Κυριακή, 12 Μαϊος 2013 11:33

Τζίνα Πετροπούλου: Η αγάπη της για τη Αρχαιολογία... την οδήγησε στον κινηματογράφο

Τζίνα Πετροπούλου: Η αγάπη της για τη Αρχαιολογία... την οδήγησε στον κινηματογράφο

Η αγάπη της για τη Αρχαιολογία... την οδήγησε στον κινηματογράφο. Η Καλαματιανή παραγωγός κινηματογράφου Τζίνα Πετροπούλου, έχοντας διαγράψει μια αξιόλογη διεθνή καριέρα αποφάσισε να επιστρέψει στην Ελλάδα για να εμπνέεται από το "ελληνικό φως", ενώ τον τελευταίο χρόνο ζει στην Καλαμάτα, καθώς δεν μπορούσε άλλο την μιζέρια της Αθήνας.

 

- Τι ήταν εκείνο που σε έστρεψε στο χώρο του κινηματογράφου;

"Η Αρχαιολογία, όσο περίεργο και να ακούγεται αυτό. Σπούδαζα Αρχαιολογία και σε κάποιες ανασκαφές που συμμετείχα στην Πάρο, εντυπωσιάστηκα από τον ρόλο του φωτογράφου σε μια αρχαιολογική ανασκαφή. Δηλαδή η σημασία της αποτύπωσης και οπτικής καταγραφής. Ετσι μετά παρακολούθησα φωτογραφία και αργότερα αφού τελείωσα τις μεταπτυχιακές μου σπουδές στην Αρχαιολογία, αποφάσισα να σπουδάσω κινηματογράφο στο Πανεπιστήμιο του Μόντρεαλ, στο πεδίο της έρευνας και σκηνοθεσίας ντοκιμαντέρ".

 

-  Ποια πορεία ακολούθησες; (Σπουδές, δουλειά)

"Εζησα στον Καναδά 14 χρόνια όπου σπούδασα και δούλεψα. Ολες μου οι σπουδές έγιναν στο γαλλόφωνο Πανεπιστήμιο του Μόντρεαλ. Εργάστηκα σ’ ένα πολυπολιτισμικό ραδιοφωνικό σταθμό το Radio Centreville για περίπου 8 χρόνια, στο γαλλόφωνο τηλεοπτικό σταθμό Videotron όπου είχα αναλάβει την έρευνα μιας σειράς εκπομπών κοινωνικού περιεχομένου και σκηνοθέτησα δύο ντοκιμαντέρ -ένα που αφορούσε στην ιστορία της κινεζικής μειονότητας στο Κεμπέκ και στα προβλήματα διάκρισης των μεταναστών και ένα που αφορούσε τα ανθρώπινα δικαιώματα του παιδιού".

 

- Γιατί επέλεξε να ασχοληθείς με το χώρο της παραγωγής;

"Κατά λάθος και από ανάγκη. Οταν ήρθα από τον Καναδά ήθελα να ασχοληθώ αποκλειστικά με την έρευνα και σκηνοθεσία ντοκιμαντέρ και μάλιστα αρχαιολογικού ντοκιμαντέρ. Ομως η πρώτη δουλειά που μου προτάθηκε στην Ελλάδα μετά από πολύ καιρό ψαξίματος, ήταν διεύθυνση παραγωγής κάποιων εκπομπών στο Seven X και μετά στην ΕΡΤ και έτσι κόλλησα στην διεύθυνση παραγωγής. Μια από τις ευχάριστες επαγγελματικές μου περιόδους ήταν στο Ιδρυμα Μείζονος Ελληνισμού για 4 χρόνια, όπου έστησα το τμήμα κινηματογραφικών παραγωγών και εκεί κάναμε αρχαιολογικά ντοκιμαντέρ. Μετά το 2000 μπήκα και στην παραγωγή με την κυριολεκτική έννοια της λέξης".

 

-  Η επιλογή της παραγωγής ντοκιμαντέρ πώς προέκυψε;

"Από το πάθος μου για αυτό το είδος. Ασχολήθηκα εκ των πραγμάτων με την παραγωγή γιατί μου δίνει το δικαίωμα να συμμετέχω πιο ενεργά στην όλη διαδικασία και να έχω ένα λόγο παραπάνω σε θέματα έρευνας και σκηνοθεσίας".

