Κυριακή, 22 Μαϊος 2022 08:13

Η Νέλλη Σεμιτέκολο στην «Ε»: “Οταν πρωτοήρθα στην Καλαμάτα μαγεύτηκα”

Γράφτηκε από την
Η Νέλλη Σεμιτέκολο στην «Ε»: “Οταν πρωτοήρθα στην Καλαμάτα μαγεύτηκα”

 

Συνέντευξη στη Γιούλα Σαρδέλη

Την ευκαιρία να απολαύσει τη μοναδική Νέλλη Σεμιτέκολο σε ένα ρεσιτάλ πιάνου αφιερωμένο στο Θόδωρο Αντωνίου είχε το κοινό της Καλαμάτας πριν από λίγες μέρες, στο Μέγαρο Χορού. Η ίδια, επιστρέφοντας για λίγο στην πόλη με την οποία άρρηκτα συνδέθηκε το όνομά της, μέσω του Ωδείου, μίλησε στην “Ε”, φωτίζοντας έτσι ενδιαφέρουσες πτυχές της ζωής της, μιας ζωής βουτηγμένης μέσα σε μελωδίες και νότες, σε μικρές και μεγαλύτερες επαναστάσεις.

 

 - Είναι η πρώτη φορά παίξατε στο Μέγαρο;

Ναι, είναι ένας χώρος που δεν γνώριζα καθόλου. Εχω ακούσει όμως στο παρελθόν εκεί τον Κιτσικόπουλο.

 

 - Πώς καταλήξατε στο πρόγραμμα της συναυλίας;

Αρχικά να σας πω ότι ο Μπραμς είναι ο αγαπημένος μου συνθέτης. Σχεδόν σε όλα τα ρεσιτάλ που έχω κάνει, υπάρχει κάτι από Μπραμς. Μετά, ήθελα να υπάρχει κάτι τελείως “αντίθετο”, έβαλα ένα κομμάτι Μότσαρτ, αλλά ήθελα να αντιπροσωπεύσω και τη σύγχρονη εποχή, γι’ αυτό κι έβαλα Στραβίνσκι. Αυτήν τη συναυλία ουσιαστικά την αφιερώνω στην μνήμη του Θόδωρου Αντωνίου. Eχω την εντύπωση ότι πέθανε ο Αντωνίου και ξαφνικά… εξαφανίστηκαν όλα.

 

 - Ετσι πιστεύετε;

Είχε γράψει μία όπερα προς το τέλος, για τον Καποδίστρια, η οποία δεν ανέβηκε στην Λυρική, παρόλο που ήταν παραγγελία της. Γενικότερα είναι σαν να έχει ξεχαστεί… ο Θεόδωρος Αντωνίου έφερε ουσιαστικά τον κόσμο της Ελλάδας στη σύγχρονη μουσική. Εκανε πάρα πολλά πράγματα και μάλιστα πολλές φορές επειδή δεν είχε την άνεση, οι συναυλίες δεν ήταν πολύ καλά δουλεμένες - και τον κατηγορούσαν γι’ αυτό. Από την άλλη, αν δεν γινόταν αυτό, δεν θα προχωρούσε ο ίδιος τους προσωπικούς του στόχους. Δεν μπορεί κάποιος να ζει στο παρελθόν μόνο με τους κλασικούς και να μην είναι μέσα στην εποχή του.

 

 - Εσείς δικά σας μουσικά “κείμενα” έχετε συνθέσει;

Οχι, ποτέ.

 

 - Πώς και δεν προέκυψε κάτι τέτοιο;

Είναι άλλου είδους χάρισμα αυτό.

 

 - Εσείς είστε στρατιώτης… Μάλλον!

Ναι, είμαι ένας εκτελεστής. Για να πω την αλήθεια -κι ελπίζω να μην παρεξηγηθώ-, οι περισσότεροι από τους μουσικούς που κάποια στιγμή αρχίζουν και γράφουν δεν είναι και πολύ καλοί συνθέτες.

 

 - Καινούργια, ωραία πράγματα γράφονται σήμερα;

Δεν νομίζω ότι υπάρχουν πραγματικά αυτήν τη στιγμή στην Ελλάδα μεγάλα καινούργια έργα. Βέβαια δεν παρακολουθώ και τόσο πολύ τις εξελίξεις, οπότε μπορεί να κάνω και λάθος. Από ό,τι έχω ακούσει, δεν φέρνω στο μυαλό μου κάτι συνταρακτικό, όπως ο Χρήστου ή ο Ξενάκης, που ήταν σημαντικές περιπτώσεις.

