Αυτό δηλώνει η Ρέα Γαλανάκη στη συνέντευξη που παραχώρησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ με αφορμή το καινούργιο βιβλίο της «Δυο γυναίκες δυο θεές» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη. «Η τέχνη μάς επιτρέπει τους συνδυασμούς και την τόλμη», συμπληρώνει η συγγραφέας, εξηγώντας τη συγκατοίκηση δύο εντελώς διαφορετικών προσώπων στο βιβλίο της: του γλύπτη Γιαννούλη Χαλεπά και της μυθικής Αριάδνης.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης της Ρέας Γαλανάκη στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και στον Βαγγέλη Χατζηβασιλείου:
Ερ: Η πρώτη από τις δύο νουβέλες του καινούργιου βιβλίου σας έχει τίτλο «Αθηνά βοσκοπούλα» και αναφέρεται στο πρόσωπο και το εικαστικό έργο του Γιαννούλη Χαλεπά. Είναι ο Χαλεπάς ένας δρόμος για να προσεγγίσετε την ιστορία της ελληνικής τέχνης ή και την Ιστορία γενικότερα; Τι ήταν ακριβώς εκείνο που σας παρακίνησε να γράψετε για τον Χαλεπά;
Απ: Όχι, ο Χαλεπάς δεν είναι δρόμος ούτε για τη γνωριμία της ελληνικής τέχνης, ούτε για τη γνωριμία της ελληνικής Ιστορίας. Ο Χαλεπάς, όπως τον είδα εγώ τουλάχιστον, είναι η προσωπική και δραματική περίπτωση ενός εξαίρετου καλλιτέχνη, που εξελίσσεται σε σύμβολο, κι έτσι μας αφορά πλέον όλους. Αφορά, δηλαδή, την προβληματική της δικής μας εποχής, όχι μόνον επειδή θεωρείται από πολλούς ως ο καλύτερος γλύπτης μαρμάρου της Ελλάδας στα νιάτα του, μα κυρίως επειδή η σπασμένη σε πολλά κι οδυνηρά κομμάτια ζωή του μπόρεσε τελικά να υπερβεί τη νόσο, τη φτώχεια και την απαγόρευση για να εκβάλει σε μια δεύτερη δημιουργική περίοδο, όχι με μάρμαρο αλλά με τον ταπεινό πηλό αυτή τη φορά. Συγκέντρωσα το ενδιαφέρον μου στα χρόνια του Χαλεπά στον Πύργο της Τήνου, εικοσιοκτώ για την ακρίβεια, από τη στιγμή που τον ελευθέρωσε η μάνα του από το φρενοκομείο της Κέρκυρας μέχρι που επέστρεψε στην Αθήνα, αναγνωρισμένος πάλι γλύπτης. Η περίπλοκη σχέση με τη μάνα, με την αρραβωνιαστικιά που τελικά δεν του την έδωσαν, η δραματική ζωή του εν τέλει, αναπτύσσεται κυκλικά με αφορμή ένα πήλινο γλυπτό του, την «Αθηνά βοσκοπούλα». Σημαντικό για μένα είναι ότι και ο ίδιος ήταν βοσκός όλα αυτά τα χρόνια στην Τήνο.
