Στην Ελλάδα κάθε απώλεια ζωής στην άσφαλτο θα χαρακτηριστεί “ανθρωποκτονία από αμέλεια” κι ας έχει ασκηθεί δριμεία κριτική για την επιεική αυτή ποινική μεταχείριση των υπαιτίων. Οι χαμηλές ποινές των ποινικών δικαστηρίων για οδικά αδικήματα, αντί να καταστέλλουν, εντείνουν την οδική αναλγησία και ανευθυνότητα.
Φέτος κεντρικό θέμα της Παγκόσμιας Ημέρας Μνήμης Θυμάτων Τροχαίων που τιμάται την ερχόμενη Κυριακή, έχει τεθεί το θέμα της Δικαιοσύνης. Και παρόλο που στις περισσότερες χώρες του κόσμου υπάρχουν σοβαρά προβλήματα σε ό,τι αφορά τη δικαστική αντιμετώπιση των τροχαίων δυστυχημάτων και των δικαιωμάτων των θυμάτων, η κατάσταση στη χώρα μας σε δικαστικό επίπεδο, σύμφωνα με οργανισμούς οδικής ασφάλειας, όπως ο "SOS Τροχαία Εγκλήματα", ουσιαστικά νομιμοποιεί το φόνο στην άσφαλτο. Επίσης, αποτελεί μια βασανιστική και προσβλητική διαδικασία για τα θύματα και τις οικογένειές τους όχι μόνο γιατί σε σχέση με τα δικαστήρια των άλλων ευρωπαϊκών κρατών τα ελληνικά αντιμετωπίζουν επιεικέστερα τους παραβάτες των δρόμων, αλλά και γιατί οι συγγενείς του θύματος ταλαιπωρούνται επί χρόνια μέχρι να τελεσιδικήσει στα ποινικά και αστικά δικαστήρια μια τέτοια υπόθεση.
Μόνο το 2021 στη χώρα μας καταγράφηκαν 608 νεκροί σε τροχαία, κατατάσσοντας την Ελλάδα στην 22η χειρότερη θέση σε αριθμό θυμάτων ανάμεσα στις 27 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης -ενώ επί δεκαετίες βρίσκεται στις πρώτες θέσεις σε αριθμό νεκρών και αναπήρων. Η πιθανότητα θανάτου στο ελληνικό οδικό δίκτυο είναι τετραπλάσια από ό,τι στη Νορβηγία, τριπλάσια από τη Μάλτα και τη Σουηδία και υπερδιπλάσια από την Ελβετία, τη Δανία και τη Βρετανία.
Είναι, ωστόσο, η μοναδική ίσως ευρωπαϊκή χώρα που, νομοθετικά, τα όρια μεταξύ της ενσυνείδητης αμέλειας και του ενδεχόμενου δόλου είναι δυσδιάκριτα και ασαφή. Χωρίς δικαιοσύνη, όμως, δεν θα υπάρξει ειρήνη στους δρόμους, γι’ αυτό θα έπρεπε οι προαναφερόμενες έννοιες να καθορίζονται όσον το δυνατόν ακριβέστερα στο Ποινικό Δίκαιο και να θεσμοθετηθεί ένα σαφές πλαίσιο προσδιορισμού για τους υπαίτιους θανατηφόρων τροχαίων.