 

 - Με τους μαθητές σας τους παλιούς, οι οποίοι πρέπει να είναι πάρα πολλοί, κρατάτε επαφές;

Κρατάω επαφή με αυτούς που έχουν γίνει μουσικοί, ναι βλέπω κάποιους.

 

 - Τους παρακολουθείτε και στην Ελλάδα που κάνουν συναυλίες και στο εξωτερικό, όπου μπορείτε;

Δεν έχουν ασχοληθεί πολλοί με το πιάνο. Δεν έμειναν πολλοί στο πιάνο.

 

 - Αλήθεια; Θέλετε να πείτε πως πήγαν σε άλλα όργανα;

Οχι, σπούδασαν κάτι άλλο. Εγιναν δικηγόροι, γιατροί… Και μάλιστα σκεφτόμουν μια φορά και το είχα πει σε κάποιον “γιατί έχασες τόσο πολύ από τον χρόνο σου για να πάρεις ένα πτυχίο ή ένα δίπλωμα και μετά το ‘’έκλεισες’’ το πιάνο”;

 

 - Δεν παίζουν ούτε για ευχαρίστηση δηλαδή;

Οχι και μάλιστα δεν έχουν γίνει… ούτε κοινό.

 

 - Νιώθω σαν να μου λέτε ότι κάτι πήγε στραβά και στο σύστημα της εκπαίδευσης;

Οχι, δεν νομίζω, είναι λογικό… Απλώς, για να πω την αλήθεια στο Ωδείο της Καλαμάτας για παράδειγμα πολύ έξυπνα λειτουργεί ένα ερασιτεχνικό τμήμα, που δεν το έχουν όλα τα ωδεία. Δηλαδή μπορείς να κάνεις μουσική, να παίζεις τα κομμάτια που σου αρέσουν, να μην δίνεις εξετάσεις, αλλά ταυτόχρονα μπορείς να παίζεις αν επιθυμείς σε κάποιες συναυλίες, χωρίς να είσαι υποχρεωμένος να παρακολουθήσεις όλα τα θεωρητικά και να κρατάς μια ωραία σχέση με τη μουσική. Αυτό όμως είναι κάτι που δεν το θέλουν οι γονείς… Θέλουν τάξεις. Συνήθως ξέρεις κατά κάποιον τρόπο ότι, γύρω στα 15 του ένα παιδάκι, θα το αφήσει το πιάνο. Παλιά εγκατέλειπαν από την β’ λυκείου. Και πιο παλιά, επειδή όλη αυτή την ιστορία με την μουσική, με το ωδείο, με τα εικαστικά ο κόσμος την έβλεπε κάτι σαν πιο φρέσκο, πήγαιναν σχεδόν όλα τα παιδιά για πτυχίο. Πολλές φορές μάλιστα, φοιτητές έχαναν ένα εξάμηνο από τη σχολή τους για να μπορέσουν να μελετήσουν. Είχε κάποιο σκοπό όλο αυτό, που ήταν και λίγο λάθος βέβαια, γιατί χανόταν αυτός ο αυθορμητισμός κι έμεναν κοντά στη μουσική με κάποιο σκοπό. Για τα παιδιά ασφαλώς που έχουν το ιδιαίτερο ταλέντο και το χάρισμα είναι αλλιώς…

 

 - Πέρασαν αρκετά παιδιά που είχαν πολύ ταλέντο και χάρισμα; Νιώθετε τυχερή σε αυτό το κομμάτι;

Νομίζω ότι οι αναλογίες είναι λίγο πολύ ίδιες παντού.

 

 - Θεωρείτε ότι όλα τα παιδιά έχουν τις ίδιες ευκαιρίες στην εκπαίδευση της μουσικής; Σας έτυχε ποτέ να συναντήσετε παιδιά που ήθελαν να προχωρήσουν αλλά να μην υπήρχε δυνατότητα;

Μου έχουν τύχει τέτοιες περιπτώσεις στην Αθήνα, όχι εδώ.

 

 - Τι κάνει σε μια τέτοια περίπτωση ο δάσκαλος;

Εγώ προσωπικά, έκανα μάθημα χωρίς να παίρνω χρήματα, αν το παιδί ήταν πραγματικά ταλαντούχο. Το έχω κάνει και για παιδί, που δεν ήταν τόσο καλό, αλλά είχε πάθος με την μουσική.

