Σάββατο, 29 Νοεμβρίου 2014 08:31

Με τη συμμετοχή του ομίλου Olayan: Μισό δισ. νέες επενδύσεις στην Costa Navarino

Με τη συμμετοχή του ομίλου Olayan: Μισό δισ. νέες επενδύσεις στην Costa Navarino

Κοντά στο μισό δισ. ευρώ φθάνει το ποσό που θα επενδυθεί στη Μεσσηνία μετά τη συμμετοχή του ομίλου Olayan στη Costa Navarino. Η κίνηση της οικογένειας Κωνσταντακόπουλου να παραχωρήσει μερίδιο σε στρατηγικό επενδυτή είναι κορυφαία διότι αν και είχαν την δυνατότητα να προχωρήσουν μόνοι τους έβαλαν στο παιχνίδι έναν επενδυτικό κολοσσό. Είναι αυτό που δίνει πέραν της παγκόσμιας αναγνωρισιμότητας και νέο αέρα αύξησης της επενδυτικότητας στη Μεσσηνία.

Σύμφωνα με τις πρώτες πληροφορίες τα κεφάλαια που θα συνεισφέρουν στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου οι Σαουδάραδες επενδυτές θα κατευθυνθούν στην κατασκευή 45 πολυτελών εξοχικών κατοικιών και στη συνέχεια σε νέες ξενοδοχειακές μονάδες μεταξύ των οποίων και στο Ριζόμυλο. Μια προνομιακή μονάδα που θα έχει σε απόσταση αναπνοής από το αεροδρόμιο που φέρει το όνομα του ιδρυτή της εταιρείας καπετάν Βασίλη Κωνσταντακόπουλου.
Ολα βέβαια θα γίνουν επίσημα γνωστά όταν η ΤΕΜΕΣ ανακοινώσει το χρονοδιάγραμμα των έργων μέσα στο α' τρίμηνο του 2015.

Ο όμιλος Olayan

Ο σαουδαραβικών συμφερόντων όμιλος με αξία αρκετών δισ. ευρώ ιδρύθηκε το 1947 και διαθέτει παρουσία στην Ελλάδα από το 1976, οπότε λόγω του πολέμου στο Λίβανο, οι επικεφαλής του αποφάσισαν να μεταφερθούν στην Αθήνα, στην Γλυφάδα (Λ. Ποσειδώνος 111). Ουσιαστικά, στην Αθήνα βρίσκεται η Olayan Investments Company Establishment (OICE) που είναι η μητρική εταιρεία του ομίλου Olayan, του οποίου τα ηνία κρατούν τα τέσσερα παιδιά του ιδρυτή του Sulaiman S.Olayan, ο γιός του Khaled S Olayan Lubna και οι τρεις κόρες του Lubna, Hayat και Hutham Olayan.
Η Lubna είναι η διευθύνουσα σύμβουλος της Olayan Financing Company, της εταιρείας συμμετοχών του Group Olayan, αποτελώντας μία από τις ισχυρότερες γυναίκες παγκοσμίως. Στους κλάδους που δραστηριοποιείται είναι οι κατασκευές, η βιομηχανία, η υγεία, το real estate και η αγορά τροφίμων.
Το Costa Navarino είναι η πρώτη επένδυση στο εγχώριο real estate του ομίλου Olayan που είχε ή διατηρεί ακόμη σημαντικές συμμετοχές στην Vivartia, την Chipita, την Coca Cola 3E και τη Flecopack. Ακόμη σε συνεργασία με την Global Finance του Α. Πλακόπητα διατηρούσε συμμετοχή στην εταιρεία συστημάτων ύδρευσης Eurodrip, ενώ υπήρξε βασικός μέτοχος της εταιρείας τηλεπικοινωνιών Algonet.


