Ομως θα ήταν λάθος να θεωρήσει κανείς ότι το ερώτημα αυτό διατυπωνόταν με αγωνία ή φόβο για το μέλλον που επιφυλάσσει η ιστορία στον ενιαίο πλέον ΣΥΡΙΖΑ. Αντίθετα, τόσο στους 258 ομιλητές που παρέλασαν στο βήμα όσο και στα πηγαδάκια και τις συζητήσεις στο περιθώριο των επίσημων διαδικασιών που παρακολούθησε και κατέγραψε η «Ε», που ήταν παρούσα όλες τις μέρες του συνεδρίου, περίσσεψε η αισιοδοξία και η πίστη. Αισιοδοξία και πίστη όχι μόνο για τη δυνατότητα του ΣΥΡΙΖΑ να πάρει την εξουσία (αυτό θεωρήθηκε περίπου νομοτελειακό δεδομένο) αλλά και για τη δυνατότητα να υλοποιήσει το σύνολο του ριζοσπαστικού του προγράμματος και όχι μόνο αυτού που αφορά την έξοδο της χώρας από την κρίση. «Ναι, μπορούμε» ήταν η μόνιμη επωδός στα χείλη πολλών συνέδρων όπως και φυσικά όλων των κορυφαίων στελεχών ακόμη και του ίδιου του Αλέξη Τσίπρα, που και στην εναρκτήρια ομιλία του αλλά και στο κλείσιμο των εργασιών το μεσημέρι του Σαββάτου δεν παρέλειψε να διαβεβαιώσει τους συνέδρους ότι «θέλουμε, ξέρουμε, μπορούμε».
Κάπου εδώ όμως τελειώνουν και ο ενθουσιασμός και η ομοφωνία και αρχίζουν οι προβληματισμοί αλλά και οι σοβαρές διαφωνίες. Δυο ήταν, όπως αναμενόταν άλλωστε, τα ζητήματα στα οποία εξ αντικειμένου είχε επικεντρωθεί η προσοχή και στα οποία αναφέρθηκαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο όλοι σχεδόν οι ομιλητές.
Η ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΠΛΑΤΦΟΡΜΑ
Το πρώτο αφορούσε φυσικά τη στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ σε σχέση με τα μνημόνια, τις δανειακές υποχρεώσεις της χώρας και τον τρόπο χειρισμού του όλου θέματος όταν το κόμμα αναλάβει κυβερνητικές ευθύνες. «Καθαρές κουβέντες» ζήτησε επ’ αυτού ο Π. Λαφαζάνης και πολλοί άλλοι ομιλητές της Αριστερής Πλατφόρμας που τουλάχιστον σε επίπεδο πλήθους ομιλητών δεν σου άφηνε την εντύπωση πως πρόκειται για μειοψηφία στο συνέδριο. Και για να μην μένει καμιά αμφιβολία φρόντισε να ξεκαθαρίσει ότι εννοεί «πλήρη διαγραφή του χρέους και άμεση στάση πληρωμών» έστω κι αν αυτό οδηγήσει σε έξοδο της χώρας από «τη δικτατορία του ευρώ».
Τη θέση της πλειοψηφίας για «ακύρωση των μνημονίων και επαναδιαπραγμάτευση της δανειακής σύμβασης» εξέφρασε στην εισήγησή του ο Αλ. Τσίπρας χωρίς όμως να προχωρήσει περισσότερο πάνω στο βασικό ερώτημα που μετ’ επιτάσεως έβαλαν πολλοί σύνεδροι και όχι μόνο της Αριστερής Πλατφόρμας. Το πώς δηλαδή θα αντιμετωπίσει μια κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ τις αντιδράσεις και τους «εκβιασμούς» των δανειστών και το αν στα πλαίσια αυτής της αντιμετώπισης θα διακινδύνευε και το ενδεχόμενο της εξόδου της χώρας από το ευρώ. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ήταν εμφανές πως δεν ήθελε να τροφοδοτήσει περαιτέρω μια συζήτηση που γνώριζε πως δεν θα ήταν εύκολη και κυρίως δεν θα μπορούσε να έχει την σαφή κατάληξη που ζητούσε μεγάλη μερίδα των συνέδρων.