 

 - Θέλατε να βοηθήσετε τα παιδιά με κάθε τρόπο…

Μου φαίνεται απόλυτα λογικό. Υπάρχει κάποιος που δεν θέλει να βοηθήσει τα παιδιά;

 

 - Στην πορεία σας, θέλατε να είστε καλύτερη εκτελέστρια ή καθηγήτρια;

Αυτό είναι κάτι που ποτέ δεν το σκέφτηκα. Ο,τι ήμουν, ήμουν χωρίς να το έχω σκεφτεί… Ο,τι έβγαινε…

 

 - Τώρα εκ των υστέρων κάνοντας τον απολογισμό σας, πού νιώθετε ότι ήσασταν καλύτερη;

Κάνοντας τον απολογισμό μου, νομίζω τα αγαπάω και τα δύο. Στην αρχή όταν ήμουν νέα, ήμουν αρνητική στο να διδάξω, δεν μου άρεσε. Ουσιαστικά, άρχισα να διδάσκω εδώ, όταν ήρθα στην Καλαμάτα, σε ηλικία 45 ετών. Στην Αθήνα έκανα κάποια μαθήματα, αλλά δεν ήθελα να ενταχθώ σε ένα ωδείο.

 

 - Γιατί;

Γιατί στα ιδιωτικά ωδεία υπάρχουν τριβές, γίνονται διάφορα από πλευράς ανθρωπίνων σχέσεων, που δεν είναι και πολύ ευχάριστα.

 

 - Και στην Καλαμάτα πώς βρεθήκατε;

Είχε αποτανθεί αρχικά ο Μπένος στον Σφέτσα να επανδρώσει το Ωδείο. Επειδή όμως τότε εργαζόταν στην ραδιοφωνία, -ήταν στο τρίτο πρόγραμμα- δεν θα μπορούσε να έρχεται παρά μόνο Σαββατοκύριακα. Ως διευθυντής δηλαδή δεν θα μπορούσε να είναι συνέχεια παρών ή έστω κάποιες μέρες μέσα στο διάστημα της εβδομάδας. Ο Σφέτσας λοιπόν μού το πρότεινε και αργότερα ανέλαβε ο Κουρουπός με τον οποίο ήμασταν και φίλοι. Τότε ήμουν κι εγώ πιο σύγχρονη, μετά έγινα πιο κλασική… Στην αρχή η δική μου απάντηση ήταν αρνητική παρόλο που με διαβεβαίωσε ότι αυτό το Ωδείο θα ήταν κάτι το ιδιαίτερο και δεν θα ήταν σαν τα ιδιωτικά. Εκείνο τον καιρό είχε φέρει μια Σουηδέζα τραγουδίστρια κι είχε κάνει μία μικροτουρνέ, που θα την συνόδευα εγώ… παίξαμε Καλαμάτα, Γιάννενα και σε κάποιες άλλες πόλεις. Οταν λοιπόν ήρθα στην Καλαμάτα και την περπάτησα μαγεύτηκα από όλες αυτές τις μυρωδιές… Εχεις μια θάλασσα μπροστά σου και κολυμπάς, αυτό το αριστούργημα δίπλα σου το βουνό… Ολα μου άρεσαν στην Καλαμάτα.

 

 - Εσάς η βάση σας, ο τόπος καταγωγής σας είναι η Αθήνα.

Ναι.

 

 - Οπότε, γι’ αυτό σας άρεσε αυτό το στοιχείο της επαρχίας;

Οχι γι’ αυτό. Εχω πάει σε πολλές πόλεις… Νομίζω ότι η Καλαμάτα τα έχει όλα, δεν της λείπει τίποτα… Οπως είπα έχει τη θάλασσα, το βουνό, έχει μία πνευματική ζωή, συναυλίες, έχει το θέατρο, έχει κινηματογραφική λέσχη. Είναι μία μικρή - μεγάλη πόλη με υπέροχη φύση.

 

 - Δεν μετανιώσατε για αυτήν την απόφαση να ζήσετε εδώ…

Οχι βέβαια… Γι’ αυτό κι έμεινα τόσα χρόνια.

