Τα δημογραφικά στοιχεία δείχνουν ότι ο πληθυσμός στην ενδοχώρα της Μεσσηνίας έχει μειωθεί σημαντικά. Στα χωριά και τις κωμοπόλεις ζουν πλέον ελάχιστοι άνθρωποι σε παραγωγικές ηλικίες, ενώ οι περισσότεροι είναι συνταξιούχοι. Αν δεν συμβεί κάτι συγκλονιστικό, που θα μεταστρέψει τη φυσική δημογραφική εξέλιξη της ζωής, μέσα στην επόμενη δεκαετία η κατάσταση θε επιδεινωθεί δραματικά. Χωριά θα καταστούν ακατοίκητα και οι σημερινές κωμοπόλεις θα μετατραπούν σε κεφαλοχώρια. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, είναι απολύτως λογικό οργανισμοί και τράπεζες να κλείνουν γραφεία και καταστήματα. Όταν δεν υπάρχει κόσμος η διατήρηση μιας δομής κρίνεται ζημιογόνα και κλείνει.
Το κλείσιμο δομών στην επαρχία δικαιολογείται όταν το εξετάζει κάποιος με την ψυχρή λογική τού κόστους - οφέλους. Την ίδια ώρα το κλείσιμο δομών επιταχύνει ακόμα περισσότερο τη μείωση του πληθυσμού. Το ένα φέρνει το άλλο και οδηγεί προφανώς στην επιδείνωση της κατάστασης αλλά και στην εμπέδωση αισθήματος εγκατάλειψης. Οι λιγοστοί κάτοικοι της ενδοχώρας νιώθουν ότι τους έχουν εγκαταλείψει όλοι και το κλείσιμο δομών του Δημοσίου και των τραπεζών δημιουργεί εύλογη αγανάκτηση.
Οι κάτοικοι προφανώς και έχουν δίκιο. Το ερώτημα όμως είναι αν μπορούν να διατηρηθούν οι υπάρχουσες δομές χωρίς ουσιαστικό αντικείμενο και μόνο για να λέμε ότι υπάρχουν. Όποιος θέλει να χαϊδέψει αυτιά υποστηρίζει τη διατήρησή τους, χωρίς να λέει όμως ποιος θα πληρώσει το αντιπαραγωγικό της ύπαρξής τους. Το ζήτημα λοιπόν δεν είναι η διατήρηση της υπάρχουσας κατάστασης, αλλά η δημιουργική προσαρμογή στα νέα δεδομένα. Το κύριο είναι η εξυπηρέτηση των κατοίκων χωρίς να χρειάζεται η μετακίνησή τους. Οι δήμοι θα μπορούσαν, για παράδειγμα, να καλύψουν το κενό με γραφεία που θα διεκπεραιώνουν μια σειρά από εργασίες που πραγματοποιούνται σήμερα από ΕΛΤΑ ή καταστήματα τραπεζών. Το σημαντικότερο όμως είναι ο επανασχεδιασμός δομών σε υγεία και εκπαίδευση με τρόπο που να παρέχονται ουσιαστικές υπηρεσίες και όχι να κρατιούνται απλώς ανοικτές. Δύσκολα πράγματα για πολιτικό προσωπικό που αρέσκεται σε μάχες οπισθοφυλακής σπαταλώντας χρόνο, ο οποίος πλέον δεν υπάρχει.