Δευτέρα, 27 Μαρτίου 2023 17:35

Η πρώτη μάχη του Αγώνα - Λιγούδιστα 27 Μαρτίου 1821

Γράφτηκε από τον
Η πρώτη μάχη του Αγώνα - Λιγούδιστα 27 Μαρτίου 1821

Του Γιάννη Α. Μπίρη

Για την κατανόηση των πηγών της ιστορίας και τον εντοπισμό της πρώτης μάχης του Αγώνα, ακολουθεί το χρονολόγιο των γεγονότων.

Στις 17 Μαρτίου 1821, στην Τσίμοβα (Αρεόπολη), την έδρα του μπέη της Μάνης, οι Μανιάτες οπλαρχηγοί με επικεφαλής τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, κήρυξαν την Επανάσταση σε δοξολογία που έγινε στον ναό των Ταξιαρχών. Άρχισε η πολεμική προετοιμασία και οργανώθηκαν δυο στρατιωτικά σώματα, η ανατολική και η δυτική λεγεώνα της Σπάρτης.

Στις 19 Μαρτίου ο Πετρόμπεης έστειλε τον γιο του Ηλία με σχεδόν 150 Μανιάτες στην Καλαμάτα. Οι Μανιάτες οχυρώθηκαν σε ισχυρές οικίες Καλαματιανών Ελλήνων. Σε συμβούλιο των Τούρκων του επικεφαλής της φρουράς Αρναούτογλου, στο οποίο πήρε μέρος και ο Ηλίας Μαυρομιχάλης ως εκπρόσωπος του πατέρα του Πέτρου Μαυρομιχάλη, μπέη της Μάνης, αποφάσισαν να ζητήσουν και πάλι από τον Πετρόμπεη να αποστείλει μεγαλύτερη δύναμη και για μεγαλύτερη ασφάλεια να έλθει και ο ίδιος στην Καλαμάτα. Παράλληλα και κρυφά, ο Ηλίας Μαυρομιχάλης παράγγειλε στον πατέρα του να ειδοποιήσει όλα τα καπετανάτα της Μάνης και με αυτό το πρόσχημα να έρθουν και αυτοί για να αρχίσουν την Επανάσταση.

Έτσι κι έγινε. Ειδοποίησαν και τον Κολοκοτρώνη και ξεσηκώθηκε όλη η Μάνη. Πετρόμπεης, Κολοκοτρώνης, Μούρτζινος, Κουμουνδουράκηδες, Καπετανάκηδες, Κυτριναίοι, Σασαριάνοι, Καρακίτζος, Χριστέας, Τζολάκης, Κωνσταντινέας, Κίβελος, Κρενίδης, Μισίκλης κ.α. ξεκίνησαν όλοι μαζί για την Καλαμάτα, στις 22 Μαρτίου. Το ίδιο βράδυ έφθασαν στην Καλαμάτα και οι Μεσσήνιοι,, οι Ανδρουσιανοί, κι οι Γαραντζαίοι με τον Μητροπέτροβα, τον Οικονομόπουλο και τον Δαρειώτη, οι Σαμπαζιώτες, οι Πισινοχωρίτες και λοιποί καπετάνιοι με περίπου δυόμιση χιλιάδες άνδρες. Ο Αρναούτογλου και οι λοιποί Τούρκοι ετοιμάζονταν για την υποδοχή του «φίλου» τους Πετρόμπεη που νόμιζαν ότι ερχόταν να τους βοηθήσει ως στρατιωτική δύναμη του σουλτάνου.

Την επόμενη ημέρα, στις 23 Μαρτίου, ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης και οι υπόλοιποι μπήκαν στην πόλη και αφόπλισαν τους Τούρκους, που παραδόθηκαν σε μια δεκαμελή επιτροπή, με πρωτόκολλο και την υπόσχεση της αναίμακτης αποχώρησής τους από την Καλαμάτα. Μετά την παράδοση της τουρκικής φρουράς και τη δοξολογία στον Νέδοντα, τίποτα δεν μπορούσε να σταματήσει το αφρισμένο ποτάμι του ξεσηκωμού.

Μετά την Καλαμάτα και τα Καλάβρυτα, ακολούθησε ο ξεσηκωμός σε όλο τον Μοριά.