 

 - Εχετε δεχτεί πολλές τιμητικές βραβεύσεις… Για εσάς όμως ποια στιγμή της καριέρας σας αναπολείτε ως ιδιαίτερα σημαντική; Ποια θεωρείτε ορόσημο;

Η πιο σημαντική στιγμή, δεν θεωρώ πως είναι αμιγώς πιανιστική. Για μένα ορόσημο ήταν η γνωριμία μου με τον Χρήστου, τον Γιάννη Χρήστου. Και για μένα και για τον άνδρα μου, ο οποίος ήταν ζωγράφος, γιατί μας άνοιξε καινούργιους κόσμους. Είχε υπόψη του να κάνει ένα μεγάλο φεστιβάλ στην Χίο, στην ιδιαίτερη πατρίδα της γυναίκας του, να οργανώνει εκεί συναυλίες και να κάνει και τουρνέ με δικούς του ανθρώπους, που ενδεχομένως σε διάφορα μέρη θα πλαισιωνόταν κι από μουσικούς του εκάστοτε τόπου που βρισκόταν, αν χρειαζόταν μια μεγαλύτερη ορχήστρα. Εμείς θα ήμασταν μόνιμοι συνεργάτες… Εγώ δεν θα έκανα πολλά πιανιστικά πράγματα, δηλαδή ουσιαστικά αν ήξερες τα τραγούδια του σε ποίηση Ελιοτ και την τοκάτα για πιάνο κι ορχήστρα που έχω παίξει, δεν έχει άλλα αμιγώς πιανιστικά έργα. Και τίποτα να μην κάνεις μέσα σε ένα μικρό σύνολο, σου περνούσε μία τέτοια ατμόσφαιρα και μία τέτοια ένταση που για μένα ήταν καλύτερο κι από βράβευση κι από ένα ρεσιτάλ. Νομίζω αυτή ήταν η κορυφαία στιγμή…

 

 - Η μουσική πώς μπήκε στη ζωή σας; Να πάμε ακόμα πιο πίσω.

Είχε η μητέρα μου ένα πιάνο στο σπίτι. Η μητέρα μου καταγόταν από την Πόλη κι εκεί όλα τα κορίτσια έκαναν πιάνο, ζωγραφική… Υπήρχε λοιπόν το πιάνο… Οταν ήμουν μικρή το ψαχούλευα, σε ηλικία 7 - 8 χρόνων μού έφεραν δασκάλα στο σπίτι. Μου άρεσε πολύ, αλλά όπως όλα τα παιδιά δεν μελετούσα. Ξεκίνησα να μελετάω με πάθος στα 15 μου. Τότε συνειδητοποίησα ότι μου αρέσει πολύ η μουσική.

 

 - Σκεφτήκατε ποτέ να σπουδάσετε και κάτι άλλο;

Ναι, ήθελα δύο πράγματα. Ηθελα να σπουδάσω φιλολογία και ήθελα να γίνω και ηθοποιός, όπως όλα τα κορίτσια. Μάλιστα είχα ετοιμάσει κι ένα μονόλογο την “Αλμα”, από το ‘’Καλοκαίρι και καταχνιά’’ του Τένεσι Ουίλιαμς κι ένα ποίημα για να πάω να δώσω στον Κουν εξετάσεις. Στα 19 μου όμως έδινα και το δίπλωμα για πιάνο και συζητούσα να πάω στο εξωτερικό, στην Γερμανία για να συνεχίσω τις σπουδές μου. Εκείνη η εποχή δεν έχει σχέση καμία με την τωρινή, ήταν πολύ δύσκολο να βγεις εξωτερικό… Σκεφτείτε ότι με τρένο πηγαινοερχόμασταν, δύο μερόνυχτα ταξιδεύαμε, ήταν άγρια ταξίδια, δεν ήταν εύκολα, οπότε ήταν πειρασμός για μένα… ‘’Να δώσω εξετάσεις και να μείνω στην Αθήνα ή να πάω στο άγνωστο να δω αυτά τα μέρη και να ζήσω εκεί’’; Ημασταν ρομαντικές τότε…

 

 - Τελικά τι αποφασίσατε;

Τελικά προτίμησα να πάω στο εξωτερικό. Αλλά βέβαια μόλις πήγα έξω, το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να αγοράσω ένα μαγνητόφωνο και βιβλία με θεατρικά.