Από την άλλη όμως ήταν αδύνατον να πάει αυτή η «σιωπή» μέχρι το τέλος. Το συνέδριο έπρεπε να πάρει μιαν απόφαση και το θέμα παραήταν σημαντικό για να το προσπεράσει διά της σιωπής ή με μισόλογα η ηγεσία του κόμματος. Ετσι στην Πολιτική Απόφαση, αφού αναφέρεται πως «ακυρώνουμε τα μνημόνια και τους εφαρμοστικούς νόμους... αποτρέπουμε τη μετατροπή της χώρας σε αποικία χρέους, επαναδιαπραγματευόμαστε τις δανειακές συμβάσεις και ακυρώνουμε τους επαχθείς όρους τους», τονίζεται ότι στις διαπραγματεύσεις αυτές «θέτουμε ως πρώτο θέμα τη διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους», σε ευθεία αντίθεση βεβαίως με τη θέση της Αριστερής Πλατφόρμας που διά στόματος του επικεφαλής της τόνισε ότι «η διαγραφή μεγάλου μέρους του χρέους δεν είναι διαγραφή, είναι αοριστία». Και τι κάνουμε αν οι «άλλοι» αντιδράσουν, ερώτημα που ήταν στα χείλη όλων των συνέδρων; «Δεσμευόμαστε ότι θα αντιμετωπίσουμε τις ενδεχόμενες απειλές και τους εκβιασμούς των δανειστών με όλα τα δυνατά όπλα που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε, ενώ είμαστε ήδη έτοιμοι να αναμετρηθούμε με τη δυσμενέστερη εξέλιξη, σίγουροι ότι ο ελληνικός λαός θα μας στηρίξει», λέει η πλειοψηφία στην Πολιτική Απόφαση του συνεδρίου, και αυτή είναι σαφώς μια προχωρημένη θέση αφού για πρώτη φορά αντιμετωπίζεται ως ενδεχόμενο η έξοδος από το ευρώ (αυτή είναι προφανώς η «δυσμενέστερη εξέλιξη») που κρίνεται ωστόσο αντιμετωπίσιμη.
Ούτε αυτή η διατύπωση όμως βρήκε σύμφωνη τη μειοψηφία που επέμεινε μέχρι τέλους στη θέση της, τονίζοντας στην τροπολογία που κατέθεσε ότι «μια κυβέρνηση της Αριστεράς θα προσπαθήσει καταρχήν να διαγράψει το χρέος -ή τουλάχιστον το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του- μέσα από διαπραγματεύσεις. Στο βαθμό που η προσπάθεια αυτή δεν θα αποφέρει γρήγορα θετικά αποτελέσματα, η κυβέρνηση της Αριστεράς θα προχωρήσει άμεσα στη διακοπή αποπληρωμής του χρέους (τόκων και χρεολυσίων) και στη διαγραφή του, επικαλούμενη νόμιμους λόγους επιβίωσης του ελληνικού λαού...».
Επίσης απορρίφθηκε, αλλά με αξιοσημείωτο ποσοστό συνέδρων που την υπερψήφισαν, τροπολογία της μειοψηφίας σχετικά με την εθνικοποίηση στρατηγικής σημασίας επιχειρήσεων που έχουν ιδιωτικοποιηθεί.
Η ΔΙΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΣΥΝΙΣΤΩΣΩΝ
Το δεύτερο μεγάλο ζήτημα που έπρεπε να αντιμετωπιστεί στο συνέδριο ήταν και ο λόγος, ουσιαστικά, της πραγματοποίησής του. Η δημιουργία του ενιαίου ΣΥΡΙΖΑ, του «ενιαίου, μαζικού, πολυτασικού κόμματος της Αριστεράς...» όπως λέει και η Πολιτική Απόφαση. Αυτό αποδείχτηκε περισσότερο ακανθώδες και από το προηγούμενο, όπως άλλωστε αναμενόταν, αφού η διάλυση των συνιστωσών και η απορρόφησή τους από το ενιαίο κόμμα δεν έβρισκε σύμφωνους αρκετούς εκπροσώπους συνιστωσών, με ηχηρότερη διαφωνία, λόγω του ειδικού του βάρους, αυτή του Μανώλη Γλέζου - ενώ και η Αριστερή Πλατφόρμα ζητούσε να μετατεθεί η απόφαση αυτή στο μέλλον, σε επόμενο συνέδριο.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Αλ. Τσίπρας στη δευτερολογία του αφιέρωσε το μεγαλύτερο μέρος της σ’ αυτό ακριβώς το ζήτημα απαντώντας ονομαστικά στον Μ. Γλέζο και επιμένοντας στη θέση για την κατάργηση των συνιστωσών, αλλιώς «χαιρετίσματα…» όπως χαρακτηριστικά είπε.
