Μίας χώρας ταυτισμένης στο υποσυνείδητο της Δύσης με την αρχαία Ελλάδα και πηγή ευαισθησίας του ευρωπαϊκού φιλελληνικού εικαστικού κινήματος για την επανάσταση ενός μικρού λαού απέναντι σε υπεράριθμο δυνάστη.
Τα έργα της έκθεσης «Θησαυροί φιλελληνικής ζωγραφικής» παρουσιάζονται από τις 3/11/2021 έως τις 9/1/2022 και για πρώτη φορά στο κοινό, ολοκληρώνοντας τον κύκλο των επετειακών εκθέσεων του Μουσείου Μπενάκη για τα 200 χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης.
Εκπροσωπούνται κορυφαίοι φιλέλληνες ζωγράφοι από τη Δανία, την Αγγλία, τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ιταλία, αλλά και Έλληνες οι οποίοι στη μετεπανασταστική περίοδο μετασχημάτισαν τα ευρωπαϊκά φιλελληνικά πρότυπα στη νεοελληνική τέχνη. Όπως ο Θεόδωρος Βρυζάκης με τον πίνακα «Η Κόρη των Αθηνών» (1860), προσωνυμία της Τερέζας Μακρή, στην οποία ο λόρδος Μπάιρον αφιέρωσε το ποίημα του «Maid of Athens».
Την έκθεση επιμελείται εκ μέρους του Ιδρύματος Αντώνιος Ε. Κομνηνός η ιστορικός τέχνης Φανή-Μαρία Τσιγκανάκου, για πολλά χρόνια επιμελήτρια του Μουσείου Μπενάκη. «Είναι μία έκθεση ρομαντικής μυθοπλασίας χωρίς ρητορείες, που συγκινεί το κοινό. Αυτός άλλωστε ήταν ο σκοπός των φιλελλήνων ζωγράφων», αναφέρει η επιμελήτρια και προσθέτει: «Οι δυτικοί ζωγράφοι συμπάσχουν με τον ελληνικό λαό και οι παραστάσεις τους αγγίζουν διάφορες πτυχές του ευρωπαϊκού φιλελληνικού ρεπερτορίου.
Η θρησκεία και η αρχαιολατρεία, ένα είδος αναβίωσης του πνεύματος των σταυροφοριών ενάντια στην ημισέληνο, και η αλληλεγγύη στους απογόνους των αρχαίων Ελλήνων αποτελούν πηγές έμπνευσης, που συνέβαλαν στην άνοδο του φιλελληνισμού. Είναι μία έκθεση σημαντική, επίσης, για τη διαφορετική προσέγγιση των ζωγράφων σε ποικίλα θέματα: Ηρωισμού, πατριωτισμού, καταστροφών, αυτοθυσίας, διδακτισμού, αλληγορίας».
Στο δωμάτιο με τους θησαυρούς του Ιδρύματος Αντώνιος Ε. Κομνηνός στο Μουσείο Μπενάκη υπάρχουν δείγματα από τοπιογραφίες, παρακολουθώντας τις μεταμορφώσεις της πόλης των Αθηνών στη διάρκεια του 19ου αιώνα όπως και τη διαφορετικότητα εθνικοτήτων των ζωγράφων.
Μία από τις πλέον ευφάνταστες είναι η ελαιογραφία «Άποψη της Αθήνας με την Ακρόπολη και τον Λόφο του Αστεροσκοπείου» (1857) του αυστριακού ζωγράφου, σκηνογράφου Γιόζεφ Χόφμαν, με τρεις φιγούρες στο κέντρο του πίνακα που παραπέμπουν στη βιβλική «Φυγή στην Αίγυπτο», θέμα προσφιλές στους οριενταλιστές του 19ου αιώνα. Στον αντίποδα, η ρεαλιστική απεικόνιση της «Ακρόπολης από Βορειοδυτικά» (1892) φωτισμένης με τον χρωστήρα του Δανού ζωγράφου Peder Mork Monsted, μπροστά από τους μαλακούς όγκους του Υμηττού.
Από το ελληνικό τοπίο με τα λείψανα του ένδοξου παρελθόντος, που αποτέλεσε πόλο έλξης των ξένων περιηγητών του 17ου αιώνα, οι καλλιτέχνες σταδιακά ανακάλυψαν τους υπόδουλους κατοίκους της ελληνικής γης και συστρατεύτηκαν στον Αγώνα της Ανεξαρτησίας. Ο μνημειακός πίνακας «Η Ήττα των Τούρκων στην Κλεισούρα του Σουλίου», του βρετανού Ντένις Ντίγκτον το 1823, χρονιά που παρουσιάστηκε στην ετήσια έκθεση της Βασιλικής Ακαδημίας, απεικονίζει μία πολυπρόσωπη πολεμική σκηνή με τους Σουλιώτες να ορμούν από τις απόκρημνες πλαγιές των βουνών τους στη μάχη της ελευθερίας, ενώ μέσα από μία στενή χαράδρα σκεπασμένη από σύννεφο καπνού προβάλει ο Λάμπρος Τζαβέλλας και πλάι του η ατρόμητη Μόσχω, η γυναίκα του, κρατώντας στο ένα χέρι της το καριοφύλι. Από ψηλά, Σουλιώτες ρίχνουν κομμάτια βράχων, τα οποία συνθλίβουν τους Οθωμανούς που βρίσκονται στους πρόποδες.
Η εξαιρετική υδατογραφία του Ιταλού Τσεζάρε Ντελ Άκουα «Ο Ηρωισμός της Δέσπως» (1863) αναφέρεται στη γενναία Σουλιώτισα Δέσπω Σέχου-Μπότση, σύζυγο του Γεωργάκη Μπότση, η οποία, αφού αντιστάθηκε έως την τελευταία στιγμή μαζί με άλλες Σουλιώτισες πυροβολώντας τους Τούρκους, συγκέντρωσε γύρω της νύφες και τα εγγόνια της και έβαλε φωτιά στο μπαρούτι που τους είχε απομείνει.
Μετά την Επανάσταση, οι Ευρωπαίοι καλλιτέχνες επισκέπτονται την Ελλάδα, γνωρίζουν επιζήσαντες αγωνιστές, ζωγραφίζουν πορτρέτα τους, απαθαναντίζουν καθημερινά στιγμιότυπα νησιών, πόλεων και κατοίκων. Μία θαυμάσια μικρογραφική και ρεαλιστική σύνθεση της αθηναϊκής καθημερινότητας αποδίδει ο Δανός Martinus Christian Wesseltoft Rørbye στην ελαιογραφία «Η Περιοχή γύρω από τον Πύργο των Ανέμων» (1839).
Επίσης, ένα αριστοτεχνικό πορτρέτο μουσειακών προδιαγραφών της συλλογής είναι «Ο Άρχοντας Μαραθέας με Παραδοσιακή Ενδυμασία» (1850) σε αρχαιοελληνικό φόντο, έργο του Αυστριακού Φραντσέσκο Πίτζε, ο οποίος εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα, έζησε στην Αθήνα και την Κέρκυρα και φιλοτέχνησε πορτρέτα εύπορων νησιωτών.
Η έκθεση παρουσιάζει συνολικά 35 έργα από την πλούσια φιλελληνική συλλογή του Ιδρύματος Αντώνιος Ε. Κομνηνός, η οποία δημοσιεύεται στον ομώνυμο δίγλωσσο κατάλογο που συνοδεύει την έκθεση.
ΑΠΕ - ΜΠΕ