Από τις 22 Μαρτίου 1821 που διακόπηκαν οι επικοινωνίες, οι δρόμοι έκλεισαν και δεν λειτουργούσαν τα ταχυδρομεία. Οι Τούρκοι που κατοικούσαν μακριά από τα κάστρα, τρομαγμένοι από τις φήμες ότι για βοήθεια στον ξεσηκωμό των Ελλήνων «έφτασε η Φραγκιά», άφηναν τα χωριά ή τις πόλεις τους και κατέφευγαν για ασφάλεια στην Τριπολιτσά, τη Μονεμβασιά, τον Ακροκόρινθο, το Ναύπλιο, το Χλομούτσι, την Πάτρα, την Κορώνη, τη Μεθώνη και το Νιόκαστρο. 

Τα νέα έφτασαν σχεδόν αμέσως και σε κάθε γωνία της μεσσηνιακής γης. Από τα Σουλιμοχώρια μέχρι την Κορώνη οι Έλληνες είχαν ξεσηκωθεί ενώ οι Τούρκοι είχαν ήδη φύγει από τις εστίες τους και είχαν καταφύγει ή κατευθύνονταν στα κάστρα ή την Τριπολιτσά. Οι για τόσα χρόνια σκλαβωμένοι Έλληνες, περισσότεροι αλλά και ανοργάνωτοι ακόμα, άρχισαν να τους καταδιώκουν. Τα άγρια ένστικτα οδήγησαν σε μεμονωμένες πράξεις αντεκδίκησης και ωμότητες. Το κυνήγι των Τούρκων αποσκοπούσε και στη λαφυραγώγησή τους. Οι Έλληνες, αφού αναθάρρησαν μετά από τις επιτυχίες τους, άρχισαν να συγκροτούν σε πολλά στρατηγικά μέρη, στρατόπεδα ατάκτων.

Μετά τη δοξολογία στον Νέδοντα, ο Κολοκοτρώνης με τον Παπαφλέσσα έφυγαν από την Καλαμάτα και κατευθύνθηκαν βόρεια. Επιτελικός στόχος του Κολοκοτρώνη ήταν ο αποκλεισμός και η κατάληψη της Τριπολιτσάς. Όμως υπήρχαν κι άλλες απόψεις που ζητούσαν πρώτα την απελευθέρωση της Μεσσηνίας και την κατάληψη των φρουρίων του Νιόκαστρου και της Μεθώνης. Σύμφωνα με αυτές στη συνέχεια θα ακολουθούσε η πολιορκία της Τριπολιτσάς. Τελικά επικράτησε η άποψη του Κολοκοτρώνη. 

Στις 24 Μαρτίου, από τη Σκάλα όπου βρίσκονταν ο Κολοκοτρώνης και ο Παπαφλέσσας, με επιστολή-προκήρυξη που είχε συνταχθεί την προηγούμενη ημέρα κάλεσαν τους Ντρέδες της βόρειας Μεσσηνίας να συστρατευθούν στον Αγώνα και τους καλούσαν να πάρουν ενεργό ρόλο στην Επανάσταση: 

«Αδελφοί κάτοικοι της Αρκαδιάς! 

Η ώρα έφθασε, το στάδιο της δόξης και της ελευθερίας ηνοίχθη . τα πάντα ιδικά μας και ο Θεός του παντός μεθ' ημών έσεται . μη πτοηθήτε εις το παραμικρόν. Σεις είσθε ατρόμητοι και των προγόνων μας απόγονοι . γενικώς οπλισθήτε με ανοικτά μπαϊράκια και τρέξατε εναντίον των εχθρών της πίστεως και της πατρίδος. Εντός ολίγων ημερών φθάνομεν και ημείς με 10.000 στρατεύματα. Σεις σφαλείσατε τους Αρκαδίους Τούρκους και μίαν ώραν αρχήτερα ως λέοντες να τους ξεσχίσετε και να τους στείλετε στα τάρταρα του 'Αδου. Μην καταδεχθήτε να σας κατηγορήση ο κόσμος και η ιστορία . αλλά ν' απαθανατίσετε τα ονόματά σας και να διαμείνετε αιωνίως εις την αθάνατον δόξαν και σας ευχόμεθα υγείαν και ανδρείαν συνηνωμένοι με την ομόνοιαν και την πειθαρχίαν . τας δε πράξεις σας να μας γράφετε με πρώτον προς οδηγίαν και ησυχίαν μας.