 

 - Την αγάπη για την φιλολογία και την λογοτεχνία την έχετε ακόμα; Τι σας αρέσει να διαβάζετε, όταν βρίσκετε τον χρόνο;

Παλαιότερα διάβαζα απ’ όλα, κυρίως φιλοσοφικά κείμενα, τα οποία τότε στην εφηβεία καταλάβαινα και δεν καταλάβαινα… Ελεγα θα τα κατανοήσω μεγαλώνοντας. Τώρα βέβαια παρακολούθησα ένα σεμινάριο φιλοσοφίας διαδικτυακά και νομίζω αυτήν την στιγμή καταλαβαίνω λιγότερα απ’ ότι παλιά! Ερχεται κατά καιρούς ένας φιλόσοφος και λέει κάτι, έρχεται ένας άλλος και λέει κάτι διαφορετικό. Ο ένας θεωρεί τον Πλάτωνα σπουδαίο, ο άλλος θεωρεί σπουδαίο τον Αριστοτέλη. Ισως έχω ένα άλλοθι που δεν διαβάζω πια φιλοσοφία, έχει κουραστεί το μυαλό μου. Πλέον διαβάζω κυρίως μυθιστορήματα και ποίηση.

 

 - Προτιμάτε Ελληνες ή ξένους συγγραφείς και ποιητές;

Και Ελληνες και ξένους. Εχουμε εξαιρετικούς Ελληνες, όπως ο Νίκος Μπακόλας, η ωραιότερη γλώσσα θεωρώ. Μου αρέσουν και γυναίκες, η Μάρω Δούκα, η Γαλανάκη…

 

 - Αναμετρηθήκατε με όλους τους μεγάλους κλασικούς και μοντέρνους συνθέτες; Υπήρξε κάποιος που δεν θελήσατε να αγγίξετε; Φοβόσασταν;

“Αναμετρήθηκα”, μ’ αρέσει η επιλογή λέξης. Στην αρχή φοβόμουν πολλούς.

 

 - Μπορεί μια πιανίστα της δικής σας εμβέλειας να φοβάται;

Δεν είμαι και τόσο μεγάλης εμβέλειας. Είμαι μια καλή πιανίστα. Λάτρευα καταρχήν το δεύτερο κοντσέρτο του Μπραμς κι έλεγα ότι αποκλείεται να μπορέσω να το παίξω κι αντί να προσπαθήσω να το μελετήσω, το άφηνα. Κάποια στιγμή είπα θα το δοκιμάσω, το μελετούσα ένα χρόνο, γιατί ήταν πολύ δύσκολο για μένα και τελικά το κατάφερα. Το έπαιξα με την ορχήστρα κι ευχαριστήθηκε η ψυχή μου. Αναμετρήθηκα μαζί του, ήταν σαν να πήγαινα στον πόλεμο. Στην αρχή τον απέφυγα τον πόλεμο και μετά είπα “θα πάω”.

 

 - Υπήρξαν συνθέτες, που μπορεί όταν ήσασταν πιο μικρή να θαυμάζατε τη μουσική τους, αργότερα μελετώντας την πραγματική ζωή τους με κάποια στοιχεία του χαρακτήρα τους ή της δράσης τους να μην συμφωνούσατε; Υπήρξαν στιγμές που σας δυσκόλεψαν να ξεχωρίσετε τον άνθρωπο από τον καλλιτέχνη;

Δεν το κάνω αυτό, δεν χάνω την αντικειμενικότητά μου. Είναι άλλο ο καλλιτέχνης κι άλλο ο άνθρωπος. Για παράδειγμα εμένα μου άρεσε πολύ ο Κνουτ Χάμσουν, ήταν φιλοναζί, εγώ τον λάτρευα, κι εξακολουθεί να μου αρέσει, δεν παύει να είναι μεγάλος συγγραφέας. Επίσης κι ο Εζρα Πάουντ, ο Αμερικανός ποιητής κι αυτός ήταν φυλετιστής… Ο μεγάλος μαέστρος ο Φον Κάραγιαν, ήταν ναζί…

 

 - Επίσης λένε ότι, επειδή στον Χίτλερ άρεσε ο Βάγκνερ, έβαζε να παίζει Βάγκνερ στους θαλάμους των αερίων.

Γενικώς άκουγαν κλασική μουσική, όχι μόνο Βάγκνερ. Η μουσική δεν εξημερώνει τα ήθη. Καθόλου δεν τα εξημερώνει!

 

 - Σχετικά και με την ιδιότητα σας ως δασκάλα θα ήθελα να σας ρωτήσω, πώς βλέπετε την επίδραση της μουσικής στην ψυχοσύνθεση ενός παιδιού; Ενα δύσκολο παιδί που αντιμετωπίζει κάποια θέματα το βοηθάει η μουσική;

Οχι, το αντίθετο συμβαίνει. Επειδή τα πιο πολλά παιδιά τα έφερναν οι γονείς και λίγο με το ζόρι, τους δημιουργούσε αυτό περισσότερα προβλήματα.

