Για αυτό αποκαλείται και “σιωπηλός δολοφόνος”, γιατί δεν δίνει προειδοποιητικά σημεία παρά μόνο όταν έχει κάνει σημαντικές βλάβες στα ζωτικά όργανα του ασθενούς, οπότε τα συμπτώματα προκαλούνται από τις επιπλοκές της. Η ομάδα Εργασίας Αρτηριακής Υπέρτασης της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Κατά της Υπέρτασης στις 17 Μαΐου ενημερώνει πως η υπέρταση -η σταθερά αυξημένη δηλαδή αρτηριακή πίεση- αποτελεί την πιο συχνή χρόνια νόσο και έναν από τους πιο σημαντικούς παράγοντες θνησιμότητας, νοσηρότητας και κακής ποιότητας ζωής.
ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ ΘΝΗΣΙΜΟΤΗΤΑΣ
Η αρτηριακή υπέρταση αποτελεί σημαντικό παράγοντα θνησιμότητας και νοσηρότητας διότι συνδέεται ισχυρά με την εμφάνιση στεφανιαίων συνδρόμων και εμφραγμάτων, αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων, νεφρικής ανεπάρκειας και τύφλωσης.
Υπολογίζεται ότι περίπου 1,3 δισεκατομμύρια άνθρωποι πάσχουν από αρτηριακή υπέρταση παγκοσμίως από τους οποίους λιγότεροι από 1 στους 5 την έχει ρυθμίσει επαρκώς. Από τους πιο σημαντικούς παράγοντες εμφάνισης υπέρτασης είναι η κακή διατροφή, η έλλειψη φυσικής δραστηριότητας, το κάπνισμα και η κατανάλωση αλκοόλ και η παχυσαρκία. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας λαμβάνοντας υπόψη την μεγάλη σημασία της αρτηριακής υπέρτασης στην κακή υγεία του πληθυσμού, έβαλε στόχο την μείωση της κατά 25% στα επόμενα χρόνια. Για αυτό το σκοπό εξήγγειλε δράσεις και καθιέρωσε την Παγκόσμια Ημέρα Υπέρτασης στις 17 Μαΐου.
ΟΤΑΝ ΤΑ ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ ΣΥΜΒΑΙΝΟΥΝ
Όταν τα συμπτώματα συμβαίνουν αποτελούν εκδηλώσεις από διαταραχές της λειτουργίας των ζωτικών οργάνων όπως για παράδειγμα πρωινοί πονοκέφαλοι, αίσθημα ταχυπαλμίας ή αρρυθμίας, διαταραχές όρασης, εμβοές ώτων κ.λπ. Επίσης, η σοβαρή υπέρταση μπορεί να προκαλέσει αδυναμία, εύκολη κόπωση, άγχος, θωρακικό άλγος κ.λπ. Ο μόνος τρόπος για να μη ξεφύγει της προσοχής και διάγνωσης είναι η τακτική μέτρηση της αρτηριακής πίεσης ιδιαίτερα μετά τα 65 έτη. Παρόλο που η μέτρηση της αρτηριακής πίεσης μπορεί να γίνει με αυτόματα πιεσόμετρα σωστά και γρήγορα στο σπίτι και είναι αυτό που συνιστά η Ελληνική Καρδιολογική Εταιρεία, εντούτοις χρειάζεται να εκτιμηθεί και από το γιατρό για να υπολογισθεί ο συνολικός καρδιαγγειακός κίνδυνος του ασθενούς και να δοθούν οι απαραίτητες οδηγίες.