23 Μαρτίου, πρώτον έτος της ελευθερίας.

Καλαμάτα. 

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης

Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Δικαίος»

Την ίδια στιγμή οι Τούρκοι της Αρκαδιάς (της σημερινής Κυπαρισσίας), με περίπου δυο χιλιάδες ενόπλους, είχαν ενημερωθεί για τον ξεσηκωμό των Ελλήνων από επιστολές που έλαβαν από την Τριπολιτσά αλλά και από τον Αμβρόσιο Φραντζή που τους έστειλε «ενημερωτικό» γράμμα από τα Σουλιμοχώρια. Με αυτό τους «πληροφορούσε» για τη «δήθεν» έκρυθμη κατάσταση των γειτονικών χωριών, λέγοντας ότι «…κάμποι και βουνά είναι γεμάτα με αρματωμένους». Φυσικά εννοούσε τους Ντρέδες. 

Οι Τούρκοι, περίπου τέσσερις χιλιάδες άτομα μαζί με τα γυναικόπαιδα, με επικεφαλής τον αγά Mustafa Basioglou και τον μπέη Molla Halil, φοβισμένοι, αποχώρησαν με τις οικογένειές τους για το Νιόκαστρο και τη Μεθώνη. Λίγο πριν αναχωρήσουν, οι Έλληνες, δήθεν υπάκουοι, ζήτησαν από τους αποχωρούντες Τούρκους ράι, δηλαδή ένα έγγραφο πιστοποιητικό για να αποδεικνύουν την πίστη τους στην τουρκική διοίκηση. 

Στις 26 Μαρτίου η Αρκαδιά καταλήφθηκε από τους Έλληνες, κι αυτή όπως και η Καλαμάτα αναίμακτα. 

Στις 27 Μαρτίου το πρωί, χίλιοι οκτακόσιοι ένοπλοι επαναστάτες, στην πλειοψηφία τους Ντρέδες, με επικεφαλής τον Αθανάσιο Γρηγοριάδη και οπλαρχηγούς τους Γιαννάκη και Κωνσταντίνο Μέλιο, Δημήτρη Παπατσώρη, Παναγιώτη Ντούφα, Γεώργιο Συράκο κ.α. «κατηφόρισαν» για το Νιόκαστρο και τη Μεθώνη.

Το απόγευμα της ίδιας ημέρας, στη Λιγούδιστα, συνάντησαν ένα σώμα εξακοσίων ενόπλων Τούρκων που επέστρεφε στην Αρκαδιά με σκοπό να ξαναπάρει την εξουσία από τους Έλληνες επαναστάτες. Η σύγκρουση στη Λιγούδιστα ήταν σφοδρή και κράτησε περισσότερο από τρεις ώρες. Ουσιαστικά ήταν η πρώτη σύγκρουση των Ντρέδων με τους Τούρκους και αυτή ήταν νικηφόρα. Κατάφεραν να τους αποκρούσουν και να τους καταδιώξουν μέχρι το Νιόκαστρο. 

Ο Αθανάσιος Γρηγοριάδης είχε γεννηθεί στη Φιγαλία το 1793 από πλούσια οικογένεια της περιοχής και είχε μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία το 1820 από τον Παπαφλέσσα. Στη συνέχεια, μετά της απελευθέρωση, έγινε πληρεξούσιος, γερουσιαστής, αντιπρόεδρος της Γερουσίας και βουλευτής. Τιμήθηκε με το αργυρό παράσημο του Αγώνα, με τον Σταυρό των Ταξιαρχών του βασικού Τάγματος του Σωτήρος. Πέθανε τον Οκτώβριο του 1871.   