Ερ: Η δεύτερη νουβέλα του βιβλίου, με τίτλο «Εγώ, η Αριάδνη», καταπιάνεται με ένα μυθολογικό θέμα: την αναμέτρηση του Θησέα με τον Μινώταυρο. Πρόκειται, όμως, για έναν Μινώταυρο διαφορετικό από αυτόν που ξέρουμε ή που έχουμε μάθει να φανταζόμαστε. Ποια είναι τα χαρακτηριστικά του και πώς σχετίζεται μαζί του η Αριάδνη;
Απ: Η Αριάδνη μιλά σε πρώτο πρόσωπο, με το «εγώ», σ' αυτή τη νουβέλα, και μας εξιστορεί με ποιο τρόπο βίωσε αυτή η ίδια το ερωτικό της πάθος για τον Θησέα. Είναι η πρώτη φορά που της δίνεται ο λόγος, αφού όσα γνωρίζουμε γι' αυτήν είναι από αφηγήσεις των (αρχαίων) Ελλήνων, του κόσμου δηλαδή του νικητή -κι εραστή της για μια νύχτα- Θησέα. Ο μινωικός κόσμος ανασυντάσσεται σε τούτη τη νουβέλα, ακριβώς επειδή τώρα τον εξιστορεί μια πριγκίπισσα-ιέρεια της Κνωσού, και όχι οι αντίπαλοι προς την Κνωσό Αθηναίοι. Είναι αυτονόητο, νομίζω, ότι αλλιώς θα μιλήσει η Αριάδνη για τον αδερφό της Μινώταυρο, που το φάντασμά του την ακολουθεί επειδή συνεργάστηκε στο φονικό του, αλλιώς για τον γοητευτικό, πονηρό και αλαζονικό Θησέα, αλλιώς για την ίδια την οικογένειά της, αλλιώς για τον μεγάλο πολιτισμό της Κνωσού, που στην εποχή της αρχίζει σιγά-σιγά να δύει την ώρα που μια άλλη τάξη πραγμάτων εμφανίζεται και κυριαρχεί. Κανείς, και τίποτε, δεν θα μπορούσε να είναι το ίδιο με όσα ξέραμε από τη στιγμή που, όχι μόνο εγώ, η ίδια η δική μας εποχή, δίνει το δικαίωμα στην Αριάδνη να ακουστεί επιτέλους η φωνή της.
Ερ: Τι νόημα πρέπει να δώσουμε στη συνεύρεση μύθου και Ιστορίας; Πώς συγκατοικούν ο Μινώταυρος, η Αριάδνη και ο Χαλεπάς στο βιβλίο σας;
Απ: Φαίνεται πως συγκατοικούν καλά, από τα μηνύματα που παίρνω. Τι σημασία έχει αν η μια νουβέλα στηρίζεται σε πρόσωπο υπαρκτό, ιστορικό, ενώ η άλλη σε ένα πλάσμα μυθικό; Τι σημασία έχει αν η κάθε νουβέλα είναι γραμμένη εντελώς διαφορετικά - όπως άλλωστε επιβάλλεται από τα διαφορετικά αναμεταξύ τους θέματα; Η τέχνη μάς επιτρέπει τους συνδυασμούς, την τόλμη. Και για μένα σημασία έχει μόνο αν τα δυο κείμενα «στέκονται» λογοτεχνικά. Γι αυτό κι από τη μεριά μου «κλειδώνω» τη σχέση των δυο ιστοριών με σχεδόν αόρατα κλειδιά, ενώ ο αναγνώστης καλείται να βρει τα αντικλείδια και να ξεκλειδώσει τα κρυμμένα μυστικά. Θα τα βρει, υπάρχουν άλλωστε πολλά αντικλείδια, ώστε ο καθένας να βρει αυτό που του ταιριάζει περισσότερο. Γιατί, νομίζω, το λογοτεχνικό βιβλίο αφορά πρωτίστως τον δημιουργό του, αλλά ταυτόχρονα και πολλούς άλλους ανθρώπους. Το έχω ξαναπεί, το βιβλίο είναι ο άρτος που μοιράζεται.
Ερ: Ποιος είναι ο ρόλος της γυναίκας και του έρωτα στο «Δυο γυναίκες δυο θεές»;
Απ: Ο ρόλος της γυναίκας και του έρωτα είναι βασικός και στις δυο νουβέλες, μα ταυτόχρονα πολύτροπος και πολυμήχανος και πολυπρόσωπος. Ο τίτλος ήδη αφορά τη «γυναικεία» υπόσταση δυο θεών θηλυκού γένους, της Αθηνάς όπως την έπλασε σαν βοσκοπούλα ο Χαλεπάς, και τον πόθο της Αριάδνης για τον Θησέα όπως τολμώ να τον εξιστορήσω. Υπάρχουν πάθη ερωτικά και στις δυο νουβέλες, πάθη κι άλλων «γυναικείων» αισθημάτων, π.χ. ο δαιδαλώδης ψυχισμός της μάνας του Χαλεπά και η στάση της απέναντί του. Υπάρχει, επομένως, ένας έντονος δραματικός πυρήνας και στις δύο νουβέλες, που μου επιτρέπει να προσεγγίσω τις συγκρούσεις, τις οικογένειες, τις κοινωνίες, αλλά και να τις δω με τρόπο τέτοιο που να μας αφορούν κι εμάς σήμερα - αυτό είναι ένα από τα στοιχήματα της λογοτεχνίας, να εμβαθύνει δηλαδή σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο καθιστώντας το παράλληλα και διαχρονικό. Με ενδιαφέρει πάντα το δραματικό στοιχείο στην αφήγηση, η δύναμή του με ωθεί σε μονοπάτια απάτητα.
