρρου και έλαβε διαφόρους πληροφορίας παρά των παρισταμένων δια τον Νέδοντα, έμεινε δε κατάπληκτος προ του μεγέθους των καταστροφών, άς συνεπάγεται ο χείμαρρος. Εκεί ανεπτύχθη και το σχέδιον. Εκεί ανεπτύχθη και το σχέδιον της εκτροπής του Νέδοντος. Ο κ. Υπουργός το ηκροάσθη μετά προσοχής. Εκείθεν ο κ. Υπουργός και οι μετ’ αυτού ανήλθον εις το Φρούριον, οπόθεν επεσκοπήθη η υποδειχθείσα γραμμή της εκτροπής του χειμάρρου […] Κατά τινας πληροφορίας, τα διάφορα σχέδια περί εκτροπής της κοίτης του Νέδοντος δύνανται κατά πάσαν πιθανότητα να θεωρηθώσιν ως οριστικώς εγκαταλειφθέντα και ναυαγήσαντα, διότι και η προσωπική αντίληψις του κ. Υπουργού και η γνώμη του κ. Κοκίδου και του κ. Ψιχαλίνου και άλλων ειδικών αποκλίνουν μετ’ απολύτου εμπιστοσύνης εις το σχέδιον Παγιαρόλα, όπερ και θα εφαρμοσθή.

Ο κ. Υπουργός εφάνη βέβαια λίαν επιφυλακτικός εις την έκφρασιν της γνώμης του, αλλά εκ των πληροφοριών ας εζήτει, εφαίνετο οριστικώς αποκλίνων υπέρ του γνωστού σχεδίου του κ. Παγιαρόλα, όπερ και θα εφαρμοσθή. Τας αυτάς αντιλήψεις έχει και ο κ. Κοκίδης, όστις, καθ’ όν χρόνον τω υπεδεικνύετο η γραμμή της εκτροπής, δεν εδίστασε να την αποκρούση ως ανεφάρμοστον.

Σχετικώς με την πιθανήν λύσιν, ήτις θα δοθή, ο κ. Υπουργός είχε την καλοσύνην να μας ανακοινώση τα εξής περίπου: «Ευχής έργον θα ήτο η εκτροπή της κοίτης του χειμάρρου σας. Αλλά το ζήτημα της εκτροπής είναι τεχνικής φύσεως. Επειδή δε εις την μελέτην του κ. Παγιαρόλα δεν υπάρχει το δεδομένον ότι εγένετο χωροστάθμισις του σημείου της υποδεικνυομένης νέας γραμμής, διετάχθη ο Νομομηχανικός κ. Ψυχαλίνος να προβεί εις μίαν προμελέτην παρά τον Αγιον Γεώργιον των Καλαμών. Εκ ταύτης θα κριθή αν πρέπει να γείνη η οριστική μελέτη της εκτροπής».

Οι δύο λύσεις

Όπως γίνεται αντιληπτό, το υπουργείο ακόμη εξέταζε δύο λύσεις: Η μια ήταν η μελέτη Παγιαρόλα που προέβλεπε πλήθος φραγμάτων στα ορεινά και προβόλους στα πεδινά. Και η άλλη προέβλεπε την εκτροπή όμως παρουσιάζεται λίγες ημέρες αργότερα (8/1/1925) στη «Σημαία»: «Η προταθείσα εκτροπή άρχεται από του Μύλου Μπόγράκου (Κουτίβα) και διά της γεφύρας της οδού Λεΐκων και κάτωθι του Βου Νεκροταφείου καταλήγει εις Φραγκοπήγαδος. Η γραμμή μέχρι του νεκροταφείου Καλυβίων είναι ομαλή και δεν απαιτεί μεγάλα ορύγματα, διέρχεται δια μέσου κήπων και ελάχιστας προξενεί ζημίας εις οικοδομάς. Το από Νεκροταφείου μέχρι της θέσεως Φραγκοπήγαδο τμήμα έχει μήκος 500 περίπου μέτρων, θα κατασκευασθή δε διά μεγάλων ορυγμάτων και θα κατεδαφισθώσι πέντε οικίαι. Το σημείον αφ’ ού προτείνεται να γίνη η εκτροπή, ήτοι η τοποθεσία Μπογράκου, είναι υψηλότερον της θέσεως Φραγκοπήγαδο κατά οκτώ μέτρα. Από το Φραγκοπήγαδον η κοιλάς έχει κλίσιν ομαλήν διερχομένη διά μέσου κήπων. Από της αυτής θέσεως μέχρι της σιδηροδρομικής γραμμής η απόστασις είναι 700 περίπου μέτρα, από δε της σιδηροδρομικής γραμμής μέχρι της θαλάσσης η απόστασις είναι 1.800 μέτρα περίπου».