Από όλη τη δράση του κρατούσε χειρόγραφο ημερολόγιο, που μετά το θάνατό του η χήρα του το παρέδωσε στην Εθνική Βιβλιοθήκη (αριθμ. 23405-6). Δυστυχώς και αυτό το χειρόγραφο κατέληξε στα υπόγειά της. Ευτυχώς, μετά από εξήντα χρόνια ο τότε διευθυντής της Εθνικής Βιβλιοθήκης καθηγητής Σωκράτης Κουγέας, αφού το εντόπισε το έδωσε στον μακρινό απόγονό του επίσης γερουσιαστή Γεώργιο Οθ. Γρηγοριάδη για να το εκδώσει. Έτσι το χειρόγραφο του Αθανάσιου Γρηγοριάδη, σε ένα μεγάλο μέρος του τυπώθηκε και κυκλοφόρησε το 1934, σε λίγα σχετικά αντίτυπα ως «Ιστορικαί Αλήθειαι». Περιείχε όμως το αδιάψευστο ντοκουμέντο της πρώτης Μάχης του Αγώνα:

Γράφει στο χειρόγραφό του ο Αθανάσιος Γρηγοριάδης:

… «Κατά τας αρχάς της Ελλην. Επαναστάσεως ο αριθμός των εν Κυπαρισσία Τούρκων στρατιωτών μαχητών συνεποσούτο εις 2.000 υπό αρχηγούς τον Μολά Χαλίλ Μπέην, τον Σουλή Αγάν, τον Κασδρά Αγάν, τον Χασάν Αγά και τον Ιμβραήμ Αγάν Μπασίογλου, (ήτον δε ούτος υιός του Μουσταφά Αγά Μπασίογλου).

Πάντων γενικός αρχηγός διετέλει ο Μουσταφά Αγάς Μπασίογλου. Όλοι δε ούτοι ανεχώρησαν εκ Κυπαρισσίας μετά 4.000 γυναικοπαίδων, και τινων γερόντων, και μεταβάντες ησφαλίσθησαν εις τα Μεσσηνιακά φρούρια Νεοκάστρου και Μεθώνης. Οι Τούρκοι με ολίγους Αλβανούς ανεχώρησαν εκ Τριφυλλίας την 23 Μαρτίου του 1821 και περί ώραν 5ην της πρωίας της ημέρας εκείνης.

Η σημαία της Ελλην. Επαναστάσεως εν Τριφυλλία υψώθη το πρώτον εις την Ζούρτσαν υπό του Αθανασίου Γρηγοριάδου, ακριβώς περί ώραν 10ην π.μ. της 25ης Μαρτίου, αφού ετελέσθη παράκλησις προς τον Θεόν υπό πολλών ιερέων προς αισίαν έκβασιν του Ιερού Ελληνικού Αγώνος. Την επιούσαν, ο Αθ. Γρηγοριάδης μεθ’ όλου του Ελληνικού στρατού, κινήσας εκείθεν εισήλθεν εις Κυπαρισσίαν την 11 π.μ. ώραν με αλαλαγμούς «Ζήτω η Ελευθερία. Θάνατος εις τους Τούρκους και τουφεκισμούς κηρύξας την επανάστασιν μετά του αδελφού του Γεωργίου, του Διονυσίου Παπαθεοδώρου (προς μητρός θείου των Γρηγοριαδών), του Δημητρίου Παπατσώρη με τους υιούς του Αναγνώστην και Αδάμ, του Ιωάννης. Μέλιου, του Παναγιώτου Ντούφα, του Κωνσταντίνου Μέλιου, του Γεωργίου Συράκου και λοιπών οπλαρχηγών και προυχόντων με 1800 στρατιώτας. Ανεγνωρίσθη δε τότε γενικός στρατιωτικός αρχηγός ο Αθ. Γρηγοριάδης. Ούτος με τους λοιπούς προύχοντας συνέστησαν Τριφυλλιακάς Εφορίας, ίνα φροντίσωσι προς προμήθειαν τροφών, όπλων και πολεμοφοδίων δια το γενικόν στρατόπεδον της πολιορκίας των φρουρίων Νεοκάστρου και Μεθώνης.

