Τετάρτη, 27 Σεπτεμβρίου 2017 09:26

80-90 χρόνια για αναγέννηση των καμένων του Ταϋγέτου: 169.500 στρ. δάσους κάηκαν σε μια 10ετία 

80-90 χρόνια για αναγέννηση των καμένων του Ταϋγέτου: 169.500 στρ. δάσους κάηκαν σε μια 10ετία 

 

 

 

 

Περίπου 80-90 χρόνια χρειάζεται το δάσος στον Ταΰγετο για να αναγεννηθεί, κι αυτό μόνο αν δεν ξανακαεί για... τρίτη φορά: Αυτό λέει στην "Ε" ο δασάρχης Καλαμάτας, δασολόγος Σπύρος Κατσίποδας, μιλώντας για τις απώλειες σε δάση την τελευταία δεκαετία στο νομό. 

Οι απώλειες αυτές στην επικράτεια ευθύνης του Δασαρχείου Καλαμάτας ξεπερνούν -μαζί με τη χαμηλή βλάστηση- τα 156.000 στρέμματα, ενώ άλλα 13.500 στρέμματα στάχτη μετρά το Δασαρχείο Κυπαρισσίας στην Τριφυλία. 

Σύμφωνα με τον κ. Κατσίποδα, η μεγαλύτερη οικολογική καταστροφή συντελέστηκε το 2007, όταν σχεδόν μονομιάς κάηκαν 50.000 στρέμματα ελάτης και μαύρης πεύκης στον Ταΰγετο, μαζί με μικρά φυτά που είχαν αναγεννηθεί με φυσικό τρόπο μετά τη φωτιά του 1998. 

Βέβαια, το να καεί ένα δάσος δεν είναι κάτι έξω από τη φύση, αφού υπάρχουν οι μηχανισμοί που θα βοηθήσουν στην αναγέννησή του. Στην περίπτωση του Ταϋγέτου, ωστόσο, τη φύση την πρόλαβε η δεύτερη πυρκαγιά που αδυνάτισε τα εδάφη και κατέστρεψε τη φυσική αναγέννηση με σπόρους. Τα αποτελέσματα είναι εμφανή, τόσο στους αργούς πλέον ρυθμούς με τους οποίους το δάσος αναγεννάται, όσο και στον επηρεασμό του μικροκλίματος: πιο ήπιοι και άνυδροι χειμώνες, λιγότερα χιόνια και βροχές, που επιδρούν αρνητικά και στον εμπλουτισμό του υδροφόρου ορίζοντα. 

ΥΨΗΛΑ ΔΕΝΤΡΑ ΚΑΙ ΧΑΜΗΛΗ ΒΛΑΣΤΗΣΗ

Εως το 2010 οι καμένες εκτάσεις που χαρακτηρίζονταν δασικές αναφέρονταν μόνο σε υψηλό δάσος. Με απόφαση όμως του υπουργείου, από το 2011 ως δασικές εκτάσεις ορίζονται και οι περιοχές με χαμηλή βλάστηση. Σύμφωνα με το δασάρχη Καλαμάτας, από το 2011 και μετά η Μεσσηνία δεν είχε σοβαρές απώλειες σε δάση με υψηλά δέντρα, καθώς δεν έχει καεί παρά «αμελητέα έκταση» τέτοιου είδους.

Ομως, οι καταστροφικές πυρκαγιές του 2007 άλλαξαν την όψη του Ταϋγέτου και επηρέασαν σε μεγάλο βαθμό το μικροκλίμα της περιοχής. 

Είχαν δυστυχώς προηγηθεί 9 χρόνια πιο μπροστά, το 1998, οι μεγάλες πυρκαγιές στην ίδια περιοχή. 

Το 2014, όπως λέει ο κ. Κατσίποδας, ανέβηκε πάλι ο αριθμός των καμένων στρεμμάτων, με τις φωτιές να καταστρέφουν ξανά καμένες εκτάσεις στη Χρυσοκελλαριά, τη Μεταμόρφωση και το Μανιάκι: περιοχές όπου φέτος το καλοκαίρι η Πυροσβεστική Υπηρεσία Καλαμάτας συγκάλεσε έκτακτη σύσκεψη, προκειμένου να ληφθούν μέτρα και να σταματήσουν να ξεσπούν πυρκαγιές κάθε χρόνο. Επισημαίνει άλλωστε ότι το 2014, οπότε οι καμένες δασικές εκτάσεις ανήλθαν σε 20.612 στρέμματα, καθώς και κάθε άλλη χρονιά που ανεβαίνει ο αριθμός των καμένων στρεμμάτων, παρατηρούνται μόνιμα φωτιές στη Χρυσοκελλαριά και τη Μεταμόρφωση - «και φέτος εκεί είχαμε πυρκαγιές, στα ήδη καμένα εδάφη».