Τα φράγματα

Τελικά επικράτησε η λύση Παγιαρόλα και άρχισε η κατασκευή φραγμάτων όπως ενημερώνει («Σημαία» 28/11/1937) ο τότε δασάρχης Γ. Μαρίνος: «Ως δευτέραν περίοδον εργασιών πρέπει να θεωρήσωμεν την μεταξύ των ετών 1922-1930, καθ’ ήν μετά την εκπόνησιν της μελέτης Παγιαρόλα διά την πεδινήν και ορεινήν κοίτην κεχωρισμένως εξετελέσθησαν τα ακόλουθα: 1) Τρία φράγματα συγκρατήσεως υλικών εις την κοίτην εκκενώσεως παρά την γενικήν θέσιν Λιθωμένο Φίδι. 2) Διάφορα άλλα έργα επισκευών παραλλήλων τοίχων, προβόλων κλπ. τοπικού εντελώς χαρακτήρος εις το πεδινόν τμήμα».

Μεταξύ ενός «φαραωνικού» έργου εκτροπής και των φραγμάτων, επιλέχθηκε η δεύτερη λύση και η πόλη απαλλάχθηκε σε μεγάλο βαθμό από τους κινδύνους. Τα τελευταία χρόνια επανήλθε η λύση ενός «φαραωνικού» έργου αντί των φραγμάτων αλλά με αντίθετη φορά, να πέφτουν στο Νέδοντας και όλα τα νερά των άλλων χειμάρρων και ρεμάτων από τις δύο πλευρές του Νέδοντα. Τότε ήταν ασκήσεις επί χάρτου, τώρα είναι συμφέροντα. Τελικά εγκαταλείφθηκαν όλες οι λύσεις, μένουν όλες οι περιοχές απροστάτευτες και βαδίζουμε στη λογική «ό, τι βρέξει ας κατεβάσει». Για να συμπληρώσουμε κατά τα γνωστά «και ο θεός βοηθός» γιατί με τον καιρό δεν υπάρχει διαμεσολάβηση.

*Ο Μινέικο ήταν παππούς του Ανδρέα Παπανδρέου. Ο Μάτσας ήταν ο πρώτος εργολάβος του λιμανιού της Καλαμάτας που εγκατέλειψε την κατασκευή του η οποία ολοκληρώθηκε από γαλλική εταιρεία. Ο Μοσχίδης ήταν νομομηχανικός που εκπόνησε το γνωστό ως «σχέδιο 1905» της Καλαμάτας. Ο Γεννηδουνιάς ήταν ο μηχανικός που ασχολήθηκε και επέβλεψε τα υδραυλικά έργα στην κοιλάδα Παμίσου.

[Στη φωτογραφία το πρωτοσέλιδο της εφημερίδας «Μεσσηνιακός Κήρυξ» στις 10/11/1924, στο οποίο υπάρχουν οι γνωστές πλέον φωτογραφίες της πλημμύρας. Ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι όπως προκύπτει από τη λεζάντα φωτογράφος ήταν ο Λοΐζος, τον οποίο διαδέχθηκε στο φωτογραφείο ο Δημητριάδης και αυτόν ο Ντεκελές]