Από την έρημο στη Wall Street
Η ιστορία της οικογένειας Olayan με ευκολία μπορεί να χαρακτηριστεί ως μυθιστορηματική. Ο πατριάρχης της Suliman Saleh Olayan ξεκίνησε από την Unayzah, μια μικρή πόλη στο μέσον της Σ. Αραβίας, μεταφέροντας εμπορεύματα με το μοναδικό μέσο που μπορεί να επιβιώσει στις δύσκολες αυτές συνθήκες.
Τα καραβάνια με τις καμήλες έφεραν κέρδη στην οικογένεια και ο Suliman Saleh μπόρεσε να φοιτήσει σε αμερικανικά σχολεία στο Μπαχρέιν και στην Αλ Καλίφα. Το 1936 σε ηλικία 18 ετών προσλαμβάνεται στη The Bahrain Petroleum Company και ένα χρόνο αργότερα επιστρέφει στη Σ. Αραβία για να εργαστεί στην California Arabian Standard Oil Company, την εταιρεία που αργότερα μετατράπηκε στον πετρελαϊκό κολοσσό Aramco (Arabian American Oil Company).
Έως το 1947 η εξέλιξη του Suliman ήταν ταχύτατη. Από ένας απλός μεταφορές έφτασε να καταλάβει μια διοικητική θέση εντός της εταιρείας. Οι αλλαγές που έφερε όμως ο B’ Παγκόσμιος Πόλεμος και η διαρκώς αυξανόμενη σημασία του πετρελαίου στην παγκόσμια οικονομία ώθησαν τον Suliman σε νέες δραστηριότητες.
Με ένα μικρό δάνειο ιδρύει την General Contracting Company (GCC) και καταφέρνει να κερδίσει ένα συμβόλαιο με την πολυεθνική Bechtel που τότε συνεργαζόταν με την Aramco για την κατασκευή του Παναραβικού Πετρελαιαγωγού, ενός κολοσσιαίου έργου που συνέδεε τις πετρελαιοπηγές στα δυτικά της Σ. Αραβίας με το Λίβανο και τα λιμάνια της στη Μεσόγειο.
Το έργο που ανέλαβε η GCC άνοιξε το δρόμο και για καινούριες δουλειές, κυρίως στον τομέα της ενέργειας. Σύστησε τη National Gas Company κερδίζοντας πολλά συμβόλαια στο πλαίσιο της ηλεκτροδότησης του συνόλου της χώρας που πραγματοποιήθηκε τη δεκαετία του 1950.
Το 1954 αποφασίζει να επεκταθεί στον κλάδο των τροφίμων και των καταναλωτικών αγαθών μέσω της General Trading Company (GTC) και σχεδόν την ίδια εποχή εισέρχεται στην ασφαλιστική αγορά της Σ. Αραβίας με την Arab Commercial Enterprises (ACE), που αργότερα έγινε ο μεγαλύτερος όμιλος του κλάδου στη Μέση Ανατολή.
Καθώς οι δραστηριότητες του Άραβα επιχειρηματία πλήθαιναν, τη δεκαετία του 1960 η διεθνής επέκταση αποτελούσε μονόδρομο. Ο δρόμος άνοιξε μέσω των συνεργασιών που πέτυχε να συνάψει με αμερικανικούς επιχειρηματικούς κολοσσούς, όπως η Kimberly-Clark, η General Foods, η Pillsbury, η Hunt Wesson, η Cummins Engine, η Kenworth και η Atlas Copco.
Το 1969 το Group Olayan συνεργάστηκε με την Kimberly-Clark για την κατασκευή εργοστασίου στη Σ. Αραβία, ενώ έγινε ο κύριος συνεργάτης των μεγαλύτερων πολυεθνικών που επιθυμούσαν να εισέλθουν στην αγορά της Μέσης Ανατολής.
Στο τέλος της δεκαετίας του 1980 ο όμιλος ξεκίνησε να δραστηριοποιείται σε νέους τομείς με έμφαση στην ελαφριά βιομηχανία, φροντίζοντας παράλληλα να ισχυροποιήσει τις συμμαχίες του. Μεγάλο μέρος από τα κεφάλαια του ομίλου ήδη είχαν τοποθετηθεί επενδυτικά από τα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας στη Wall Street, σε μεγάλους αμερικανικούς και ευρωπαϊκούς ομίλους, στη διεθνή αγορά ακινήτων και στη ναυτιλία.

Πηγή: Capital.gr