Πάντως, ο δασάρχης επαναλαμβάνει ότι, σε σύνολο δεκαετίας, δάσος χάθηκε μόνο το 2007.

Η ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΤΑΫΓΕΤΟΥ

Η μεγάλη οικολογική καταστροφή στην περιοχή μας συντελέστηκε το 2007, γιατί «κάηκε ενιαία δασική έκταση και υψηλό δάσος 50.000 στρέμματα», λέει ο κ. Κατσίποδας. Συνολικά η φωτιά κατέστρεψε στο πέρασμά της 140.000 στρέμματα δασικής έκτασης στον Ταΰγετο, ενώ το 30% ήταν ξανά καμένο στις πυρκαγιές του 1998. Και αυτό ακριβώς είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα: «Τα πεύκα και τα έλατα έχουν καλή φυσική αναγέννηση και είχαν σποριάσει τα ώριμα δέντρα, που ευνοούσαν τη φυσική αναγέννηση καθώς είχε περάσει δεκαετία και το δάσος αναγεννιόταν από μόνο του». Οταν λοιπόν το 2007 ξανακάηκαν τα μικρά δέντρα και μαζί ώριμα (ένα δάσος μαύρης πεύκης είναι ώριμο στα 30-40 χρόνια) «δεν υπήρχαν σπόροι για τη φυσική αναγέννηση, και εκεί εντοπίζεται το μεγάλο θέμα του Ταϋγέτου». 

Παρ' όλα αυτά η φύση δεν σταματά - «αλλά είναι πιο αργή η αναγέννηση και επιπλέον επιβραδύνει τη διαδικασία και η υποβάθμιση του εδάφους».

Επιπρόσθετα, το 2007 κάηκε κι ένα μεγάλο μέρος ελατοδάσους στον Ταΰγετο, και επειδή το έδαφος είναι ασβεστολιθικό ειδικά στην περιοχή προς τα Πηγάδια, υποβαθμίστηκε σημαντικά. Επίσης, υπάρχει και μια άλλη ιδιαιτερότητα με το έλατο: «Δεν φυτρώνει με σπόρους. Πρέπει να προηγηθεί η αναγέννηση του πεύκου για να μεγαλώσει το έλατο κάτω από τον ίσκιο του».

ΑΝΑΔΑΣΩΣΗ

Εκεί λοιπόν που δεν μπορεί να αναγεννηθεί από μόνο του το δάσος «είναι που πρέπει να επέμβουμε», επισημαίνει ο κ. Κατσίποδας. Ξεκαθαρίζει πάντως πως ο κόσμος πρέπει να καταλάβει πως «η φύση έχει τη δική της δυναμική - η δασολογική επιστήμη λέει να αφήσουμε τη φύση, δεν πρέπει την άλλη χρονιά να φυτέψουμε, δεν είναι... κάηκε, πάμε και αναδασώνουμε». Εχει άλλωστε παρατηρηθεί πως αν δεν περάσουν 2-3 χρόνια, δεν είναι ό,τι πιο σοφό να προχωρήσει κανείς σε τεχνητή αναδάσωση. «Ισως θα έπρεπε να έχει γίνει σε άλλο σημείο, καθώς μπορεί σε εκείνο όπου έγινε η φύση να είχε τη δυναμική της από μόνη της» - και έτσι «σπαταλάς χρόνο, χρήμα και φυτά, αφού η φύση μπορεί από μόνη της να αναγεννηθεί σε 2-3 χρόνια». 

Για το έλατο πάντως, χρειάζεται πρώτα «να γίνει μια μελέτη και να υπάρξουν τα πρόδρομα είδη, γιατί το έλατο είναι είδος σκιόφυτο, δύσκολο να βγει». 

Ο δασάρχης προσθέτει ότι «στη δασοκομία οι χρόνοι είναι αργοί, και ελπίζουμε να μην ξαναπεράσει από εκεί η φωτιά γιατί μετά ξεπλένεται το έδαφος. Στον Ταΰγετο μάλιστα, για να δούμε και πάλι ώριμο δάσος, θα πρέπει να περάσουν 80-90 χρόνια». 

ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΤΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ

«Εμείς ως Δασαρχείο το 2009 και το 2010 φυτέψαμε 355.000 φυτά μαύρης πεύκης, με εργολάβο στις διπλοκαμένες επιφάνειες, όπου εντοπίζεται το μεγαλύτερο πρόβλημα. Στον νότιο Ταΰγετο δεν έχουμε επέμβει από το 2007, και η αναγέννηση πάει καλά», σημειώνει ο Σπ. Κατσίποδας. 

