Ξεμένει κανείς από δυνάμεις και αρχίζει να επικαλείται το Θείον που ξεμακραίνει όσο η ανάσα αγωνίας επιδεινώνει την θέση της ανημπόριας και του αδύνατου σε μια εποχή που αξιώνει δεύτερη και τρίτη προσπάθεια στην αναμέτρηση με το καθημερινό και περαστικό στην συνείδηση, αλλά μια και μόνη σε ότι αφορά το τόλμημα της απόκτησης γνώσης, γιατί ακριβώς αυτό το εγχείρημα δεν έχει επιστροφή, ούτε γνωρίζει από ήττες.
Τολμά και ανοίγεται κανείς στα πελάγη του διαλόγου χρησιμοποιώντας ως οδηγό την βαθιά σκέψη και συνήθως εισπράττει μια γενική αποδοκιμασία μιας και αυτή ακριβώς η εποχή βρίθει από ψευδο-αποδείξεις και συναπαντήματα της κακοδαιμονίας.
Αυτός ο κακοποιητικός ειρμός από σαρωτικές επιπλήξεις για το υποτιθέμενο υπερβολικό, για την υπέρβαση του εθιστικού και επικίνδυνου κανονικού εντός συγκεκριμένου πλαισίου και εννοιολογικής υπαγωγής, αυτός ο καταλογισμός ευθυνών για την τύχη των διαλόγων, όλα αυτά οδηγούν στην αρνητική προαίρεση και προκατάληψη ότι ο γνωσιακός δείκτης ξεπέρασε τα εσκαμμένα αλλά πάνω απ΄όλα αναίρεσε την φτηνή διαδικασία της ψευδεπίγραφης επικοινωνίας και φιλίας.
Σπεύδουν λοιπόν να ομολογήσουν πως η υπαναχώρηση είναι κανόνας και πως μια προβλέψιμη ζωή θεάται ως εξεζητημένη όταν η παρέκκλιση λαμβάνει χώρα εντός συγκεκριμένων ορίων και ο πόλεμος δεν είναι κοινωνικός, πολύ περισσότερο μη συμβολιστικός.
Ο πόλεμος αυτός έχει αποδέκτες και απολογητές, ενδεχομένως και τοποτηρητές και θεατές του μεγαλείου που αποπνέει η ένταση του στείρου ανταγωνισμού. Όπως ακριβώς χειροκροτούν τα παιδιά που βγαίνουν πρώτα στα αγωνίσματα και εμψυχώνουν τα τελευταία, αγνοώντας πλήρως όλα τα υπόλοιπα που πάσχισαν να πρωταγωνιστήσουν. Ο μέσος όρος που χάνεται από την αρχή στο τέλος και τανάπαλι.
Η βαθιά σκέψη ως αντίκρισμα στην σοφία κάποιων γίνεται το αστήρικτο επιχείρημα της ματαιοδοξίας εκείνων που βουτούν στην επιφάνεια του ρεαλισμού, λες και με την επαγρύπνηση διαφύλαξής του επιτυγχάνεται ο στόχος της αδιάλειπτης θνησιγενούς μονοκρατορίας της μιας και μόνης αλήθειας, λες και σε τούτη τη ζωή υπάρχουν συγκεκριμένοι κανόνες που πρέπει να τηρούνται και να οδηγούν σταθερά στο ένα και μοναδικό Εγώ.
Δεν λείπουν όμως οι στιγμές ανύψωσης όπου αποζητάται η υπέρβαση και η υπόρρητη επιθυμία για το φαντασιακό, η αναγωγή της σκέψης στο Θείον, εκεί που τάχα βασιλεύει η υπέρμετρη ανάγκη για διαρκή αγάπη, η αποσάθρωση του καθημερινού χάριν μιας αδιάρρηκτης επίρρωσης του Είναι που χάνεται μέσα στο Γίγνεσθαι που δεν το εμπεριέχει όσο αλλάζει διαρκώς την προβολή του Εγώ.
ΟΙ στιγμές αυτές είναι κομβικές μιας και ανοίγουν περάσματα και ανευρίσκονται δίοδοι, αυτός ο κόσμος τελικά μπορεί και να μην ήταν ποτέ στατικός. Δεν υπάρχει βέβαια πουθενά κάποιο Υπέρτατο Όν η κήρυκας επί της Γης που να υποδείξει όπως στην επί του Όρους ομιλία πως δεν πρέπει επιθυμήσεις, ανάβοντας το πάθος με περίεργο και πονηρό βλέμμα, ούτε κάποιο δυσθεώρητο υποκείμενο που επιβάλλεται στον αντικειμενισμό, υπό την έννοια ότι ο ρόλος της υποκειμενικής θεώρησης διαρρηγνύει το αντικειμενικό πνεύμα και πως η αλήθεια ανάγεται σε ένα και μοναδικό.
Οι όροι αναδιατάσσονται και αναπαράγουν την εξέλιξη. Το τόλμημα της γνώσης βρίσκεται σε πρώτο πλάνο. Τολμά κανείς λοιπόν και λαμβάνει την απόφαση να διατελέσει ως ο μόνος αρμόδιος για να καθορίσει την τύχη του. Τρόπον τινά παρακάμπτει τον θεϊκό οίστρο και αναπλάθει τον εσωτερικό του διάκοσμο. Οι ανάγκες δεν οδηγούν απαραίτητα στην πλήρωση της μιας και μόνης επιθυμίας, ούτε υπάρχουν συγκεκριμένα περάσματα που οδηγούν σε συγκεκριμένους στόχους.
Η ίδια η ζωή είναι η απόδειξη πως όλα αυτά δεν υφίστανται και πως οι κανόνες δημιουργούνται από τις ανάγκες και όχι τα πρέπει των ανθρώπων. Ο πόλεμος συνεχίζεται και είναι οξύς και πολύπλοκος, οι μάχες που δίδονται ακόμη πιο εντατικές.
Η αναζήτηση οφείλει να εκτιμά πάνω απ όλα την δύναμη που ελλοχεύει στο ίδιο το Όν. Το βύθισμα στον εαυτό είναι η αποκλειστική και όχι υπόρρητη καταφυγή στο λόγο ύπαρξης σε τούτο τον κόσμο που αποκαλύπτεται στο άτομο. Η μια και μόνη αλήθεια δεν κρύβεται στο κοινωνικό Εγώ αλλά στο ατομικό πεδίο, καθώς αυτό δημιουργεί την κοινωνία και την πορεία της.
Μη υπαναχωρώντας σε ατομικό επίπεδο απέναντι στα θραύσματα της κοινωνίας, το Εγώ υποστασιοποιείται και γονιμοποιεί το δένδρο της γνώσης. Από αυτήν εκπηγάζουν οι αρχές μιας ζωής που λειτουργούν ως βαθιές ρίζες. Και η γνώση τροποποιεί πάντα τους κανόνες.
Του Φίλιππου Ζάχαρη (zachfil64@gmail.com)
Κατηγορία
Απόψεις