 

 - Την τέχνη θα πρέπει λοιπόν να την προσεγγίζουμε με αλήθεια κι όχι με ρομαντισμούς;

Μπορεί κανείς να είναι και ρομαντικός, γιατί να μην είναι; Αλλά να μην θεωρεί ότι η τέχνη είναι φάρμακο για το οτιδήποτε. Η τέχνη σε βοηθά να εκφράζεις πράγματα. Ο Μπετόβεν έλεγε ότι “η μουσική είναι η άλλη πορεία προς την γνώση”. Προς την γνώση του εαυτού σου, φαντάζομαι.

 

 - Ή και τη γνώση του σύμπαντος…

Ναι κι αυτό.

 

 - Ο Βάγκνερ είχε κάνει μία δήλωση ηχηρή… ‘’Πιστεύω στον Θεό, τον Μότσαρτ και τον Μπετόβεν’’. Οι κλασικοί συνθέτες, οι μουσικές ιδιοφυίες με ποιον τρόπο άσκησαν επιρροή στο δικό σας πνευματικό και ψυχικό κόσμο;

Δεν με άλλαξαν κάπου, απλώς όταν για παράδειγμα άκουσα την 6η συμφωνία του Τσαϊκόφσκι, είχα νιώσει σαν να κουβαλούσα την δυστυχία όλου του κόσμου πάνω μου, αλλά με έναν τρόπο λυτρωτικό. Κουβαλούσα ναι μεν την δυστυχία, αλλά δεν ήμουν δυστυχισμένη. Χαιρόμουν, ήταν λυτρωτικό το συναίσθημα. Ή όταν είχα πρωτακούσει την 3η σονάτα του Σοπέν - το τελευταίο μέρος… Στην αρχή μου είχε δώσει κάτι πολύ έντονο, ξεσηκωτικό, μια αίσθηση ελευθερίας, σαν να ήθελα να καβαλήσω ένα άλογο και να αρχίσω να τρέχω. Και θυμάμαι όταν άκουσα την “Απασιονάτα”, πέρα από το γεγονός ότι έκανα ολόκληρη χορογραφία μες στο κεφάλι μου, σκεφτόμουν το πρώτο ειδικά μέρος με κραυγές, με αγωνία, με χτύπους καρδιάς και το τελευταίο μέρος της το θεωρώ μία φυγή, μία απελπισμένη φυγή, σαν να γκρεμίζεσαι στην κόλαση. Και το συζητούσα κάποτε με τον Γερμανό δάσκαλό μου και μου είχε πει… ‘’αυτό το τέλος της “Απασιονάτας” τι θριαμβευτικό, σαν αυτούς τους αγγέλους του Ρούμπενς’’ (εμένα δεν μου αρέσει καθόλου ο Ρούμπενς)… Αντιλαμβάνεστε; Πόσο αλλιώς το βλέπει ο ένας, αλλιώς ο άλλος; Η μέρα με την νύχτα!

 

 - Οι μεγάλοι συνθέτες έχουν το χώρο που τους αξίζει στα ωδεία και στη διδασκαλία ή υπάρχουν κάποιοι που προτιμώνται περισσότερο; ‘’Παλαβούς’’ σαν τον Σούμπερτ, Στραβίνσκι τους μαθαίνουν τα παιδιά;

Στα περισσότερα ωδεία δεν ασχολούνται καθόλου με την σύγχρονη μουσική. Τώρα νέος διευθυντής στο Ωδείο Αθηνών είναι ο Φίλιππος Τσαλαχούρης και νομίζω ότι έχει αλλάξει το πρόγραμμα, έχει βάλει και υποχρεωτικά σύγχρονα του 20ού και του 21ου αιώνα. Μέχρι τώρα το σύγχρονο έργο που συνήθως παιζόταν ήταν Ντεμπισί, που ναι μεν έχει κάτι σύγχρονο μέσα, αλλά ανήκει στα τέλη του 19ου, αρχές του 20ού αιώνα! Ακόμη κι ο Μπάρτοκ δεν είναι ξεπερασμένος, αλλά έχει γίνει κλασικός. Στα ωδεία βέβαια θεωρούν ότι αυτοί είναι πάρα πολύ σύγχρονοι. Δεν έχουν ουσιαστικά κανέναν σεβασμό για την σύγχρονη μουσική. Βέβαια δεν είναι όλα τα σύγχρονα ωραία, αλλά μπορείς να κάνεις επιλογές.


NEWSLETTER