Σήμερα, γιατροί αποκάλυψαν στο πλαίσιο της συνέντευξης Τύπου που έγινε με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα της νόσου του Πάρκινσον (11 Απριλίου), ότι στο Νοσοκομείο «Αττικόν» 45 ασθενείς με φαρμακοανθεκτική νόσο του Πάρκινσον, δεν μπορούν να χειρουργηθούν, διότι η διοίκηση του νοσοκομείου δεν καλύπτει τα έξοδα του διεγέρτη εγκεφάλου.
«Οι ασθενείς αυτοί εάν έκαναν την επέμβαση που ονομάζεται εν τω βάθει εγκεφαλική διέγερση, θα είχαν 70% πιθανότητες να θεραπευτούν. Είναι μία εγκεκριμένη επέμβαση. Ωστόσο, η διοίκηση του νοσοκομείου δεν προμηθεύεται τα ηλεκτρόδια που απαιτούνται», ανέφερε ο Γιώργος Τσιβγούλης, καθηγητής Νευρολογίας στο ΕΚΠΑ και διευθυντής της Β’ Νευρολογικής Κλινικής του Νοσοκομείου «Αττικόν».
Σε ερώτηση του NEWS 24/7 εάν τα έξοδα αυτά καλύπτονται από τον ΕΟΠΥΥ, ο κ. Τσιγβούλης απάντησε ότι «ναι, καλύπτονται, αλλά πρώτα πρέπει να μπουν στις δαπάνες του νοσοκομείου και ακολούθως ο ΕΟΠΥΥ να πληρώσει το νοσηλευτικό ίδρυμα. Ωστόσο, το υπουργείο Υγείας δεν διαθέτει αρκετούς πόρους στο νοσοκομείο, ώστε να μπορεί να ανταπεξέλθει».
Ακολούθως, σε ερώτηση «γιατί δεν παραπέμπουν τους ασθενείς σε άλλα νοσοκομεία», οι ειδικοί απάντησαν ότι η ίδια κατάσταση επικρατεί και στα άλλα νοσοκομεία του ΕΣΥ, όπως ο «Ευαγγελισμός», που κάνουν αυτή την επέμβαση.
Μάλιστα, οι γιατροί αναγκάζονται να στέλνουν τους ασθενείς για τη θεραπεία τους σε ιδιωτικές κλινικές, όπου μπορεί να γίνει η επέμβαση και ακολούθως το ιδιωτικό να αποζημιωθεί από τον ΕΟΠΥΥ.
«Αγκυλώσεις» του Δημοσίου και με τα φάρμακα
Παράλληλα, σοβαρές δυσκολίες υπάρχουν και στην πρόσβαση των ασθενών στις νέες καινοτόμες θεραπείες για τη νόσο του Πάρκινσον.
Λόγω των υψηλών επιστροφών και των εκπτώσεων (clawback και rebate), οι φαρμακευτικές εταιρείες δυσκολεύονται να φέρουν στη χώρα μας νέα καινοτόμα σκευάσματα που θα μπορούσαν να βελτιώσουν τις συνθήκες ζωής των ασθενών.
Ενδεικτικό είναι, σύμφωνα με τον κ. Τσιβγούλη, ότι ένα νέο φάρμακο παρότι μπορεί να έχει λάβει έγκριση στην Ευρώπη, στη χώρα μας θα φθάσει σε 14 με 17 μήνες αργότερα.
Πόσω μάλλον σε μία νόσο, που οι επιστημονικές εξελίξεις είναι καταιγιστικές.
«Έχουν γίνει ήδη πολύ σημαντικές ανακαλύψεις στο επίπεδο της έρευνας των βιοδεικτών και των νοσοτροποποιητικών θεραπειών, με τη συμμετοχή και ελλήνων ασθενών. Είναι ανάγκη να ενισχυθεί περισσότερο η ερευνητική δραστηριότητα από την πολιτεία. Στην Ελλάδα υπάρχει η μεγαλύτερη ομάδα ασθενών και οικογενειών, παγκοσμίως, με γενετικές μορφές που σχετίζονται με τη νόσο», ανέφερε ο Λεωνίδας Στεφανής, καθηγητής Νευρολογίας στο ΕΚΠΑ, διευθυντής Α‘ Νευρολογικής Κλινικής στο «Αιγινήτειο» Νοσοκομείο και συνεργαζόμενος ερευνητής στο Ίδρυμα Ιατροβιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών.
Μάλιστα, ο κ. Στεφανής εστίασε ιδιαίτερα στο γεγονός ότι «οι σύγχρονες θεραπευτικές επιλογές, ειδικά, οι τεχνικά υποβοηθούμενες, παρά την τεκμηριωμένη ωφέλεια τους εφαρμόζονται με μεγάλη καθυστέρηση στα δημόσια νοσοκομεία, όταν η νόσος έχει εξελιχθεί σε προχωρημένο στάδιο και η ρύθμιση των συμπτωμάτων γίνεται με μεγάλη δυσκολία».
Από την πλευρά του ο καθηγητής Πολιτικής Υγείας και κοσμήτορας της Σχολής Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, Κυριάκος Σουλιώτης, αναφέρθηκε στις προκλήσεις της ορθής και έγκαιρης διάγνωσης και της πρόσβασης των ασθενών στις νέες καινοτόμες θεραπείες.
«Η διάσταση αυτή πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά τη λήψη αποφάσεων αποζημίωσης, καθώς σχετίζεται άμεσα με τη δυνατότητα των ασθενών, αλλά και των φροντιστών να εργάζονται και να συμμετέχουν στην οικονομική και κοινωνική ζωή, συνθήκη, η οποία με τη σειρά της έχει θετικό αντίκτυπο στην οικονομία. Επιπλέον, η απαραίτητη μετάβαση προς την τεκμηριωμένη λήψη αποφάσεων, τόσο σε κλινικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο προϋποθέτει τη συστηματική καταγραφή και παρακολούθηση των δεδομένων. Όπως, π.χ. με τη δημιουργία μητρώου ασθενών και με την εφαρμογή διαγνωστικών και θεραπευτικών πρωτοκόλλων, τα οποία, μεταξύ άλλων, διασφαλίζουν και την ορθολογική κατανομή των σπάνιων πόρων του συστήματος υγείας», είπε ο καθηγητής.
Περισσότερα στο news247.gr