Ερ: Η γραμμή που συνδέει τα ιστορικά σας μυθιστορήματα με τις δύο νουβέλες είναι γραμμή συνέχειας ή ρήξης;
Απ: Ούτε το ένα, ούτε το άλλο. Όλα είναι ενωμένα, δικαιολογημένα αν θέλετε, βαθιά μέσα μου, χωρίς διλήμματα. Η γραμμή που ενώνει το ένα με το άλλο μπορεί να ξεθωριάζει, να δείχνει μάλλον σε κάποιους ότι ξεθωριάζει, ότι κόβεται, αλλά δεν κόβεται ποτέ για μένα. Απόδειξη η ομαλή συνύπαρξη του Χαλεπά και της Αριάδνης στο ίδιο βιβλίο. Στη λογοτεχνία άλλωστε, όχι στην επιστήμη, δύσκολα υπάρχει μόνο ιστορία ή μόνο μύθος, αφού απαιτείται από τον συγγραφέα και μυθοπλασία, και προσωπική ματιά στην ανθρώπινη περιπέτεια.
Ερ: Θέμα του αμέσως προηγούμενου μυθιστορήματός σας, υπό τον τίτλο «Η άκρα ταπείνωση», ήταν η Αθήνα της κρίσης. Τι σκέφτεστε δυο χρόνια μετά για την Αθήνα και την κρίση;
Απ: Το πιο σκληρό πρόσωπο της κρίσης, εκείνο του 2012, με τους νεοάστεγους ανά λίγα μέτρα στους κεντρικούς δρόμους του αθηναϊκού κέντρου, με πολλούς ανθρώπους να ψάχνουν στα σκουπίδια για φαϊ, με εξεγερμένο μαζικά τον κόσμο, με εμπρησμούς και λεηλασίες στην Αθήνα, με τεράστιες συγκρούσεις, μοιάζει σαν να έχει υποχωρήσει λίγο. Φαίνεται, επιπλέον, πως τα πράγματα πάνε γενικά καλύτερα στην οικονομία, και μακάρι να είναι έτσι γιατί δεν καταλαβαίνω ιδιαίτερα απ' αυτά. Όμως η οικονομική καταστροφή που προκάλεσε η κρίση (η διαχείρισή της μάλλον της κρίσης από όλες τις κυβερνήσεις) για μεγάλες κατηγορίες πληθυσμού, δεν θα περάσει ποτέ. Υπάρχουν αρκετές τέτοιες κοινωνικές κατηγορίες, εγώ θα μιλήσω μόνο για αυτό που βλέπω γύρω μου: η έντιμη και μορφωμένη μεσαία τάξη, αυτή που δεν έβγαλε ποτέ μαύρο χρήμα, αυτή που έζησε μόνο με μισθούς και συντάξεις και άρα ήταν συνεπής στις φορολογικές της υποχρεώσεις, αυτή θα πεθάνει στην ψάθα. Με αξιοπρέπεια ή χωρίς. Και το επαναλαμβάνω, με νόμους όλων των κυβερνήσεων από την έναρξη της κρίσης μέχρι σήμερα. Οι ιστορικοί του μέλλοντος δεν αποκλείεται να μιλήσουν για κοινωνικό έγκλημα, αν θα υπάρχουν στο όποιο μέλλον του τόπου μας ιστορικοί που να λένε ανοιχτά τη γνώμη τους.
-Το καινούργιο βιβλίο της Ρέας Γαλανάκη παρουσιάζεται τη Δευτέρα 11 Δεκεμβρίου στις 20.30 στον Ιανό (Σταδίου 24) με ομιλητές τη Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, ομότιμη καθηγήτρια Ιστορίας της Τέχνης και διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης, την Εριφύλη Μαρωνίτη, δημοσιογράφο και συντονίστρια του Δικτύου Πολιτισμού του Δήμου Αθηναίων, καθώς και την ίδια τη συγγραφέα. Την εκδήλωση θα συντονίσει ο Νίκος Θρασυβούλου.
ΑΠΕ-ΜΠΕ