Συναφή με το ζήτημα αυτό ήταν και άλλα θέματα οργανωτικής φύσης για τα οποία υπήρχαν σοβαρές διαφωνίες, όπως ο τρόπος εκλογής προέδρου (από το συνέδριο, όπως ήθελε η πλειοψηφία, ή από την κεντρική επιτροπή όπως πρότεινε η μειοψηφία) καθώς και η ύπαρξη μιας ενιαίας λίστας ή πολλών διαφορετικών στις διαδικασίες εκλογής οργάνων. Αυτά τα θέματα μπορεί να φαίνονται «οργανωτίστικα» και να μην αφορούν τους εκτός των κομματικών τειχών, η αλήθεια όμως είναι ότι απασχόλησαν και με το παραπάνω το συνέδριο.
Η γενική εικόνα για έναν ουδέτερο παρατηρητή είναι ότι η μεγάλη πλειοψηφία του σώματος ήταν γενικά υπέρ του ενιαίου ΣΥΡΙΖΑ - αλλά αυτό περισσότερο εξέφραζε μια ενδιάθετη βούληση και μια αγωνία να προχωρήσει χωρίς διασπάσεις το κόμμα, με βάση και τις τραυματικές ιστορικές εμπειρίες της Αριστεράς, παρά μια σαφή και συνειδητή τοποθέτηση. Αυτό ισχύει σε μεγάλο βαθμό και για τα αμιγώς πολιτικά ζητήματα, καθώς παρατηρήσαμε πάρα πολλούς συνέδρους να χειροκροτούν με ενθουσιασμό διαμετρικά αντίθετες μεταξύ τους τοποθετήσεις. Τελικά όπως αποδείχτηκε, και όπως θέλουν οι παραδόσεις για τα κόμματα της Αριστεράς, αυτά ήταν τα θέματα όπου έγινε και ο μεγαλύτερος καβγάς.
Οσον αφορά τις συνιστώσες, η πλειοψηφία έκανε ένα βήμα πίσω και δέχτηκε να δοθεί «εύλογος χρόνος» σε όσες δεν έχουν ακόμη αυτοδιαλυθεί, για να το πράξουν. Σχετικά με τον τρόπο εκλογής προέδρου και εδώ βρέθηκε μια μέση λύση, να αποφασίζει δηλαδή κάθε φορά το ίδιο το συνέδριο για το πώς θα εκλέγεται ο πρόεδρος. Για τώρα πάντως, το συνέδριο αποφάσισε την εκλογή προέδρου από το ίδιο το σώμα, όπως ζητούσε ο Α. Τσίπρας.
Για τη μία ή τις πολλές λίστες ο καβγάς πήγε μέχρι τέλους, με την μειοψηφία να απειλεί ακόμη και με μη συμμετοχή στα όργανα. Τελικά η εκλογή της νέας Κ.Ε. έγινε με μια ενιαία, κεντρική λίστα αλλά και μια δεύτερη της Αριστερής Πλατφόρμας και άλλες τέσσερις μικρότερες.
Το ζήτημα των συνεργασιών σε σχέση με την κυβερνητική προοπτική του κόμματος απασχόλησε επίσης το συνέδριο αν και όχι στον ίδιο βαθμό με τα άλλα. Επ’ αυτού απορρίφθηκε μεν η τροπολογία της μειοψηφίας που ζητούσε ξεκάθαρη πολιτική συμμαχιών, κυρίως με ΚΚΕ και ΑΝΤΑΡΣΥΑ, στη λογική μιας αμιγώς αριστερής κυβέρνησης, αλλά ήταν σαφές από τις τοποθετήσεις των συνέδρων αλλά και από την ανοιχτή πρόσκληση-πρόκληση που απηύθυνε για μια ακόμη φορά ο Α. Τσίπρας προς το ΚΚΕ, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κοιτάζει προς τα αριστερά του για να βρει πιθανούς κυβερνητικούς συμμάχους, αφού αποκλείστηκε κάθε συνεργασία με μνημονιακές δυνάμεις, ενώ το όνομα των Ανεξάρτητων Ελλήνων δεν ακούστηκε στο συνέδριο παρά μόνο στο χαιρετισμό του εκπροσώπου τους. Πάντως το «φάντασμα» της Κεντροαριστεράς πλανιόταν πάνω από το συνέδριο και πολλοί σύνεδροι φρόντισαν να το ξορκίσουν ή να προεξοφλήσουν, έστω ως ευχή, το θάνατό της. Ισως γιατί γνώριζαν ότι η εκλογική τους δεξαμενή προέρχεται από απογοητευμένους ψηφοφόρους του κατακερματισμένου αυτού χώρου, η πιθανή ενοποίηση και ανάκαμψη του οποίου θα απειλήσει άμεσα τον ΣΥΡΙΖΑ - και τότε... χαιρετίσματα που θα έλεγε και ο Α. Τσίπρας
Τρύφωνας Δάρας