 

- Το μεγαλύτερο κομμάτι της επαγγελματικής σου δραστηριότητας ήταν στον Καναδά. Πόσο διαφορετικές είναι εκεί οι συνθήκες;

"Η επαγγελματική μου δραστηριότητα καθόρισε τα μετέπειτα χρόνια μου. Κατ’ αρχάς σε όλη την διάρκεια των σπουδών μου δούλευα σε διάφορες δουλειές, από το να διδάσκω ελληνικά σε αγγλόφωνους και στα ελληνικά σχολεία της κοινότητας μέχρι το να κρατάω την γκαρνταρόμπα σε ελληνοαρμένικο μπουζουξίδικο. Δούλεψα πολύ και εθελοντικά, σε ανθρωπιστικούς οργανισμούς, σχεδόν όλα τα 14 χρόνια της διαμονής μου στο Μόντρεαλ, και θεωρώ το ότι έμαθα να δουλεύω πολύ και καλά, το οφείλω σε όλα αυτά. Τώρα όσον αφορά τον κινηματογράφο κατ’ αρχάς ο Καναδάς έχει πολύ μεγάλη παράδοση στο ντοκιμαντέρ. Μην ξεχνάμε ότι ο πρώτος ντοκιμαντερίστας και πατέρας του ανθρωπολογικού ντοκιμαντέρ ο Robert Flaherty ήταν Καναδός. Τώρα όσον αφορά τις συνθήκες τι να πω; Να πω για την αξιοκρατία, για τις επιδοτήσεις και επιχορηγήσεις στους ανεξάρτητους παραγωγούς, για τις φορολογικές ελαφρύνσεις των χορηγών; Για τα κίνητρα που δίνει το κράτος προκειμένου να προσελκύσει ξένους παραγωγούς που θα χρησιμοποιήσουν Καναδούς επαγγελματίες του χώρου;".

 

- Πώς αποφάσισες να επιστρέψεις  στην Ελλάδα;

"Δεν σκέφτηκα ποτέ ότι θα ζούσα όλη μου την ζωή στον Καναδά, παρ’ όλο που είμαι γεννημένη εκεί. Οταν γύρισα ήμουν 32 χρονών και θεώρησα τότε ότι είχα αποκτήσει αρκετά εφόδια ώστε να επιστρέψω  και να προχωρήσω επαγγελματικά. Βέβαια άρχισα πάλι από το μηδέν, αλλά η αλήθεια είναι ότι δεν ταλαιπωρήθηκα πολύ για να εδραιωθώ. Βέβαια ο κυριότερος λόγος της επιστροφής μου ήταν οι γονείς μου και το ελληνικό φως".

 

-  Πώς είναι η πραγματικότητα στην ελληνική κινηματογραφική παραγωγή σήμερα;

"Πώς είναι του Καναδά; Ε! Καμία σχέση. Τι να πω, για ένα Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου που εδώ και 4 χρόνια έχει κλείσει τις πόρτες του στους δημιουργούς, γιατί δεν έχει χρήματα; Για την ΕΡΤ; Που κάθε 8 μήνες αλλάζουν διευθύνοντα σύμβουλο με αποτέλεσμα μέχρι να ενημερωθεί ο καινούργιος δεν γίνεται καμία παραγωγή. Το ότι το υπουργείο Πολιτισμού μόνο Πολιτισμού δεν είναι; Γενικά δεν ενδιαφέρονται για τον κινηματογράφο, τον θεωρούν πολυτέλεια, και ίσως να είναι, στην κατάσταση που είμαστε τώρα. Σου λένε εδώ δεν έχουμε να φάμε και εσύ θες να κάνεις ταινίες ή ντοκιμαντέρ; Ομως έχουμε πολλούς νέους και ταλαντούχους σκηνοθέτες, όπως έχουμε και μεγάλη θεματογραφία για ντοκιμαντέρ να αναδείξουμε προς τα έξω. Επίσης πρέπει να δημιουργηθούν κίνητρα και για τις ξένες παραγωγές που θα μπορούσαν να γίνονται στην Ελλάδα".

 

- Γιατί επέλεξες να εγκατασταθείς μόνιμα στην Καλαμάτα;

"Για όλα τα παραπάνω και για μια καλύτερη ποιότητα ζωής. Οταν ασχολείσαι με το ντοκιμαντέρ και σαν ελεύθερος επαγγελματίας, δεν χρειάζεται να έχεις μια μόνιμη βάση. Μπορείς να επεξεργαστείς το θέμα σου οπουδήποτε. Ετσι αντί να αντιμετωπίζω καθημερινά τη μιζέρια της Αθήνας, μετακόμισα πέρσι στην Καλαμάτα, την οποία ούτως ή άλλως υπεραγαπώ".

 

- Τι θα ήθελες να κάνεις επαγγελματικά στη συνέχεια;

"Τον τελευταίο χρόνο ασχολούμαι με ένα θέμα που αφορά σ’ έναν Ελληνα μετανάστη που στις αρχές του περασμένου αιώνα δημιούργησε την μεγαλύτερη αλυσίδα θεάτρων, μεγάλης αρχιτεκτονικής σημασίας και ομορφιάς (200 τον αριθμό από το 1902 -1930)) στην Αμερική και τον Καναδά και ο οποίος έμεινε στην ιστορία της αμερικάνικης showbiz, ως ο μεγιστάνας των θεάτρων. Αυτό θα ήθελα να ολοκληρώσω αν και είναι πολύ μεγάλη, ακριβή και δύσκολη παραγωγή.

Εχω αρκετά θέματα επεξεργασμένα στα συρτάρια μου, που αγαπώ και που θα ήθελα να ολοκληρώσω αλλά όπως λένε ιδέες υπάρχουν, λεφτά δεν υπάρχουν… Και μη χειρότερα".