Την 27 Μαρτίου του έτους 1821 περί την 6ην της πρωίας εκ Κυπαρισσίας ο Γρηγοριάδης με τον αδελφό του Γεώργιον, τον θείον του Παπαθεοδώρου, τους Παπατσωραίους και λοιπούς οπλαρχηγούς και πολλούς καπιτάνους (αξιωματικούς) μετά 1.800 Αρκαδίων οπλιτών, φέρων κυανόλευκον σημαίαν έχουσαν σύμβολον μεν την εικόνα του Αγίου Γεωργίου επιγραφήν δε τας λέξεις «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Η ΘΑΝΑΤΟΣ» επορεύετο δια να πολιορκήση τα φρούρια του Νεοκάστρου και Μεθώνης. Και φθάσας την 4ην ώραν μετά μεσημβρίαν παρά την Λιγούδισταν κωμόπολιν της Τριφυλλίας, κειμένη  προς βορράν και περί τας 4 ώρας απέχουσαν εκ του Νεοκάστρου, συνήντησεν καθ’ οδόν υπέρ τους 400 Τούρκους, και 200 Αλβανούς διωκουμένους από τον Χαλίλ Μπέην , Ιμβραήμ Μπασίογλου και Σαλή Αγά, ερχομένους εις Κυπαρισσίαν προς απόκρουσιν των Ελλήνων. Εκεί δε τότε μεταξύ των Αρκαδίων και των Τούρκων και Αλβανών, συνεκροτήθη μάχη πεισματώδης καθ’ ήν 5άκις λυσσωδώς εφορμήσαντες οι Τούρκοι και Αλβανοί κατά των Αρκαδίων, ίνα τους εκτοπίσωσιν από τας θέσεις των, απεκρούσθησαν γενναίως δια συνεχούς και πυκνού τουφεκισμού. Τέλος μετά 3 ωρών μάχην πεισματώδη, ηγουμένου του γενικού αρχηγού Γρηγοριάδου σπασάμενοι τα ξίφη και τα γιαταγάνια εφώρμησαν ατρομήτως εναντίον των εχθρών, τους έτρεψαν εις άτακτον φυγήν και τους κατεδίωξαν μέχρι του Νεοκάστρου, όπου και στενώσεως τους επολιόρκησαν.

Εις ταύτην την μάχην εφονεύθησαν από τους Αρκαδίους 12 και7 επληγώθησαν, διεκρίθησαν επ’ ανδρεία ο Αθανάσιος Γρηγοριάδης και ο σημαιοφόρος αυτού Ηλίας Γαλανόπουλος, ο Ι. Μέλιος και ο Αδάμ Παπατσώρης. 

Από δε τους Τούρκους εφονεύθησαν 40 και επληγώθησαν 17 και εζωγρήθησαν 5 τους οποίους ο Γρηγοριάδης έπεμψεν εις Κυπαρισσίαν.»…

Η σύγκρουση έγινε στο στενό πέρασμα ανάμεσα στην Αγορέλιτσα, τον Πύργο και τη Λιγούδιστα, στην πλαγιά πάνω από το παλιό πέτρινο γεφύρι της Μαυρόπετρας, πάνω από τον Σέλα, λίγο βορειότερα από το κατοπινό γεφύρι του Μανούσου.  Αυτό είναι φανερό από τη μελέτη των χαρτών της εποχής, των δρόμων ή των στρατών της περιοχής. Το γεωφυσικό ανάγλυφο δείχνει ότι η πλαγιά πάνω από το μικρό γεφύρι που ήταν και το πέρασμα πάνω από τον Σέλα, ήταν ιδανική θέση για ενέδρα.

Οι Τούρκοι επιτέθηκαν στους οχυρωμένους στην πλαγιά Έλληνες, πέντε φορές. Η μάχη ήταν σφοδρή και κράτησε περισσότερο από τρεις ώρες.  Οι Έλληνες κατάφεραν να τους αποκρούσουν και να τους καταδιώξουν ξιφήρεις μέχρι το Νιόκαστρο.

Ουσιαστικά αυτή ήταν η πρώτη συντεταγμένη ένοπλη σύγκρουση των Ελλήνων με τους Τούρκους και ήταν νικηφόρα.

Στη μάχη στη Λιγούδιστα, ενσωματώθηκαν στο ένοπλο ελληνικό σώμα και Χωραΐτες αγωνιστές που ακολούθησαν και αργότερα τους Ντρέδες υπό την αρχηγία του Μήτρου Αναστασόπουλου. 

Αθάνατοι!


NEWSLETTER