Επίσης, από το 2011 έως το 2015 φυτεύτηκαν 20.000 φυτά μαύρης πεύκης από εθελοντές. Εξάλλου «δεν μπορείς να φυτέψεις κάτι άλλο στον Ταΰγετο, δεν πρέπει, γιατί δεν είναι οικολογικά σωστό να μπει άλλο είδος εκτός από μαύρη πεύκη και ελάτη», ξεκαθαρίζει. Και προσθέτει πως «η αναδάσωση είναι σοβαρή εργασία, δεν είναι να φυτέψεις και να πεθάνει». Γι' αυτό πιστεύει ότι είναι καλύτερο να γίνεται από το Δασαρχείο, όπως έγινε και πέρυσι που φυτεύτηκαν από εργολάβο 180.000 φυτά. 

ΑΛΛΑΞΕ ΤΟ ΚΛΙΜΑ

Τα τελευταία 10 χρόνια όμως φαίνεται να έχει αλλάξει και το κλίμα: «Δεν βλέπουμε χαμηλά χιόνια, και οι ήπιοι χειμώνες κάτι σημαίνουν· το μικροκλίμα στην Πελοπόννησο έχει επηρεαστεί από τις φωτιές όχι μόνο στον Ταΰγετο, αλλά και τον Πάρνωνα και την Ηλεία», λέει ο ίδιος και σχολιάζει ότι σ' αυτό έρχεται να «κουμπώσει» και η παγκόσμια κλιματική αλλαγή. Επισημαίνει ότι πριν από 10-20 χρόνια τα χιόνια στον Ταΰγετο έφταναν μέχρι χαμηλά: «Πριν τον Αγιο Νικόλα δεν πέρναγε τίποτα πάνω», αναφέρει. 

Αυτό βέβαια επηρεάζει την πανίδα και τη χλωρίδα της περιοχής ευρύτερα - γι' αυτό και σύμφωνα με τον Σπ. Κατσίποδα τώρα «αναγεννάται πιο αργά η φύση, επηρεάζεται η υγρασία στην ατμόσφαιρα και το ύψος της βροχής, οι χειμώνες έχουν γίνει πιο άνυδροι». 

ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΤΡΙΦΥΛΙΑΣ

Περίπου 13.500 στρέμματα δασικής έκτασης έχουν καεί στην περιοχή της Τριφυλίας τα τελευταία 10 χρόνια από φωτιές που έχουν εκδηλωθεί στην περιοχή, σύμφωνα με στοιχεία του δασαρχείου Κυπαρισσίας. Μάλιστα μερικές από αυτές τις εκτάσεις μέσα σε αυτό το διάστημα έχουν καεί κατ' επανάληψη. 

Την τελευταία δεκαετία, από το 2007 μέχρι και το 2016, διακρίνει κανείς διακυμάνσεις ως προς τις εκτάσεις που κάηκαν - και με μεγάλη διαφορά η καταστροφικότερη χρονιά ήταν το 2007 που κάηκαν 7.887 στρέμματα, δηλαδή περισσότερα από ό,τι όλα τα υπόλοιπα 9 χρόνια μαζί. Μεγάλες εκτάσεις κάηκαν επίσης το 2008 (περίπου 1.900 στρ.) και το 2016 (1.056 στρέμματα). Στον αντίποδα, τα λιγότερα στρέμματα κάηκαν το 2014, μόλις 15 στρέμματα.

Από τα μέτρα που παίρνει το δασαρχείο με βάση τις δυνατότητες που έχει, όπως μας επισήμανε ο δασάρχης Κυπαρισσίας Νικόλαος Χριστοδούλου, το βασικότερο είναι ότι οι καμένες περιοχές χαρακτηρίζονται αναδασωτέες για την προστασία τους. Ωστόσο, δεν έχουν γίνει αναδασώσεις στις περιοχές αυτές. 

Από εκεί πέρα, μέτρα που λαμβάνονται για την προστασία των δασών είναι οι περιπολίες από το προσωπικό της υπηρεσίας και οι έλεγχοι, ενώ όταν εξοικονομούνται πόροι, διανοίγονται ή βελτιώνονται δασικοί δρόμοι. Φυσικά ο κίνδυνος για τα δάση δεν είναι μόνο οι φωτιές, αλλά και οι εκχερσώσεις - και για αυτό γίνονται έλεγχοι.

Οσο για το αν έχει επηρεαστεί το μικροκλίμα της περιοχής από τις καμένες εκτάσεις, αυτό λέει ότι δεν μπορεί να απαντηθεί εύκολα, καθώς πρέπει να εξεταστεί σε βάθος χρόνου. Σύμφωνα με την επιστημονική κοινότητα, 3 είναι τα βασικά στοιχεία που μπορούν να επηρεάσουν το μικροκλίμα όταν καίγεται ένα δάσος: η έκταση του δάσους, το ύψος που έχει, καθώς και η μορφολογία του εδάφους: πού βρίσκεται δηλαδή το δάσος, αν είναι σε πλαγιά ή σε επίπεδη επιφάνεια.

Κ.Μπ.